Η μάχη για την κατάκτηση της περίβλεπτης αυτής θέσης ανάμεσα στα κράτη που παρουσίασαν υποψήφιους και τους υψηλούς γραφειοκράτες του οργανισμού, που προσπαθούν από το οχυρό της Γραμματείας να υποστηρίξουν ή να εδραιώσουν τις θέσεις τους, είναι σκληρή. Η ξύλινη γλώσσα, την οποία χρησιμοποιούν για να καλύψουν τα συμφέροντά τους, δεν μπορεί να κρύψει το γεγονός ότι η πλειονότητά τους θυσίασε τις θεμελιώδεις αρχές της UNESCO, υπό την προεδρία Ματσούρα (1999-2009).
Ο οργανισμός, που δημιουργήθηκε το 1945 για ν’ αποτελέσει θεσμό πνευματικής επαγρύπνησης στο πλαίσιο του ΟΗΕ, είχε έναν ευγενή στόχο: «καθώς οι πόλεμοι γεννιούνται στο πνεύμα των ανθρώπων, είναι σε αυτό που πρέπει να γαλουχήσουμε την υπεράσπιση της ειρήνης». Για να το κατορθώσουν, οι θεμελιωτές του ευνόησαν τις ελεύθερες ανταλλαγές στην εκπαίδευση, την επιστήμη, τον πολιτισμό και την επικοινωνία προκειμένου να πετύχουν μία ειρήνη θεμελιωμένη στο «δημοκρατικό ιδεώδες», σεβόμενοι την πολιτισμική ποικιλομορφία της κάθε χώρας. Σ’ έναν κόσμο, ο οποίος βρίσκεται σε κρίση, το καταστατικό της UNESCO διατηρεί μια εκπληκτική επικαιρότητα.
Την περίοδο 1978-1980, η UNESCO κατηγορήθηκε από το Ιδρυμα Heritage, ένα υπερσυντηρητικό αμερικάνικο think tank, ότι προστατεύει... κομμουνιστές και δέχτηκε κριτικές κατά την προεδρία Ρέιγκαν (1981-1989). Ενοχλημένες από το γεγονός ότι ένας Αφρικανός -ο Σενεγαλέζος Μαχτάρ Μ’Μπόου (1974-1987)- διηύθυνε την UNESCO με «υπέρμετρη πολιτικοποίηση», (2) οι ΗΠΑ αποχώρησαν το 1984, στερώντας, έτσι, από έναν οργανισμό που αποτελούσε διεθνές βήμα έκφρασης για τις αναπτυσσόμενες χώρες το 20% του τακτικού προϋπολογισμού του.
Τον Σεπτέμβρη του 2003, ενθαρρυμένες από έναν «φίλο» γενικό διευθυντή, τον Ματσούρα, οι ΗΠΑ επιστρέφουν, έπειτα από 19 χρόνια απουσίας, αναγνωρίζοντας τη «σημαντική πρόοδο που έκανε η UNESCO για τη μεταρρύθμισή της». (3) Πιεσμένη, μάλιστα, να επανενταχθεί, την ώρα που ο ΟΗΕ αρνούνταν να εγκρίνει τις πολεμικές βλέψεις του Τζορτζ Μπους στο Ιράκ, η Ουάσιγκτον αναγκάστηκε να δηλώσει ότι επιστρέφει στην UNESCO «για να σηματοδοτήσει τη δέσμευσή της υπέρ της ανθρώπινης αξιοπρέπειας». (4) Όμως αμέσως μετά την επιστροφή της, αντιτίθεται στην υιοθέτηση της Διακήρυξης περί άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς (5) και παρεμποδίζει τη σύνταξη της Συνθήκης για την προστασία της διαφορετικότητας στην πολιτιστική έκφραση. Τελικά, παρ’ όλο που ψηφίστηκε τον Οκτώβριο του 2005, τέθηκε σε ισχύ μόνο στις 18 Μαρτίου 2007. Εκθειάζοντας «τα προσόντα» του Ματσούρα, η Λουίζ Ολιβιέ, αμερικανίδα πρεσβευτής στην UNE-SCO, λυπάται που «η χώρα της δεν έχει δικαίωμα βέτο, όπως στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ». (6)
Οι τριτοκοσμικοί
