Το μόνο μας έγκλημα υπήρξε το γεγονός ότι αποκτήσαμε δικούς μας νόμους και στη συνέχεια απαιτήσαμε από την United Fruit να τους εφαρμόσει». Όταν το 1951 ο Τζάκομπο Άρμπενς εξελέγη πρόεδρος της Γουατεμάλας, δρομολόγησε την αγροτική μεταρρύθμιση: στις 4 Μαρτίου του 1953 απαλλοτρίωσε 840.000 στρέμματα από τα 2.340.000 που κατείχε η αμερικανική εταιρία εμπορίας μπανάνας United Fruit. Στις 17 και 18 Ιουνίου του 1954, μια στρατιά μισθοφόρων εισέβαλε στη χώρα από τη Νικαράγουα και την Ονδούρα και, στις 27 Ιουνίου ανέτρεψε τον Άρμπενς. Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζον Φόστερ Ντάλες και ο αδελφός του Άλλεν, διευθυντής της CIA, ήταν εκείνη την εποχή μέτοχοι της United Fruit. Στην επιχείρηση –η οποία έφερε τον κωδικό PB/Success– συμμετείχε ενεργά μια «επίλεκτη ομάδα» της CIA, η οποία συνέχισε τη δράση της επί δεκαετίες.
Μετά την ανατροπή του Ιρανού εθνικιστή ηγέτη Μοχάμεντ Μοσαντέκ στις 19 Αυγούστου του 1953, η επιτυχία της PB/Success εξασφάλισε στη CIA τη φήμη της ανίκητης υπηρεσίας και μετατράπηκε σε υπόδειγμα για τις παράνομες επιχειρήσεις της σε ολόκληρο τον κόσμο.
Τον Μάρτιο του 1960, ο πρόεδρος Ντουάιτ Αϊζενχάουερ έδωσε το πράσινο φως για μια νέα επιχείρηση, η οποία αυτή τη φορά είχε ως στόχο την αποσταθεροποίηση της Κούβας, όπου την 1η Ιανουαρίου του 1959 είχε θριαμβεύσει η επανάσταση. Οι περισσότεροι από τους πράκτορες που είχαν συμμετάσχει στην ανατροπή του Άρμπενς ανέλαβαν θέση υπεύθυνου για το «σχέδιο Κούβα». Η ομάδα αποτελούνταν από τον Ρίτσαρντ Μπίσελ, νούμερο δύο της CIA, τον Τρέισι Μπαρνς, που ανέλαβε τη συγκρότηση της Cuban Task Force, τον Ντέιβιντ Άτλι Φίλιπς, που είχε αναλάβει τον ψυχολογικό πόλεμο, και τον Χάουαρντ Χαντ, στον οποίο είχε ανατεθεί η συγκρότηση της «προσωρινής κουβανικής κυβέρνησης». Στην ομάδα προστέθηκαν και δύο νεαροί: ο Πόρτερ Γκος, αξιωματικός της αντικατασκοπίας του στρατού, και ο Τζορτζ Χέρμπερτ Γουόκερ Μπους. (1) Ο τελευταίος βοηθούσε στη «στρατολόγηση εξόριστων Κουβανών, οι οποίοι θα στελέχωναν την ένοπλη ομάδα της CIA που θα εισέβαλε στην Κούβα” (2).
Στις 17 Απριλίου του 1961, η ομάδα «ταξιαρχία της 2506» που αποτελούνταν από χίλια πεντακόσια περίπου άτομα, αποβιβάστηκε στον Κόλπο των Χοίρων. Μέσα σε εβδομήντα ώρες, είχαν ηττηθεί και ο Ντάλες και ο Μπίσελ -ο διευθυντής και ο υποδιευθυντής της CIA- αναγκάστηκαν να παραιτηθούν.
