Το 1960, η ανεξαρτητοποίηση της πρώην αποικίας, που υφίστατο αφαίμαξη για δεκαετίες, δεν τερμάτισε τον πολιτικό και στρατιωτικό έλεγχο που ασκεί το Παρίσι. Τότε, όμως, γιατί αυτή η εσπευσμένη και κρυφή συνάντηση; Γιατί, ακριβώς τους τελευταίους μήνες, έχει παρουσιαστεί ρήγμα στις σχέσεις μεταξύ Γαλλίας και Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας.
Το 2007, βρήκε τις δύο χώρες μέσα στο γνωστό πλαίσιο των παραδοσιακών σχέσεων μεταξύ τους. Όμως την περασμένη άνοιξη, το Μπιράο, πρωτεύουσα της απομονωμένης βορειοανατολικής επαρχίας της Βακάγκα, στα σύνορα με το Τσαντ και το σουδανικό Νταρφούρ, συγκέντρωσε για λίγο το διεθνές ενδιαφέρον. Ένα ενδιαφέρον πολύ σχετικό, είναι η αλήθεια...
Η Γαλλία ζούσε, τότε, την κορύφωση της προεδρικής προεκλογικής εκστρατείας και δεν ήταν πολλά τα γαλλικά μέσα ενημέρωσης που διερωτήθηκαν για τον ακριβή ρόλο των γάλλων στρατιωτικών σε αυτή τη μεγάλης στρατηγικής σημασίας περιοχή. Ωστόσο, στις 4 Μαρτίου 2007, πρώτη φορά μετά το Κολβέζι, το 1978, (1) οι γαλλικές ένοπλες δυνάμεις πραγματοποίησαν μεγάλη αεροπορική στρατιωτική επιχείρηση στο Μπιράο, το οποίο από την προηγουμένη μέρα δεχόταν την επίθεση των ένοπλων της Ένωσης Δημοκρατικών Δυνάμεων για την Εθνική Ενότητα (UFDR).
Το νέο αυτό κίνημα, που δημιουργήθηκε το Σεπτέμβριο του 2006, προέρχεται από τη συμμαχία τριών ένοπλων ομάδων, (2) συγκεντρώνοντας στις τάξεις του απογοητευμένους πρώην συντρόφους του Μποζιζέ, ορισμένους αξιωματούχους του πρώην προέδρου Ανζ-Φελίξ Πατασέ και απελπισμένους στρατιώτες που παρέμεναν απλήρωτοι. (3)
Οι εξεγερμένες δυνάμεις στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία είναι ετερόκλητες. Τα κινήματα ταλαντεύονται μεταξύ πολιτικής αμφισβήτησης υπέρ του Πατασέ και εγκληματικής δράσης. Για να κατανοηθεί, όμως, η επίθεση της 4ης Μαρτίου 2007, πρέπει κανείς να ανατρέξει στον Νοέμβριο του 2006, όταν, με δύναμη πενήντα ανδρών, το νεοσύστατο κίνημα κατέλαβε πρώτη φορά το Μπιράο και άλλες πόλεις της επαρχίας Βακάγκα (Σαμ Ουάντζα, Ουάντα Τζάλε κ.ά.). Χρειάστηκε ένας μήνας μέχρι η επιχείρηση των Ενόπλων Δυνάμεων της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας (FACA), με την καθοριστική συμβολή των γάλλων στρατιωτών από το Μπάνγκι και των Μιράζ F1 που έφθασαν από τη Ντζαμένα, να απωθήσει τους εξεγερμένους προς το Τσαντ και το Σουδάν.
Η κατάσταση υπήρξε ιδιαίτερα τεταμένη. Ωστόσο, μια πρώτη συμφωνία μεταξύ του προέδρου Μποζιζέ και του Αμπντουλάγε Μισκίν, (4) εκ μέρους του UFDR, είχε υπογραφεί το Φεβρουάριο του 2007 στη Σύρτη (Λιβύη). Στο πεδίο της μάχης, όμως, ο συμβιβασμός αυτός απορρίφθηκε αμέσως από τους εξεγερμένους ενός νέου ένοπλου αρχηγού, του Νταμάνε Ζακαρία. Ο Ζακαρία, που ανακηρύχθηκε «στρατηγός», προαναγγέλλει, στις αρχές Μαρτίου του 2007, μια δεύτερη επίθεση στο Μπιράο. Δηλώνει, μάλιστα, ότι θέλει «να τελειώνει με τους Γάλλους», των οποίων την παρουσία θεωρεί ως «ανάμειξη στις εθνικές υποθέσεις της χώρας».
