el | fr | en | +
Accéder au menu

Απ’ τη σύγκρουση στη συμμαχία πολιτισμών

Η δαιμονοποίηση του διαφορετικού

Τα ρεύματα του Βοσπόρου είναι γνωστά για τη δύναμη και την εναλλαγή τους τόσο στην επιφάνεια όσο και στα βάθη του. Ωστόσο, εδώ και αιώνες, ο τουρκικός λαός έχει μάθει να πορεύεται και συναλλάσσεται μέσα από αυτά τα ρεύματα, στα σύνορα μεταξύ Ευρώπης και Ασίας και μεταξύ του ισλαμικού κόσμου και της Δύσης, γεγονός που έχει συμβάλει στην ευημερία του. (1)

Η έκθεση «Η Συμμαχία των Πολιτισμών» υπογραμμίζει με ακρίβεια ότι η σύγκλιση των διαφορών, είτε πρόκειται για διαφορές απόψεων, πολιτισμών, πεποιθήσεων ή τρόπου ζωής, υπήρξε πάντοτε η κινητήρια δύναμη της ανθρώπινης προόδου.

Έτσι, όταν η Ευρώπη διένυε την εποχή του σκότους, η ιβηρική χερσόνησος οικοδομούσε την ανάπτυξή της στηριγμένη στην αλληλεπίδραση ανάμεσα στις μουσουλμανικές, χριστιανικές και εβραϊκές παραδόσεις. Αργότερα η οθωμανική αυτοκρατορία ευημέρησε, βεβαίως χάρη στο στρατό της, αλλά επίσης γιατί σε αυτή την αυτοκρατορία οι μουσουλμανικές ιδέες, τεχνικές και τέχνες εμπλουτίστηκαν από εβραϊκές και χριστιανικές συνεισφορές.

Δυστυχώς, πολλούς αιώνες αργότερα, είναι η έξαρση της αδιαλλαξίας, του εξτρεμισμού και της βίας που σημαδεύουν την εποχή μας, την εποχή της παγκοσμιοποίησης. Αντί να μας οδηγήσουν στην αμοιβαία κατανόηση και φιλία, η εκμηδένιση των αποστάσεων και η βελτίωση των επικοινωνιών συχνά επέφεραν εντάσεις και δυσπιστία. Είναι πολλοί αυτοί, ιδίως στις υπό ανάπτυξη χώρες, που κατέληξαν να φοβούνται το οικουμενικό χωριό, συνώνυμο, κατά την άποψή τους, με την πολιτιστική επίθεση και την οικονομική αφαίμαξη. Η παγκοσμιοποίηση απειλεί τις αξίες τους και τις οικονομίες τους.

Οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, ο πόλεμος και οι ταραχές στη Μέση Ανατολή, παρατηρήσεις και σχέδια κακής έμπνευσης, δεν είχαν άλλο αποτέλεσμα από την ενίσχυση αυτής της αίσθησης και την υποδαύλιση των εντάσεων ανάμεσα στους λαούς και τους πολιτισμούς. Οι σχέσεις ανάμεσα στους πιστούς των τριών μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών δοκιμάστηκαν σκληρά.

Κάποιοι θέλουν πόλεμο

Τη στιγμή κατά την οποία τα παγκόσμια μεταναστευτικά κύματα οδηγούν ένα πρωτόγνωρο αριθμό ανθρώπων διαφορετικών θρησκειών και πολιτισμών να ζήσουν πλάι πλάι, οι προκαταλήψεις και τα στερεότυπα που υποβόσκουν στην ιδέα της «σύγκρουσης των πολιτισμών» διαδίδονται όλο και περισσότερο. Κάποιοι κύκλοι μοιάζουν να ανυπομονούν να υποδαυλίσουν έναν νέο θρησκευτικό πόλεμο, σε παγκόσμια κλίμακα αυτή τη φορά, και η αδιαφορία και η επικρατούσα περιφρόνηση που άλλοι εκδηλώνουν απέναντι στις πεποιθήσεις ή τα σύμβολά τους, συμβάλλουν στη διευκόλυνση αυτών των σχεδίων.