Παλιότερα, η Ουάσιγκτον κατηγορούσε τον Μ’ Μπόου ότι «διαχειρίστηκε με αφρικάνικο τρόπο έναν οργανισμό στον οποίο η παντελής έλλειψη διαφάνειας στα έξοδα και η υπέρμετρη ανοχή (...) εμπόδιζαν να γνωρίζουμε σε ποιο σημείο βρισκόμαστε». (7) Ύστερα από δέκα χρόνια θητείας του Ματσούρα, ποιος είναι στην πραγματικότητα ο απολογισμός της «μεταρρύθμισης» που τόσο θερμά χαιρετήθηκε από τις ΗΠΑ;
Παρά το γεγονός ότι κέρδισε την εκτίμηση και το θαυμασμό για τα προγράμματα διάσωσης της πολιτιστικής κληρονομιάς της ανθρωπότητας -όπως τη διατήρηση του τέμπλου του Αμπού Σιμπέλ στην Αίγυπτο, της τοποθεσίας του Άγκορ στην Καμπότζη, του οβελίσκου του Άξουμ στην Αιθιοπία- καθώς και για τη διεθνή δεκαετία προώθησης του πολιτισμού της μη βίας και της ειρήνης προς όφελος των παιδιών του κόσμου (2001-2010), η UNESCO εκπληρώνει, άραγε, τους στόχους που της όρισε ο ΟΗΕ;
Πρέσβης της Ιαπωνίας στη Γαλλία, ο Ματσούρα εκλέχτηκε γενικός διευθυντής το 1999 χάρη στην υποστήριξη του πρωθυπουργού του και παιδικού του φίλου Ομπούσι Κέιζο και χάρη στις υποσχέσεις (που δεν κράτησε) να φέρει ιαπωνικούς πόρους, εκτός προϋπολογισμού, για τις δραστηριότητες της οργάνωσης.
Η στήριξη του ιδρύματος Σασακάβα, ενός από τους κυριότερους δωρητές του ΟΗΕ, του οποίου ο ιδρυτής Σασακάβα Ρυοΐτσι είναι εγκληματίας πολέμου και νονός της γιακούζα (της ιαπωνικής μαφίας), (8) ήταν επίσης απαραίτητη. Ο Ζακ Σιράκ, ο οποίος δεν έκρυψε ποτέ την προτίμησή του για τον ιαπωνικό πολιτισμό, υπήρξε επίσης ευνοϊκός στην εκλογή του.
Πρώτη φορά στην ιστορία της, η UNESCO βρίσκεται υπό την καθοδήγηση μιας προσωπικότητας ξένης προς τους τομείς δραστηριότητάς της: Πράγματι, ο Ματσούρα δεν διαθέτει καμία εμπειρία στον τομέα της παιδείας, της επιστήμης και του πολιτισμού. Περιφρονεί, εξάλλου, τους κώδικες και τους κανόνες οι οποίοι διέπουν την οργάνωση. Αφού ορκίστηκε ανεξαρτησία σε σχέση με τη χώρα του, όπως οφείλουν όλοι οι ηγέτες των οργάνων του ΟΗΕ, ο Ματσούρα αναλαμβάνει το ρόλο του διευθυντή από... την πρεσβεία του. Αφοσιωμένοι δημόσιοι υπάλληλοι του φέρνουν τους φακέλους της UNESCO.
Μετά την εγκατάστασή του, ο Ματσούρα προχωρεί την οικονομική «μεταρρύθμιση». Πολιτική, η οποία του επιτρέπει να εξαλείψει κάθε ίχνος διοικητικής διαχείρισης, αλλά ακόμη και προγράμματα όπως «ο πολιτισμός της ειρήνης» του ισπανού προκατόχου του Φεντερίκο Μαγιόρ, και να καταργήσει καμιά πενηνταριά θέσεις υψηλής υπευθυνότητας «για τη μείωση των εξόδων», παρά το καταστατικό και τους κανονισμούς του προσωπικού της UNESCO και του διεθνούς κώδικα της δημόσιας διοίκησης.
Η Ντιάν Ντιφρέν, υπάλληλος εδώ και είκοσι χρόνια της... σωφρονιστικής διοίκησης του Καναδά, αναλαμβάνει τη θέση της διευθύντριας ανθρώπινου δυναμικού και προχωρεί σε απολύσεις. Από τότε, η UNESCO καταδικάστηκε πολλές φορές από το δικαστήριο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εργασίας.
