«Μεσογειακή Ένωση», «Ένωση για τη Μεσόγειο»- τελικά «διαδικασία της Βαρκελώνης: Ένωση για τη Μεσόγειο». Οι διαδοχικές ονομασίες του σχεδίου που διατύπωσε ο γάλλος πρόεδρος αντανακλούν ταυτόχρονα την ασάφειά του και τις αντιθέσεις που συνάντησε από αρκετούς ευρωπαίους εταίρους.
Η ιδέα, η οποία προτάθηκε κατά τη διάρκεια της γαλλικής προεκλογικής προεδρικής εκστρατείας του περασμένου χρόνου, δεν είχε, σύμφωνα με όλους τους παρατηρητές, παρά έναν στόχο: να βρεθεί ένα πλαίσιο το οποίο θα επιτρέπει να ενσωματωθεί η Τουρκία στο ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο, τη στιγμή που το Παρίσι αντιτίθεται στην ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Από τότε, το σχέδιο απέκτησε πιο ενδιαφέρον περιεχόμενο, αλλά με τίμημα πολλές τροποποιήσεις, που επιβλήθηκαν κυρίως από τη Γερμανία, από την οποία ζητήθηκε να είναι ο κυριότερος χρηματοδότης. Παράλληλα, στο πολιτικό επίπεδο, τέθηκε το ερώτημα πώς θα συμφιλιωθεί η ολοένα και περισσότερο έντονη ευθυγράμμιση της Γαλλίας με το Ισραήλ, με τη θέληση να ενταχθούν στο σχέδιο οι αραβικές χώρες, οι οποίες αρνούνται να εξομαλύνουν τις σχέσεις τους με το εβραϊκό κράτος όσο αυτό δεν αποσύρεται από τα επί δεκαετίες κατεχόμενα αραβικά εδάφη. Οι επιφυλάξεις της Αλγερίας ή της Λιβύης επιβεβαίωσαν τις ανησυχίες.
Από πολλά σεμινάρια και συνέδρια που πραγματοποιήθηκαν στη Γαλλία και στο Μαγκρέμπ εδώ και μερικούς μήνες, μπορούμε να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι τα προβλήματα του περιβάλλοντος, ιδιαίτερα αυτά που αφορούν στο νερό και στην ενέργεια, θα αποτελέσουν αντικείμενο νέων ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Επίσης, πιο παραδοσιακά ζητήματα, όπως αυτά των χρηματοπιστωτικών αγορών, της φιλελευθεροποίησης και του οικονομικού ανοίγματος, θα καταλάβουν κεντρική θέση υπό το κάλυμμα της ενίσχυσης των επενδύσεων και συνεπώς της ανάπτυξης.
Εκείνο το οποίο αναμφίβολα θα ξεχαστεί, μία ακόμη φορά, είναι η πραγματική οικονομία των κρατών του νότου της Μεσογείου, και αυτό παρά την αναγνώριση των αγκυλώσεών του που παρουσιάζει.
Πρόσφατη μελέτη που πραγματοποιήθηκε για τη Γαλλική Υπηρεσία Ανάπτυξης, διατυπώνει μια ρεαλιστική και θαρραλέα διάγνωση: «Με τον τερματισμό των μακροοικονομικών προσαρμογών που πραγματοποιήθηκαν με την υποστήριξη διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα συστήματα ανάπτυξής τους δεν ανέκαμψαν εξαιτίας των εσωτερικών αγκυλώσεων, οι οποίες είναι βαθιά ριζωμένες. Τα διάφορα στρατηγικά εισοδήματα από τα οποία έχουν "επωφεληθεί" συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στο να σκληρύνουν οι συγκεκριμένες αγκυλώσεις. Ευρύτερα και μακροπρόθεσμα, αυτές οι χώρες δεν κατάφεραν να θέσουν σε κίνηση τη σύγκλιση των κατά κεφαλήν εισοδημάτων τους με τα κατά κεφαλήν εισοδήματα των χωρών της βόρειας όχθης της Μεσογείου. Ο ρυθμός της δραστηριότητας εκεί παραμένει σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένος από εξωτερικές πηγές και η ανάπτυξη δεν προκύπτει από μία αυτοσυντηρούμενη διαδικασία». (1)
Η λεκάνη της οικονομίας
Η Μεσόγειος αποτελεί τον χώρο ενός πληθωρικού φαντασιακού από τον καιρό της απώτατης αρχαιότητας. Είναι επίσης ένα μέγιστο οικονομικό και στρατηγικό διακύβευμα για τα παρόχθια κράτη, όπως και για τους γείτονες και για κάθε δύναμη με τάσεις ιμπεριαλισμού. Από τις αρχές του 19ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 20ού, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο κυριάρχησαν πλήρως στη νότια όχθη.
