Τι υπάρχει σε μια λέξη; (1) Μια ιστορία, μια ανακάλυψη, μια μεταμόρφωση, αλλά επίσης μια ταυτότητα, ένας αγώνας, μια νίκη ή μια ήττα. Μια λέξη μπορεί να εκφράσει τον οίστρο ενός πολιτικού, τη δημιουργικότητα ενός καλλιτέχνη, την κραυγή απόγνωσης ενός αγωνιστή. Υπάρχουν λέξεις που προτρέπουν στη βία κι άλλες στην ειρήνη. Υπάρχουν λέξεις που εκφράζουν τη δύναμη να αποκλείεις, κι άλλες τη βούληση να περιλαμβάνεις.
Τι υπάρχει στην έκφραση «δικαιώματα του ανθρώπου»; Η επανάσταση του 1789, μακρόχρονοι μετασχηματισμοί και πολλοί αγώνες στη Γαλλία και τον υπόλοιπο κόσμο, για να αναγνωρισθούν στους ανθρώπους τα αστικά, πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματά τους. Η διατύπωση, όμως, εκφράζει επίσης κι άλλες ιστορίες: κατ’ αρχήν την ιστορία των επαναστατών του 1789, οι οποίοι αρνήθηκαν να παραχωρήσουν στις γυναίκες τα δικαιώματα που παρείχαν στους άντρες, και στη συνέχεια την ιστορία των συμπεριφορών και πεποιθήσεων που είχαν ως βάση τις διακρίσεις απέναντι στις γυναίκες και οι οποίες φτάνουν ώς τις μέρες μας, με όχημα την «ευγένεια» του αρσενικού. Στην τυποποίηση της λέξης «άνθρωπος», ως οικουμενικής κατηγορίας, υπάρχει επίσης η άρνηση των πολιτικών, κοινωνικών και πολιτιστικών αλλαγών των κοινωνιών του 20ού αιώνα και των δεσμεύσεων που ανέλαβαν οι κυβερνήσεις και τα Ηνωμένα Έθνη απέναντι στην αρχή της ισότητας ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες.
Ένας αιώνας χωρίς δικαίωμα ψήφου
Η Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη, που υιοθετήθηκε στις 26 Αυγούστου 1789, μετά από μακροχρόνιες και σκληρές συζητήσεις ανάμεσα στους βουλευτές στην Εθνική Συνέλευση, θεσπίζει έναν αριθμό δικαιωμάτων και αρχών που χρησιμοποιήθηκαν αργότερα ως θεμέλιο για την Οικουμενική διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Την εποχή που συντάχθηκε, η Διακήρυξη εφαρμοζόταν μόνο στους άντρες κι η λέξη «άνθρωπος» κάλυπτε ένα μόνο γένος (2). Η επιλογή αυτής της λέξης δεν ήταν ουδέτερη και δεν περιείχε καθόλου τη βούληση να έχει «οικουμενική» εμβέλεια. Γιατί η ισότητα ανάμεσα στους άντρες και τις γυναίκες υπήρξε αντικείμενο συζήτησης στην Εθνική Συνέλευση, αλλά η πλειοψηφία των βουλευτών είχε απορρίψει αυτήν την αρχή: εφόσον η γυναίκα στερείται λογικής, δεν ήταν δυνατό να παραχωρηθούν δικαιώματα σε μια μειοψηφία εξαιρετικών γυναικών.