Οι οικονομικές «μεταρρυθμίσεις» θίγουν εξίσου και τον τομέα του πολιτισμού: το περιοδικό «Courrier de l’Unesco» παύει να εκδίδεται, παρ’ όλες τις προτάσεις χρηματοδότησής του από τα κράτη-μέλη και την αναγκαιότητα για τη Γραμματεία να διαθέτει μια βιτρίνα δημοσιότητας.
Βιβλία στην πυρά
Επίσης, χιλιάδες ιστορικά βιβλία, αναφορές, έρευνες, δημοσιεύσεις και έγγραφα, που αφορούν κυρίως την Αφρική, τη Λατινική Αμερική και τον αραβικό κόσμο, καταστράφηκαν το 2004 και το 2005 εξαιτίας της έλλειψης χώρου αποθήκευσης και μνήμης των υπολογιστών! Ελλείψει εμπειρίας στον τομέα της παιδείας, ο Ματσούρα χρηματοδοτεί την καταστροφή των βιβλίων αντί τη διανομή τους.
Οι επιθέσεις πολλαπλασιάζονται, κυρίως ενάντια στην Παγκόσμια Ομοσπονδία Σωματείων, Κέντρων και Ομάδων της UNESCO (FMACU), που ιδρύθηκε το 1981 (αντικαθιστώντας τις παλιές ομάδες της UNESCO). Επίσης τα δεκατέσσερα μέλη του Εκτελεστικού της Συμβουλίου, παρ’ όλο που είναι νόμιμα εκλεγμένα με σεβασμό στη γεωπολιτιστική κατανομή, παρενοχλούνται και το 2005 παραμερίζονται εντελώς από μία ομάδα εννέα ατόμων, την οποία διευθύνει ο Εϊτζι Ατόρι, ιάπωνας συνταξιούχος υπάλληλος της UNESCO, που αυτοανακηρύχτηκε πρόεδρος της Ομοσπονδίας. (9) Τέτοιοι χειρισμοί επηρεάζουν επίσης την ύπαρξη άλλων μη κυβερνητικών οργανώσεων και συνδεδεμένων οργανισμών.
Ο Ματσούρα καταπιάστηκε με την υποδούλωση της UNESCO στην Ιαπωνία και με την εφαρμογή «μεταρρυθμίσεων», αρεστών στην Ουάσιγκτον. «Ικανοί και προικισμένοι» Αμερικανοί τοποθετήθηκαν σε πολυάριθμες θέσεις. (10) Διορισμένος το 2005, με την πίεση της πρώην πρώτης κυρίας των ΗΠΑ, Λόρας Μπους (η οποία χρίστηκε από τον Ματσούρα «πρέσβης καλής θελήσεως της UNESCO» ώς το 2012), ο Πίτερ Σμιθ είναι ένα καλό παράδειγμα της σύνθεσης της νέας ομάδας.
Παλιός ρεπουμπλικάνος βουλευτής της πολιτείας του Βέρμοντ υπό την προεδρία του Ρονάλντ Ρέιγκαν, ο Σμιθ κατηγορήθηκε για ρατσισμό, όταν ήταν καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Μόντερεϊ Μπέι, στην Καλιφόρνια. Ως γενικός υποδιευθυντής παιδείας, έπρεπε να αναδιαμορφώσει το τμήμα, του οποίου μία από τις προτεραιότητες και ένας από τους πιο δαπανηρούς στόχους είναι το περίφημο πρόγραμμα «Εκπαίδευση για όλους» (ΕΓΟ).
Για να το κατορθώσει, ο Σμιθ ακολούθησε τις συμβουλές μίας αμερικάνικης εταιρείας, της Navigant Συμβουλευτική, η οποία δεν είχε την παραμικρή ικανότητα σε αυτό τον τομέα, αλλά με την οποία υπέγραψε πανάκριβα συμβόλαια: «Ανάμεσα στον Ιούνιο του 2005 και τον Αύγουστο του 2006, για ένα ποσό της τάξεως των 2,15 εκατ. δολαρίων, χωρίς διαγωνισμό, παραβιάζοντας τους κανόνες της UNESCO» με τη στήριξη του Ματσούρα. (11)
Οταν εγκάλεσαν, τον Σμιθ για τις σχέσεις του με την Navigant Συμβουλευτική υποχρεώθηκε σε παραίτηση, όχι όμως πριν δηλώσει ότι οι αντιμεταρρυθμιστές εμπόδιζαν τη δράση του. «Διαλύουν την UNESCO χωρίς να το λένε», επαναλαμβάνεται στους διαδρόμους. Αντιδράσεις αγανάκτησης απέναντι στη διαρκή περιφρόνηση του Ματσούρα για τα δύο όργανα της διοίκησης γίνονται αισθητές εδώ κι εκεί. Όμως, ο υπαρκτός κίνδυνος να εξελιχθεί η κατάσταση σε κυνήγι όσων κατήγγειλαν τη διαφθορά και τα καταστροφικά αποτελέσματα εμποδίζει τον κόσμο να εκφραστεί.
