Καταρχήν, υπήρξε η 1η Οκτωβρίου και το δυστύχημα στο εργοστάσιο της Τοκαϊμούρα, στην Ιαπωνία. Η διεθνής κοινή γνώμη ανακάλυψε, έκπληκτη, ότι ακόμα και σε μια χώρα που φημίζεται για την υψηλή τεχνογνωσία της, οι βασικοί κανόνες ασφαλείας καταστρατηγούνταν συστηματικά, θέτοντας σε κίνδυνο την υγεία και τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων.
Έπειτα ήταν η 13η Οκτωβρίου και η απίστευτη απόφαση της αμερικανικής Γερουσίας να αρνηθεί την επικύρωση της συνθήκης για την πλήρη απαγόρευση των πυρηνικών δοκιμών, ενάντια στη γνώμη του προέδρου Ουίλιαμ Κλίντον. Αυτή η άρνηση, που βασίστηκε σε αξιοθρήνητα πολιτικάντικα επιχειρήματα, έχει μια εξαιρετική βαρύτητα. Είναι μια πραγματική καταστροφή για την ασφάλεια του πλανήτη.
Γιατί μπορεί να ερμηνευτεί ως μια άδεια που δίνεται για τη γενική επανάληψη των ατομικών δοκιμών. Επιπλέον, πλήττει την αρχή της μη διάδοσης των πυρηνικών (1) και στο εξής αφαιρεί κάθε νομιμότητα από τις πιέσεις της Ουάσιγκτον υπέρ της διακοπής των ατομικών δοκιμών.
Η Ουάσιγκτον, η οποία επιθυμεί να επαναδιαπραγματευθεί με τη Μόσχα τη συνθήκη του 1972 που περιορίζει την ανάπτυξη των αντιπυραυλικών πυραύλων (ΑΒΜ) για να μπορέσει να προφυλαχτεί από την πρόοδο σε βαλλιστικά όπλα ορισμένων χωρών (συμπεριλαμβανομένου του Πακιστάν), θα συναντήσει δυσκολίες για να πείσει τους Ρώσους μετά την άρνηση της Γερουσίας. Η Ρωσία και η Κίνα, οι οποίες δεν έχουν ακόμα επικυρώσει τη συνθήκη πλήρους απαγόρευσης των πυρηνικών δοκιμών, είναι πιθανό να βρουν στην άρνηση αυτή ένα πρόσχημα για να πραγματοποιήσουν νέες δοκιμές με στόχο να ελαχιστοποιήσουν το μέγεθος των πυραύλων τους, όπως είχε κάνει η Γαλλία το 1995.
Ο γάλλος πρωθυπουργός Λιονέλ Ζοσπέν, παίρνοντας «στο εξής υπόψη τα βαλλιστικά όπλα και τα όπλα μαζικής καταστροφής με τα οποία εξοπλίζονται ορισμένες δυνάμεις», δηλώνει εξάλλου έτοιμος να προβεί στον «εκσυγχρονισμό» και στην «τροποποίηση» του πυρηνικού οπλοστασίου της Γαλλίας με στόχο να «αντισταθεί στην υλοποίηση μιας απειλής ενάντια στα ζωτικά συμφέροντά της, όποια και αν είναι η προέλευσή της -ακόμα και μακρινή-, η φύση της ή η μορφή της». (2) Ο Ζοσπέν αναφερόταν χωρίς αμφιβολία, ανάμεσα σε άλλα, στο Πακιστάν, πρόσφατη πυρηνική δύναμη, του οποίου η πολιτική ηγεσία, εκλεγμένη δημοκρατικά, ανατράπηκε στις 12 Οκτωβρίου από το στρατό.
Αν υπάρχει μια χώρα με τραγική πολιτική παράδοση, αυτή είναι το Πακιστάν. Κανένας ηγέτης της εκτελεστικής εξουσίας αυτής της χώρας των εκατόν σαράντα εκατομμυρίων κατοίκων δεν εγκατέλειψε εκούσια την εξουσία. Γεννημένο το 1947 από το διαμελισμό της αυτοκρατορίας των Ινδιών, που έζησε τη φυγή, σε συνθήκες αποκάλυψης, εκατομμυρίων μουσουλμάνων και ινδουιστών από τις περιοχές που ήταν αντιστοίχως μειοψηφίες, το Πακιστάν, «η χώρα των καθαρών», είναι το πρώτο κράτος που δημιουργήθηκε σε θρησκευτική βάση, στη βάση του Ισλάμ.
