el | fr | en | +
Accéder au menu

Οι παλιές μέθοδοι της νέας Δεξιάς στη Χιλή

Το 2018, όταν εκλέχθηκε για δεύτερη φορά πρόεδρος της Χιλής, ο Σεμπαστιάν Πινιέρα, υποσχέθηκε τη ρήξη με την «παλαιά Δεξιά» (κληρονομιά του στρατηγού Αουγούστο Πινοσέτ). Και για ένα διάστημα φάνηκε συνεπής με το πρόγραμμα του. Δώδεκα χρόνια αργότερα και λίγους μήνες πριν τις γενικές και προεδρικές εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου, οι ταραχές και η νέα Συντακτική Συνέλευση με ενισχυμένη την αριστερά, διαμορφώνουν ένα διαφορετικό τοπίο. Επιστροφή μέσα από το αρχείο μας, στον Μάιο του 2011. Αποστολή, Από το αρχείο μας, Μάιος 2011

Η Λότα, μια παλιά πόλη με ορυχεία, η οποία βρέχεται από τα κρύα νερά του Ειρηνικού, βρίσκεται σε απόσταση πεντακοσίων χιλιομέτρων από το Σαντιάγο. Εδώ, ίσως περισσότερο από ό,τι στην πρωτεύουσα, ξεδιπλώνεται το πολιτικό σχέδιο του Χιλιανού προέδρου, Σεμπαστιάν Πινιέρα.

Ένα ηλιόλουστο πρωινό, στην καρδιά του καλοκαιριού του νότιου ημισφαιρίου. Η αγορά σε ώρα αιχμής, η ψαριά της ημέρας γεμίζει τους αυτοσχέδιους πάγκους: κοχύλια, αχινοί, φύκια, διάφορα είδη ψαριών… Σε ένα κοφίνι, η Μαρία δείχνει μερικά ωραία καπνιστά ψάρια που ο άντρας της έπιασε στα ανοιχτά. Με γνήσιο χαμόγελο και τα χέρια φαγωμένα από τη δουλειά, διαλαλεί το εμπόρευμα στους περαστικούς: «2.000 πέσος το κομμάτι!», δηλαδή 2,90 ευρώ το ψάρι. Όπως την προηγούμενη και όλες τις άλλες ημέρες, πρέπει να περιοριστεί σε μια είσπραξη γύρω στα δέκα ευρώ -δηλαδή, αναλογικά λιγότερο από τον μέσο μισθό, που φθάνει περίπου τα 450 ευρώ τον μήνα. «Εδώ, όλος ο κόσμος δουλεύει σκληρά» εξηγεί η Μαρία. «Το ψάρεμα δεν είναι πιά αυτό που ήταν: τα ψάρια όσο πάνε και λιγοστεύουν». Όμως για τους κατοίκους της Λότα (και άλλων παράκτιων περιοχών της Χιλής), το κόστος ζωής έχει αυξηθεί σημαντικά τον τελευταίο χρόνο. Και αυτό γιατί, όπως λέει χαμογελαστά η Μαρία, «μετά την καταστροφή, έρχεται η ανοικοδόμηση!»

Στις 27 Φεβρουαρίου του 2010, ένας πολύ ισχυρός σεισμός έπληξε τη Χιλή. Μερικές ώρες αργότερα, τσουνάμι σάρωσε τις νότιες ακτές της χώρας σε μήκος εκατοντάδων χιλιομέτρων. Απολογισμός; 550 νεκροί, σημαντικές υλικές ζημιές και περίπου 800.000 πληγέντες. Ιδιαίτερα στις πιο φτωχές περιοχές της χώρας, όπως το Μάουλε και το Μπιομπίο, όπου βρίσκεται και η πόλη της Λότα. Εδώ -παρά τις προσπάθειες του δήμου- όπως και στην Κονσεπσιόν (την πρωτεύουσα της επαρχίας), μεγάλες ποσότητες από μπάζα βρίσκονται ακόμη σε πολλά σημεία και δυσχεραίνουν την κυκλοφορία στους δρόμους. Κτίρια γεμάτα ρωγμές κινδυνεύουν να πέσουν πάνω στους περαστικούς. Ωστόσο, στις 13 Απριλίου 2010, ο πρόεδρος Πινιέρα (που είχε εκλεγεί τον Ιανουάριο του ίδιου χρόνου) διακήρυσσε: «Κύριο καθήκον μας και αποστολή της κυβέρνησής μας είναι να εργαστούμε για την εθνική ενότητα, για την ανοικοδόμηση της χώρας, να αντιμετωπίσουμε την έκτακτη κατάσταση και να βοηθήσουμε τα θύματα του σεισμού».