Από τη δεκαετία του 1950, η αποαποικιοποίηση προσέλκυσε και άλλες χώρες, ιδιαίτερα τη Σοβιετική Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Μεσόγειος έγινε τότε ένας σημαντικός χώρος αντιπαράθεσης για τους δύο μεγάλους πρωταγωνιστές του ψυχρού πολέμου.
Η ισραηλο-αραβική σύγκρουση και κατόπιν ο πόλεμος Ιράκ-Ιράν είχαν επίσης σημαντικές επιπτώσεις. Οι παλιές αποικιακές δυνάμεις, και ευρύτερα η Ευρώπη, βρέθηκαν πολιτικά περιθωριοποιημένες, έστω κι αν οι οικονομικές, πολιτιστικές και ανθρώπινες ανταλλαγές διατήρησαν το μέγεθός τους.
Η δυτική Ευρώπη κινητοποιήθηκε ουσιαστικά για την πραγματοποίηση της Κοινής Αγοράς και για την επέκτασή της στις ευρωπαϊκές μεσογειακές χώρες (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία και μετά Κύπρος και Μάλτα), στις χώρες του βορρά της Ευρώπης (Φιλανδία, Σουηδία), στην Αυστρία και στις χώρες της κεντρικής Ευρώπης που απελευθερώθηκαν από της σοβιετικής ένωσης (Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχική Δημοκρατία, Σλοβακία, Σλοβενία, βαλτικές χώρες και, πιο πρόσφατα, Βουλγαρία και Ρουμανία).
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) μετασχηματίστηκε έτσι σε ενιαία αγορά, και μετά σε Ευρωπαϊκή Ένωση, με ενιαίο νόμισμα. Κατά τη διάρκεια των τριάντα τελευταίων χρόνων, τα κράτη-μέλη, ιδιαίτερα η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία και το Ην. Βασίλειο, εγκατέλειψαν σταδιακά την παραδοσιακή επιρροή τους στη Μεσόγειο.
Η αραβική πολιτική της Γαλλίας, που προωθήθηκε από το στρατηγό Ντε Γκολ, ο οποίος αρνιόταν την ισραηλινή κατοχή των αραβικών εδαφών, σταδιακά ροκανίστηκε και περιθωριοποιήθηκε.
Ο ευρω-αραβικός διάλογος, που αναπτύχθηκε μετά την αύξηση των τιμών του πετρελαίου το 1973-1974, δεν έδωσε ποτέ συγκεκριμένα αποτελέσματα, εκτός από ορισμένες συναντήσεις ειδικών, κυρίως για ζητήματα μεταφοράς τεχνολογίας.
Η εξέλιξη αυτή διέψευσε τις ελπίδες των αραβικών κυβερνήσεων να δουν τελικά την Ευρώπη να εμπλέκεται πιο έντονα στη λύση της ισραηλο-αραβικής σύγκρουσης. (2)
Είναι αλήθεια ότι, από την αρχή της δεκαετίας του ’80, τα ευρωπαϊκά βλέμματα στρέφονται προς τη στρατιωτική σύγκρουση ανάμεσα στο Ιράκ, που υποτίθεται ότι ήταν εκσυγχρονιστικό και κοσμικό, και το Ιράν της «ανατρεπτικής» ισλαμικής επανάστασης.
