«Να βγούμε από το χάος χωρίς να υποκύψουμε στο νόμο της ζούγκλας». Έτσι συνοψίζει ο κοινωνιολόγος Αουρέλιο Αλόνσο το δίλημμα της Κούβας. Μισό αιώνα μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον επαναστατικό στρατό, το νησί βρίσκεται και πάλι σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας του. Ο Φιδέλ Κάστρο, «προσωρινά» απών από τον Ιούλιο του 2006 για λόγους υγείας, έπαψε να είναι πρόεδρος αφότου παραιτήθηκε από τα καθήκοντά του το 2008. Παραμένει ωστόσο πρώτος γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κούβας (PCC) μέχρι το επόμενο συνέδριο το οποίο, ο αδερφός του, Ραούλ, έχει ορίσει για το φθινόπωρο του 2009.
Το πολιτικό σκηνικό είναι πρωτόγνωρο. «Δεν φεύγω. Επιθυμώ μονάχα να αγωνιστώ ως ένας στρατιώτης ιδεών. Θα εξακολουθήσω να γράφω με τον τίτλο "Σκέψεις του συντρόφου Φιδέλ". Ίσως κάποιοι με ακούσουν. Θα είμαι προσεκτικός», (1) τόνισε ο κομαντάντε στις 19 Φεβρουαρίου του 2008, αναγγέλλοντας την αποχώρησή του από το προσκήνιο. Με την ανάληψη των καθηκόντων του πέντε μέρες αργότερα, ο Ραούλ Κάστρο ζήτησε από την Εθνοσυνέλευση την άδεια για να συμβουλεύεται τον μεγαλύτερο αδερφό του στα μεγάλα στρατηγικά ζητήματα, όπως την άμυνα, τη διεθνή πολιτική και την κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη. Οι βουλευτές ενέκριναν ομόφωνα την πρόταση με φανερή ψηφοφορία.
Σύμφωνα με ορισμένους παρατηρητές, εκείνη η ψήφος έδωσε στον Φιδέλ Κάστρο κάτι σαν δικαίωμα βέτο το οποίο ενδεχομένως εξηγεί τους αργούς ρυθμούς με τους οποίους προχωρούν οι μεταρρυθμίσεις. Έκτοτε, ο πρώην πρόεδρος πολλαπλασιάζει τις «σκέψεις» του στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η κληρονομιά, για τον αδερφό του τον Ραούλ, είναι ιδιαίτερα «ευαίσθητη».
Τα μεγάλα προβλήματα
Η διαδοχή, προτού καλά - καλά ξεκινήσει, έρχεται αντιμέτωπη με μια απρόσμενη συνακολουθία περιστασιακών δυσχερειών (την άνοδο στις τιμές των αγροτικών πρώτων υλών, τις σοβαρές ζημιές που προκάλεσαν τρεις διαδοχικοί κυκλώνες, (2) τη διεθνή οικονομική κρίση, την πτώση της οικονομικής ανάπτυξης της Κούβας) και δομικών εμποδίων (μεγάλη εξάρτηση από τις εισαγωγές, χαμηλή παραγωγικότητα, διπλό νόμισμα, (3) γραφειοκρατική υπερσυγκέντρωση). Τα περιθώρια οικονομικών ελιγμών για την ομαλή διεξαγωγή των αλλαγών που ανακοινώθηκαν το 2007 και που στοχεύουν στον εκσυγχρονισμό των παραγωγικών μηχανισμών, είναι περιορισμένα. Υπολογίζεται ότι το 2008, οι εισαγωγές αγροτικών προϊόντων και πετρελαίου έφτασαν τουλάχιστον τα 5 δισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή το μισό του σημερινού δυναμικού εξαγωγών της Κούβας, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η παροχή υπηρεσιών στη Βενεζουέλα. (4)