Το μαχαίρι της Μαρίας στριφογυρίζει. Έχει ακουμπήσει κάτω τα ψάρια της για να ετοιμάσει ένα ζουμερό «ceviche», ένα πιάτο με μαριναρισμένα θαλασσινά. Οι υποσχέσεις της κυβέρνησης; «Το σχέδιο ανοικοδόμησης είναι σκέτα λόγια! Μας έχουν εγκαταλείψει». Δεν βλέπουμε, όμως, εδώ και εκεί, εργοτάξια και διάφορα συνεργεία να δουλεύουν; Ακούγοντας τη συζήτηση, δύο άντρες πλησιάζουν και μας δείχνουν με το δάχτυλο έναν λόφο: «Οι νέες οικοδομές που βλέπετε εκεί προορίζονται για πώληση, όχι για τα θύματα του σεισμού. Όσοι έχασαν τα σπίτια τους ζουν σαν ζητιάνοι, ο ένας πάνω στον άλλον μέσα σε μικροσκοπικά σπίτια. Οι περισσότεροι δεν έχουν ηλεκτρικό ρεύμα ούτε τρεχούμενο νερό».

Έξι μέτρα επί τρία, οι ξύλινες επιφάνειες που προστατεύουν από κάθε είδους κακοκαιρία: τα «έκτακτα καταλύματα» μοιάζουν περισσότερο με καλύβες. Σχεδιασμένα για τέσσερα άτομα, συνήθως φιλοξενούν περισσότερους. Κατά την επίσκεψη, μια ερώτηση κυριαρχεί πώς θα μπορέσουν χιλιάδες άνθρωποι να περάσουν τον χειμώνα μέσα σε τέτοιες συνθήκες; Κανείς δεν έχει την απάντηση. «Την ίδια στιγμή», συμπληρώνει η Μαρία, «μερικοί πάμπλουτοι κύριοι δεν ξέρουν τι να κάνουν τα λεφτά τους».

Ένας πρόεδρος που δεν ήρθε από το σεράι

Επισήμως, το σχέδιο ανοικοδόμησης πέτυχε. Οι παραμελημένοι, όμως, εκφράζουν την οργή τους. Παρ’ ότι η κυβέρνηση είχε ανακοινώσει τη χορήγηση ενισχύσεων σε 220.000 δικαιούχους, στην πλειονότητα πρόκειται για βοηθήματα αποκατάστασης των ζημιών στις κατοικίες και όχι ενισχύσεις για την οικοδόμηση νέων κατοικιών. Μόλις 12.503 νεόδμητες κατοικίες είχαν παραδοθεί στα τέλη Φεβρουαρίου του 2011. Όσο για τις οικογένειες που έχουν βρει καταφύγιο σε πρόχειρα καταλύματα, ο Φρανσίσκο Ιραράσαμπαλ, ένας από τους εκτελεστικούς γραμματείς του υπουργείου Στέγασης, παραδέχεται ότι για το 40% (δηλαδή 1.700 οικογένειες) «είναι πιθανόν να μη βρεθεί λύση» (1). Κλασική περίπτωση; Φυσικά. Και, ακριβώς σε αυτό το σημείο, η φυσική καταστροφή αποκαλύπτει τον χαρακτήρα του πολιτικού σχεδίου του Χιλιανού προέδρου, το οποίο υποτίθεται ότι στηρίζεται στον ερχομό μιας «νέας Δεξιάς», «σε ρήξη με την εποχή της δικτατορίας» (2) του Αουγούστο Πινοσέτ (1973-1990).

Ο Πινιέρα δεν προέρχεται σε καμία περίπτωση από το θερμοκήπιο της Δεξιάς. «Όταν αποφάσισε να μπει στην πολιτική», επισημαίνει ο δημοσιογράφος Ερνέστο Καρμόνα, «χτύπησε πρώτα την πόρτα του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (PDC)», ενός συντηρητικού και μάλλον κεντρώου κόμματος, του οποίου ο πατέρας του Πινιέρα ήταν ένας από τους ιδρυτές. «Δεν του έλειπαν οι λόγοι για μια τέτοια ενέργεια: είχε ψηφίσει “όχι” στον Αουγούστο Πινοσέτ στο δημοψήφισμα του 1988 (όπου προτεινόταν η παραμονή του δικτάτορα στην εξουσία μέχρι το 1997). Για κάποιο διάστημα, ο Πινιέρα ήταν με το ένα πόδι στο PDC, όπου δεν είχε μεγάλα περιθώρια ελιγμών, και με το άλλο στη Δεξιά, η οποία του προσέφερε μεγαλύτερες ευκαιρίες» (3). Τελικά, επιλέγει να προσχωρήσει στο κόμμα Εθνική Ανανέωση (RN), το νεοφιλελεύθερο μόρφωμα της πολιτικής σκηνής, παρά να ενταχθεί στην Ανεξάρτητη Δημοκρατική Ένωση (UDI), η οποία είχε στενές σχέσεις με την Opus Dei και συγκέντρωνε τους πιστούς του στρατιωτικού καθεστώτος. Βέβαια, η απόσταση του Πινιέρα από τη δικτατορία παραμένει πολύ σχετική. Ο ένοικος του προεδρικού μεγάρου εμφανίζεται, το 1989, ως σύμβουλος του Ερνάν Μπούτσι, του πρώην υπουργού Οικονομικών του στρατηγού Πινοσέτ. Εξάλλου, η Συμμαχία για την Αλλαγή, κάτω από τη σημαία της οποίας παρουσιάζεται ο Πινιέρα, αποτελείται από φιλελεύθερους αλλά και από συντηρητικούς καθολικούς της UDI.