Το τέλος του πολέμου φέρνει μια ανάπαυλα μικρής διάρκειας. Η εισβολή στο Κουβέιτ από τον ιρακινό στρατό, τον Αύγουστο του 1990, και η εξαφάνιση του σοβιετικού καθεστώτος, το Δεκέμβριο του 1991, επιτρέπουν στις Ηνωμένες Πολιτείες να εγκατασταθούν οριστικά ως ο αποκλειστικός διαχειριστής των συγκρουσιακών καταστάσεων της Μεσογείου και του μεσανατολικού περιβάλλοντός της.
Σε δεύτερο πλάνο η Ε.Ε.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα μεσογειακά κράτη-μέλη δέχονται -ή αρκούνται σε- έναν δευτερεύοντα ρόλο υποστήριξης στην αμερικανική πολιτική. Χωρίς να προσπαθήσουν να αποκαταστήσουν την άνιση ισορροπία ανάμεσα σε Άραβες και Ισραηλινούς, αναδιπλώνονται στον τομέα της οικονομικής συνεργασίας, του ελέγχου των μεταναστεύσεων, της απελευθέρωσης των ανταλλαγών ανάμεσα στις δύο όχθες της Μεσογείου και του διαπολιτισμικού διαλόγου.
Αυτό θα είναι το αντικείμενο της διαδικασίας της Βαρκελώνης που προωθήθηκε το 1995, (3) αντίστοιχη της ισραηλο-αραβικής ειρηνευτικής διαδικασίας της Μαδρίτης (1991), η οποία ξεκίνησε υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Πολιτειών μετά το τέλος της δυτικής στρατιωτικής εκστρατείας (και συμπληρωματικώς αραβικής) για την απελευθέρωση του Κουβέιτ.
Από τη Μαδρίτη επιβεβαιώνεται η φιλοδοξία να ρυθμιστεί όχι μόνο η σύγκρουση για τα κατεχόμενα από το Ισραήλ εδάφη, αλλά επίσης να τεθεί σε εφαρμογή μια μεσογειακή ευρεία ζώνη ελεύθερων ανταλλαγών που θα εκτείνεται από την Τουρκία έως το Μαρόκο και θα περιλαμβάνει το Ισραήλ.
Έτσι, η Ουάσιγκτον οργανώνει διαδοχικές οικονομικές συνόδους κορυφής επιχειρηματιών και πολιτικών ηγετών ολόκληρου του κόσμου, στην Καζαμπλάνκα, το 1994, και μετά στο Αμάν, το Κάιρο και το Κατάρ. Ένα σχέδιο μεσογειακής τράπεζας, το οποίο αναφέρθηκε κάποια στιγμή, θα παραμείνει χωρίς συνέχεια. Και οι ισραηλο-παλαιστινιακές συμφωνίες του Όσλο θα καταλήξουν σε εξαθλίωση και δεινά για τον παλαιστινιακό πληθυσμό.
Ενώ η διαδικασία της Μαδρίτης καταλήγει σε πλήρη αποτυχία, η διαδικασία της Βαρκελώνης έχει κάποια συγκεκριμένα αποτελέσματα (4), ιδιαίτερα την καθαρή αύξηση της βοήθειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων προς τις τρίτες μεσογειακές χώρες. (5) Σημαντικό τμήμα της οικονομικής ενίσχυσης χρησιμεύει στο να συνεχιστεί και να εμβαθυνθεί η πολιτική διαρθρωτικής προσαρμογής και θεσμικού εκσυγχρονισμού -οικονομικού, εμπορικού και δημοσιονομικού- που ξεκίνησε στην αρχή της δεκαετίας του ’80, υπό τη διεύθυνση της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).