Πραγματικά, από το Νοέμβριο του 2006, η Γαλλία διατηρεί στο Μπιράο ένα Απόσπασμα Λειτουργικής Υποστήριξης (Detachement d’ assistance operationnel- DAO), δηλαδή μια μικρή φρουρά 18 ανδρών. (5) Τη νύχτα της 3ης Μαρτίου, αυτοί οι στρατιώτες δέχθηκαν επίθεση με βαριά πολυβόλα.
Δύο αεροσκάφη Μιράζ F1, που έφθασαν από το Τσαντ, κατέστρεψαν γρήγορα τις βάσεις των επιτιθέμενων. Ήδη, όμως, από την επόμενη νύχτα, περίπου πενήντα αλεξιπτωτιστές του 3ου Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών Πεζοναυτών, που έφθασαν αεροπορικώς από το Μπάνγκι, ακροβολίστηκαν στο αεροδρόμιο, δώδεκα χιλιόμετρα έξω από την πόλη, για να προετοιμάσουν το έδαφος για την προσγείωση των μεταγωγικών Transall και Hercules, τα οποία μετέφεραν στρατιώτες της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας και γύρω στους εκατό στρατιώτες της Λεγεώνας των Ξένων. Έτσι, με τη γαλλική υποστήριξη και κάλυψη, οι FACA καταφέρνουν γρήγορα να επανακτήσουν τον πλήρη έλεγχο της πόλης.
Ο Ζακαρία σκόπευε να φτάσει ώς το Μπάνγκι και, χωρίς τη βοήθεια της Γαλλίας, η εξουσία του προέδρου Μποζιζέ θα μπορούσε να έχει καταρρεύσει. Γιατί οι μάχες στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία μοιάζουν με την ίδια τη χώρα: πρόκειται για μάχες φτωχών. Πιθανόν το UFDR να μην συγκέντρωσε ποτέ περισσότερους από πεντακόσιους πολεμιστές, αλλά και ο εθνικός στρατός δεν ξεπέρασε τους 5.000 άνδρες, από τους οποίους λιγότεροι από 2.000 είναι μάχιμοι.
Φωτιά και λιμός
Μετά τη μάχη του Μαρτίου, το Μπιράο ερειπώθηκε: το 70% των σπιτιών κάηκε και λεηλατήθηκε. Μαζί με τα σπίτια έγιναν στάχτη και τα λίγα αποθέματα κεχριού, αναγγέλλοντας τον επερχόμενο λιμό για τον πολύ φτωχό αυτό πληθυσμό, που εξαρτάται απόλυτα από την πενιχρή αγροτική παραγωγή του και ο οποίος κατέφυγε στην ύπαιθρο για να γλιτώσει τη σφαγή. Μολονότι όλες οι πλευρές αρνούνται την ευθύνη, φαίνεται ότι οι FACA ενέχονται σε μεγάλο βαθμό στη λεηλασία της πόλης.
Σε αυτή την ξεχασμένη επαρχία μιας ξεχασμένης χώρας, για μια φορά ακόμη ο εθνικός στρατός διακρίνεται για τις επιδόσεις του κατά του λαού του. Γιατί στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, οι στρατιώτες μοιάζουν να μην υπόκεινται σε κανέναν έλεγχο. Ο τρόμος που εμπνέει ο στρατός αποτελεί πλέον παράγοντα ανασφάλειας στο βορειοδυτικό τμήμα της χώρας.
Ειδικά όταν πρόκειται για την παρουσία της μοναδικής μάχιμης μονάδας, που βρίσκεται σε όλα τα μέτωπα: της διαβόητης «προεδρικής φρουράς» (6)- η οποία απαρτίζεται από τους πρώην «απελευθερωτές» που έφθασαν από το Τσαντ για να υποστηρίξουν το πραξικόπημα του Μποζιζέ, το 2003.