Εν συντομία, η ιδέα μιας συμμαχίας των πολιτισμών δεν θα μπορούσε να έρθει σε καλύτερη συγκυρία, καθώς δεν ζούμε σε διαφορετικούς κόσμους, αντίθετα από ό,τι οι πρόγονοί μας. Οι μεταναστεύσεις, οι πολιτικές της ένταξης και η τεχνολογία έφεραν εγγύτερα διαφορετικές κοινότητες, πολιτισμούς και εθνότητες, απαξιώνοντας τους παλιούς φραγμούς και επιτρέποντας να εμφανιστούν νέες πραγματικότητες. Ζούμε, όσο ποτέ στο παρελθόν, υποκείμενοι σε πολυάριθμες διαφορετικές ιδέες και επιρροές.

Η δαιμονοποίηση του «άλλου» αναδείχθηκε ως η εύκολη οδός. Σε αυτόν τον 21ο αιώνα, παραμένουμε όμηροι της αντίληψής μας περί αδικίας και περί των δικαιωμάτων μας. Ο λόγος μας κατέληξε η φυλακή μας. Κι έτσι, για πολλούς ανθρώπους στον κόσμο, ιδίως τους μουσουλμάνους, η Δύση είναι μια απειλή για τις πεποιθήσεις και τις αξίες τους, τα οικονομικά τους συμφέροντα και τις πολιτικές τους φιλοδοξίες. Κάθε απόδειξη περί του αντιθέτου δεν συναντά παρά την περιφρόνηση ή τη δυσπιστία. Κατά τον ίδιο τρόπο, είναι πολλοί οι δυτικοί που θεωρούν το ισλάμ ως μια θρησκεία εξτρεμισμού και βιαιότητας, ακόμη και παρά το γεγονός ότι αυτοί οι δύο κόσμοι πάντα διατηρούσαν σχέσεις στις οποίες το εμπόριο και οι πολιτιστικές ανταλλαγές κατείχαν μια θέση τουλάχιστον εξίσου σημαντική με εκείνη που κατέχουν οι συρράξεις. Είναι απολύτως απαραίτητο να ξεπεράσουμε τις μνησικακίες. Κατ’ αρχάς, θα έπρεπε να τονίσουμε και να αποδείξουμε ότι το πρόβλημα δεν είναι το Κοράνι, η Τόρα ή η Βίβλος, το πρόβλημα δεν είναι η πίστη, αλλά οι πιστοί και ο τρόπος που συμπεριφέρονται οι μεν προς τους δε. Πρέπει να προτάξουμε τις αξίες που αποτελούν κοινή βάση όλων των θρησκειών, δηλαδή τη συμπόνια, την αλληλεγγύη, το σεβασμό του ατόμου, το χρυσό κανόνα «Μην κάνεις στους άλλους ό,τι δεν θέλεις να σου κάνουν οι άλλοι».

Συγχρόνως, πρέπει να αρνηθούμε τις γενικεύσεις, τη διαμόρφωση δηλαδή της συνολικής εικόνας ενός ολόκληρου λαού, μιας ολόκληρης περιοχής ή συνολικά μιας θρησκείας από τα εγκλήματα που διαπράττουν άτομα ή μικρές ομάδες.

Γνωρίζουμε όλα τα πλεονεκτήματα που μπορεί να συνεισφέρουν οι μετανάστες στις νέες τους πατρίδες, όχι μόνο ως εργαζόμενοι αλλά και ως καταναλωτές, επιτηδευματίες και παράγοντες που συμβάλλουν σε έναν πιο πλούσιο και ποικίλο πολιτισμό. Αλλά αυτά τα πλεονεκτήματα δεν κατανέμονται ισότιμα και συχνά δεν προσμετρώνται στη σωστή τους αξίας από τους πληθυσμούς των χωρών υποδοχής, μεγάλη μερίδα των οποίων τείνει να θεωρεί τους μετανάστες ως απειλή για τα υλικά τους συμφέροντα, την ασφάλεια και τον πατροπαράδοτο τρόπο ζωής τους.