Υπουργικό ή διοικητικό συμβούλιο;

Μάλιστα, παρ’ όλο που ο Πινιέρα δήλωνε στις 8 Ιανουαρίου 2010, στην εφημερίδα «La Nacion», ότι «δεν είναι αμαρτία» που εργάστηκε για το καθεστώς Πινοσέτ, αυτό συμβαίνει μάλλον επειδή η συγκεκριμένη περίοδος ήταν επικερδής για τον ίδιο. Κατά τη διάρκεια αυτών των «μαύρων χρόνων» πλούτισε επενδύοντας στην αγορά ακινήτων, στις κατασκευές και, κατόπιν, στον τραπεζικό τομέα. Αξιοποιώντας την υποστήριξη του μεγαλύτερου αδελφού του -ο οποίος υπήρξε υπουργός Εργασίας του καθεστώτος και αρχιτέκτονας της ιδιωτικοποίησης των συνταξιοδοτικών ταμείων- γλιτώνει τη φυλακή για μια υπόθεση σοβαρής τραπεζικής απάτης, στην οποία οφείλει μέρος της περιουσίας του (4). Στη συνέχεια, έρχεται η αγορά πακέτου μετοχών της εταιρείας πολιτικής αεροπορίας Lan Chile (στην οποία θα γίνει πρόεδρος) και, τέλος, η επένδυση σε κλάδους που θα του επιτρέψουν να αποκτήσει ευρύτατη αναγνωρισιμότητα: μεταξύ 2005 και 2006, αγοράζει τον ιδιαίτερα δημοφιλή ποδοσφαιρικό σύλλογο Κόλο Κόλο και το τηλεοπτικό κανάλι Chilevision. Από τότε, ο Πινιέρα βρίσκεται μεταξύ των πεντακοσίων ανθρώπων με τη μεγαλύτερη περιουσία στον κόσμο. Το αμερικανικό περιοδικό «Forbes» τον θεωρεί τον 51ο ισχυρότερο άνθρωπο στον πλανήτη. Άλλωστε, ο τραπεζικός του λογαριασμός δεν υπέφερε από τον ερχομό του στην προεδρία. Ενισχύθηκε κατά 200 εκατομμύρια δολάρια μέσα σε έναν χρόνο, για να φθάσει τα 2,4 δισεκατομμύρια. Οι κακές γλώσσες καταγγέλλουν το ασυμβίβαστο των δύο δραστηριοτήτων. Ο Πινιέρα απαντά ότι μόνον «οι νεκροί και οι άγιοι δεν βιώνουν σύγκρουση συμφερόντων» (5).

Πάντως, ο Πινιέρα, μολονότι πλούτισε κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και αναρριχήθηκε στην προεδρία με την υποστήριξη της UDI, κηρύσσει τη ρήξη. Κατ’ αρχήν γιατί, πρώτη φορά από το 1958, η Δεξιά πήρε την εξουσία μετά από εκλογές. Και, κατόπιν, επειδή επιδιώκει να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο ασκείται η πολιτική και να διοικήσει το κράτος σαν μια επιχείρηση -σαν μια από τις δικές του.

Η «κυβέρνηση των αρίστων» που έχει συγκροτήσει μοιάζει περισσότερο με διοικητικό συμβούλιο εταιρείας παρά με υπουργικό συμβούλιο. Περισσότεροι από τους μισούς υπουργούς προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα, με μικρή (ή και ανύπαρκτη) πρότερη πολιτική εμπειρία. Για παράδειγμα, ο υπουργός Εξωτερικών, Αλφρέδο Μορένο, απέκτησε «διπλωματική» εμπειρία ως… μέλος της διοίκησης της αλυσίδας σουπερμάρκετ Falabella, κατά την επέκταση της εταιρείας στις γειτονικές χώρες. Ο Χουάν Αντρές Φοντάινε, ο νέος υπουργός Οικονομίας, είναι διευθυντής του Κέντρου Δημοσίων Μελετών (CEP), ενός από τους ομίλους προβληματισμού της φιλελεύθερης Δεξιάς, και συνδέεται με τον επιχειρηματικό όμιλο Μάτε (δασικές εκμεταλλεύσεις, τηλεπικοινωνίες, χρηματοοικονομικά), ιδιοκτησίας μιας από τις πλουσιότερες οικογένειες της χώρας.

