Τα παραπάνω ετερόκλητα γεγονότα, μεταξύ πολλών άλλων, καταμαρτυρούσαν ήδη την αναδιάταξη των διεθνών σχέσεων: το τέλος της απόλυτης κυριαρχίας της Δύσης, η οποία είχε επιβληθεί κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Η σημερινή κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν μπορεί παρά να επιταχύνει την αναδίπλωση των δυτικών.
«Το τέλος της αλαζονείας», ήταν ο τίτλος του εβδομαδιαίου γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel», στις 30 Σεπτεμβρίου, με υπότιτλο: «Η Αμερική χάνει τον ηγεμονικό οικονομικό της ρόλο». Κατά τραγική ειρωνεία, το εν λόγω ιντερλούδιο σημειώνεται σε λιγότερο από δύο δεκαετίες ύστερα από την κατάρρευση του «σοσιαλιστικού στρατοπέδου» της Σοβιετικής Ένωσης και τον φαινομενικό θρίαμβο των αρχών της φιλελεύθερης οικονομίας.
Οι προφητείες είναι πάντοτε παρακινδυνευμένες. Το 1983, δύο χρόνια πριν από την άφιξη του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στο Κρεμλίνο, ο Ζαν-Φρανσουά Ρεβέλ προεξοφλούσε το τέλος των δημοκρατιών, στο βαθμό που οι τελευταίες αποδείχθηκαν ανίκανες να καταπολεμήσουν «τον πλέον επίφοβο από τους εξωτερικούς εχθρούς τους, τον κομμουνισμό, ο οποίος συνιστά τη σύγχρονη έκφανση και την πιο ολοκληρωμένη μορφή του απολυταρχισμού». (1) Μερικά χρόνια αργότερα, παρουσιάστηκε ο Φράνσις Φουκουγιάμα που ανήγγειλε το «τέλος της Ιστορίας» και τον απόλυτο θρίαμβο του αμερικανο-δυτικού μοντέλου...
Μετά τον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου (1990-1991), πολλοί αναλυτές μιλούσαν για την αυγή ενός αμερικανικού 21ου αιώνα. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, ένας άλλος συσχετισμός δυνάμεων, φαντάζει πλέον περισσότερο ρεαλιστικός: διανύουμε το κατώφλι ενός «μετα-αμερικανικού κόσμου». (2)
Σύμφωνα με τη «Λευκή Βίβλο για την άμυνα και την εθνική ασφάλεια», η οποία υιοθετήθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση τον Ιούνιο του 2008, «ο δυτικός κόσμος, δηλαδή, ουσιαστικά, η Ευρώπη και η Αμερική, δεν έχει πλέον το αποκλειστικό προνόμιο της οικονομικής και στρατηγικής διαχείρισης, όπως συνέβαινε ακόμη το 1994». (3) Άραγε ο κόσμος θα καταστεί πολυπολικός;
Αναμφίβολα, οι ΗΠΑ θα παραμείνουν η κυρίαρχη δύναμη για πολλά χρόνια ακόμη, και όχι μόνο σε στρατιωτικό επίπεδο. Θα υποχρεωθούν, ωστόσο, να λάβουν υπόψη την ανάδυση των νέων κέντρων στο Πεκίνο, στο Νέο Δελχί, στην Μπραζίλια, στη Μόσχα.
Η αποτυχία των διαπραγματεύσεων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), το αδιέξοδο στην ιρανική πυρηνική κρίση, όπως και οι περιπέτειες των συνομιλιών με τη Βόρεια Κορέα, επιβεβαιώνουν ότι οι ΗΠΑ, ακόμη και σε συμμαχία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν είναι πλέον ικανές να επιβάλλουν την άποψή τους, ενώ έχουν ανάγκη και άλλους εταίρους για την αντιμετώπιση των κρίσεων.
Στις εν λόγω νέες δυνάμεις θα μπορούσε να προστεθεί μία ολόκληρη σειρά φορέων τους οποίους αναφέρει ο Ρίτσαρντ Χάας [πρώην στέλεχος της κυβέρνησης του (πατέρα) Μπους, ο οποίος διετέλεσε, στη συνέχεια, αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ενώ τώρα προεδρεύει του Council on Foreign Relations (Νέα Υόρκη)], και μιλάει για έναν «κόσμο μη πολικό». (4)
Ο Χάας παραθέτει, φύρδην-μίγδην, τη Διεθνή Επιτροπή Ενέργειας (ΔΕΕ), τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (ΟΣΣ) (5), τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) και άλλες περιφερειακές οργανώσεις. Αναφέρει επίσης πόλεις, όπως η Σαγκάη και το Σάο Πάολο, δορυφορικά μέσα, από το Al-Jazira μέχρι το CNN, πολιτοφυλακές, από τη Χεζμπολά ώς τους Ταλιμπάν, καρτέλ ναρκωτικών, μη κυβερνητικές οργανώσεις... Για να καταλήξει στο συμπέρασμα: «Ο σημερινός κόσμος χαρακτηρίζεται ολοένα και περισσότερο από τη διάθλαση της εξουσίας παρά από τον συγκεντρωτισμό».