Στην Ευρώπη, ιδίως, οι αρχές χρειάστηκαν πολύ χρόνο για να καταλάβουν πως ήταν απαραίτητο να επεξεργαστούν στρατηγικές ένταξης των νεοαφιχθέντων και των παιδιών τους στις κοινωνίες υποδοχής. Αυτές οι κυβερνήσεις περίμεναν από τις νέες κοινότητες να προσαρμοστούν σε μια στατική άποψη εθνικής ταυτότητας της χώρας, αντί να δεχτούν να αναλογιστούν σε ποιο βαθμό θα έπρεπε να μοιραστούν αξίες και πολιτισμό οι διαφορετικοί πληθυσμοί που ζουν μαζί σε ένα δημοκρατικό κράτος. Ετσι, η Τουρκία στην πορεία της προς την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, βρέθηκε σε έναν δρόμο μετ’ εμποδίων, πίσω από τον οποίο μπορούμε συχνά να εντοπίσουμε μια αντίληψη περί ευρωπαϊκής ταυτότητας που αποκλείει, ρητά ή υπαινικτικά, τους μουσουλμάνους.

Δεύτερη ευκαιρία στη δεύτερη γενιά

Πολλοί μετανάστες δεύτερης ή τρίτης γενιάς μεγάλωσαν σε γκέτο, όπου συχνά έχουν να αντιμετωπίσουν αυξημένα ποσοστά ανεργίας, φτώχεια (σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό) και εγκληματικότητα. Και οι γείτονές τους, οι αποκαλούμενοι και «εθνικής καταγωγής» , τους συμπεριφέρονται με ένα μείγμα φόβου και περιφρόνησης.

Το ξεπέρασμα της αδιαλλαξίας είναι σε κάποιο βαθμό θέμα νομικής προστασίας. Εδώ και πολύ καιρό το δικαίωμα στην ελευθερία των θρησκευτικών πεποιθήσεων, το δικαίωμα του να μην ανήκεις σε κάποια θρησκεία και το δικαίωμα να μην γίνεσαι αντικείμενο διακρίσεων λόγω της θρησκείας σου έχουν θεσπιστεί από το διεθνές δίκαιο κι έχουν ενταχθεί στις εθνικές νομοθεσίες. Κάθε στρατηγική που προσβλέπει στη δημιουργία γεφυρών οφείλει να στηρίζεται έντονα στην παιδεία -όχι μόνο σχετικά με το ισλάμ ή το χριστιανισμό, αλλά για όλες τις θρησκείες, παραδόσεις και πολιτισμούς, έτσι ώστε να μπορούμε να ξεχωρίσουμε τι από όσα τις περιβάλλουν είναι μύθοι και στρεβλώσεις.

Πρέπει επίσης να δημιουργήσουμε ευκαιρίες για τους νέους, να τους προσφέρουμε μια εναλλακτική αξιόπιστη λύση απέναντι στα τραγούδια των Σειρήνων που καλούν στο μίσος και τον εξτρεμισμό. Πρέπει να τους δώσουμε πραγματικά τη δυνατότητα να συμβάλουν στη βελτίωση της παγκόσμιας τάξης έτσι ώστε να μη νιώθουν πλέον την επιθυμία να την καταστρέψουν. Πρέπει να διαφυλάξουμε την ελευθερία έκφρασης εργαζόμενοι συγχρόνως ώστε αυτή να μην χρησιμοποιείται για τη διάδοση του μίσους ή την επιβολή ταπεινώσεων. Πρέπει να τους πείσουμε ότι τα δικαιώματα συνοδεύονται από ευθύνη, και ότι η άσκησή τους οφείλει να γίνεται με διακριτικότητα, ιδίως έναντι συμβόλων και παραδόσεων οι οποίες είναι ιερές για άλλους ανθρώπους.