Ο Πινιέρα εννοεί να ελέγχει προσωπικά τα πάντα, επιβάλλοντας στους συνεργάτες του τον ξέφρενο ρυθμό που συνεπάγεται η υπερέκθεσή του στα μέσα ενημέρωσης. Για αρκετές εβδομάδες γοητεύει τη χώρα και μεγάλο μέρος του πλανήτη, χάρη στη διάσωση των τριάντα τριών μεταλλωρύχων που είχαν εγκλωβιστεί στο ορυχείο του Σαν Χοσέ (στην έρημο Ατακάμα). Μια επιχείρηση την οποία θεωρεί «χωρίς προηγούμενο στην ιστορία της ανθρωπότητας» (6).

Σύντομα γίνεται λόγος για «πινιερισμό»: επομένως, η «αλλαγή» φαίνεται να συνέβη για τα καλά. Άλλωστε, οι σκληροπυρηνικοί της παραδοσιακής Δεξιάς -από τους οποίους εξαρτάται η κοινοβουλευτική πλειοψηφία- δεν δηλώνουν, άραγε, εκνευρισμένοι; Ορισμένα έγγραφα από την πρεσβεία των Ηνωμένων Πολιτειών στο Σαντιάγο, τα οποία αποκαλύπτει το WikiLeaks, βρίθουν ανέκδοτων περιστατικών γύρω από τον αδελφοκτόνο πόλεμο μεταξύ της «παλαιάς φρουράς» και του «μεγιστάνα». Και η ένταξη στον κύκλο του προεδρικού «προσωπικού» ορισμένων πολιτικών ηγετών -όπως ο Αντρές Αγιαμάντ (RN) και η Εβελιν Ματέι (UDI), υπουργοί Άμυνας και Εργασίας, αντίστοιχα- δεν αρκεί για να ηρεμήσουν τα πνεύματα.

Και αυτό γιατί, εκτός του ύφους, ορισμένες από τις πολιτικές του νέου προέδρου εκνευρίζουν τους συμμάχους του: πανεπιστημιακά κονδύλια για την κατάρτιση νέων καθηγητών, περιορισμός της δικαιοδοσίας των στρατιωτικών δικαστηρίων, επέκταση της άδειας μητρότητας στους έξι μήνες, μέτρα ενίσχυσης της υγειονομικής κάλυψης των συνταξιούχων, προειδοποιήσεις να γίνει σεβαστός ο κατώτατος μισθός για τους οικιακούς υπαλλήλους, μερική επαναχωροθέτηση των σχεδίων κατασκευής θερμοηλεκτρικού σταθμού μετά από οικολογικές κινητοποιήσεις, πρόταση να δοθεί δικαίωμα ψήφου στους Χιλιανούς που κατοικούν στο εξωτερικό, αυτόματη εγγραφή στους εκλογικούς καταλόγους και, στις 11 Μαρτίου 2011, θέσπιση, μέσω (περιορισμένης) μεταβίβασης πόρων, του «ηθικού οικογενειακού εισοδήματος», το οποίο προορίζεται για μισό εκατομμύριο ανθρώπους που ζουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας. Στο διεθνές πεδίο, ο Πινιέρα αναγνωρίζει το παλαιστινιακό κράτος -«ελεύθερο, κυρίαρχο και ανεξάρτητο»-, κατά το προηγούμενο αρκετών, συχνά αριστερών, λατινοαμερικάνων ηγετών (7).

«Ψήφισα τον Πινιέρα γιατί πέτυχε στη ζωή του»

Για τον Ροδρίγο Χινσπέτερ, έμπιστο του επιχειρηματία προέδρου και υπουργό Εσωτερικών, αυτό είναι η «νέα Δεξιά»: «κοινωνική και δημοκρατική», «λαμβάνει υπόψη νέους προβληματισμούς», ιδιαίτερα «τη δέσμευση υπέρ των ανθρώπινων δικαιωμάτων, τη σχέση μεταξύ ανάπτυξης και περιβάλλοντος, την ισορροπία μεταξύ οικονομίας και κοινωνικής δικαιοσύνης» (8). Πρόγραμμα που βαθαίνει την κρίση της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, η οποία είναι ανίκανη να διατυπώσει εναλλακτικές προτάσεις. Σε τέτοιο σημείο, που οι βουλευτές του κεντροαριστερού Συντονισμού (της συμμαχίας σοσιαλδημοκρατών, σοσιαλιστών και χριστιανοδημοκρατών, που βρίσκονταν στην εξουσία από το τέλος της δικτατορίας μέχρι το 2010) υποστηρίζουν τακτικά τα σχέδια της κυβέρνησης.