Η αποκέντρωση των αγροτικών κύκλων, η επικαρπία πάνω στις ακαλλιέργητες εκτάσεις που παραχωρήθηκε σε μικρούς αγρότες, η πολιτική αντικατάστασης των εξαγωγών με τη βοήθεια ιδιωτών καλλιεργητών και η νέα πολιτική μισθοδοσίας (5) είναι μερικά από τα σημαντικά μέτρα που ήδη έχει λάβει η νέα κυβέρνηση. Κάποιοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι «πρέπει να απελευθερωθούν οι παραγωγικές δυνάμεις», όπως έγινε με επιτυχία στο Βιετνάμ. Το σημερινό σύστημα δεν μπορεί, κατά τη γνώμη τους, να αποτελέσει σημείο εκκίνησης για την ανάπτυξη. Ο οικονομολόγος Πέδρο Μονρεάλ επικαλείται την αναγκαιότητα μιας «οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής επανίδρυσης». (6)
Εν τούτοις, η ενίσχυση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και οι συνέπειες μιας διευρυμένης οικονομίας της αγοράς ενδέχεται να επιδεινώσουν τις ήδη πολύ δυσάρεστες κοινωνικές ανισότητες, τη στιγμή που οι μισθοί είναι ανεπαρκείς, όπως αναγνώρισε δημόσια ο Ραούλ Κάστρο, ενώ η παραοικονομία και η μαύρη αγορά κάνουν χρυσές δουλειές.
Οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις του 1990 αποσταθεροποίησαν τον πληθυσμό και προκάλεσαν μια νέα κοινωνική ανακατάταξη. Η κουβανή κοινωνιολόγος Μάιρα Εσπίνα διαπιστώνει ότι «ο φτωχός αστικός πληθυσμός που δεν μπορεί να καλύψει τις βασικές του ανάγκες πέρασε από το ποσοστό του 6,3% το 1988 στο 20% το 2000». (7) «Η μικροαστική τάξη στις πόλεις και στην επαρχία ανασυντάχθηκε γύρω από την παραοικονομία, την ελεύθερη εργασία και τη διεύρυνση των μηχανισμών της αγοράς στη διανομή. Στην παραοικονομία, παρατηρούμε ορισμένες δραστηριότητες που λειτουργούν ως μικρές επιχειρήσεις, όπου μπορεί κανείς να ξεχωρίσει με ευκολία το αφεντικό από τον υπάλληλο, τους μισθωτούς, τους οικιακούς βοηθούς, ακόμα και τους μαθητευόμενους». (8)
Χάσμα γενεών
Η κοινωνική ομοιογένεια και η ισότητα που επιτεύχθηκαν στην αρχή της επανάστασης έχουν υποχωρήσει, παρόλο που ως αξίες παραμένουν βαθειά ριζωμένες στην κοινωνία. Πριν την κρίση, η καθιέρωση των κοινωνικών δικαιωμάτων εγγυόταν την ολική κάλυψη στα είδη βασικής διατροφής, στην παιδεία, την υγεία, την κοινωνική ασφάλιση, την εργασία και την πρόσβαση στα αγαθά του πολιτισμού. Η κοινωνία είχε φτάσει σε σχετικά υψηλά επίπεδα ισότητας, ενώ είχε σημειωθεί πρόοδος και στο θέμα της φυλετικής ισότητας. (9) Η κρίση υπέσκαψε αυτά τα κεκτημένα και οι εντάσεις αυξήθηκαν.
Ποτέ πριν δεν ήταν τόσο μεγάλο το χάσμα ανάμεσα στους νέους και την παλιά γενιά των επαναστατών. Το μόνο που έχουν γνωρίσει οι νεότερες γενιές είναι η λιτότητα της «ειδικής περιόδου» (την οποία προκάλεσε μετά το 1991 η κατάρρευση του σοβιετικού μπλοκ) και μια κοινωνία η οποία δεν έχει καμία σχέση με εκείνη στην οποία έζησαν οι παλαιότεροι. Τη δικτατορία του Φουλχένσιο Μπατίστα τη θεωρούν σαν μια ιστορία του παρελθόντος που διδάσκεται στα σχολικά βιβλία. Η εποχή της πολυτέλειας τη δεκαετία του 1980, η οποία σε πολλές περιπτώσεις επέτρεψε την κοινωνική άνοδο των γονιών τους, φαντάζει σαν μακρινή ανάμνηση.