Κατά τα λεγόμενα του συνδικάτου του προσωπικού, της STU, η πολιτική που εφαρμόζεται αποσκοπεί, πράγματι, στη διάλυσης της οργάνωσης, γεγονός το οποίο κατήγγειλαν δύο ανώνυμες αναφορές, η μία στα τέλη του 2008 και η άλλη τον Ιούνιο του 2009.
Μια μερίδα του προσωπικού διοίκησης κατήγγειλε τη διαφθορά και τις αυθαίρετες πρακτικές του διευθυντή και της «κλίκας» του, η οποία, σε διάρκεια δέκα ετών, κατέστησαν την UNESCO μία «αναποτελεσματική και δαπανηρή» οργάνωση, στην οποία «η σπατάλη, η απάτη, η κατάχρηση της εμπιστοσύνης και της εξουσίας όπως και η παρενόχληση βρίσκονται σε διαρκή αύξηση». (12) Το κείμενο στηλίτευε, επίσης, τα κράτη-μέλη, τη Γενική Συνέλευση και το Εκτελεστικό Συμβούλιο, υπεύθυνα με τις πράξεις ή την απραξία τους για τη φθορά της οργάνωσης. Παρ’ όλο τον κώδωνα του κινδύνου, οι ίδιες πρακτικές συνεχίζονται.
Σε στενό κύκλο
Το 2002 υπήρξε η σκέψη να δημοσιεύεται, κάθε δύο χρόνια, μία παγκόσμια έκθεση για ένα συγκεκριμένο ζήτημα το οποίο θα καθόριζε ο ίδιος ο Ματσούρα. Η προετοιμασία της πρώτης (και μοναδικής) έκδοσης ανατέθηκε στο γραφείο ανάπτυξης καθοδηγούμενο από ένα συμβούλιο στο οποίο προέδρευε η Φρανσουάζ Ριβιέρ, διευθύντρια του γραφείου του γενικού διευθυντή. Περιφρονώντας την ποικιλομορφία των πνευματικών προσεγγίσεων και τη γεωπολιτιστική προέλευση, η παγκόσμια έκθεση με θέμα «η οικοδόμηση της κοινωνίας της γνώσης» συμπεριέλαβε μόνο επτά από τις πενήντα τρεις συγγραφικές συνεισφορές που η UNESCO παρήγγειλε στο νότιο ημισφαίριο.
Δεδομένου ότι η έδρα της UNESCO βρίσκεται στο Παρίσι, θα επικαλεστεί τη γεωγραφική της θέση για να δικαιολογήσει την υπερβολική παρουσία γάλλων, και ιδιαιτέρως παριζιάνων, συγγραφέων. Ωστόσο, όπως σημειώνεται στην αναφορά του ορκωτού λογιστή, «το επιχείρημα αυτό, ενδεχομένως αποδεκτό στο πλαίσιο των διασκέψεων "Διάλογοι και συνεντεύξεις" χάνει την αξία του όταν δεν πρόκειται να προσκαλέσουμε ομιλητές αλλά να παραγγείλουμε γραπτές εισηγήσεις», των οποίων το κόστος ποικίλλει όχι σε σχέση με το μέγεθος του κειμένου αλλά ανάλογα με το συγγραφέα.
Το ίδιο συμβαίνει και για τις «εικοσάλεπτες παρεμβάσεις, μπροστά σε εκατοντάδες άτομα, οι οποίες κοστίζουν στην οργάνωση έως και 12.000 δολάρια». (13) Κατά τη διάρκεια της σύνταξης της έκθεσης από το 2002 ώς το 2005 υπογράφηκαν «86 συμβόλαια συνολικού ποσού 526.937 δολ.», (14)
«Kυριακάτικη Ελευθεροτυπία»