Όμως, οι γυναίκες συμμετείχαν δραστήρια στη γαλλική επανάσταση: συνδέθηκαν κυρίως με την κατάληψη της Βαστίλης στις 14 Ιουλίου 1789, παρήλασαν στους παρισινούς δρόμους για να απαιτήσουν ψωμί, σχημάτισαν μια εταιρεία επαναστατριών γυναικών και άλλα σωματεία, εντάχθηκαν σε επαναστατικούς συλλόγους, πήραν το λόγο σε δημόσιους χώρους καθώς και σε πολιτικούς κύκλους. Το 1791, η Ολίμπ ντε Γκουζ συνέταξε τη Διακήρυξη των δικαιωμάτων της γυναίκας και του πολίτη θηλυκού γένους, μια Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου, αναθεωρημένη για να εφαρμόζεται στις γυναίκες. Το κείμενο αυτό αμφισβητούσε τα θεμέλια από τα οποία πήγαζαν οι αρχές και τα δικαιώματα της Διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη. «Η γυναίκα γεννιέται ελεύθερη και παραμένει ισότιμη με τον άντρα στα δικαιώματα», έγραφε, τονίζοντας εξάλλου ότι «η άσκηση των φυσικών δικαιωμάτων της γυναίκας δεν έχει άλλο όριο από τη συνεχή τυραννία που της επιβάλλει ο άντρας• αυτά τα όρια πρέπει να αναθεωρηθούν από τους νόμους της φύσης και της λογικής».
Οι Γαλλίδες δεν αναγνωρίστηκαν ποτέ επισήμως και νομοθετικώς ως πολίτες παρά τη συμμετοχή τους στα κοινά, συχνά στην πρώτη γραμμή. Η Ολίμπ ντε Γκουζ κατακρίθηκε και αντιμετωπίστηκε ως υστερική, ανορθολογική και παράλογη. Καρατομήθηκε στις 3 Νοεμβρίου 1793. Ένα μήνα νωρίτερα, οι Ιακωβίνοι αποφάσιζαν με διάταγμα ότι στο εξής οι σύλλογοι και οι ενώσεις των γυναικών θα θεωρηθούν παράνομοι και ένας αντιπρόσωπος της Επιτροπής κοινής σωτηρίας δήλωνε πως οι γυναίκες δεν είναι φτιαγμένες για υψηλές σκέψεις.
Δύο εβδομάδες αργότερα, απαγορευόταν στις γυναίκες η πρόσβαση στις συνελεύσεις της Κομμούνας του Παρισιού. Στο λόγο του, που θα έπειθε την Κομμούνα του Παρισιού να ψηφίσει ομοφώνως τον αποκλεισμό των γυναικών, ένας επαναστάτης ρήτορας διακήρυξε πως ήταν αντίθετο σε όλους τους νόμους της φύσης να θέλει μια γυναίκα να γίνει άντρας... Στο Ναπολεόντειο Κώδικα του 1804, ο οποίος διασφάλιζε πλήθος επαναστατικών κατακτήσεων για τους άντρες, οι γυναίκες χαρακτηρίστηκαν ανίκανες από νομική άποψη.
Το ίδιο φαινόμενο επαναλήφθηκε κατά την επανάσταση του 1848, όταν η προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση απέρριψε την παραχώρηση του δικαιώματος της ψήφου στις γυναίκες. Στις αρχές Ιουνίου, πριν την ανατροπή, η αστυνομία κλείνει το Σύλλογο των γυναικών. Τον Ιούλιο, η Δεύτερη Δημοκρατία αποφασίζει ότι οι γυναίκες δεν μπορούν ούτε να ανήκουν σε συλλόγους ούτε να προσφέρουν βοήθεια σ’ αυτούς. Η ήττα των δημοκρατικών κυβερνήσεων ενισχύει τον αποκλεισμό. Μετά το 1851, ο νόμος απαγορεύει στις γυναίκες να λαμβάνουν μέρος σε πολιτικές δραστηριότητες ή να μετέχουν σε συγκεντρώσεις που σχετίζονται με πολιτικά ζητήματα. Οι Γαλλίδες θα χρειαστεί να περιμένουν σχεδόν έναν αιώνα -το 1944- για να αποκτήσουν το δικαίωμα της ψήφου και το δικαίωμα να είναι υποψήφιες για εκλόγιμες πολιτικές θέσεις.
Ισότιμες ανθρώπινες υπάρξεις
Είναι φανερό ότι η έκφραση «δικαιώματα του ανθρώπου» δεν αναφερόταν στις γυναίκες του 1789. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα αν στη σύγχρονη χρήση του, μπορούμε να πούμε γι’ αυτό τον όρο ότι αναφέρεται σε άντρες και γυναίκες που αντιμετωπίζονται ως ισότιμες ανθρώπινες υπάρξεις...