Κι ενώ η παιδεία υποβαθμιζόταν, αρκετοί καθηγητές εγκατέλειψαν την εργασία τους προς χάριν καλύτερα αμειβομένων δραστηριοτήτων. Μερικές φορές αντικαθίστανται από «maestros emergentes» (ανερχόμενους δασκάλους), εκπαιδευτικούς με ελάχιστη εμπειρία που έχουν λάβει μια σύντομη επιμόρφωση. «Η εκπαίδευση είναι σκέτη συμφορά», φωνάζει ένας ακροατής κατά τη διάρκεια μιας δημόσιας συζήτησης που οργάνωσε το περιοδικό «Temas», (10) απηχώντας την αξιοσημείωτη παρέμβαση του διευθυντή του «Φεστιβάλ Λατινοαμερικάνικου Κινηματογράφου» Αλφρέδο Γκεβάρα στο συνέδριο της «Εθνικής Ένωσης Κουβανών Συγγραφέων» (Uneac), ο οποίος κατήγγειλε «τα παράλογα κριτήρια και τις πρακτικές που βασιλεύουν στην παιδεία».
Από πού προέρχεται αυτή η έλλειψη ενδιαφέροντος που επιδεικνύουν πολλοί νέοι απέναντι στην πολιτική; «Με αρρωσταίνει», απαντάει ένας από αυτούς, απηυδισμένος με τις καθημερινές «παροτρύνσεις» και τους πολιτικούς «προσανατολισμούς» των ιθυνόντων. Η αίσθηση ότι δεν έχουν επαγγελματικό μέλλον που να αντιστοιχεί στη μόρφωσή τους είναι διάχυτη και πολλοί προσπαθούν να εγκαταλείψουν το νησί. Το Φεβρουάριο του 2008, κατά τη διάρκεια ενός πολυδιαφημισμένου τετ-α-τετ, ένας φοιτητής εξέφρασε τα παράπονά του στον πρόεδρο της Εθνοσυνέλευσης Ρικάρδο Αλαρκόν. Γιατί χρειαζόμαστε άδεια για να ταξιδέψουμε; Γιατί επιβάλλονται περιορισμοί στην πρόσβαση στο Ίντερνετ;
Κατά τη διάρκεια μιας έρευνας που διήρκησε πολλούς μήνες, η Μισέλ Τσέιζ, μια αμερικανίδα ιστορικός, υπογραμμίζει ότι οι σημαντικότερες κριτικές σχετίζονται με την έλλειψη ιδεολογικών συζητήσεων και την αρτηριοσκλήρωση των θεσμών. (11) Ορισμένοι νεαροί φοιτητές και ερευνητές δίνουν έμφαση στην αναγκαιότητα για «κοινωνικοποίηση της εξουσίας». (12) Το 2007 οργάνωσαν στο Πανεπιστήμιο της Αβάνας μια δημόσια ενημερωτική συνάντηση με θέμα την Οκτωβριανή Επανάσταση στην οποία παρευρέθησαν εξακόσια άτομα. Ως κληρονόμοι της επανάστασης, επικαλούνται τον σοσιαλισμό και ξαναδιαβάζουν τους «κλασικούς» του μαρξισμού. Αλλά, σημάδι των καιρών, κανένας ανάμεσά τους δεν δηλώνει «φιδελικός».