Σφαγές, βιασμοί, βασανιστήρια, λεηλασίες... Στο όνομα της μάχης κατά του Λαϊκού Στρατού για την Αποκατάσταση του Πολιτεύματος και της Δημοκρατίας (APRD), του δεύτερου αντάρτικου της χώρας, οι στρατιώτες της Προεδρικής Φρουράς επιδόθηκαν, μέσα σε καθεστώς πλήρους ασυδοσίας, σε αναρίθμητες βιαιότητες εις βάρος του άμαχου πληθυσμού (7): Η δράση των FACA (εκπαιδευμένες από το γαλλικό στρατό) στην περιοχή ευθύνεται για τις τεράστιες μετακινήσεις πληθυσμών (200.000 πρόσφυγες στις βορειοδυτικές επαρχίες). (8)
Είναι βέβαιο ότι το Παρίσι δεν θα κέρδιζε τίποτε διατυμπανίζοντας τη στρατιωτική του ανάμειξη στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Οι FACA, όμως, έγιναν ένας αμφίβολος σύμμαχος. Το μαρτυρούν οι γαλλικές εντολές του περασμένου καλοκαιριού, που παρότρυναν το Μπάνγκι να αποκαταστήσει «τους δεσμούς εμπιστοσύνης μεταξύ του λαού και του στρατού του».
Στις αρχές Νοεμβρίου του 2007, ο ίδιος ο πρόεδρος Μποζιζέ αναγνώρισε ότι υπήρξαν βιαιότητες και πήρε συμβολικά κάποια μέτρα. Προσκάλεσε έτσι τα κινήματα των εξεγερμένων σε πολιτικό διάλογο. Τα αιτήματά τους, που προβάλλονται κυρίως από το Κίνημα Απελευθέρωσης του Λαού της Κεντρικής Αφρικής (MLPC) του πρώην πρωθυπουργού Μαρτίν Ζιγκελέ, αφορούν στην αμφισβητούμενη εκλογική νίκη του Μποζιζέ, το 2005, τις βιαιότητες του στρατού και την επικινδυνη για το λαό προώθηση των οικονομικών μεταρρυθμίσεων.
Οι Γάλλοι δεν φεύγουν
Η Γαλλία, πάντως, δεν φαίνεται έτοιμη να χαλαρώσει τον έλεγχο που ασκεί στην πρώην αποικία της. Σύμφωνα με αμυντική συμφωνία που υπογράφηκε το 1960, είναι υποχρεωμένη να παρέμβει σε περίπτωση που η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία δεχθεί εξωτερική επίθεση. Οι σημερινές εξεγέρσεις συμβαίνει να είναι αυστηρά εσωτερική υπόθεση -και όχι ενορχηστρωμένες από το Χαρτούμ, όπως, υποστήριξαν επίσημες πηγές.
Η γαλλική παρουσία στην περιοχή, πάντως, έχει αποκτήσει με τα χρόνια έναν «φυσικό» χαρακτήρα που αντιπαρέρχεται κάθε αμφισβήτηση. Και η στρατιωτική επιχείρηση του περασμένου Μαρτίου αποτελεί σύμπτωμα ενός πολύ μεγαλύτερου προβλήματος.
Μετά την αιματηρή αποικιακή προσάρτηση του Ουμπάνγκι Κάρι (9)- η πρώτη «γαλλική» πόλη, το Μπάνγκι, ιδρύθηκε το 1889-, η ανεξαρτησία δεν τερμάτισε τη γαλλική κηδεμονία, καθιστώντας την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία χαρακτηριστικό παράδειγμα της λεγόμενης «Γαλλικής Αφρικής» (Francafrique). (10)
Από τον «βολικό» θάνατο του ιδρυτή της ανεξάρτητης δημοκρατίας Μπαρτελεμί Μπογκάντα, τον Νταβίντ Ντακό, που τοποθετήθηκε δύο φορές πρόεδρος για να απομακρυνθεί και τις δύο, και τον Ζαν-Μπεντέλ Μποκάσα, ο οποίος αυτοανακηρύχθηκε «αυτοκράτορας», για να ανατραπεί από τη γαλλική επιχείρηση «Μπαρακούντα», μέχρι τον Αντρέ Κολινγκμπά, ο οποίος επέβαλε στρατιωτικό καθεστώς, τον Ανζ-Φελίξ Πατασέ, τον πρώτο «δημοκρατικά» εκλεγμένο πρόεδρο, και, τέλος, τον Μποζιζέ, η Γαλλία διατήρησε συστηματικά τον έλεγχο της εξουσίας, τοποθετώντας τους προστατευόμενούς της, συχνά απλώς για να τους απομακρύνει.