Περιφερειακά κέντρα
Σε κάθε περίπτωση, τα κράτη τα οποία θεωρούνταν βέβαιο ότι θα καταρρεύσουν μετά τον εμβολισμό τους από τον πολιορκητικό κριό της παγκοσμιοποίησης, επιζητούν μια θέση στον ήλιο. Η Κίνα, η Ινδία, η Ρωσία, η Βραζιλία εκφράζουν τις βλέψεις τους και αμφισβητούν μια παγκόσμια τάξη πραγμάτων που τις περιθωριοποιούσε.
Ορισμένες άλλες χώρες -από το Ιράν και το Ισραήλ μέχρι τη Νότια Αφρική, τα έθνη της Νοτίου Αμερικής και την Ινδονησία- έχουν μεν μικρότερες φιλοδοξίες, αλλά υπερασπίζονται με αποφασιστικότητα τα «εγωιστικά» τους συμφέροντα.
Κανένα από τα παραπάνω κράτη δεν εμψυχώνεται από κάποια παγκόσμια ιδεολογία, όπως ίσχυε στην περίπτωση της Σοβιετικής Ένωσης. Κανένα δεν εμφανίζεται ως εναλλακτικό μοντέλο. Όλα, ανεξαιρέτως, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, έχουν αποδεχτεί την οικονομία της αγοράς. Όμως, κανένα δεν θα υπονόμευε σ’ αυτή τα εθνικά του συμφέροντα.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ τους αφορά, κατ’ αρχάς, τον έλεγχο των ορυκτών πρώτων υλών, οι οποίες έχουν γίνει σπανιότερες και πιο ακριβές -ιδίως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο- ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η επιβίωση του εγχώριου πληθυσμού τους, τη στιγμή που η αγροτική παραγωγή αποδεικνύεται ανεπαρκής και απειλείται από την υπερθέρμανση του πλανήτη.
Κατά δεύτερον, οι προαναφερθείσες χώρες διαφεντεύουν τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα, τα οποία θεμελιώνονται στην πολιτική και στη μακραίωνη ιστορία τους: η Ταϊβάν και το Θιβέτ για την Κίνα, το Κασμίρ για την Ινδία και το Πακιστάν, το Κόσοβο για τη Σερβία, το Κουρδιστάν για την Τουρκία. Οι εν λόγω διενέξεις δεν επιλύθηκαν εν μέσω μιας ευτυχούς διαδικασίας παγκοσμιοποίησης - αντιθέτως, κινητοποιούν τις μάζες περισσότερο από ποτέ άλλοτε και δεν διαφαίνεται ότι θα αποσοβηθούν άμεσα.
Μια ματιά στον παγκόσμιο χάρτη υποδεικνύει ότι η πλειονότητα των εντάσεων εκτυλίσσεται γύρω από ένα «τόξο κρίσεων» το οποίο εκτείνεται, σύμφωνα με τη «Λευκή Βίβλο», από τον Ατλαντικό μέχρι τον Ινδικό Ωκεανό.
Οι συντάκτες του κειμένου προειδοποιούν για «τον νέο κίνδυνο της διασύνδεσης των συρράξεων, η οποία βρίσκεται εν τω γίγνεσθαι, ανάμεσα στην Εγγύς και τη Μέση Ανατολή και τις περιοχές του Πακιστάν και του Αφγανιστάν. Η ύπαρξη προγραμμάτων, σε γενικές γραμμές παράνομων, για την ανάπτυξη πυρηνικών, χημικών και βιολογικών όπλων, αυξάνει τον συγκεκριμένο κίνδυνο, ενόσω οι χώρες των εν λόγω περιοχών ενισχύουν μαζικά -απροκάλυπτα ή συγκαλυμμένα- τη στρατιωτική τους ισχύ, με έμφαση στα εναέρια μέσα και στα πυραυλικά συστήματα.