Στην τρέχουσα γλώσσα, ο όρος «άνθρωπος» υποτίθεται ότι καλύπτει όλα τα άτομα του ανθρώπινου είδους. Ωστόσο, η σημασία του είναι ορισμένες φορές αμφιλεγόμενη. Έτσι, σύμφωνα με το Συμβούλιο της Ευρώπης, «η χρήση του αρσενικού γένους για να δηλωθούν τα άτομα των δύο φύλων, δημιουργεί, στο πλαίσιο της σύγχρονης κοινωνίας, μια αβεβαιότητα ως προς τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, τους άντρες ή τις γυναίκες (3)». Ένας από τους λόγους αυτής της αμφισημίας είναι ότι η αποκλειστική χρήση της λέξης «άνθρωπος» για να υποδηλώνονται άντρες και γυναίκες θεσπίζει μια ιεραρχία ανάμεσα στα δύο φύλα.
Αυτή η ιεραρχία ανάγεται στο 17ο αιώνα, όταν το 1647, ο διάσημος ειδικός της γραμματικής Βοζελά δήλωνε ότι «το αρσενικό γένος επικρατεί του θηλυκού καθότι είναι ευγενέστερο (4)». Στο εξής, θα έπρεπε να γράφουν: «Τα λαχανικά και τα λουλούδια είναι φρέσκα» (5), και να επιδιώκουν να συμφωνεί το επίθετο με το αρσενικό, αντίθετα με τη χρήση της εποχής, που το απέδιδε στο θηλυκό. Πράγματι, στο Μεσαίωνα μπορούσε να γράφει κανείς σωστά, όπως ο Ρακίνας το 17ο αιώνα: «Αυτές οι τρεις ημέρες κι αυτές οι τρεις νύχτες ολόκληρες» (6), επειδή το επίθετο «ολόκληρες» παρέπεμπε τότε στη λέξη «νύχτες» όπως και στη λέξη «ημέρες». Επίσης στο Μεσαίωνα, δεν ικανοποιούνταν με την αρσενική μορφή: για να απευθυνθούν στις γυναίκες και τους άντρες στους λόγους που εκφωνούσαν σε δημόσιο χώρο, έλεγαν iceux και icelles (για εκείνους κι εκείνες) καθώς και tuit και toutes (για όλους και όλες). Μπορούσαν επίσης να πουν δημαρχίνα στο 13ο αιώνα, διοικήτρια και εφευρέτισσα το 15ο αιώνα, λοχαγίνα το 16ο, χειρουργίνα το 1759 κ.λπ.
Η επιλογή του αρσενικού
Η επιλογή του αρσενικού, που εκθειάστηκε από τον Βοζελά, δεν ήταν μια «ουδέτερη» επιλογή και δεν παρουσιάστηκε έτσι. Ο ιεραρχικός κανόνας φαίνεται ότι διασώζεται ακόμη στη Γαλλία και στις άλλες γαλλόφωνες χώρες. Έτσι το 1984, η γαλλική Ακαδημία έγραφε, χωρίς προφανώς να αντιλαμβάνεται την ειρωνεία του επιχειρήματός της: «όταν έπλασαν με αδεξιότητα ονόματα επαγγελμάτων στο θηλυκό γένος, επειδή φαντάζονταν ότι υπήρχε έλλειψη, η αδύνατη απόδοσή τους, τα σημάδεψε πολύ γρήγορα με μια υποτιμητική απόχρωση: αρχηγίνα, γιάτρισσα κ.λπ. Αναμένεται ότι και άλλες δημιουργίες, όχι λιγότερο τεχνητές, θα έχουν την ίδια τύχη, και πως το αποτέλεσμα θα είναι αντίθετο από το επιδιωκόμενο (7)».