Εξοργισμένος από την αποτυχία, ο πρόεδρος Τζον Φ. Κένεντι έδωσε εξωφρενικά μεγάλη εξουσία στη CIA, γεγονός που επηρέασε σημαντικά τις παγκόσμιες υποθέσεις για μεγάλο χρονικό διάστημα (3). Ο Ρόμπερτ Κένεντι, υπουργός Δικαιοσύνης και αδελφός του προέδρου, ανέλαβε την εποπτεία μιας νέας επιθετικής ενέργειας ενάντια στην Κούβα. Το Μαϊάμι έγινε το κέντρο της JM/WAVE, της μεγαλύτερης παραστρατιωτικής επιχείρησης που οργανώθηκε ποτέ σε αμερικανικό έδαφος. Την ηγεσία της ανέλαβαν ο Θίοντορ «Τεντ» Σάκλεϊ και ο Τόμας «Τομ» Κλάινς. Η ομάδα ενισχύθηκε με τους Ρίτσαρντ Σέκορντ, αξιωματικό της US Air Force, τον Ντέιβιντ Σάντσες Μοράλες, αξιωματικό της αντικατασκοπίας του στρατού, και τον στρατηγό Έντουαρντ Λανσντέιλ, άρτι αφιχθέντα από την Ινδοκίνα όπου συνεργαζόταν με τις γαλλικές μυστικές υπηρεσίες που είχαν εμπλακεί στον αποικιακό πόλεμο.
Όταν, στις 14 Οκτωβρίου 1962, ξέσπασε η «κρίση των πυραύλων», η Ουάσιγκτον απαίτησε από τη Σοβιετική Ένωση να αποσύρει τους βαλλιστικούς πυραύλους που είχε εγκαταστήσει στην Κούβα. Η Μόσχα υποχώρησε, υπό τον όρο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα δεσμεύονταν ότι δεν θα εισέβαλαν στο νησί (και επίσης, ότι θα απέσυραν τους πυραύλους που είχαν εγκαταστήσει στην Τουρκία). Ο Κένεντι δέχτηκε και διέταξε τη διάλυση της JM/WAVE.
Παρ’ όλα αυτά, η κουβανική επανάσταση οδήγησε την Ουάσιγκτον να αναθεωρήσει ριζικά τη στρατηγική της για την περιφερειακή της ασφάλεια. Άρχισε η αναδιάρθρωση των λατινοαμερικανικών στρατών και δημιουργήθηκε ένα κέντρο εκπαίδευσης και προσηλυτισμού -η Σχολή των Αμερικών- στην αμερικανική ζώνη της διώρυγας του Παναμά. Όταν στις 22 Νοεμβρίου του 1963 δολοφονήθηκε ο Κένεντι στο Ντάλας του Τέξας, το δόγμα του για την εθνική ασφάλεια είχε ήδη ολοκληρωθεί. Στις 31 Μαρτίου του 1964, η ανατροπή του Βραζιλιανού προέδρου Ζοάο Γκουλάρ εγκαινίασε μια σειρά πραξικοπημάτων και δρομολόγησε την έναρξη ενός μαζικού και άψογα οργανωμένου κύματος βασανιστηρίων και «εξαφανίσεων» των αντιφρονούντων.