Η αποσταθεροποίηση του Ιράκ, το οποίο διαιρέθηκε σε αντιμαχόμενες κοινότητες, κινδυνεύει να επεκταθεί στη Μέση Ανατολή. Η αστάθεια σε αυτό το γεωγραφικό τόξο μπορεί να επηρεάσει άμεσα ή έμμεσα τα συμφέροντά μας. Οι ευρωπαϊκές χώρες εμπλέκονται στρατιωτικά, με διάφορους τρόπους, στο Τσαντ, στην Παλαιστίνη, στον Λίβανο, στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η Ευρώπη και η Γαλλία καλούνται πιθανόν να δεσμευτούν ακόμη περισσότερο στο μέλλον στο σύνολο της ζώνης, για να βοηθήσουν στην πρόληψη και στη ρύθμιση των κρίσεων». (6)
Η παραπάνω ανάλυση έχει κοινή συνισταμένη με τις εκτιμήσεις της πλειονότητας των αμερικανών στρατηγών στην Ουάσιγκτον, όπως τις είχε συνοψίσει ο Ουίλιαμ Μπερνς, ανώτατος αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ:
«Πριν από δέκα χρόνια, η Ευρώπη ήταν το επίκεντρο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. (...) Πλέον, όλα έχουν αλλάξει. (...) Για τον πρόεδρο (Τζορτζ) Μπους, για την υπουργό εξωτερικών (Κοντολίζα) Ράις, αλλά και για τους διαδόχους τους, η Μέση Ανατολή καταλαμβάνει τη θέση που επείχε η Ευρώπη για τις αμερικανικές κυβερνήσεις κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα». (7)
Νέο κέντρο βάρους
Το γεγονός ότι η εν λόγω περιοχή διαθέτει το μεγαλύτερο μέρος των παγκόσμιων πετρελαϊκών αποθεμάτων, τη στιγμή που η τιμή του βαρελιού παραμένει υπερβολικά υψηλή -παρά την πρόσφατη πτώση της- συντελεί στην ενίσχυση του στρατηγικού χαρακτήρα της ευρύτερης Μέσης Ανατολής.
Έτσι εξηγείται η άνευ προηγουμένου συγκέντρωση δυτικών στρατευμάτων στην περιοχή, μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, από το Ιράκ μέχρι το Τσαντ και από το Αφγανιστάν ώς τον Λίβανο. Εντάσσοντας όλα αυτά τα μέτωπα στο πλαίσιο του «πολέμου εναντίον της τρομοκρατίας», οι Ηνωμένες Πολιτείες συνέβαλαν στη δημιουργία μιας «αντιστασιακής διεθνούς», η οποία είναι συχνά πολυσύνθετη και διασπασμένη, χωρίς άλλο συνεκτικό δεσμό εκτός από την αντίθεση στην αμερικανική ηγεμονία.
Η αντίσταση αυτή εκδηλώνεται επίσης στον κρίσιμο τομέα της οικονομίας. Αντίθετα με ό,τι ίσχυε στις προηγούμενες κρίσεις (ασιατική, ρωσική κ.λπ.), η σημερινή καταιγίδα στον χρηματοπιστωτικό κλάδο επιβεβαιώνει την περιθωριοποίηση των διεθνών οργανισμών, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Η «συναίνεση» της Κίνας
Στις αρχές της χιλιετίας, πολλές χώρες -η Ρωσία, η Ταϊλάνδη, η Αργεντινή, η Βραζιλία, η Σερβία, η Ινδονησία κ.ά.- είχαν φανεί προνοητικές, αποφασίζοντας να εξοφλήσουν το χρέος τους στο ΔΝΤ (8), για να αποδεσμευτούν από τις αξιώσεις που επέβαλαν οι διεθνείς οργανισμοί στις οικονομίες τους.
Άραγε, η «συναίνεση της Ουάσιγκτον» (9) θα αντικατασταθεί από τη «συναίνεση του Πεκίνου»; Η τελευταία θα συνοψιζόταν, σύμφωνα με τον εμπνευστή της, τον οικονομολόγο Τζόσουα Κούπερ Ράμο, σε τρία θεωρήματα (10) τα οποία προσδιορίζουν τον τρόπο με τον οποίο οι χώρες του Νότου μπορούν να εδραιωθούν στην παγκόσμια σκακιέρα.
Κατ’ αρχάς, με έμφαση στην καινοτομία και, κατά δεύτερον, επιδιώκοντας όχι μόνον την αύξηση του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ), αλλά και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής όπως και την εγκαθίδρυση της αρχής της ισοτιμίας κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται το χάος. Τέλος, με έμφαση στην ανεξαρτησία και στην αυτοδιάθεση κατά τη λήψη αποφάσεων, καθώς και στην αντίσταση έναντι της έξωθεν χειραγώγησης (ιδίως από τις δυτικές δυνάμεις).