Οι δημόσιες αρχές πρέπει να παίξουν πρωτεύοντα ρόλο στην καταδίκη της αδιαλλαξίας και του εξτρεμισμού. Σε αυτές πέφτει το βάρος να φροντίσουν ώστε οι δεσμεύσεις κατά των διακρίσεων να υιοθετηθούν από τη νομοθεσία και να εφαρμοστούν. Αλλά, η δική τους ευθύνη δεν απεμπολεί τη δική μας. Καθένας από εμάς, συμβάλλει στη διαμόρφωση του πολιτικού και πολιτιστικού κλίματος στην κοινωνία του. Πρέπει να είμαστε πάντα έτοιμοι να απορρίπτουμε τα στερεότυπα και τις στρεβλές εικόνες και να παίρνουμε το λόγο για να υπερασπιστούμε τα θύματα των διακρίσεων.

Ολα αυτά δεν θα έχουν σημαντικό αντίκτυπο αν το σημερινό κλίμα του μίσους και της καχυποψίας συνεχίσει να τροφοδοτείται από πολιτικά γεγονότα, ιδίως εκείνα στα οποία μουσουλμανικοί λαοί -Ιρακινοί, Αφγανοί, Τσετσένοι, και ίσως πρωτίστως οι Παλαιστίνιοι, εκλαμβάνονται ως θύματα στρατιωτικών επιχειρήσεων που διεξάγονται από μη μουσουλμανικές δυνάμεις.

Δεν έχει υπάρξει άλλη σύρραξη, τόσο συμβολικά και συναισθηματικά φορτισμένη για όσους βρίσκονται μακριά από τα πεδία των μαχών, όσο αυτή ανάμεσα σε Ισραηλινούς και Παλαιστινίους. Όσο οι Παλαιστίνιοι θα ζουν υπό κατοχή, εκτεθειμένοι σε καθημερινές κακουχίες και ταπεινώσεις, όσο οι Ισραηλινοί θα είναι θύματα εκρήξεων σε λεωφορεία και αίθουσες χορού, τα πάθη θα αναφλέγονται παντού.

Μπορεί να φαντάζει άδικο η πρόοδος στις σχέσεις ανάμεσα στους πολίτες μιας χώρας της Ευρώπης να εξαρτώνται από τη διευθέτηση ενός από τα πιο δυσεπίλυτα πολιτικά προβλήματα. Η σχέση, ωστόσο, υπάρχει και είναι απαραίτητο να εργαζόμαστε και στα δύο μέτωπα συγχρόνως. Πρέπει να προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε την πολιτιστική και κοινωνική κατανόηση ανάμεσα στους λαούς και συγχρόνως να επιλύσουμε τις πολιτικές συρράξεις, στη Μέση Ανατολή ή αλλού.

Ας εμπνευστούμε από μια επιγραφή που μπορούμε να δούμε στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης. Περιέχει τη συμφωνία ειρήνης που συνομολογήθηκε ανάμεσα σε Χετταίους και Αιγυπτίους, έπειτα από την αιματηρή μάχη του Καντές, γύρω στο 1279 π.χ. Θέτοντας τέλος σε δεκαετίες καχυποψίας και πολέμου, αυτή η συμφωνία σηματοδοτεί μια ιστορική φάση για την εποχή της: οι δύο πλευρές δεσμεύονται να προχωρήσουν σε αμοιβαία στήριξη και συνεργασία. Ηταν, στην πραγματικότητα, η ρητή έκφραση μιας συμμαχίας ανάμεσα σε δύο μεγάλους πολιτισμούς.

«Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»

Anan Kofi

Πρώην γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών

(1Tο κείμενο αποτελεί ειδικά προσαρμοσμένη για την περίσταση εκδοχή ομιλίας που εκφώνησε ο Κόφι Ανάν, με αφορμή την παρουσίαση της έκθεσης «Η Συμμαχία των Πολιτισμών», διαθέσιμη στα αγγλικά στο www.unaoc.org.

Μοιραστείτε το άρθρο