Με λίγα λόγια, μήπως πρόκειται για ρήξη με τη Δεξιά και συνέχεια της κεντροαριστερής πολιτικής; «Διατήρηση των περισσότερων πολιτικών που εφάρμοσε η Κεντροαριστερά», ήταν, πράγματι, η υπόσχεση του Πινιέρα κατά την προεκλογική του εκστρατεία. Άλλωστε, η σύγκλιση μεταξύ του Πινιέρα και των προκατόχων του ήταν τέτοια ώστε το βρετανικό εβδομαδιαίο περιοδικό «The Economist» κατέληγε, στις 19 Δεκεμβρίου 2009, στο ακόλουθο συμπέρασμα: «Σε πρακτικό επίπεδο, [η νίκη του Πινιέρα] δεν θα είχε παρά περιορισμένο αντίκτυπο». Είναι, όμως, σωστό να ερμηνεύσει κανείς αυτή την αρμονία ως παρέκκλιση προς τα αριστερά της χιλιανής «νέας Δεξιάς»; Ίσως όχι, καθώς, εδώ και χρόνια, η ίδια η Αριστερά -με πρώτο το Σοσιαλιστικό κόμμα- εγγράφεται στη… συνέχεια.

Η νεοφιλελεύθερη μετάλλαξη της Αριστεράς τής εξασφάλισε τα εγκώμια αναλυτών τόσο ελάχιστα ύποπτων για μαρξιστική ειδωλολατρία, όπως ο Γάλλος Γκι Σορμάν. Στη Χιλή, εξηγούσε ο Σορμάν το 2008, το σύστημα των ελεύθερων ανταλλαγών -οι οποίες επιβλήθηκαν, μετά το πραξικόπημα του 1973, από οικονομολόγους που είχαν σπουδάσει στις Ηνωμένες Πολιτείες και εμπνέονταν από τον Μίλτον Φρίντμαν (τα «Chicago boys»)- αποδείχθηκε τόσο «αποτελεσματικό» που, «από τον Πινοσέτ, αρχηγό του κράτους από το 1973 έως το 1990, μέχρι και τη Μισέλ Μπασελέτ, σοσιαλίστρια πρόεδρο από το 2005, η Χιλή δεν άλλαξε καθόλου το ρυθμιστικό πλαίσιο στην οικονομία» (9). Οι Ερνέστο Οτόνε και Σέρχιο Μουνιός Ριμπέρος -και οι δύο πρώην κομμουνιστές που έγιναν σύμβουλοι της Κεντροαριστεράς- αναλύουν τον προσηλυτισμό της χιλιανής αριστεράς στον «οικονομικό ρεαλισμό»: «Ύστερα από αλλεπάλληλες προσγειώσεις στην πραγματικότητα, η Αριστερά κατάλαβε ότι έπρεπε να εγκαταλείψει τις παλαιές απόψεις της για την κακοήθεια του καπιταλιστικού συστήματος. (…) Ακόμη κι αν δυσκολευόμαστε να το παραδεχτούμε, πρέπει να πούμε ότι, σε ορισμένα ζητήματα που συνδέονται με τη λειτουργία της σύγχρονης οικονομίας, (οι καλοί καθηγητές) βρίσκονταν στην “αντίπερα όχθη”» (10).

«Διασχίζοντας το ποτάμι», η συγκεκριμένη αριστερά συνέβαλε στη μεταμόρφωση της γης του Σαλβαδόρ Αλιέντε σε υπόδειγμα για το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο. Στην κατάταξη για την «οικονομική ελευθερία», την οποία δημοσιεύουν κάθε χρόνο η «Wall Street Journal» και το Heritage Foundation, η Χιλή εμφανίζεται εδώ και πολύν καιρό στις πρώτες θέσεις (11η σε σύνολο 179 χωρών), πολύ μπροστά από τη Γαλλία (64η) και ακριβώς μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες. Φιλική φορολόγηση, συνταξιοδοτικά ταμεία που επενδύουν σε ομόλογα, συλλογικά αγαθά -μεταξύ των οποίων εκπαίδευση και υγεία- εμπορευματοποιημένα σε μεγάλο βαθμό, συμφωνίες ελεύθερων ανταλλαγών με τις Ηνωμένες Πολιτείες ή την Κίνα: «Η Χιλή αφήνει πίσω της την υπανάπτυξη και οδεύει με αποφασιστικά βήματα προς την οικοδόμηση ενός ανεπτυγμένου έθνους» υπερηφανευόταν η πρώην πρόεδρος Μπασελέτ, στις 11 Ιανουαρίου 2010. Συνοδευόμενη από τον υπουργό Οικονομικών της, η σοσιαλίστρια ηγέτης κρατούσε στα χέρια της ένα πολύτιμο τρόπαιο: την ένταξη της χώρας στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, τον ΟΟΣΑ, ο οποίος ιδρύθηκε το 1961 και έχει τριάντα τέσσερα κράτη-μέλη που επιδιώκουν την προώθηση «της δημοκρατίας και της οικονομίας της αγοράς». Η Χιλή ήταν η πρώτη χώρα της Λατινικής Αμερικής που έγινε δεκτή σε αυτήν την επίλεκτη λέσχη.

