el | fr | en | +
Accéder au menu

Πορτρέτο ενός προέδρου

Πορτρέτο ενός προέδρου

Ένα όνομα στοιχειώνει τη Λατινική Αμερική: Ούγκο Τσάβες. Αυτός ο σαρανταπεντάχρονος ταγματάρχης, δράστης, το 1992, μιας απόπειρας πραξικοπήματος, εξελέγη πρόεδρος της Βενεζουέλας το Δεκέμβριο του 1998. Με την ανάληψη των καθηκόντων του, όπως είχε αναγγείλει, ο Τσάβες, υποστηριζόμενος από τις δυνάμεις της αριστεράς και από τους φτωχούς, ξεκίνησε μια «ειρηνική και δημοκρατική επανάσταση» που ανησυχεί τους προπαγανδιστές της παγκοσμιοποίησης. Αυτή η βούληση ν’ αλλάξει τα πάντα εκφράζει την οργή της πλειονότητας των πολιτών μπροστά στο χάος και τη διαφθορά που κυριάρχησαν για σαράντα χρόνια και για τα οποία την ευθύνη φέρουν τα δύο κόμματα που μοιράστηκαν την εξουσία: η σοσιαλδημοκρατική «Δημοκρατική Δράση» και το χριστιανοδημοκρατικό «Κοπέι». Αυτοί οι σχηματισμοί, των οποίων το δημοκρατικό χαρακτήρα δεν αρνείται κανένας, επέτρεψαν τη συγκρότηση μιας κοινωνίας που συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο διεφθαρμένες και πιο άνισες στον κόσμο.

«Σπάνια υπήρξε μια χώρα τόσο πλούσια», βεβαιώνει ο συγγραφέας Αρτούρο Ούσλαρ Πιέτρι, «στην οποία να κυριαρχούν σε τέτοιο σημείο μερικές εκατοντάδες οικογένειες που μοιράζονται, για δεκαετίες, και κάτω από οποιεσδήποτε πολιτικές συνθήκες, τα εκπληκτικά πλούτη της (1)». Ένα αβυσσαλέο χάσμα χωρίζει μια μειοψηφία προνομιούχων από τον υπόλοιπο λαό. Αυτό είναι ακόμα πιο σκανδαλώδες, αφού η Βενεζουέλα, δεύτερος εξαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο, πραγματοποίησε πωλήσεις τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια υδρογοναθράκων αξίας περίπου 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δηλαδή ποσό αντίστοιχο με είκοσι σχέδια Μάρσαλ... Όμως, περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους συνεχίζουν να ζουν μέσα στη φτώχεια, ένα τέταρτο του ενεργού πληθυσμού είναι άνεργοι, ένα τρίτο των εργαζομένων επιβιώνει χάρη στην παραοικονομία και περισσότερα από 200.000 παιδιά ζουν ζητιανεύοντας.

Είναι, άραγε, παράξενο που, κατά τη διάρκεια των προεδρικών εκλογών, τα κόμματα «Δημοκρατική Δράση» και «Κοπέι» σαρώθηκαν (έλαβαν και τα δύο λιγότερο από το 9% των ψήφων) και ότι το πρόγραμμα του Ούγκο Τσάβες συγκέντρωσε το 57% των ψήφων; Μπορεί άραγε να απορήσει κανείς που η πρότασή του να συγκαλέσει Συντακτική Συνέλευση επιφορτισμένη να συντάξει νέο σύνταγμα και να τερματίσει το διεφθαρμένο καθεστώς των παραδοσιακών κομμάτων εγκρίθηκε τον Απρίλιο από το 88% των ψηφοφόρων; Περιστοιχισμένος από τα πορτρέτα των απελευθερωτών Μπολίβαρ, Μιράντα και Σούκρε, στο γραφείο του στο προεδρικό μέγαρο, ο Ούγκο Τσάβες αναφέρεται ευχαρίστως στον Γκράμσι: «Αυτή τη στιγμή, ζούμε ταυτόχρονα ένα θάνατο και μια γέννηση. Το θάνατο ενός παλιού, εξαντλημένου, μισητού μοντέλου και τη γέννηση μιας νέας, διαφορετικής πολιτικής πορείας που κουβαλάει τις ελπίδες ενός λαού. Το παλιό αργεί να πεθάνει και το νέο δεν πήρε ακόμα τη θέση του, αλλά αυτή η κρίση θα γεννήσει μια επανάσταση».

Ποια είναι η φύση αυτής της επανάστασης; «Εκτός από την οικονομική κρίση», εξηγεί ο ταγματάρχης Τσάβες «η Βενεζουέλα περνά κυρίως μια ηθική κρίση, μια κρίση ηθών, εξαιτίας της έλλειψης κοινωνικής ευαισθησίας των ηγετών της. Όμως η δημοκρατία δεν είναι μόνο η πολιτική ισότητα. Είναι επίσης, και μάλιστα κυρίως, η κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ισότητα. Αυτοί είναι οι στόχοι της επανάστασης του Μπολίβάρ. Θέλω να είμαι ο πρόεδρος των φτωχών. Πρέπει όμως να αντλήσουμε διδάγματα από τις αποτυχίες άλλων επαναστάσεων, οι οποίες, ενώ βεβαίωναν ότι επιδιώκουν αυτούς τους στόχους, είτε τους πρόδωσαν είτε τους επιδίωξαν, αλλά στην πορεία σκότωσαν τη δημοκρατία».