Ο στόχος είναι σαφής: να συγκλίνουν προοδευτικά οι δύο όχθες της Μεσογείου γύρω από ομοιογενείς θεσμούς που εγκαθιδρύουν την οικονομία της αγοράς, τις ελεύθερες ανταλλαγές (εκτός από τα αγροτικά προϊόντα της νότιας όχθης) και την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων (αλλά όχι την ελεύθερη κυκλοφορία των ανθρώπων), την αυστηρή διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας και την ορθοδοξία στη νομισματική διαχείριση.
Σύμφωνα με την, κατά κάποιον τρόπο αφελή, οπτική των ευρωπαίων ηγετών, διαποτισμένη από τα αγγλο-αμερικανικά νεοφιλελεύθερα δόγματα, η θεσμική σύγκλιση θα προκαλέσει σύγκλιση στο βιοτικό επίπεδο - το τόσο διαφορετικό, βέβαια, από τη μια όχθη στην άλλη.
Οι συμφωνίες σύνδεσης περιλαμβάνουν επίσης ένα πολιτικό πλαίσιο σχετικό με τα δικαιώματα του ατόμου αλλά και το κράτος δικαίου, ορισμένες διατάξεις που δίνουν μια αίσθηση εξουσίας στην Ένωση σε αυτούς τους τομείς. (6)
Εκτός από την περίπτωση της Τουρκίας, όπου οι πιέσεις των Βρυξελλών επιτάχυναν δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, το πλαίσιο αυτό δεν έφερε καρπούς στις άλλες χώρες. Οι κυβερνήσεις τους παραμένουν όλες αυταρχικές ή ημιαυταρχικές, χρησιμοποιώντας ως πρόφαση το φόβο της ισλαμιστικής εξάπλωσης για να περιορίζουν τις ελευθερίες. Όσο για την ισραηλο-παλαιστινιακή σύγκρουση, η Ένωση δεν επικαλέστηκε ποτέ το άρθρο 2 της συμφωνίας της με το Ισραήλ για να απαιτήσει από αυτό το σεβασμό των αποφάσεων του ΟΗΕ.
Η διαδικασία της Βαρκελώνης δίνει ταχέως ουσιαστικά οικονομικά αποτελέσματα, σύμφωνα με τους κανόνες της δημοσιονομικής ορθοδοξίας. Οι ιδιωτικοποιήσεις γενικεύονται στους πιο προσοδοφόρους τομείς, ιδιαίτερα στις τηλεπικοινωνίες, οι τελωνειακοί δασμοί μειώνονται και ο φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) εγκαθίσταται με επιτυχία σχεδόν παντού, τα τοπικά χρηματιστήρια παίρνουν λίγο χρώμα, οι ακμάζοντες τραπεζικοί τομείς ανοίγονται στους ξένους επενδυτές, γίνεται καλύτερη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών, η νομισματική διαχείριση των κεντρικών τραπεζών προσαρμόζεται στους διεθνείς κανόνες που ισχύουν στον τομέα αυτό.
Γιατί, λοιπόν, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφασίζει, το 2005, να δημιουργήσει ένα νέο εργαλείο για να αντικαταστήσει τη διαδικασία της Βαρκελώνης -την «πολιτική της γειτονίας» που συσπειρώνει τις τρίτες μεσογειακές χώρες και ορισμένες άλλες (Μολδαβία, Ρωσία, Γεωργία, Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Λευκορωσία και Ουκρανία);
Πλέον, τα κεφάλαια για βοήθεια εγγράφονται σε αυτό το νέο σχήμα, και κάθε χώρα πρέπει να προσδιορίζει προτεραιότητες επικεντρωμένες στους τομείς που ενδιαφέρουν την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτή είναι κυρίως η περίπτωση της συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας, με την ενίσχυση των δυνατοτήτων ελέγχου των συνόρων ώστε να καταστεί δυνατό να τιθασευτούν οι παράνομες μεταναστευτικές ροές που προέρχονται από τη νότια όχθη και το αφρικανικό περιβάλλον της, αλλά επίσης με καλύτερη πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας.