Νεοφιλελεύθερη Αριστερά και Δεξιά της ρήξης; Ελλείψει πραγματικής εναλλακτικής, την αλλαγή στα μάτια μερίδας των λαϊκών τάξεων την ενσάρκωσε ο Πινιέρα. Ο Ιβάν, τριαντάρης, είναι πλανόδιος πωλητής στο κέντρο της πρωτεύουσας. Μέσα στο νέφος της Αλαμέδα (της κεντρικής αρτηρίας του Σαντιάγο) και στην κακοφωνία των «micros» (των λεωφορείων) πουλάει γλυκίσματα και τσιγάρα με το κομμάτι: «Ξέρετε, για μένα, αυτή η κυβέρνηση δεν αλλάζει και πολλά πράγματα. Εάν ψήφισα τον Πινιέρα, είναι επειδή τουλάχιστον πέτυχε στη ζωή του. Και ελπίζω να κάνει το ίδιο και με τη χώρα, για να ωφεληθούμε κι εμείς λιγάκι».

Ωστόσο, η ρητορική του κοινωνικού μεταρρυθμισμού του προέδρου δεν τον εμπόδισε να ριζοσπαστικοποιήσει λίγο περισσότερο τον νεοφιλελευθερισμό του. Το έδειξε η από μέρους του διαχείριση των συνεπειών του μεγάλου σεισμού. Οι διαδικασίες ανοικοδόμησης της παράκτιας ζώνης, όταν δεν αποτελούν αποδεδειγμένα αντικείμενο πελατειακών πρακτικών (11) , μοιάζουν να εμπνέονται από τη «στρατηγική του σοκ», την οποία περιέγραψε η Ναόμι Κλάιν στο ομώνυμο βιβλίο της (2007). Η ανακοίνωση για προσωρινά μεγαλύτερη φορολόγηση των επιχειρήσεων και για αυξήσεις στις συμβάσεις παραχώρησης σε ορισμένες μεγάλες εταιρείες εξόρυξης, οι οποίες αποσκοπούν στη συγκέντρωση περισσότερων από τρία δισεκατομμύρια δολάρια σε τέσσερα χρόνια, έγινε δεκτή με σκεπτικισμό. Τελικά, ο συγκεκριμένος μηχανισμός απογοήτευσε όσους πίστευαν σε μια μάλλον απίθανη κεϊνσιανή στροφή. Οι (συχνά πολυεθνικές) εταιρείες εξόρυξης, οι οποίες καταβάλλουν, σε εθελοντική βάση, τη συμπληρωματική διετή εισφορά, απέσπασαν εγγυήσεις για την παράταση ισχύος έως το 2025 των συμβάσεων παραχώρησης που είναι από τις φθηνότερες στον κόσμο! Παράλληλα, η ανάγκη για φρέσκο χρήμα προσέφερε την ονειρεμένη ευκαιρία για την προώθηση νέων ιδιωτικοποιήσεων «μη απαραίτητων» αγαθών στον κλάδο της ενέργειας (εταιρεία ηλεκτρισμού Edelnor) και του καθαρισμού των υδάτων (Aguas Andinas). Επιπλέον, προωθούνται νόμοι για μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας και για νέες παραχωρήσεις ορυχείων στο ξένο κεφάλαιο. Σε τελική ανάλυση, σύμφωνα με τον οικονομολόγο Ούγο Φάσιο, «το ταμείο ανοικοδόμησης θα χρησιμεύσει ως πρόσχημα για την αποδυνάμωση του κράτους και την παράδοση ορισμένων στοιχείων του δημόσιου πλούτου στα ιδιωτικά συμφέροντα» (12).