Το μοντέλο περνάει κρίση
Αναγνωρίζοντας δημόσια ότι το σύστημα δεν λειτουργεί σωστά, ότι οι μισθοί δεν επαρκούν και ότι χρειάζονται «δομικές αλλαγές», ο Ραούλ Κάστρο γέννησε πολλές ελπίδες. Ο νέος πρόεδρος, όταν κάλεσε τους συμπατριώτες του να συμμετάσχουν σε μια μεγάλη εθνική συζήτηση, άνοιξε ένα πεδίο για την έκφραση διαφορετικών απόψεων. Παρόλο που καμία σύνοψη της συζήτησης δεν δόθηκε στη δημοσιότητα, ξέρουμε ότι τα κομματικά στελέχη τάχθηκαν υπέρ ενός πιο συμμετοχικού και δημοκρατικού σοσιαλισμού. Όσο για τον κόσμο -και, κατ’ αρχάς, για τους αντιφρονούντες- διεκδικεί πάνω από όλα τη βελτίωση της καθημερινής του ζωής. Χρειάζονται αλλαγές. Αλλά, ποιές, πότε και πώς;
«Κάτι αρχίζει να κινείται στην Κούβα, το σημερινό μοντέλο περνάει κρίση», σχολιάζει ο νεαρός ερευνητής Αριέλ Ντακάλ. Εδώ και δυο χρόνια, είναι έκδηλη η συλλογική έκφραση της κριτικής πάνω στις σύγχρονες δυσλειτουργίες ή στον απολογισμό του παρελθόντος. Το Φεβρουάριο του 2007, κατά την ανάρρωση του Φιδέλ Κάστρο, η προβολή μιας τηλεοπτικής εκπομπής που εκθείαζε τους πρώην λογοκριτές της δεκαετίας του 1970 προκάλεσε ομαδική αντίδραση που πήρε την ονομασία «ο πόλεμος των e-mail» γιατί εκφράστηκε για πρώτη φορά μέσω διαδικτύου. Το κείμενο, το οποίο υπέγραψαν πολλές προσωπικότητες του πολιτισμού (ο Αλφρέδο Γκεβάρα, η Μαριέλα Κάστρο, κόρη του Ραούλ Κάστρο) και της θρησκείας (ο ιερωμένος Κάρλος Μανουέλ δε Σέσπεδες), ακολούθησε ένας κύκλος διαλέξεων κι ένα βιβλίο που έκανε αρνητικό απολογισμό για τα «χρόνια του μολυβιού». (13)
Για πρώτη φορά, σημειώνει ο Δεσιδέριο Ναβάρο, διευθυντής του περιοδικού «Criterios», «συστάθηκε μια δημόσια σφαίρα που συμπληρώνει τις ελλείψεις των μεγάλων μέσων». Οι συζητήσεις συνεχίστηκαν τον Απρίλιο του 2008, στο συνέδριο της Uneac, στη γιορτή του Βιβλίου, στις συναντήσεις που οργάνωσε το περιοδικό «Temas» ή στα κέντρα επιμόρφωσης, όπως το «Κέντρο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ». Η ύπαρξη της ιστοσελίδας «Kaosenlared» (χάος στο διαδίκτυο) που δημοσιεύει κείμενα από την Κούβα, επιτρέπει την ανταλλαγή απόψεων και τη διάδοση των συζητήσεων σε μια άγνωστη μέχρι τότε κλίμακα.
Για τί συζητούν; Πού έγκεινται οι διαφορές; Κομματικά στελέχη, ερευνητές, διανοούμενοι και ορισμένοι φοιτητικοί κύκλοι αναζητούν ένα εναλλακτικό σοσιαλισμό. Αυτή η αναζήτηση συνοδεύεται από μια κριτική αναφορά στον υπαρκτό σοσιαλισμό και στον απολογισμό της πτώσης της ΕΣΣΔ, μια ανάλυση την οποία, όπως υπενθυμίζει ο συγγραφέας Αμπρόσιο Φορνέτ, «πάντοτε αναβάλλαμε για να μην θέσουμε σε κίνδυνο την ενότητα και να μη δώσουμε όπλα στον αντίπαλο». Εδώ όμως έχουμε να κάνουμε με μια «εικονική ομοφωνία»: (14) Ο Αλφρέδο Γκεβάρα καταγγέλλει «τη μετατροπή των ιδεών σε εθιμοτυπία, σε λόγια, σε τελετουργία, κάτι συνηθισμένο στην ιστορία των γραφειοκρατών και των οπορτουνιστών».