Πέρα από αυτό, η «πολιτική της γειτονίας» διαπιστώνει την αποτυχία της διαδικασίας της Βαρκελώνης στον πολιτικό τομέα: δεν πέτυχε ούτε το στόχο του κατευνασμού των συγκρούσεων, ούτε το στόχο της εξομάλυνσης ανάμεσα στο Ισραήλ και τους γείτονές του, κλειδί της ενσωμάτωσης του εβραϊκού κράτους στο μεσογειακό περιβάλλον του. Στην πραγματικότητα, η Ευρώπη εγκαταλείπει, έτσι, στις Ηνωμένες Πολιτείες την αποκλειστική διαχείριση -και τελείως μεροληπτική- της ισραηλο-αραβικής σύγκρουσης.
Πολιτικές ισορροπίες
Το νέο γαλλικό σχέδιο έρχεται λιγότερο από τέσσερα χρόνια μετά τη διατύπωση αυτής της πολιτικής. Ωστόσο, πριν ακόμη δει το φως, προκάλεσε ήδη εντάσεις και ζωηρές διενέξεις, ιδιαίτερα σε δύο ζητήματα: τη θεσμική δομή η οποία θα εγκαθιδρυθεί και την κατανομή των εξουσιών ανάμεσα σε μεσογειακούς Ευρωπαίους και Άραβες.
Ποιος μηχανισμός θα συντονίζει τη νέα δομή με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τη διεύθυνση που ασχολείται με τα προγράμματα που προορίζονται για τις μεσογειακές χώρες; Πώς θα κατανεμηθούν οι εξουσίες για τη λήψη αποφάσεων μέσα στη νέα δομή, ανάμεσα σε εκπροσώπους των μεσογειακών αραβικών κυβερνήσεων και των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων; Χωρίς να υπολογίσουμε τις αντιζηλίες ανάμεσα σε άραβες ηγέτες που διεκδικούν τις γραφειοκρατικές θέσεις κύρους....
Οι ενδοαραβικές και ενδοευρωπαϊκές διαφωνίες, όπως και οι διενέξεις των γραφειοκρατικών μηχανισμών μέσα στην ίδια την Ένωση, δημιουργούν αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα της νέας πρωτοβουλίας. Προφανώς δεν θα αντιμετωπίσει τα προβλήματα της πραγματικής οικονομίας των χωρών του νότου της Μεσογείου και, κατά μείζονα λόγο, δεν θα επεξεργαστεί ένα σοβαρό και ορθά χρηματοδοτούμενο πρόγραμμα σύγκλισης στα επίπεδα ζωής.
Η εμπειρία των δεκαπέντε τελευταίων ετών ευρω-μεσογειακής συνεργασίας δείχνει καθαρά ότι οι επιφανειακοί εκσυγχρονισμοί δεν επιφέρουν αναγκαστικά δυναμισμό στις οικονομίες του Νότου και δεν καταργούν τους τεράστιους θύλακες φτώχειας, ανεργίας και -σε ορισμένες χώρες- αναλφαβητισμού.
Αντίθετα, η εμπειρία των ασιατικών «τίγρεων» και οι οικονομικές όπως και οι πολιτικές επιτυχίες τους δείχνουν ότι η αναπτυξιακή βοήθεια δεν αποτελεί το κυριότερο κλειδί της ανάπτυξης. Η ανάπτυξη εξαρτάται κατά πρώτο λόγο από εσωτερικές δυναμικές και από τη συλλογική θέληση να σπάσει ο κύκλος της υπανάπτυξης. Από αυτή τη σκοπιά, η «διαδικασία της Βαρκελώνης: Ένωση για τη Μεσόγειο» δεν θα αλλάξει πολλά πράγματα. Τα εισοδηματικά θεμέλια των μεσογειακών οικονομιών δεν δημιουργούν τις συνθήκες για άλματα στην παραγωγική οικονομία. (7)
«Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»