Η νέα στρατηγική δεν μπορούσε να αγνοήσει την εμπειρία των Κουβανών πρακτόρων της JM/WAVE, ούτε και την εμπειρία πολλών από τους 1.189 άνδρες που πιάστηκαν αιχμάλωτοι κατά την απόπειρα της εισβολής στον Κόλπο των Χοίρων και επέστρεψαν στις ΗΠΑ τον Δεκέμβριο του 1962 (4). Περίπου τριακόσιοι από αυτούς, σχεδόν όλοι Κουβανοί (και στη συνέχεια κουβανοαμερικανοί, καθώς πήραν την υπηκοότητα της χώρας που τους φιλοξενούσε) φοίτησαν ως αξιωματικοί στις στρατιωτικές ακαδημίες ειδικών επιχειρήσεων του Φορτ Μπένινγκ (Γεωργία), Φορτ Πίρι (Βιρτζίνια) κλπ. Ορισμένοι άλλοι στάλθηκαν στο Φορτ Γκούλικ (Σχολή των Αμερικών) για να εκπαιδευτούν στην αντιμετώπιση του ανταρτοπόλεμου. Σε αυτούς συγκαταλέγονταν οι Χοσέ Μπασούλτο, Χόρχε Μας Κανόσα (5) Φρανσίσκο «Πέπε» Ερνάντες (6), Λουίς Ποσάδα Καρίλες, Φέλιξ Ροδρίγκεζ Μεντιγουτία κλπ. Αν και υποτίθεται ότι δεν θα έπρεπε να απασχολήσουν τη δημοσιότητα, πολύ σύντομα τα ονόματά τους συνδέθηκαν με πλήθος πολύκροτων σκανδάλων. «Πολύ σύντομα, η Νότια Αμερική θα γίνει το “Φαρ Ουέστ” όπου θα παίζουν το ρόλο του “πιονέρου”» (7): μάλιστα, με τις παράνομες επιχειρήσεις τους, θα «λάμψουν» ακόμα και πέρα από τα όρια αυτής της ηπείρου.
Παράνομες επιχειρήσεις στο εξωτερικό
Για παράδειγμα, στην πρώην βελγική αποικία του Κονγκό. Στα τέλη του 1962, καταφτάνουν εκεί για να προσφέρουν, μεταξύ άλλων, αεροπορική υποστήριξη στις δυνάμεις του μελλοντικού δικτάτορα Ζοζέφ Ντεζιρέ Μομπούτου. Τα αεροσκάφη ανήκουν στην Air America, μια εταιρία που είχε συστήσει πριν από λίγο καιρό η CIA. Όσον αφορά τις χερσαίες επιχειρήσεις, οι άνδρες της συγκροτούν τον λόχο 58, στον οποίο ανατέθηκε ο εντοπισμός και η καταδίωξη του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα και της μικρής ομάδας των Κουβανών επαναστατών που τον συνόδευε. Πράγματι, ο Τσε είχε φθάσει στη χώρα για να διδάξει τις τεχνικές του ανταρτοπόλεμου στους άνδρες του Λοράν Ντεζιρέ Καμπιλά που πολεμούσαν ενάντια στον Μομπούτου (8). Αυτή τη φορά, η αποστολή των ανδρών της CIA απέτυχε.
Η επίλεκτη ομάδα ενισχύεται με οριστικό τρόπο στο Βιετνάμ. Υιοθετεί και αναπτύσσει τις μεθόδους των γαλλικών ειδικών δυνάμεων που είχαν ηττηθεί στον αποικιακό πόλεμο, χρηματοδοτώντας τις βρώμικες επιχειρήσεις της με τα χρήματα που της απέφερε η διακίνηση του οπίου που παραγόταν στο Λάος και στην Βιρμανία (γι’ αυτό το σκοπό χρησιμοποιήθηκαν και πάλι τα αεροσκάφη της Air America). Συναντάμε και πάλι τα μέλη της JM/WAVE: Σάκλεϊ, Κλάινς, Σάντσες Μοράλες, Σέκορντ, «Εντ» Ντίαρμπορν, Ροντρίγκεζ Μεντιγουτία, καθώς και τον Ντόναλντ Γκρεγκ (επιθεωρητή των πρακτόρων της CIA), τον Τζον Ντιμίτρι Νεγκροπόντε («πολιτικό σύμβουλο» όλης της επιχείρησης), τον στρατηγό Τζον Σίνγκλομπ (πρώην επικεφαλής της CIA στην Κορέα), τον Λανσντέιλ (υπεύθυνο επιχειρήσεων του Πενταγώνου) και τον Όλιβερ Νορθ (της υπηρεσίας πληροφοριών του Αμερικανικού Ναυτικού). Το 1968, στέλνεται στην περιοχή ο Ουίλιαμ «Μπιλ» Κόλμπι για να διευθύνει την επιχείρηση Accelerated Pacification Campaign (με τον κωδικό επιχείρηση Φοίνιξ). Στόχος της ήταν η κατατρομοκράτηση του άμαχου πληθυσμού, έτσι ώστε να εξουδετερωθεί η βιετναμική αντίσταση. Μέσα σε λιγότερο από τέσσερα χρόνια, σκοτώθηκαν περίπου 40.000 ύποπτοι.