Δυο μεγάλα ερωτήματα κυριαρχούν στην καρδιά των συζητήσεων. Κατ’ αρχάς, η οικονομία. Εν συνεχεία, η έλλειψη λαϊκής συμμετοχής.
Γιατί δεν πηγαίνει καλά η οικονομία;
Ποιές είναι οι σχέσεις ανάμεσα στο κράτος και την αγορά σε μια μεταβατική οικονομία προς τον σοσιαλισμό; Ποιά διδάγματα μπορεί να αντλήσει η Κούβα από την εμπειρία της Κίνας και κυρίως, του Βιετνάμ; Οι απαντήσεις διαφέρουν ανάμεσα στους «ραουλίστας» και τους «φιδελίστας». Παρόλο που ούτε οι μεν ούτε οι δε εκπροσωπούν απαραίτητα τους αντίστοιχους μέντορές τους, μαρτυρούν την ύπαρξη ουκ ολίγων διαφορών στην κεφαλή του κράτους.
Μέχρι πού μπορεί και θέλει να φτάσει ο Ραούλ Κάστρο; Ως ρεαλιστής, δίνει έμφαση στην ανάγκη για έξοδο από την οικονομία της παλιάς ρουτίνας και για βελτίωση της απόδοσης στη γεωργία (περισσότερο από το 50% της γης μένει ακαλλιέργητο), κάνοντας παράλληλα λόγο για μια περισσότερο οργανωμένη και άξια σεβασμού λειτουργία της θεσμικής τάξης, την οποία βραχυκύκλωνε τακτικά ο μεγάλος του αδερφός. Με τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις προσδοκά να διαιωνίσει το πολιτικό σύστημα χωρίς όμως να το αποσταθεροποιήσει, με στόχο να προετοιμάσει τη μετά-Κάστρο εποχή. Εξ ου και το ενδιαφέρον για την εμπειρία του Βιετνάμ που φαίνεται να επιβεβαιώνει ότι μπορείς να δανειστείς από τον καπιταλισμό ό,τι είναι αποτελεσματικό, όπως την οικονομία της αγοράς, χωρίς να διακυβεύσεις το πολιτικό σύστημα και τον μονοκομματισμό.
Μπορεί όμως μια τέτοια εμπειρία να μεταφυτευθεί στην Κούβα; Και θα αντέξουν οι Κουβανοί το κοινωνικό κόστος ύστερα από τόσα δύσκολα χρόνια που έχουν περάσει; Τη στιγμή που έχει απομακρυνθεί εντελώς η ιδέα της θεραπείας-σοκ, κερδίζει έδαφος η προοπτική για μια αργή και σταδιακή μετάβαση. Ωστόσο, ο Ραούλ Κάστρο είναι 77 χρονών: ο χρόνος του είναι μετρημένος.