Η αντιτρομοκρατική νομοθεσία πάντα σε ισχύ

Παρά τις κάποιες διαμαρτυρίες της «παλαιάς Δεξιάς», και η «νέα» δεν κακομεταχειρίζεται πραγματικά την κοινωνική βάση της. «Η συγκεκριμένη κυβέρνηση είναι η κυβέρνηση των επιχειρήσεων». Η Μπιμπιάνα Ουρίμπε δεν πιστεύει τους μύθους περί κοινωνικής και δημοκρατικής Δεξιάς. «Ο νόμος της αγοράς ρυθμίζει τα πάντα και, όταν κάποιος δεν το δέχεται, η καταστολή είναι άμεση» καταγγέλλει. Η πρόεδρος της Εταιρείας Υπεράσπισης και Προώθησης των Λαϊκών Δικαιωμάτων, που συμμετέχει και στη Διεθνή Ομοσπονδία Οργανώσεων για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, γνωρίζει για ποιο πράγμα μιλάει. Η Ουρίμπε, με κουρασμένο πρόσωπο, αποκαλύπτει, ανάμεσα σε δύο τσιγάρα, τη διάτρητη πολιτική που ακολούθησε τον σεισμό, τις στημένες διώξεις της αστυνομίας εναντίον μέρους του ελευθεριακού κινήματος, την κατάσταση ενός σωφρονιστικού συστήματος που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο ογδόντα ενός κρατουμένων από πυρκαγιά στη φυλακή Σαν Μιγέλ, την αναιμική δέσμευση για απονομή δικαιοσύνης υπέρ των θυμάτων των στρατιωτικών. Και, ως σταθερά, τη στοχοποίηση του ιθαγενούς λαού των Μαπούτσε.

Τον τελευταίο καιρό, στην κωμόπολη του Κανιέτε, στη νότια Χιλή, εκτυλίχθηκε μια δίκη-έμβλημα της πολιτικής της «νέας Δεξιάς» στο Ουαλμάπου (την επαρχία των Μαπούτσε): δεκαεπτά «comuneros» κατηγορούνταν για κλοπή, εμπρησμό, συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση… στη βάση της έκτακτης νομοθεσίας -του λεγόμενου «αντιτρομοκρατικού» νόμου- που χρονολογείται από την εποχή της δικτατορίας. Αντιβαίνοντας σε όλους τους διεθνείς κανόνες, η νομοθεσία αυτή επιτρέπει στην κατηγορούσα αρχή την αξιοποίηση «αποδείξεων» που προέρχονται από ανώνυμους μάρτυρες (13). Μετά από τρεισήμισι μήνες κινητοποιήσεων και μια ατελείωτη απεργία πείνας (ογδόντα έξι ημέρες), οι περισσότεροι κατηγορούμενοι απελευθερώθηκαν. Η Νατιβιδάδ Γιανκιγέο είναι εκπρόσωπος των «πολιτικών κρατουμένων Μαπούτσε» (δύο από τους αδελφούς της βρίσκονται στη φυλακή). Στα είκοσι έξι της, η φοιτήτρια της νομικής ενσαρκώνει τη νέα γενιά που επιστρέφει στην κοινότητα για να υπηρετήσει «το στόχο». Σύμφωνα με τη Γιανκιγέο, μολονότι η απεργία πείνας δεν έφερε όλα τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, επέτρεψε τουλάχιστον «να αρχίσει να καταλαβαίνει ο κόσμος». Και, κυρίως, ο Πινιέρα υποχρεώθηκε να διαπραγματευθεί.

Και, μάλιστα, αρκετά επιδέξια. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, επεδίωξε να συγκεντρώσει την προσοχή, ζητώντας να μην εφαρμοστεί η αντιτρομοκρατική νομοθεσία κατά των Μαπούτσε και να τερματιστεί η διπλή δίωξη πρώτα της στρατιωτικής και, κατόπιν, της πολιτικής δικαιοσύνης. Ωστόσο, οι συγκεκριμένες εξαγγελίες στα μέσα ενημέρωσης δεν εμπόδισαν, στην πράξη, τη συνέχιση αυτού που η Γιανκιγέο χαρακτηρίζει «πολιτική δίκη» και την καταδίκη τεσσάρων μελών του Συντονισμού Μαχόμενων Κοινοτήτων Αραούκο-Μαγέκο (CAM), μεταξύ τους και του ηγέτη της οργάνωσης, Εκτορ Γιαϊτούλ, ο οποίος ενδέχεται να περάσει μέχρι και είκοσι πέντε χρόνια στη φυλακή.