Στη Λατινική Αμερική
Ωστόσο, η θεαματικότερη επιτυχία αυτής της ομάδας σημειώθηκε σε μια άλλη ήπειρο. Τον Μάρτιο του 1967, ανάμεσα στους είκοσι περίπου άνδρες των αμερικανικών ειδικών δυνάμεων που αποβιβάζονται στη Βολιβία για να καταδιώξουν τον Τσε Γκεβάρα, περιλαμβάνεται και ο Κουβανός Ροντρίγκεζ Μεντιγουντία. Όταν στις 8 Οκτωβρίου του 1967 ο Τσε συνελήφθη τραυματισμένος, ο Μεντιγουντία ήταν εκείνος που έδωσε την εντολή της εκτέλεσής του.
Ωστόσο, τρία χρόνια αργότερα, η CIA δεν κατόρθωσε να αποτρέψει την εκλογή του σοσιαλιστή Σαλβαντόρ Αλιέντε στην προεδρία της Χιλής. Ο Ρίτσαρντ Νίξον διέταξε την Υπηρεσία να τον εμποδίσει να αναλάβει τα καθήκοντά του. Η ομάδα που ανέλαβε αυτήν την αποστολή απέτυχε, κατόρθωσε ωστόσο να δολοφονήσει τον Ρενέ Σνάιδερ, τον αρχηγό του στρατού, που ήταν πιστός στον Αλιέντε. Ο διάδοχός του ονομαζόταν Αουγκούστο Πινοσέτ. Ο Φίλιπς και ο Σάντσες Μοράλες κάνουν και πάλι την εμφάνισή τους και συμμετέχουν στη διεξαγωγή των επιχειρήσεων στη χώρα. Ο Σάκλεϊ, ο οποίος χάρη στη δουλειά του στην Κούβα και στο Βιετνάμ έχει προαχθεί σε διευθυντή Δυτικού Ημισφαιρίου της CIA, έχει αναλάβει την αποσταθεροποίηση της κυβέρνησης. Αναθέτει στον Κλάινς να επικεντρωθεί στην «περίπτωση Αλιέντε» (9). Την υψηλή επιστασία έχει ο Κόλμπι, ως υποδιευθυντής των «ειδικών επιχειρήσεων». Η διοργάνωση της διεθνούς εκστρατείας κατασυκοφάντησης της κυβέρνησης Αλιέντε ανατίθεται στον Αμερικανό πρέσβη στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, Τζορτζ Μπους.
Ο Αλιέντε ανατράπηκε τον Σεπτέμβριο του 1973, ο Πινοσέτ κατέλαβε την εξουσία, και τα πάντα θα ακολουθούσαν μια ιδανική πορεία για την Υπηρεσία εάν… Η CIA μετατρέπεται σε πέτρα του σκανδάλου, ένα μεγάλος μέρος των εγκλημάτων της αποκαλύπτεται από τον Τύπο και από τις κοινοβουλευτικές εξεταστικές επιτροπές Τσερτς (10) και Ροκφέλερ (11) επιχειρούν λοιπόν να της κόψουν τα φτερά. Ωστόσο, η Υπηρεσία δεν αποδέχεται αυτές τις εξελίξεις: «μεταφέρει» ένα σημαντικό τμήμα των δραστηριοτήτων της στις υπηρεσίες με τις οποίες συνεργάζεται στο πλαίσιο της «επιχείρησης Κόνδωρ» (12), καθώς και στους Κουβανούς πράκτορές της των Κομάντο Ηνωμένων Επαναστατικών Επιχειρήσεων (CORU) που ιδρύθηκαν τον Μάιο του 1976 στη Δομινικανή Δημοκρατία με εντολή της CIA. Την περίοδο 1976-1977, την διοίκησή τους ανέλαβε ο Μπους.