Αντίστροφα, όσοι αντιτίθενται στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για κατάρρευση του συστήματος. Ο Φιδέλ Κάστρο δεν έκρυψε ποτέ τις επιφυλάξεις του ως προς τους «καπιταλιστικούς μηχανισμούς», φοβούμενος τις πολιτικές τους συνέπειες. Εδινε πάντα έμφαση στον εθελοντισμό και τις κοινωνικές κινητοποιήσεις. Ο πολιτειολόγος Χουάν Βαλδές Πας συνοψίζει κάπως έτσι τις διαφορές: «Για ορισμένους, η επανάσταση είναι μια ιστορική διαδικασία που προχωρεί με άλματα και για να οδηγηθεί στην πρόοδο, πρέπει να θέσει ως στόχο της το ανέφικτο. Πρόκειται για ένα πολύ ισχυρό ρεύμα σκέψης, ενδεχομένως το ισχυρότερο στους κόλπους της επανάστασης. Αλλοι επαναστάτες αποδεικνύονται περισσότερο ρεαλιστές: κατανοούν ότι υπάρχουν καταστάσεις τις οποίες η επανάσταση δεν δύναται να ξεπεράσει. Είναι μια ενδιαφέρουσα διαμάχη ανάμεσα στους ουτοπιστές, ας τους ονομάσουμε έτσι, τους υποκειμενικούς μαρξιστές και τα πιο προσγειωμένα κομματικά στελέχη, που τα απασχολούν συγκεκριμένοι στόχοι και έχουν επίγνωση των συνθηκών».
Σε μια κίνηση με ιδιαίτερη σημασία, το θεωρητικό και πολιτικό περιοδικό του PCC, το «Cuba Socialista», αναδημοσίευσε δυο παλαιότερες ομιλίες του Φιδέλ Κάστρο. (15) Η μία, την οποία είχε δώσει το 1988 και «παραμένει πάντα επίκαιρη», σύμφωνα με τον εκδότη, υπογραμμίζει πόσο σημαντική είναι η υπεράσπιση της πατρίδας και της ιδεολογικής μάχης: «Ορισμένοι αναρωτιούνται, κάποιες φορές, μήπως αξίζει μάλλον να αφιερώσουμε όλη την ενεργητικότητα, όλες τις προσπάθειες, όλες τις πλουτοπαραγωγικές πηγές στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού, στην ανάπτυξη της χώρας... Αυτή όμως θα ήταν μια σοβαρή πλάνη, μια εγκληματική πλάνη, γιατί είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσει ο λαός μας για την επανάστασή του, για την ελευθερία του και την ανεξαρτησία του». Αυτά, πριν την κρίση κι ενώ η οικονομία της Κούβας ήδη γνώριζε δυσκολίες.
Ποιός κάνει κουμάντο στην Κούβα;
Αυτό το καυτό ερώτημα διατυπώνεται mezzo voce. Ο Φιδέλ Κάστρο τόνισε ότι δεν ηγείται ούτε θα ηγηθεί καμίας «φράξιας». Παρ’ όλα αυτά, η αποκρυπτογράφηση του φύλλου της «Granma» της 19ης Δεκεμβρίου, είναι αποκαλυπτική. Ψηλά στην πρώτη σελίδα, μια επικεφαλίδα με μεγάλα κόκκινα γράμματα δηλώνει «ο Φιδέλ υποδέχεται τον Χου Ζιντάο». Μόνο στο κάτω μέρος της σελίδας, με μικρότερα μαύρα γράμματα αναγγέλλεται η συνάντηση ανάμεσα στον εν ενεργεία πρόεδρο της Κούβας και τον πρόεδρο της Κίνας: «Επίσημες συνομιλίες ανάμεσα στον Ραούλ και τον Χου Ζιντάο». Δύσκολο να σκεφτούμε ότι απλά έγινε λάθος στη μακέτα, καθώς γνωρίζουμε τον έλεγχο που ασκεί η Κεντρική Επιτροπή του PCC.
Είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς ομοιογενείς ομάδες στον κρατικό μηχανισμό. Οι «Ένοπλες Επαναστατικές Δυνάμεις» (FAR) παραμένουν ακλόνητες. Ο Ραούλ Κάστρο ήταν ο αρμόδιος υπουργός για μισό περίπου αιώνα. Ελέγχουν, έμμεσα ή άμεσα, τα δύο τρίτα της οικονομίας. Οι επιχειρήσεις τους αποτελούν τον άξονα πολλών αλλαγών, ενώ οι στρατιωτικοί που τις διευθύνουν έχουν πειραματιστεί με τις μεθόδους καπιταλιστικής διαχείρισης και μπορούμε να σκεφτούμε ότι θα διαδραματίσουν κάποιο ρόλο υπέρ των μεταρρυθμίσεων. Ωστόσο, καλό θα είναι να αποφεύγονται οι γενικεύσεις. Ορισμένα στελέχη του κόμματος, του συνδικάτου ή των λαϊκών οργανώσεων εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους. Ενας συνδικαλιστής υπογραμμίζει ενώπιών μας τους εγγενείς κινδύνους από την εντυπωσιακή ανάπτυξη της Κίνας, η οποία έρχεται αντιμέτωπη με «την άνιση κατανομή του εισοδήματος, την εξαθλίωση, τις κραυγαλέες διαφορές ανάμεσα στις πόλεις και την επαρχία και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος». Με μια πολιτική ευαισθησία που ευνοεί τον Φιδέλ Κάστρο, η Σέλια Αρτ εξέφραζε τον Αύγουστο του 2008 το φόβο της «μήπως η Κούβα ακολουθήσει την κατεύθυνση της Κίνας». (16) Ενας υψηλόβαθμος κουβανός αξιωματούχος κάνει αναφορά στον πρώην πρόεδρο της Πολωνίας, Ταντέους Μαζοβιέσκι: «Κανένας δεν είχε την εμπειρία της μετάβασης από τον σοσιαλισμό στον καπιταλισμό. Εγώ, αν ήξερα ότι θα είχαμε ένα 18% ανέργων, ίσως να μην προχωρούσα τόσο βιαστικά».
Μολονότι κανένας από τους ιθύνοντες δεν προτείνει πολιτικές αλλαγές, γίνεται αισθητή η επιθυμία για συμμετοχική δημοκρατία και για ένα αυτοδιαχειριζόμενο σοσιαλισμό, υπό την επίδραση της λατινοαμερικάνικης αριστεράς. «Ο κόσμος επικρίνει τους υπερβολικά γραφειοκρατικούς θεσμούς, ζητά ευρύτερη συμμετοχή της κοινωνικής βάσης», σχολιάζει ο Χουάν Βαλδές Πας. Αυτή η απαίτηση, την οποία έχουν εκφράσει θεωρητικά οι διανοούμενοι, συνοδεύεται από την κριτική ως προς τον ρόλο του PCC. «Δεν μπορεί το κόμμα να διευθύνει το κράτος, αυτό πρέπει να το κάνει ο λαός», δηλώνει ένα κομματικό στέλεχος. «Πιστεύω πως πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι έχουμε φτιάξει ένα υπερβολικά συγκεντρωτικό και γραφειοκρατικό σύστημα, με πολύ περιορισμένη λαϊκή συμμετοχή στον τομέα λήψης των αποφάσεων», τονίζει ο Αουρέλιο Αλόνσο.
Για πρώτη φορά, κάποιες «προγραμματικές προτάσεις» που προορίζονταν για το έκτο συνέδριο του PCC το οποίο προβλέπεται να διεξαχθεί στα τέλη του 2009, αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα Kaosenlared. Την πλατφόρμα αυτή με τον τίτλο «Η Κούβα χρειάζεται ένα συμμετοχικό και δημοκρατικό σοσιαλισμό» παρουσίασαν «κομμουνιστές και επαναστάτες της Κούβας» και την προώθησε ο Πέδρο Κάμπος, ένας πρώην διπλωμάτης ο οποίος στο παρελθόν είχε υπηρετήσει στο υπουργείο Εσωτερικών. (17)
Ο Κάμπος ζει φτωχικά και αρνείται τις συνεντεύξεις, δέχτηκε ωστόσο να μας συναντήσει. Όσοι δεν έχουν πρόσβαση στο Ίντερνετ, μπορούν να προμηθευθούν στο σπίτι του το κείμενο με τις δεκατρείς «προτάσεις» -που καταδικάζουν τον αυταρχικό «κρατικό σοσιαλισμό». Σύμφωνα με τους συγγραφείς του, πρέπει να δημιουργηθούν εργατικά συμβούλια που θα ελέγχουν τις αποφάσεις στα κέντρα εργασίας, να τροποποιηθεί το εκλογικό σύστημα προς την κατεύθυνση μιας περισσότερο συμμετοχικής δημοκρατίας, να αναθεωρηθούν οι διατάξεις του ποινικού κώδικα που ευνοούν τις καταδίκες για πολιτικούς λόγους, να κηρυχθεί παράνομη η «βοήθεια» των ξένων κυβερνήσεων με ανατρεπτικούς σκοπούς, και παράλληλα να νομιμοποιηθεί η ελευθερία της έκφρασης και του συνέρχεσθαι.