Αποικία με πρωτόκολλο
Με την ευκαιρία της αναθεώρησης του πρωτοκόλλου συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών, οι δύο μόνιμες γαλλικές στρατιωτικές βάσεις στο Μπουάρ και στο Μπάνγκι έκλεισαν το 1998 -δύο χρόνια μετά τις «εξεγέρσεις» του 1996, κατά τη διάρκεια των οποίων οι γάλλοι στρατιώτες ανέλαβαν τον έλεγχο της κεντροαφρικανικής πρωτεύουσας. Η επιχείρηση, όμως, «Μποάλι» (11) επανατοποθέτησε από το 2002 νέα μάχιμη γαλλική φρουρά, στην οποία συμμετέχουν και «ειδικοί» του γαλλικού Επιτελείου Ειδικών Επιχειρήσεων (COS).
Άλλη απόδειξη της μόνιμης γαλλικής παρουσίας; Από το 2003, ένας γάλλος αξιωματικός, ο στρατηγός Ανρί-Αλέν Γκιγιού, έχει οριστεί στρατιωτικός σύμβουλος της προεδρίας της Δημοκρατίας, ενώ γύρω στα εξήντα στελέχη είναι τοποθετημένα στα διάφορα υπουργεία.
Και αυτό γιατί υπάρχει μια γεωγραφική πραγματικότητα: ακόμη κι αν η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία μοιάζει μέχρι στιγμής να «γλιτώνει» σχετικά από τη βιομηχανική λεηλασία που εξελίσσεται στις γειτονικές χώρες, η θέση της, στο κέντρο της αφρικανικής ηπείρου, παραμένει στρατηγική και άπτεται των παραδοσιακών συμφερόντων της γαλλικής (διπλωματικής και... επιχειρηματικής) πολιτικής στην Αφρική.
Διακριτικά, η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία έχει γίνει, τα τελευταία πενήντα χρόνια, το σταυροδρόμι δραστηριοτήτων κάθε είδους. Η μόνιμη ατμόσφαιρα διαφθοράς ευνόησε την εξόρυξη πολύτιμων λίθων, μετάλλων και το εμπόριο ελεφαντόδοντου, που διεξάγονται ακόμα και σήμερα ανεξέλεγκτα.
Διαμάντια σε ξεπούλημα
Το 1979, «η υπόθεση των διαμαντιών» (12) δεν αποτέλεσε παρά μια ελάχιστη υπόμνηση της τεράστιων διαστάσεων παράνομης εξαγωγής χρυσού και διαμαντιών, με εγκεφάλους διάφορους γάλλους επιχειρηματίες. Το ίδιο ισχύει και για τις αγορές ξυλείας και καουτσούκ, των οποίων η εκμετάλλευση παραχωρήθηκε σε ιδιώτες, συνήθως Γάλλους, που αναζητούσαν περιπέτειες στους τροπικούς. Το καθεστώς Κολινγκμπά (1982-1993) και το καθεστώς Πατασέ (1993-2003) εγγράφονται με τη σειρά τους στην ίδια λογική «ξεπουλήματος».
Η γαλλική στρατιωτική παρουσία, σχεδόν αδιάλειπτη από την εποχή της ανεξαρτησίας, αποσκοπεί τόσο στην πολιτική κηδεμόνευση της μικρής χώρας όσο και στην ενίσχυση του στρατηγικού ρόλου που το Παρίσι επιδιώκει να διαδραματίσει στην ευρύτερη περιοχή, με τη δυνατότητα, μεταξύ άλλων, επηρεασμού και επίβλεψης των γειτονικών χωρών.
Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί και το γεγονός ότι η Αφρική αποτελεί ένα πεδίο άσκησης που προτιμάται από τους γάλλους στρατιώτες. Οι μάχες γέρνουν πάντοτε υπέρ τους λόγω της στρατιωτικής και τεχνολογικής υπεροχής τους, καθώς μάλιστα ο πόλεμος στην Αφρική δεν έχει πάρει ακόμη τον τρομοκρατικό χαρακτήρα που συναντά κανείς στη Μέση Ανατολή.
Έτσι, θα ήταν λάθος να υποτιμηθεί ο ρόλος του στρατιωτικού γενικού επιτελείου σε αρκετές αποφάσεις για θέματα αφρικανικής πολιτικής, όπως απέδειξαν στο παρελθόν οι τραγωδίες στη Ρουάντα και την Ακτή Ελεφαντοστού.