Όπως παρατηρούσε η Μπενουάτ Γκρουτ (8), η «υποτιμητική» απόχρωση δεν χαρακτηρίζει όλα τα επαγγέλματα, αλλά μάλλον εκείνα στα οποία αποδίδεται ένα ορισμένο κύρος. Οι πρόσφατες δηκτικές τοποθετήσεις για τη χρήση του «Κυρία η υπουργός» (9) είναι η απόδειξη. Ωστόσο, πέρα από αυτά τα ιεραρχικά θεμέλια, η χρήση του «Κυρία ο υπουργός» (10) δεν συμφωνεί με καμία παράδοση της γαλλικής γλώσσας για το γένος των ονομάτων, κατάσταση που είχε ήδη καταγγείλει ο γλωσσολόγος Φερντινάν Μπρινό το 1922, όταν αναφωνούσε: «Το φρικτό "Κυρία ο’’ που καταστρέφει τόσα πολλά κείμενά μας». Όσο για τον εξαίρετο ειδικό της γραμματικής Αλμπέρ Ντοζά, δεν δίσταζε να γράψει το 1971: «Η γυναίκα που προτιμά για το όνομα του επαγγέλματός της το αρσενικό από το θηλυκό, αποκαλύπτει έτσι ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας το οποίο αντιφάσκει στις νόμιμες διεκδικήσεις της. Το να λέει κανείς "Κυρία ο γιατρός’’, είναι σαν να διακηρύσσει την ανωτερότητα του αρσενικού, της οποίας γραμματική έκφραση είναι το αρσενικό γένος (11)».
Από το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, πολλές κυβερνήσεις συνιστούν μια μη σεξιστική χρήση της γλώσσας, έστω κι αν σε πολλές χώρες, ιδίως στη Γαλλία, αυτό έγινε μόνο εν μέρει. Η τάση έχει στόχο να προσαρμόσει τη γλώσσα στην κοινωνική και πολιτιστική πραγματικότητα, αλλά εγγράφεται επίσης σ’ ένα πολιτικό πλαίσιο: της αναγνώρισης της ισότητας των ανδρών και των γυναικών και, πιο πρόσφατα, στη Γαλλία, της ισοτιμίας άνδρα - γυναίκας. Ανάμεσα στις χώρες που πήραν πρωτοβουλίες, μπορούμε να αναφερθούμε στον Καναδά, που πρωτοπορεί σ’ αυτή την εξέλιξη από το 1978, αλλά και την Ελβετία, η οποία το 1989 μεταφέρει στο θηλυκό γένος το σύνολο της ορολογίας των τεχνών και των επαγγελμάτων και δημοσιεύει, το 1991, έναν οδηγό γραφής χωρίς διακρίσεις, που συνιστά τη χρήση της έκφρασης «ανθρώπινα δικαιώματα».
Στη Γαλλία, όταν οι πολιτικοί ηγέτες θέλησαν να ενσωματώσουν τις γυναίκες στην πολιτική σφαίρα, επικράτησε η χρήση της έκφρασης «άντρες και γυναίκες» (12). Τα επαγγέλματα αποδόθηκαν επίσης στο θηλυκό, παρά τις δυσκολίες και τις ατέλειες. Έτσι, η εγκύκλιος της 11ης Μαρτίου 1986 θεσπίζει τους κανόνες σχηματισμού του θηλυκού για επαγγέλματα ή τίτλους, τα οποία μέχρι τότε γράφονταν αποκλειστικά με την «αρσενική» μορφή τους. Πιο πρόσφατα, το 1997, κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης στη νομοπαρασκευαστική επιτροπή της Γερουσίας πάνω σε ένα σχέδιο αναμόρφωσης του Κακουργιοδικείου, οι γερουσιαστές ψήφισαν τροπολογία που υποκαθιστά με τη λέξη «ένα πρόσωπο» (13), τη λέξη «ένας άνθρωπος» (14), στο κείμενο του όρκου των ενόρκων.
