Πράγματι, πριν από δεκαοκτώ μήνες, αντί να τεθεί ως προϋπόθεση για τη χορήγηση βοήθειας στις τράπεζες που κατέρρεαν η συμμετοχή του κράτους στο κεφάλαιό τους, η οποία, στη συνέχεια, θα μπορούσε να μεταπωληθεί εξασφαλίζοντας σημαντικά κέρδη, η γαλλική κυβέρνηση προτίμησε να τους χορηγήσει δάνειο με ανέλπιστους γι’ αυτές όρους.
Έτσι, οι μέτοχοι των τραπεζών κέρδισαν 20 δισ. ευρώ, ένα ποσό, δηλαδή, που αντιστοιχεί στο έλλειμμα της γαλλικής κοινωνικής ασφάλισης τον περασμένο χρόνο (22 δισ. ευρώ). Μάλιστα, το ποσό αυτό είναι σαράντα φορές μεγαλύτερο από εκείνο που εξοικονομεί το κράτος με την μη αντικατάσταση ενός στους δύο δημόσιους υπαλλήλους που συνταξιοδοτούνται.
Ίσως, λοιπόν, η εκλογική ανάκαμψη του Εθνικού Μετώπου και γενικότερα της άκρας δεξιάς στην Ευρώπη έχει κάποια σχέση με αυτή την προσπάθεια να στραφεί η προσοχή της κοινής γνώμης, αφενός, στο να διυλίζει τον κώνωπα των άνευ ιδιαίτερης σημασίας θεμάτων που της επιβάλλονται προς συζήτηση μέσα από ένα πραγματικό μιντιακό σφυροκόπημα, και, αφετέρου, να καταπίνει την κάμηλον των ζητημάτων που, ναι μεν είναι υψηλής προτεραιότητας, όμως, κάποιοι ισχυρίζονται ότι είναι υπερβολικά πολύπλοκα για τους κοινούς θνητούς.
Υστέρα από το φιάσκο των περιφερειακών εκλογών, ο Νικολά Σαρκοζί θα ρίξει όλο του το βάρος στη «μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού». Δεδομένου ότι το κοινωνικό και το οικονομικό διακύβευμά της είναι σημαντικά, είναι σίγουρο ότι η γαλλική κυβέρνηση θα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να στρέψει την προσοχή της κοινής γνώμης στο «ζήτημα της μπούργκας», αναζωπυρώνοντας τον δημόσιο διάλογο.
Προφανώς, η απάντηση στον ελιγμό που επιχειρεί η κυβέρνηση δεν μπορεί να συνίσταται στο να την ακολουθήσουμε σε αυτόν τον ολισθηρό δρόμο - δίνοντας την εντύπωση ότι υπερασπιζόμαστε ένα σύμβολο του σκοταδισμού. Κι είναι ακόμα πιο αυτονόητο ότι δεν τίθεται θέμα να κατηγορήσουμε ως ρατσιστές τους άντρες και τις γυναίκες που συμμετέχουν στο φεμινιστικό κίνημα και οι οποίοι αποδοκιμάζουν τη χρήση αυτού του ενδύματος.
Όμως, πώς είναι δυνατόν να αγνοήσουμε την αστεία πλευρά του ζητήματος, όπου η δεξιά, η οποία σχεδόν παντού έχει συνδέσει το πεπρωμένο της με εκείνο της Εκκλησίας, της πατριαρχίας και της ηθικής τάξης, ανακαλύπτει, ξαφνικά, το νέο της πάθος για τον φεμινισμό, τον ανεξίθρησκο χαρακτήρα του κράτους και την ελεύθερη σκέψη; Ε, λοιπόν, στην περίπτωσή της, το Ισλάμ κάνει πραγματικά θαύματα!
Το 1988, ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος διαδέχτηκε τον Ρόναλντ Ρέιγκαν, αφού προηγουμένως είχε επιδοθεί σε μια προεκλογική εκστρατεία απίστευτης δημαγωγίας, κατά τη διάρκεια της οποίας είχε ζητήσει να ποινικοποιηθεί το κάψιμο της αστερόεσσας, μια πράξη που διαπράττεται μία έως επτά φορές το χρόνο... Εύκολα μαντεύει κανείς πόσο θαρραλέοι πρέπει να ήταν οι αμερικανοί αντιπρόσωποι του λαού οι οποίοι έσπευσαν να ψηφίσουν -με πλειοψηφία που υπερέβαινε το 90%- μια νομοθετική διάταξη η οποία ικανοποιούσε το συγκεκριμένο αίτημα (η οποία βέβαια ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο).
Την ίδια, ακριβώς, στιγμή, ξεσπούσε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στην οικονομική ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, η χρεοκοπία των ταμιευτηρίων: Το Κογκρέσο είχε καταργήσει το πλέγμα των νομοθετικών περιορισμών που αφορούσαν τη λειτουργία αυτών των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα οποία, στη συνέχεια, λεηλατήθηκαν από απατεώνες. Και μάλιστα, αυτοί οι απατεώνες είχαν την ενθάρρυνση πολιτικών τους οποίους είχαν χρηματοδοτήσει για την προεκλογική εκστρατεία τους.
Το 1988, κανείς ή σχεδόν κανείς δεν είχε αναφερθεί στον κίνδυνο παρόμοιας απάτης, παρά το γεγονός ότι το ενδεχόμενο ήταν γνωστό. Βέβαια, επρόκειτο για ένα περίπλοκο ζήτημα• επιπλέον, η προσοχή όλων ήταν στραμμένη στην υπεράσπιση της σημαίας. Το σκάνδαλο των ταμιευτηρίων κόστισε 500 δισεκατομμύρια δολάρια στον αμερικανό φορολογούμενο. Σύντομα, θα ανακαλύψουμε τι κρύβεται στην πραγματικότητα κάτω από την «μπούργκα». Και πόσο θα μας κοστίσει.