Το κείμενο τάσσεται, τέλος, υπέρ ενός κομμουνιστικού κόμματος που αποδέχεται την ύπαρξη ρευμάτων στο εσωτερικό του. Το σύνολο συμπληρώνουν κάποιες ιδιαίτερα δημοφιλείς διεκδικήσεις, κυρίως την κατάργηση της άδειας εξόδου από τη χώρα και τη χωρίς περιορισμούς πρόσβαση στο διαδίκτυο. Διάφορες προσωπικότητες της Κούβας εκφράζονται σε αυτό το πεδίο διαλόγου, συζητώντας για τις σχέσεις ανάμεσα στο κράτος και την ιδιοκτησία, την αυτοδιαχείριση και την αγορά, τον σοσιαλισμό και τη δημοκρατία, καθώς πλησιάζει το τέλος ενός ιστορικού κύκλου.
Απέναντι στην επικείμενη αλλαγή εποχής -στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η άφιξη του Μπαράκ Ομπάμα στο Λευκό Οίκο- οι συμπεριφορές σημειώνουν μια ανεπαίσθητη εξέλιξη και εκδηλώνονται ορισμένες πολιτικές διαφωνίες. Ο Ραφαέλ Ερνάντες, διευθυντής του περιοδικού «Temas», διερωτάται: πώς να «οικοδομήσουμε την συναίνεση»; Οποιαδήποτε ρήξη στην κορυφή θα έθετε σε κίνδυνο το σύστημα στο σύνολό του. Πώς να αντικαταστήσουμε τη διαιτησία που μέχρι πρότινος ασκούσε ο Φιδέλ Κάστρο, ένας χαρισματικός ηγέτης (και «αναντικατάστατος» σύμφωνα με τον αδερφό του τον Ραούλ); Μέσα από μια συλλογικότερη κατεύθυνση, απαντά ο νέος πρόεδρος, εμμένοντας στην ομαλή λειτουργία των θεσμών. Ήδη έχει αποκλείσει τους «ταλιμπάν», παρατσούκλι που έχει δοθεί στους φανατικούς νέους από τους οποίους περιστοιχιζόταν ο πρώην πρόεδρος τα τελευταία χρόνια.
Δεν ξέρουμε αν η ιστορική γενιά η οποία κατέχει ακόμα τις θέσεις-κλειδιά μπορεί να μεταρρυθμίσει αυτό που η ίδια έχτισε ή αν, τρομαγμένη από τις αλλαγές, θα επιλέξει το στρατόπεδο της ακινησίας. Πραγματικά, η σημερινή ηγεσία δεν είναι νεότερη από την προηγούμενη, είναι μάλιστα... πιο ηλικιωμένη. Μερικοί πιστεύουν ότι χρειάζονται καινούργιοι πρωταγωνιστές ώστε να γίνουν πιστευτές οι όποιες μεταλλαγές. Ανάμεσα σε εκείνους που ο χρόνος τους είναι μετρημένος και σε εκείνους για τους οποίους ο χρόνος πιέζει, η ιστορία δεν έχει καταλήξει ακόμα.
«Πολίτης»