Ομως, αυτό που ο πρόεδρος της Κεντρικής Αμερικανικής Τράπεζας, Μπεν Μπερνάνκι, χαρακτηρίζει ως «τη χειρότερη χρηματοπιστωτική κρίση στην παγκόσμια ιστορία, συμπεριλαμβανομένης και της Μεγάλης Υφεσης [του 1929]», (2) δεν επέφερε καμία ποινική δίωξη στις ΗΠΑ. Η Goldman Sachs, η Morgan Stanley και η JP Morgan είχαν ποντάρει στην κατάρρευση των επενδύσεων υψηλού ρίσκου, τις οποίες συνιστούσαν πιεστικά στους πελάτες τους... Την έβγαλαν, στη χειρότερη περίπτωση, με κάποια πρόστιμα, τις περισσότερες φορές όμως με μπόνους.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, μετά τη δόλια χρεοκοπία των αμερικανικών αποθεματικών ταμείων, οχτακόσιοι τραπεζίτες βρέθηκαν πίσω από τα κάγκελα. Τώρα πια, η δύναμη των τραπεζών, η οποία αυξήθηκε κι άλλο χάρη στις αναδιαρθρώσεις που τους εξασφάλισαν τη συγκέντρωση της εξουσίας τους, μοιάζει να τους εξασφαλίζει και την ατιμωρησία απέναντι σε κράτη τα οποία έχουν λυγίσει υπό το βάρος του δημόσιου χρέους. Οι επόμενοι υποψήφιοι για τον Λευκό Οίκο, με πρώτο τον Μπαράκ Ομπάμα, ζητιανεύουν από τώρα τη συνεισφορά της Goldman Sachs για την καμπάνια τους. Ο διευθυντής της ΒΝΡ Paribas δεν διστάζει να απειλεί τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις με παύση των δανειοδοτήσεων σε περίπτωση που επιχειρήσουν να επιβάλουν σοβαρούς κανονισμούς στη λειτουργία των τραπεζών. Ο οίκος αξιολόγησης Standard & Poor’s, ο οποίος, παρεμπιπτόντως, είχε βαθμολογήσει με άριστα (ΑΑΑ) την αξιοπιστία της Enron, της Lehman Brothers, της Bear Stearns καθώς και όλων των ειδών τα «τοξικά ομόλογα» (junk bonds), σχεδιάζει να μειώσει τη βαθμολογία της αμερικανικής υπερδύναμης εάν δεν μειώσει συντομότερα τις δημόσιες δαπάνες της.
Τρία χρόνια συνόδων της G20, οι οποίες στόχευαν στη γέννηση μιας «νέας πλανητικής συμφωνίας», διατήρησαν τελικά άθικτο ένα σύστημα που συνδυάζει την τραπεζική απορύθμιση και τα αστρονομικά πριμ για τις μικρές διάνοιες της «χρηματοπιστωτικής καινοτομίας» με την επιβάρυνση των φορολογουμένων και των κρατών για όλες τις ζημιές που προκαλεί. Οι γάλλοι σοσιαλιστές εξανίστανται επειδή «μέσα στη χρονιά που ακολούθησε την κρίση των subprimes, οι κυβερνήσεις διέθεσαν περισσότερα χρήματα για να στηρίξουν τις τράπεζες και τους χρηματοπιστωτικούς θεσμούς από όσα ξόδεψε ο κόσμος μέσα σε μισόν αιώνα για να βοηθήσει τις φτωχές χώρες! ». (3) Αλλά, τα γιατρικά που διατυμπανίζουν μοιάζουν είτε με μπαλώματα (πρόσθετος φόρος 15% για τις τράπεζες) είτε με ευσεβείς πόθους (κατάργηση των φορολογικών παραδείσων, δημιουργία ενός δημόσιου οίκου αξιολόγησης, φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών), από τη στιγμή που η υλοποίησή τους συνδέεται με μια εξαιρετικά απίθανη «συντονισμένη δράση των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης».
Ετσι, αυτό που έπρεπε να είναι «η κρίση που κάνει το ποτήρι να ξεχειλίσει», έγινε μια κρίση για το τίποτα. Ο Αντριου Τσενγκ, βασικός σύμβουλος της κινεζικής επιτροπής τραπεζικού ελέγχου, υποδεικνύει ότι η παθητικότητα έχει να κάνει με το «πρόβλημα κατοχής» του χρηματοπιστωτικού συστήματος επί των κρατών. (4) Οτι οι πολιτικοί ιθύνοντες, δηλαδή, συμπεριφέρονται συχνότατα σαν μαριονέτες που νοιάζονται πάνω από όλα να μη διαταράξουν το πάρτι των τραπεζιτών.
«Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»