Τα ΜΜΕ στο κόλπο
Στο σύστημα αυτό, τη θέση τους έχουν και τα γαλλικά μέσα ενημέρωσης: στις 14 Ιουλίου 2007, το κανάλι της δημόσιας τηλεόρασης France 2 μετέδωσε ένα -από τα σπάνια- ρεπορτάζ για την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, το οποίο, από την αρχή μέχρι το τέλος, έπλεκε το εγκώμιο των γάλλων στρατιωτικών του Μπιράο. Ούτε μια φορά δεν αναφέρθηκαν οι λόγοι της γαλλικής παρουσίας εκεί, οι διεκδικήσεις των εξεγερμένων, ενώ δεν έγινε καν αναφορά στην κατάσταση της χώρας, πόσω μάλλον στις ακρότητες των δυνάμεων των FACA.
Είναι γεγονός ότι στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία δεν βρίσκεται σε εξέλιξη ένας ολοκληρωτικός πόλεμος ή κάποια σοβαρή ανθρωπιστική κρίση, που θα μπορούσε να προκαλέσει παγκόσμια αναστάτωση. Ακριβώς, όμως, σε αυτό το δεύτερο πλάνο των παγκόσμιων κρίσεων παίζονται τα αληθινά δράματα. Γιατί η χώρα, μέσα στη διεθνή σιωπή, υποφέρει από μια τραγωδία χαμηλής έντασης: την ακραία φτώχεια της. Όλοι οι δείκτες ανθρώπινης ανάπτυξης βρίσκονται στο κόκκινο, κατατάσσοντας την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία πέμπτη φτωχότερη χώρα στον κόσμο.
Μήνυμα στην Total
Επιπλέον, το κράτος, που είναι άφαντο έξω από την πρωτεύουσα, δεν δαπανά τίποτε για τη βοήθεια του πληθυσμού, που έχει αφεθεί στην τύχη του. Τον Ιανουάριο του 2008, οι δημόσιοι υπάλληλοι ξεκίνησαν απεργία, προκειμένου να τους καταβληθούν οι μισθοί επτά μηνών που τους οφείλονται. Στις 18 Ιανουαρίου, ο πρωθυπουργός απλώς παραιτήθηκε.
Από το 1960 η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία παραμένει κάτω από το ζυγό ηγετών που έχουν επιλεγεί πρώτα απ’ όλα για την πειθήνια στάση τους. Η χώρα βρέθηκε να έχει υποστεί ανεξέλεγκτη αφαίμαξη και, έτσι, δικαιολογείται η χορηγούμενη «βοήθεια» -στρατιωτική, οικονομική, πολιτική.
Ο πρόεδρος Μποζιζέ, ωστόσο, άρχισε να παίρνει κάποιες αποστάσεις απέναντι στον παραδοσιακό ευρωπαίο προστάτη του. Τον Απρίλιο του 2007, η κυβέρνηση εθνικοποίησε χωρίς προειδοποίηση τον πετρελαϊκό κλάδο, αποκλείοντας απρόσμενα την Total, που ήταν, μέχρι τότε, ο βασικός μέτοχος της Sogal, της εταιρείας εκμετάλλευσης των ορυκτών καυσίμων. Άλλο σημάδι: ο ορισμός, τον Ιούλιο, του ανιψιού του προέδρου, Σιλβέν Ντουντινγκάγιε, ήδη υπουργού Ορυκτού Πλούτου, στη θέση του υπουργού Οικονομίας, παρά την αντίθετη άποψη του Νικολά Σαρκοζί και της Παγκόσμιας Τράπεζας. (13)
Κάτι ακόμα: ο Μποζιζέ επέβαλε αυστηρούς οικονομικούς όρους στην εταιρεία Areva, που εξαγόρασε πρόσφατα την Uramin, την καναδική εταιρεία που εκμεταλλευόταν τα κοιτάσματα ουρανίου της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας, επίσης όρους για την εκμετάλλευση του ορυχείου στη Μπακούμα ενώ επισκέφθηκε τον πρόεδρο Μποζιζέ, το σουδανό ομόλογό του Ομάρ Αλ Μπασίρ, στις 27 Αυγούστου 2007, στο Χαρτούμ, παρά το βέτο των Ηλυσίων. Ενέργειες που στρέφονται ευθέως κατά της Γαλλίας και δεν πέρασαν απαρατήρητες.