Επικεφαλής των CORU, των οποίων η χρηματοδότηση προέρχεται κατά κύριο λόγο από τη διακίνηση ναρκωτικών (13), τοποθετούνται οι Ορλάντο Μπος και Ποσάντα Καρίλες. Με έδρα το Καράκας της Βενεζουέλας, οργανώνουν στις 16 Οκτωβρίου του 1976 την ανατίναξη εν πτήσει ενός αεροσκάφους της Cubana Aviación, η οποία προκαλεί το θάνατο 73 επιβατών. Ωστόσο, το έγκλημα του «διδύμου» CORU-Κόνδωρ που θα προκαλέσει τη μεγαλύτερη εντύπωση -ίσως επειδή πραγματοποιήθηκε στο κέντρο της Ουάσιγκτον- θα είναι η δολοφονία του Ορλάντο Λετελιέ, πρώην υπουργού Εξωτερικών του Αλιέντε, στις 21 Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους.
Ανάμεσα στα πέντε άτομα που θα συλληφθούν αργότερα γι’ αυτήν την ενέργεια, περιλαμβάνονται τρεις βετεράνοι του «σχεδίου Κούβα». Η CIA θα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να εμποδίσει τις έρευνες και να αποκρύψει τις εις βάρος τους αποδείξεις. Όταν ο Μπους έγινε πρόεδρος, χορήγησε αμνηστία στους ενόχους, οι οποίοι είχαν μείνει στη φυλακή μονάχα μερικά χρόνια. Ένας από αυτούς, ο Γκιγιέρμο Νόβο Σαμπόλ, συνελήφθη στον Παναμά μαζί με τον Ποσάντα Καρίλες, στις 17 Νοεμβρίου του 2000, τη στιγμή που ετοίμαζαν μια βομβιστική ενέργεια εναντίον του Φιντέλ Κάστρο, ο οποίος πραγματοποιούσε επίσκεψη στη χώρα. Στις 20 Απριλίου του 2004, καταδικάστηκαν σε οκταετή φυλάκιση· ωστόσο, στις 25 Αυγούστου του 2005, αμνηστεύτηκαν από την πρόεδρο του Παναμά Μιρέγια Μοσκόσο, η οποία είναι μια εξαιρετικά πιστή φίλη των Ηνωμένων Πολιτειών.
Βοήθεια στους Κόντρας
Στο μεταξύ, οι περισσότεροι από αυτούς τους πράκτορες ξανασυναντήθηκαν στον πόλεμο χαμηλής έντασης της Ουάσιγκτον εναντίον της Νικαράγουας. Ο αντιπρόεδρος Μπους ανέλαβε την εποπτεία των επιχειρήσεων, ενώ τη διεύθυνσή τους ανέλαβαν ο Γκρεγκ και ο Νορθ, ο οποίος τα προηγούμενα χρόνια είχε δραστηριοποιηθεί στο Βιετνάμ. Ο Νεγκροπόντε, πρέσβης των ΗΠΑ στην Ονδούρα –τον αποκαλούσαν «ανθύπατο»- μετέτρεψε τη χώρα σε στρατιωτική βάση για τις επιθέσεις εναντίον της Νικαράγουας. Παράλληλα, τα τάγματα θανάτου, που συγκρότησε ο στρατός της Ονδούρας (τάγμα 3-16), αναλαμβάνουν την καταστολή της αντιπολίτευσης. Ο Ροντρίγκεζ Μεντιγουτία, ο οποίος πέρασε από τη Βολιβία στους ορυζώνες της Ασίας και στη συνέχεια στο Σαλβαδόρ, αναλαμβάνει τον ανεφοδιασμό των Κόντρας, των αντεπαναστατών της Νικαράγουας. Στην αποστολή του, έχει βοηθούς τον Ποσάντα Καρίλες και τον Μπασούλτο (ο οποίος έχει αναλάβει τις επιχειρήσεις στο έδαφος της Νικαράγουας). Προηγουμένως, η CIA και οι αντικαστρικοί κύκλοι του Μαϊάμι είχαν οργανώσει την απόδραση του Ποσάντα Καρίλες από τη φυλακή της Βενεζουέλας, στην οποία κρατούνταν μετά την τρομοκρατική ενέργεια εναντίον του αεροσκάφους της Cubana Aviación.