Με τον καιρό, αυτή η θρησκευτική συνοχή αποδείχτηκε ανίκανη να συγκροτήσει ένα έθνος. Ηδη από το 1971, η απόσχιση του ανατολικού Πακιστάν, που έγινε το Μπανγκλαντές, έδειξε ότι τα εθνικά κριτήρια μπορούν να έχουν περισσότερη δύναμη από τα κριτήρια της θρησκείας. Το άλλο στοιχείο συνοχής, το μίσος προς την Ινδία, έδειξε επίσης τα όριά του στους πολέμους στους οποίους επιδόθηκαν οι δύο χώρες και που όλους τους έχασε το Πακιστάν.
Η τελευταία σύγκρουση έγινε τον Ιούλιο του 1999, για τον έλεγχο των υψωμάτων του Καργκίλ, στο Κασμίρ. Από το 1948, αυτή η περιοχή με μουσουλμανική πλειοψηφία κατοίκων κατέχεται, εν μέρει από την Ινδία, η οποία αντιμετωπίζει σήμερα εκεί την έντονη ισλαμική αντίσταση που ενθαρρύνεται από το Πακιστάν. Τόσο η Ισλαμαμπάντ όσο και το Νέο Δελχί θεωρούν το Κασμίρ ένα ζωτικό ζήτημα, όπου διακυβεύεται η ταυτότητα του κάθε έθνους.
Η στρατιωτική ήττα του Πακιστάν το καλοκαίρι του 1999, ακολουθούμενη από την εξευτελιστική υποχώρηση των δυνάμεων εισβολής, την οποία απαίτησε η Ουάσιγκτον, παλιά σύμμαχος της Ισλαμαμπάντ, σήμανε χωρίς αμφιβολία το τέλος του πρωθυπουργού Σαρίφ, ο οποίος ανατράπηκε στις 12 Οκτωβρίου από το στρατηγό Μουσάραφ.
Είναι η πρώτη φορά, από το τέλος του ψυχρού πολέμου, που γίνεται στρατιωτικό πραξικόπημα σε μεγάλη χώρα, και κυρίως σε μια χώρα που κατέχει πυρηνικά όπλα, τη μόνη ισλαμική χώρα που διαθέτει τη βόμβα. Πρόκειται για μια δύναμη που βρίσκεται σε μια ζώνη εξαιρετικά επικίνδυνη, που πρέπει να αντιμετωπίσει την εχθρότητα των δύο από τους γείτονές της, της Ινδίας και του Ιράν, τη νέα επιφυλακτικότητα ενός παλαιού συμμάχου, της Κίνας, καθώς και την εξτρεμιστική δραστηριότητα ενός φιλικού κράτους, του Αφγανιστάν, στο οποίο η επιρροή των ισλαμικών δικτύων, που ενθαρρύνονται από τη Σαουδική Αραβία (άλλος σύμμαχος της Ισλαμαμπάντ) εκτείνεται μέχρι την κεντρική Ασία (πρώην σοβιετική) και το βόρειο Καύκασο (Νταγκεστάν και Τσετσενία).
Το Πακιστάν είναι στα όρια της χρεοκοπίας και παραμένει μια από τις κύριες εστίες του μουσουλμανικού φανατισμού. Στο εσωτερικό είναι μια πυριτιδαποθήκη. Είναι χωρισμένο από τις θρησκευτικές διαμάχες που φέρνουν αντιμέτωπους τους σουνίτες με τους σιίτες (20% του πληθυσμού), από τις εθνικές διενέξεις ανάμεσα σε Παστούν, Μπαλούτσι, Σίντι και Πουντζάμπι και από τις κοινωνικές ανισότητες: το 40% του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, και υπάρχουν περίπου είκοσι εκατομμύρια παιδιά-σκλάβοι... Είναι, τέλος, μια από τις πιο διεφθαρμένες χώρες του κόσμου και σύμφωνα με τον ΟΗΕ, η οικονομία που συνδέεται με εγκληματικές δραστηριότητες ξεπερνά, σε απόλυτο μέγεθος, τη νόμιμη οικονομία.
Αν προσθέσουμε ότι αυτό το διεφθαρμένο κράτος, που στο εξής κυβερνάται από στρατιωτικούς, θα διαθέτει σύντομα πυραύλους οι οποίοι μπορούν να μεταφέρουν πυρηνική γόμωση σε απόσταση 1.500 χιλιομέτρων, πως είναι άραγε δυνατό να μην είμαστε εξαιρετικά ανήσυχοι;