Την 1η Ιανουαρίου του 2009, κάποια από τα 27 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης διατρέχουν τον κίνδυνο να υπόκεινται σε νομοθεσία, την οποία οι πολίτες τους έχουν ήδη απορρίψει. Μέχρι τότε, η Συνθήκη της Λισαβόνας, που υπεγράφη τον περασμένο Δεκέμβριο από τους αρχηγούς κρατών, θα έχει επικυρωθεί από όλα τα μέλη της Ε.Ε. Η Ουγγαρία, η Μάλτα, η Σλοβενία, η Ρουμανία και η Γαλλία το έχουν ήδη πράξει.
Κι όμως, ο Νικολά Σαρκοζί είχε δηλώσει: «Το να είσαι συνεπής Ευρωπαίος και υπεύθυνος πολιτικός δεν σημαίνει ότι θα κάνεις σαν να μην έγινε τίποτα μετά το γαλλικό "όχι" στο ευρωσύνταγμα. Οι Γάλλοι μάς έστειλαν ένα μήνυμα, το οποίο σκοπεύω να σεβαστώ». Ήταν τον Ιούνιο του 2006...
Χρησιμοποιώντας προφανώς την εκλογή του στην προεδρία ως λευκή επιταγή για να ακυρώσει τη λαϊκή βούληση στα ευρωπαϊκά θέματα, κατάφερε να γίνει αποδεκτό από περισσότερο από τα δύο τρίτα των γάλλων βουλευτών ένα κείμενο σχεδόν πανομοιότυπο με εκείνο που το 54,68% των ψηφοφόρων είχε απορρίψει στις 29 Μαΐου του 2005. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα θα μπορούσε να έχει επιβάλει ακόμα ένα δημοψήφισμα. Και παρ’ όλο που είχε δεσμευτεί, τελικά υποχώρησε.
Λίγες εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές του 2004, ο Τόνι Μπλερ, σε μια προσπάθεια να κατευνάσει τους πολυάριθμους ευρωσκεπτικιστές στο Ηνωμένο Βασίλειο, υποσχέθηκε να διενεργήσει δημοψήφισμα για την αποδοχή της συνθήκης της Ένωσης. Ο διάδοχος που επέλεξε, ο Γκόρντον Μπράουν, προτίμησε να εμπιστευθεί στο βρετανικό κοινοβούλιο τη φροντίδα της επικύρωσης της συνθήκης της Λισαβόνας. (1)
Τον Ιούνιο του 2005, οι ολλανδοί πολίτες απέρριψαν το ευρωσύνταγμα σε ποσοστό 62%. Για να μην προσφύγει στην κρίση τους, αφού οι πολίτες δεν αντιδρούν πάντα όπως θα βόλευε, το κείμενο της συνθήκης, που υπέγραψε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον περασμένο Δεκέμβριο, θα επικυρωθεί από το Κοινοβούλιο.
Τέλος, στην Πορτογαλία, το Σοσιαλιστικό Κόμμα, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας τον Φεβρουάριο του 2005, είχε υποσχεθεί ότι θα έθετε τη νέα συνθήκη στην κρίση της λαϊκής βούλησης. Ο πρωθυπουργός, Ζοζέ Σόκρατες, έκανε πίσω, με το πρόσχημα -όπως και ο Σαρκοζί, ο Μπράουν και οι ολλανδοί σοσιαλιστές- ότι «η κατάσταση έχει αλλάξει εντελώς. Πρόκειται για μια καινούρια συνθήκη». Δεν πρόκειται, άλλωστε, για μια «απλοποιημένη» (2) συνθήκη;
Μια τέτοια στροφή προκαλεί ερωτήματα, ιδιαίτερα όταν στη Γαλλία ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν παραδέχεται αβασάνιστα ότι «στη συνθήκη της Λισαβόνας, η οποία συντάχθηκε αποκλειστικά με βάση το σχέδιο του ευρωσυντάγματος (που «απεβίωσε» το 2005), τα εργαλεία είναι ακριβώς τα ίδια. Μόνο η σειρά τους άλλαξε στην εργαλειοθήκη». (3)
«Δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές (ανάμεσα στα δύο κείμενα)», παρατήρησε επίσης η επιτροπή εξωτερικών υποθέσεων της Βουλής των Κοινοτήτων, παρ’ όλο που οι Εργατικοί έχουν την πλειοψηφία. Τελικά, μόνο οι Ιρλανδοί διατηρούν το δικαίωμά τους σε δημοψήφισμα, τον ερχόμενο Μάιο ή Ιούνιο...
Το 1983, ο Φρανσουά Μιτεράν δήλωνε «διχασμένος ανάμεσα σε δύο φιλοδοξίες, εκείνη της ευρωπαϊκής οικοδόμησης κι εκείνη της κοινωνικής δικαιοσύνης». (4) Είναι μήπως η δημοκρατία που εμποδίζει την πρώτη από αυτές; Είναι μήπως άσχετο, που οι βουλευτές, οι οποίοι αναίρεσαν την απόφαση της καθολικής ψήφου του 2005, ανήκουν όλο και περισσότερο σε προνομιούχες κοινωνικές τάξεις, τη στιγμή που το γαλλικό και ολλανδικό «όχι» ήταν κυρίως βούληση των λαϊκών στρωμάτων;
Διπλωματούχος του δημοσίου δικαίου, ο πρώην υπουργός Ζακ Λανγκ έχει, ίσως, απαντήσει σε όλες αυτές τις ερωτήσεις. Εκτίμησε ότι είναι άχρηστο «να αγκιστρωνόμαστε σε νομικές διατυπώσεις που ούτε καν οι ειδικοί δεν κατανοούν. Κι έπειτα, ξέρετε, μια συνθήκη δεν είναι παρά μια συνθήκη».
«Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»