Καθώς το αμερικανικό Κογκρέσο είχε απαγορεύσει κάθε παροχή βοήθειας στους Κόντρας, ο αντιπρόεδρος Μπους προσπάθησε να εξασφαλίσει χρήματα με κάθε τρόπο και από οποιαδήποτε πηγή. Η παράνομη πώληση όπλων στο Ιράν μέσω του Ισραήλ οδήγησε το 1986 στο σκάνδαλο «Ιράν-Κόντρας γκέιτ». Όταν ο Μπους εξελέγη πρόεδρος, η επιτροπή της Γερουσίας στην οποία προήδρευε ο Τζον Κέρι απέδειξε την ύπαρξη συμμαχίας ανάμεσα στη Μαφία της Κολομβίας και στη CIA (14). Τον Ιούλιο του 1989, η Κόστα Ρίκα κατηγόρησε ανοιχτά τον Νορθ, τον Σέκορντ και άλλα μέλη των επίσημων κύκλων των ΗΠΑ ότι ήταν οι υπεύθυνοι του δικτύου «ναρκωτικά έναντι όπλων» που είχε αναπτυχθεί στη χώρα κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων για την υπονόμευση του καθεστώτος των Σαντινίστας.
Φυσικά, η CIA, από την ίδρυσή της τον Ιούλιο του 1947, γνώρισε πολλά σκαμπανεβάσματα. Στις δύσκολες περιόδους της περιλαμβάνεται αναμφίβολα η εκκαθάριση της υπηρεσίας από τον πρόεδρο Τζέιμς Κάρτερ στα μέσα Αυγούστου του 1978, καθώς και οι κατηγορίες που της απηύθυναν οι επίσημες εξεταστικές επιτροπές και ο αποχαρακτηρισμός των αρχείων της (ιδίως κατά τη διάρκεια της θητείας του Μπιλ Κλίντον). Ωστόσο, όλοι όσοι συμμετείχαν στις παράνομες ενέργειες της επίλεκτης ομάδας που συγκροτήθηκε το 1954 και διευρύνθηκε με το πέρασμα του χρόνου, απολάμβαναν διαρκώς απόλυτης ατιμωρησίας. Αρκεί να αναφέρουμε το παράδειγμα μερικών μονάχα από αυτούς: ο Ποσάντα Καρίλες και ο Μπος ζουν ελεύθεροι στο Μαϊάμι. Ο Ροντρίγκεζ Μεντιγουτία, ο οποίος διέταξε την εκτέλεση του Τσε, ζει κι αυτός στην ίδια πόλη, όπου διευθύνει μια εταιρία συμβούλων ασφαλείας. Ο Νεγκροπόντε, αφού έγινε ο πρώτος πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών στο «απελευθερωμένο Ιράκ», ανέλαβε –επί είκοσι μήνες– το αξίωμα του πανίσχυρου αφεντικού όλων των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών και, τον Ιανουάριο του 2007, έγινε ο δεύτερος σημαντικότερος αξιωματούχος του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών. Όσο για τον Πόρτερ Γκος, ο οποίος συμμετείχε στο «σχέδιο Κούβα» ήδη από το 1960, έγινε διευθυντής της CIA από τον Σεπτέμβριο του 2004 ώς τον Μάιο του 2006.