Οι διακυβερνητικές οργανώσεις, πολύ περισσότερο από τις κυβερνητικές έσπευσαν να πάρουν μέτρα που αποβλέπουν στην προώθηση ενός μη σεξιστικού λεξιλογίου. Για παράδειγμα, η Γενική Συνέλευση της Ουνέσκο υιοθέτησε, το 1991 και το 1993, κατευθυντήριες γραμμές που απαιτούν τη χρήση διατυπώσεων οι οποίες αναφέρονται με σαφήνεια στα δύο φύλα, καθώς και την κατά το δυνατόν συχνότερη επίκληση της έκφρασης «δικαιώματα του ατόμου». Στη διάρκεια της Παγκόσμιας διάσκεψης για τα δικαιώματα του ανθρώπου, που οργανώθηκε στη Βιέννη, τον Ιούνιο του 1993, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, το Φόρουμ των μη κυβερνητικών οργανώσεων - που συγκεντρώνει περισσότερες από 1.000 οργανώσεις - υιοθέτησε σύσταση η οποία ζητεί να καταργηθεί κάθε μεροληψία απέναντι στο ένα ή το άλλο φύλο και να αντικατασταθεί η έκφραση «δικαιώματα του ανθρώπου» με την έκφραση «ανθρώπινα δικαιώματα» ή με την έκφραση «δικαιώματα του ανθρωπίνου προσώπου».
Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν ότι η ακρίβεια της γλώσσας έχει κατοχυρωθεί οριστικά στα λεξικά και τις γραμματικές. Αλλά η γλώσσα δεν είναι στατική: εξελίσσεται συνεχώς για να αντικατοπτρίζει τις νέες πραγματικότητες, τις κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές. Έτσι, το γράμμα w ενσωματώθηκε επισήμως στο γαλλικό αλφάβητο μόλις το... 1964. Η γλώσσα είναι ταυτοχρόνως η αντανάκλαση και η κινητήρια δύναμη όλων των κοινωνιών. Κάθε χρόνο, τα λεξικά Petit Robert και Larousse προσθέτουν νέες λέξεις που αντανακλούν την κοινωνική, τεχνική και ιατρική εξέλιξη ή αλλαγές στα ήθη. Η γαλλική κυβέρνηση συγκρότησε εδώ και δεκαετίες επιτροπές ορολογίας, στόχος των οποίων είναι να προσαρμόσουν το σύγχρονο λεξιλόγιο στις νέες επιστημονικές, ιατρικές, εμπορικές πραγματικότητες. Οι επιτροπές αυτές κατοχύρωσαν λέξεις εξαιρετικά συνηθισμένες σήμερα, όπως πληροφορική, υπολογιστής, βηματοδότης κ.λπ.
Η δημιουργία ορολογίας δεν έχει μοναδικό στόχο να αντικαταστήσει τις λέξεις που έχουν πέσει σε αχρηστία, αλλά να εκφράσει επίσης αλλαγές που σχετίζονται με την έκφραση του «είναι» και με την κοινωνική ή φυλετική ταυτότητα. Έτσι, στις Ηνωμένες Πολιτείες ο όρος «Αφρικανός - Αμερικανός» που τώρα είναι σε τρέχουσα χρήση, είναι πρόσφατης προέλευσης και αποβλέπει στο να αναγνωρίσει μια ηπειρωτική, παρά φυλετική, καταγωγή. Όταν οι Αμερικανοί και οι Αμερικανίδες αποφασίζουν να αντιπροσωπευθούν και να ταυτιστούν με τη λέξη «Αφρικανός (-ή) - Αμερικανός (-ίδα), αναφέρονται στην ιστορία τους, στους αγώνες τους και στις προσδοκίες τους.
Οι λέξεις οικοδομούν και αντανακλούν τον πολιτισμό και τα βιώματα όλων των κοινωνιών. Έτσι, αν συγκρίνουμε την Οικουμενική Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου του 1948 με τη Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη του 1789, ανακαλύπτουμε ότι στην τελευταία, χρησιμοποιείται μόνο η λέξη «άνθρωπος», ενώ στην πρώτη, ο γενικός όρος του «προσώπου» χρησιμοποιείται κατά κόρον, πράγμα που δείχνει ότι οι συντάκτες του φρόντισαν να επισημάνουν τη μη διάκριση ανάμεσα στα φύλα, καταφεύγοντας συχνά σε όρους διαφορετικούς από το «άνθρωποι».