Την ίδια στιγμή, το Παρίσι, εξαιτίας των δεσμών του με το καθεστώς και τους FACA, βλέπει να πλανάται το φάσμα νέων κατηγοριών για «συνεργασία με εγκληματικά καθεστώτα». Παρά τις κάποιες χειρονομίες πολιτικών ανοιγμάτων, η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει, αφού οι αξιωματικοί που κατηγορούνται για εγκληματικές πράξεις απλώς απομακρύνθηκαν. Επίσης, ο εθνικός διάλογος που εξαγγέλθηκε παραμένει προς το παρόν υπόσχεση.
Αν και η ηρεμία που επικρατεί αποτελεί καρπό διπλωματικών πιέσεων, η Γαλλία απέφυγε επιμελώς να προβεί σε μια χειρονομία, που θα μπορούσε να βάλει σε αμφισβήτηση αυτή τη σχέση συνενοχής: να αποσύρει τα στρατεύματά της. Μόνο κάποιοι στρατιωτικοί σύμβουλοι έφυγαν από το Μπάνγκι το καλοκαίρι. (14) Όμως τώρα πια στους διαδρόμους του προεδρικού μεγάρου κυκλοφορούν πλέον νοτιοαφρικανοί διπλωμάτες.
Νέοι προστάτες
Τον περασμένο Μάρτιο, υπογράφηκε μυστική συμφωνία με τον νοτιοαφρικανό πρόεδρο Τάμπο Μπέκι, ο οποίος μετέβη διακριτικά στο Μπάνγκι. Ενα από τα πρώτα σημεία της συμφωνίας υπήρξε η εκπαίδευση της προεδρικής φρουράς από τριάντα εκπαιδευτές της Πρετόρια... Επομένως, η οδός που ακολουθείται είναι ξεκάθαρη: όταν υπάρχουν πολλοί υποψήφιοι για την κηδεμονία της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας, οι τιμές στον πλειστηριασμό είναι λογικό ανεβαίνουν...
Η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία δεν είναι η μόνη ατίθαση χώρα της περιοχής. Πράγματι, με διαφορετικούς, βέβαια, όρους, και ο πρόεδρος του Τσαντ Ιντρίς Ντεμπί εκδήλωσε πρόσφατα μια σχετική διάθεση αυτονομίας απέναντι στο Παρίσι με αφορμή την υπόθεση του συλλόγου Arche de Zoe. (15)
Βοήθεια από την Ε.Ε.
Επίσης, ο νιγηριανός πρόεδρος Μαμαντού Τάντζα στρέφεται σε άλλους οικονομικούς εταίρους. Στο πλαίσιο αυτό, η παραδοσιακή διμερής συνεργασία με τη Γαλλία, οι στρατιωτικές συμφωνίες, του παρελθόντος και τα γαλλικά πολιτικά δίκτυα, μοιάζουν ξεπερασμένα.
Έτσι εξηγείται, ίσως, και η γαλλική επιμονή να αποσταλούν δυνάμεις της Eufor, η οποία θα διπλασιάσει την παρουσία των γάλλων στρατιωτών στις στρατηγικές ζώνες του άξονα Τσαντ-Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας.
Όμως ο στόχος της αποστολής δεν διευκρινίζει το μελλοντικό ρόλο της επιχείρησης «Γεράκι» (16) και της επιχείρησης «Μποάλι», με τη σύγχυση να παραμένει μεγάλη.
Πάντως, το 2008, η στρατιωτική παρουσία δεν αρκεί πια για να διασφαλιστεί η γαλλική πρωτοκαθεδρία στην περιοχή. Κάτι τέτοιο θα μπορούσαν να σκέφτονται μόνο αλεξιπτωτιστές και ένοπλοι στρατιώτες όταν, διασχίζοντας καθημερινά το Μπάνγκι, περνούν μπροστά από το ερειπωμένο πια και κλειστό στάδιο όπου ο Μποκάσα στέφθηκε κάποτε αυτοκράτορας.
Το κτίριο αυτό, δωρεά της Γαλλίας του Ζισκάρ ντ’ Εστέν, καταρρέει μέρα με την ημέρα, ενώ, σαράντα μέτρα πιο πέρα, υψώνεται το πιο όμορφο πλέον κτίριο της πόλης: ένα ολοκαίνουριο στάδιο τριάντα χιλιάδων θέσεων. Η δωρεά αυτή τη φορά είναι της Κίνας.
«Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»