Η επιθεώρηση εργασίας βεβαιώνει ότι, το 2010, ο ιδιωτικός τομέας έχασε το ισοδύναμο τριών χιλιάδων τριακοσίων ημερών εργασίας λόγω απεργιών, δηλαδή καταγράφεται αύξηση 192% σε σχέση με το 2000. Σύμφωνα με το Ενωτικό Κέντρο Εργατών (CUT), τη μεγαλύτερη συνδικαλιστική συνομοσπονδία, ο πρώτος χρόνος της «νέας Δεξιάς» ήταν «χαμένος για τους εργάτες, για τους πολίτες, για την εμβάθυνση της δημοκρατίας» (14). Η CUT ασκεί κριτική για τις επανειλημμένες αυξήσεις των τιμών και για την άρνηση ουσιαστικής αύξησης του κατώτατου μισθού. Το ζήτημα της τιμής του φυσικού αερίου είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο. Στις αρχές της χρονιάς, προκάλεσε γενικό ξεσηκωμό μιας εβδομάδας στην επαρχία Μαγκαγιάνες, υποχρεώνοντας την κυβέρνηση να υποχωρήσει. Τον Φεβρουάριο, έρευνα της εταιρείας Adimark αποκάλυψε ότι το 49% των Χιλιανών ήταν αντίθετο με την πολιτική του Πινιέρα. Ωστόσο, τίποτε δεν προμηνύει ακόμη την εμφάνιση ενός κοινωνικού και πολιτικού μετώπου αρκετά ισχυρού ώστε να κλονίσει έναν πρόεδρο που ήδη προετοιμάζει τις εκλογές του 2014 (στις οποίες δεν μπορεί να είναι υποψήφιος), προωθώντας τους πιο δημοφιλείς υπουργούς του, με απώτερο στόχο μια νέα θητεία το… 2018.

Μορφή της Αριστεράς, ο Μανουέλ Καμπιέσες είναι ένας εγκάρδιος λεβεντάνθρωπος που έχει περάσει τα 75. Στο γραφείο του, στην οδό Σαν Ντιέγο, όπου εκδίδει σε πολύ αντίξοες συνθήκες το περιοδικό «Punto Final», επικρίνει την κυβέρνηση των «κληρονόμων της δικτατορίας» και καλεί στη δημιουργία μιας «νέας Αριστεράς», ανεξάρτητης από τον κεντροαριστερό Συντονισμό. Έχει επίγνωση των δυσκολιών που πρέπει να υπερπηδηθούν: «Ζούμε σε μια περίοδο ακόμη πιο σκληρή από εκείνη που έζησα στα νιάτα μου, γεγονός που οφείλεται σε είκοσι χρόνια αποπολιτικοποίησης και κοινωνικού κατακερματισμού. Η ήττα μας στις 11 Σεπτεμβρίου του 1973 μας κυνηγάει ακόμα».

Franck Gaudichaud

Καθηγητής Ιστορίας και Λατινοαμερικανικών Σπουδών στο πανεπιστήμιο Toulouse Jean-Jaurès, συντονιστής της συλλογικής έκδοσης «Gouvernements progressistes en Amérique latine (1998-2018). La fin d’un âge d’or», Presses universitaires de Rennes, 2021.

(2«S. Pinera : la nueva derecha que se desprende de la dictadura», «El Mundo», Μαδρίτη, 16 Ιανουαρίου 2006.

(3Ernesto Carmona, «Υο, Pinera», Mare Nostrum, Σαντιάγο, 2010.

(4Ana Veronica Pena, «La historia no contada de los origenes de la fortuna de Sebastian Pinera», «La Nacion», Σαντιάγο, 19 Απριλίου 2009.

(5«Pinera: “Solo los muertos y los santos no tienen conflicto de intereses”», «Clarin», Μπουένος Αϊρες, 9 Απριλίου 2010.

(6«Au Chili, derrière l’euphorie médiatique, les hommes», La valise diplomatique, 14 Νοεμβρίου 2010.

(7Βλ. Maurice Lamoine, «L’Amérique latine s’invite en Palestine», «Le Monde diplomatique», Φεβρουάριος 2011.

(8«Hinzpeter: sus definiciones y la nueva derecha», «Capital», Σαντιάγο, Νοέμβριος 2010.

(9Guy Sorman, «L’économie ne ment pas», Fayard, Παρίσι, 2008.

(10Ernesto Ottone και Sergio Munoz Riveros, «Apres la révolution. Rêver en gardant les pieds sur terre», L’Atalante, Ναντ, 2008.

(11Τον Απρίλιο, η Jacqueline Van Rysselberghe (UDI), ταμίας της επαρχίας Μπιομπίο, υποχρεώθηκε να παραιτηθεί επειδή, κατά την ανοικοδόμηση, επεφύλαξε ευνοϊκή μεταχείριση σε ομάδα κατοίκων που δεν είχαν πληγεί από τον σεισμό (Radio Cooperativa, 3 Απριλίου 2011).

(12Hugo Fazio, «La “formula” de Pinera para reducir el Estado», χιλιανή έκδοση της «Monde diplomatique», Μάιος 2010.

(13Βλ. τον φάκελο της Amnesty International Chili : «Conflicto Mapuche/Ley antiterorrista», www.amnistia.cl.

(14«La CUT frente al primer ano de Pinera», 11 Μαρτίου 2011.

Μοιραστείτε το άρθρο