Η μίξη των ορολογιών, που χαρακτήρισε αυτή την προσπάθεια, επισημαίνεται από τον καθηγητή του δικαίου Ιβ Μαντό, ο οποίος παρατηρεί: «Η διπλή διατύπωση του τίτλου της Διακήρυξης και της έκφρασης που χρησιμοποιείται στο πρώτο άρθρο, είναι αποκαλυπτική μιας αμηχανίας σε σχέση με την ορολογία, η οποία εύκολα θα παραμεριζόταν με τη χρήση της έννοιας των δικαιωμάτων του ανθρώπινου προσώπου (15)».
Η γλώσσα παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της κοινωνικής ταυτότητας των ατόμων και η αλληλεπίδραση που υπάρχει ανάμεσα στη γλώσσα και τις κοινωνικές συμπεριφορές υπήρξε αντικείμενο πολλών ερευνών και δεν χρειάζεται να αποδειχθεί. Αυτό απέδειξαν -ανάμεσα σε άλλες πρόσφατες μελέτες- ο γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Φουκό, ο οποίος τόνισε τις σχέσεις ανάμεσα στην εξουσία και το λόγο (16) και ο Πιέρ Μπουρντιέ, ο οποίος στο έργο του Ce que parler veut dire (Τι σημαίνει να μιλάς) (17) περιγράφει την ύπαρξη ενός γλωσσολογικού κεφαλαίου από το οποίο εξάγει την έννοια της «συμβολικής εξουσίας», εσωτερικευμένης και αποδεκτής: η γλώσσα είναι η απεικόνιση ή η συμβολική μορφή των σχέσεων εξουσίας και παρέχει σ’ αυτές τη νομιμοποίησή τους.
Το Συμβούλιο υπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης εναρμονίζεται με την κοινωνική εξέλιξη του τέλους του 20ού αιώνα όταν δηλώνει, το 1990, ότι έχει πεισθεί πως ο σεξισμός ο οποίος χαρακτηρίζει τη γλώσσα στα περισσότερα κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης- όπου επικρατεί το αρσενικό επί του θηλυκού- αποτελεί τροχοπέδη στην ισότητα ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες. Η Διεθνής Αμνηστία από την πλευρά της, αποφάσισε το Δεκέμβριο του 1997 να υιοθετήσει μια διατύπωση των δικαιωμάτων που ταιριάζει με την αποστολή της, τους στόχους της και το όραμά της. Τρεις εκφράσεις θα αντικαταστήσουν στο εξής την έκφραση «δικαίωμα του ανθρώπου», με εξαίρεση τα ιστορικά ντοκουμέντα. Θα είναι οι εξής: «δικαιώματα του ανθρώπινου προσώπου», «ανθρώπινα δικαιώματα», και «δικαιώματα της ανθρώπινης ύπαρξης».
Το να συνιστά κανείς την αλλαγή ενός όρου δεν σημαίνει ότι εξαλείφεται από τη συλλογική μνήμη ένα γεγονός όπως η γαλλική επανάσταση του 1789, ούτε ότι απορρίπτονται η συμβολή της και οι συνέπειές της για την ανθρωπότητα. Πρόκειται, απλούστατα, για την αναγνώριση του γεγονότος ότι τα «δικαιώματα του ανθρώπου» εξελίχθηκαν μετά το 1789 και ότι η ισότητα ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτής της εξέλιξης. Η γλώσσα των δικαιωμάτων του ανθρώπινου προσώπου δεν μπορεί να επιτρέπει την προώθηση ενός μόνο γένους (και φύλου) ως οικουμενικής κατηγορίας ούτε να μεταφέρει προκαταλήψεις: οι γυναίκες, ακριβώς όπως και οι άντρες, έχουν δικαιώματα. Η αναγνώριση περνά από τη χρησιμοποίηση μιας έκφρασης που αναγνωρίζει την ύπαρξή τους.