Ορισμένα διεθνή μέσα ενημέρωσης (2) δεν άργησαν, ωστόσο, να κατηγορήσουν τον Τσάβες για «αυταρχικό γιακοβινισμό», για «αυταρχική παρέκκλιση» και για «προετοιμασία μιας σύγχρονης μορφής πραξικοπήματος». Όμως, παρά την παθιασμένη ατμόσφαιρα που επικρατεί στη Βενεζουέλα, όπου ο πλούτος των συζητήσεων και του πολιτικού διαλόγου θυμίζει τη Γαλλία του Μάη του 1968, δεν υπήρξαν, μέχρι σήμερα, σοβαρές βιαιότητες, κανένα θύμα, ούτε κανένα είδος λογοκρισίας της πολιτικής αντιπολίτευσης, των δημοσιογράφων ή των μέσων ενημέρωσης, που δεν αποφεύγουν να επικρίνουν έντονα το νέο πρόεδρο. «Οι κατηγορίες αυτές είναι θλιβερές», εκτιμά ο Τσάβες, «γιατί αντίθετα, εμείς θέλουμε να περάσουμε από την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, την οποία δεν περιφρονούμε απαραίτητα, σε μια συμμετοχική, άμεση δημοκρατία. Με τη μεγαλύτερη παρέμβαση του λαού σε όλα τα επίπεδα της εξουσίας. Για να αντισταθούμε καλύτερα σε κάθε παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Το σχέδιο συντάγματος, που συζητιέται αυτές τις μέρες, προβλέπει πράγματι να δοθεί περισσότερη εξουσία και αυτονομία στις κοινότητες, να θεσπιστεί το δημοψήφισμα λαϊκής πρωτοβουλίας και να υποβάλλεται κάθε εκλεγμένος (συμπεριλαμβανομένου και του προέδρου της δημοκρατίας), μετά το μισό της θητείας του, σε νέα εκλογή, αν αυτή είναι η λαϊκή βούληση. Το νέο σύνταγμα, του οποίου η σύνταξη θα ολοκληρωθεί το Νοέμβριο και θα υποβληθεί σε δημοψήφισμα, προβλέπει επίσης, ανάμεσα σε άλλα, την αναγνώριση του δικαιώματος στους αντιρρησίες συνείδησης, τη ρητή απαγόρευση των «εξαφανίσεων» που εφάρμοζαν οι δυνάμεις της τάξης, τη δημιουργία ενός συνηγόρου του λαού (μεσολαβητή), τη θεσμοθέτηση της ισότητας γυναικών-ανδρών, την αναγνώριση των δικαιωμάτων των ιθαγενών και τη δημιουργία μιας «ηθικής εξουσίας», επιφορτισμένης να καταπολεμά τη διαφθορά και τις καταχρήσεις.

Στον οικονομικό τομέα, ο ταγματάρχης Τσάβες επιθυμεί να απομακρυνθεί από το νεοφιλελεύθερο μοντέλο και να αντισταθεί στην παγκοσμιοποίηση. «Πρέπει», λέει «να βρούμε το σημείο ισορροπίας ανάμεσα στην αγορά, το κράτος και την κοινωνία. Πρέπει να κάνουμε να συγκλίνουν το αόρατο χέρι της αγοράς και το ορατό χέρι του κράτους σε έναν οικονομικό χώρο, στο εσωτερικό του οποίου η αγορά υπάρχει όσο αυτό είναι δυνατό και το κράτος όσο αυτό είναι απαραίτητο». Η ατομική ιδιοκτησία, οι ιδιωτικοποιήσεις και οι ξένες επενδύσεις είναι εγγυημένες, αλλά μέσα στα όρια του ύψιστου οφέλους του κράτους, που θα φροντίζει να διατηρεί κάτω από τον έλεγχό του τους στρατηγικούς τομείς, των οποίων η πώληση θα σήμαινε τη μεταφορά ενός μέρους της εθνικής κυριαρχίας. Και μόνο με την εξαγγελία αυτών των σχεδίων, οι βασικοί παράγοντες της παγκοσμιοποίησης μπορούν, άραγε, να κάνουν τίποτε άλλο από το να δαιμονοποιούν τον πρόεδρο Τσάβες και την αντιφιλελεύθερη επανάστασή του;

«Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»

Ignacio Ramonet

Διευθυντής της Ισπανικής έκδοσης της «Le Monde diplomatique». Πρώην διευθυντής της «Le Monde diplomatique» (1990-2008)

(1Arturo Uslar Pietri, «Le Venezuela au seuil d’un grand changement», «Le Monde diplomatique», Δεκέμβριος 1998.

(2Βλ. «The New York Times», 21-8-9999, και «International Herald Tribune», 1-9-99.

Μοιραστείτε το άρθρο