Η έννοια της συναίνεσης του Πεκίνου προκάλεσε διαμάχες και επικρίσεις (11) - για παράδειγμα, ως προς το αν η Κίνα προσφέρει όντως ένα «νέο μοντέλο», αφού οι εγχώριες ανισότητες αυξάνονται και η χώρα είναι εγγεγραμμένη στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Ωστόσο, επιτρέπει να γίνει κατανοητό το γεγονός ότι, όπως ποτέ άλλοτε μετά το τέλος της αποικιοκρατικής περιόδου, οι χώρες του Νότου έχουν τη δυνατότητα να διάγουν ανεξάρτητο πολιτικό βίο και να αναζητούν εταίρους -κράτη αλλά και επιχειρήσεις- οι οποίοι δεν ευθυγραμμίζονται με την Ουάσιγκτον.
Νέες σχέσεις εξυφαίνονται, όπως αποδεικνύουν οι σύνοδοι κορυφής Κίνας-Αφρικής ή η συνδιάσκεψη των υπουργών Εξωτερικών των ταχύτερα αναπτυσσόμενων χωρών (στις οποίες συγκαταλέγονται η Βραζιλία, η Ρωσία, η Ινδία και η Κίνα), η οποία πραγματοποιήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη. Οι χώρες μπορούν να σχεδιάζουν την αναπτυξιακή τους στρατηγική, χωρίς να υπόκεινται στους εξευτελιστικούς όρους της «συναίνεσης της Ουάσιγκτον».
Αντίκτυπο στη γεωπολιτική αρχιτεκτονική του πλανήτη έχει και η εξής σημαντική καμπή: Στις 17 Απριλίου 2007, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών συγκάλεσε, πρώτη φορά, σύνοδο κορυφής για να εξετάσει τις επιπλοκές της υπερθέρμανσης του πλανήτη σε επίπεδο πολιτικής και ασφάλειας. Πλέον, η εν λόγω διάσταση συμπεριλαμβάνεται στις στρατηγικές αναλύσεις, ανεξάρτητα αν οι τελευταίες προέρχονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γαλλία ή την Αυστραλία (12).
Χωρίς να εισέλθουμε σε λεπτομέρειες, οι ακραίες κλιματολογικές συνθήκες θα επηρεάσουν τις επισιτιστικές καλλιέργειες και θα ευνοήσουν την εξάπλωση επιδημιών.
Παράμετρος κλίμα
Παράλληλα, η άνοδος της στάθμης των ωκεανών όχι μόνο θα δημιουργήσει εκατομμύρια προσφύγων του κλίματος -150 εκατ. το 2050, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις- αλλά και θα αναζωπυρώσει τη διαμάχη για την αναδιανομή των εδαφών, καθότι ο αφανισμός ατόλων ή νησιών θα μεταβάλει την έκταση των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών (ΑΟΖ). (13) Επιπρόσθετα, η σταθερότητα πολλών χωρών απειλείται από την εκτίναξη της τιμής των διατροφικών προϊόντων.
Πλέον, με την εδραίωση πολλαπλών ταχυτήτων ανάπτυξης και με την πολυπολικότητα, δεν αμφισβητείται μόνον η οικονομική κυριαρχία της Δύσης, αλλά και το δικαίωμά της να προσδιορίζει το διεθνές δίκαιο ή να παρεμβαίνει στα παγκόσμια τεκταινόμενα εν ονόματι της ηθικής ή του ανθρωπισμού.
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας, Ιμπέρ Βεντρίν, εξηγεί ότι η Δύση έχει χάσει «το μονοπώλιο της ιστορίας, το μονοπώλιο της μεγάλης αφήγησης». Η Ιστορία του κόσμου, η οποία επινοήθηκε πριν από δύο αιώνες, συνοψιζόταν στο χρονικό της ανέλιξης και της υπεροχής της Ευρώπης.
Η αργή πορεία προς την πολυπολικότητα μπορεί να εκληφθεί ως ευκαιρία προόδου προς μια πραγματική μορφή οικουμενισμού.
Όμως, προκαλεί, ορισμένες φορές, αντανακλαστικά φόβου στη Δύση: ο κόσμος θα γινόταν ολοένα και πιο απειλητικός, «οι αξίες μας» θα δέχονταν επίθεση από όλες τις πλευρές -την Κίνα, τη Ρωσία, το Ισλάμ- ενώ θα αναγκαζόμασταν, υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ, να δεσμευτούμε σε μία νέα σταυροφορία εναντίον των βαρβάρων που επιδιώκουν να «μας καταστρέψουν».
Αν δεν προσέξουμε, η συγκεκριμένη θεώρηση θα καταστεί αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
«Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»