Η τεχνολογία έχει άραγε αυτόνομη ύπαρξη; Μπορεί να λειτουργήσει χωρίς τους ανθρώπους; Στη διάρκεια της ιστορίας, η απάντηση ήταν συχνά θετική, σήμερα ωστόσο πολλοί ιστορικοί και κοινωνιολόγοι πιστεύουν πως κάτι τέτοιο είναι αφελές και αβάσιμο. Κι όμως, ο χρηματοπιστωτικός τομέας βασίζεται όλο και περισσότερο σε αυτόματες συναλλαγές, τις οποίες εκτελούν αλγόριθμοι, που μπορούν να αναγνωρίσουν και να χρησιμοποιήσουν μεταβολές τις οποίες ένας απλός χρηματιστής ούτε καν θα παρατηρούσε. Το περιοδικό «Forbes», ένα από τα σημαντικότερα του χώρου, ζήτησε πρόσφατα βοήθεια από την εταιρεία Narrative Science καθώς ήθελε να δημιουργεί αυτόματα άρθρα στο Διαδίκτυο, ώστε την παραμονή των οικονομικών αποτελεσμάτων των μεγάλων εταιρειών να υπάρχουν προβλέψεις. Γι’ αυτό, αρκεί να «ταΐσεις» στατιστικά στοιχεία ένα λογισμικό και σε δευτερόλεπτα παράγονται κείμενα που διαβάζονται χωρίς πρόβλημα. «Χάρη στην πλατφόρμα τεχνητής νοημοσύνης της Narrative Science, τα δεδομένα μετατρέπονται σε κατανοητά άρθρα», εξηγούν από το «Forbes».
Σε περίπτωση που η ειρωνεία της κατάστασης σας έχει διαφύγει, ας το πούμε διαφορετικά: αυτόματες πλατφόρμες «συντάσσουν» πλέον τις εκθέσεις για τις εταιρείες που κερδίζουν χρήματα χάρη σε εξειδικευμένους υπολογιστές που εκτελούν αυτόματο «trading». Στο τέλος, τα κείμενα αυτά θα ξαναμπούν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αφού δίνουν στους αλγόριθμους τα μέσα να αναγνωρίζουν συναλλαγές ακόμα πιο κερδοφόρες. Και ούτω καθεξής. Μια δημοσιογραφία των ρομπότ για τα ρομπότ. Το χρήμα πάντως συνεχίζει να συγκεντρώνεται σε ανθρώπινα χέρια.
Για την ώρα, οι επιχειρήσεις που αναπτύσσουν προγράμματα αυτόματης δημοσιογραφίας κινούνται γύρω από πολύ συγκεκριμένους τομείς –σπορ, χρηματιστηριακά, κτηματομεσιτικά– όπου τα άρθρα συντάσσονται γύρω από τον ίδιο καμβά, στον οποίο συγκεντρώνονται πάρα πολλές στατιστικές. Αρχίζουν όμως να ενδιαφέρονται και για την πολιτική δημοσιογραφία. Η Narrative Science προτείνει μια νέα υπηρεσία που δημιουργεί άρθρα για τις αναφορές των αμερικανικών εκλογών από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπως το Twitter (θεματική, ποιοι υποψήφιοι αναφέρονται περισσότερο/λιγότερο σε ποια πολιτεία/περιοχή κ.λπ.). Η συγκεκριμένη υπηρεσία μπορεί και να αναφέρει τα πιο δημοφιλή ή τα πιο ενδιαφέροντα tweets. Θα πρέπει να το παραδεχτούμε, ότι για την ανάλυση του Twitter, κανείς δεν είναι καλύτερος από τα ρομπότ.
Καταλαβαίνουμε χωρίς δυσκολία γιατί οι πελάτες της Narrative Science (έχει πολλές δεκάδες) εκτιμούν ιδιαίτερα της υπηρεσίες της. Καταρχάς είναι πολύ πιο φθηνές από το να πληρώνεις δημοσιογράφους, οι οποίοι και αρρωσταίνουν και μερικές φορές και απαιτούν έναν ελάχιστο σεβασμό. Κατά δεύτερο, η Narrative Science διατείνεται ότι τα άρθρα της είναι πιο ολοκληρωμένα –και πιο αντικειμενικά– από αυτά που θα έγραφε ο οποιοσδήποτε ρεπόρτερ. Λογικό, ποιος θα είχε τον απαιτούμενο χρόνο να διαβάσει και να αναλύσει εκατομμύρια tweets; Βέβαια, ο στόχος δεν είναι απλώς να δημιουργείς στατιστικές αλλά να βρίσκεις σε αυτές το νόημα. Θα μπορούσε άραγε η Narrative Science να αποκαλύψει το σκάνδαλο Ουότεργκέιτ; Μάλλον όχι. Ωστόσο, σήμερα, τα περισσότερα άρθρα που γράφονται από δημοσιογράφους, δεν έχουν ούτε κι αυτά τέτοιες φιλοδοξίες…
Οι υπεύθυνοι της εταιρείας επαναλαμβάνουν ότι θέλουν απλώς να «βοηθήσουν» τους δημοσιογράφους, όχι να τους εξαφανίσουν –και χωρίς αμφιβολία είναι ειλικρινείς. Είναι όμως πιθανό ότι οι ρεπόρτερ, αρθρογράφοι και άλλοι δημοσιογράφοι δεν εκτιμούν παρά ελάχιστα την υπέροχη αυτή εφεύρεση, αντίθετα από τους εργοδότες τους. Όπως και να ’χει, σε βάθος χρόνου, οι επιπτώσεις τέτοιου τύπου τεχνολογιών στην κοινωνία –οι οποίες μόλις ξεκινούν– θα μπορούσαν να αποδειχθούν ιδιαίτερα προβληματικές.
Στο Διαδίκτυο, κάθε κίνησή μας καταγράφεται. Ένα κλικ, μια ανάγνωση, ένα βίντεο, μια αγορά, ένα «μου αρέσει», κάθε δράση μπαίνει στη μνήμη και κατόπιν επαναχρησιμοποιείται για να κατευθύνει έξυπνα αυτό που θα εμφανιστεί στο πρόγραμμα πλοήγησης που χρησιμοποιούμε, στις εφαρμογές μας. Μόλις πρόσφατα, οι επικριτές του Διαδικτύου φοβούνταν ότι η προσωποποίηση του Web θα μπορούσε να καταλήξει σ’ ένα κόσμο όπου θα διαβάζαμε κυρίως τα άρθρα που αφορούν τα κέντρα ενδιαφέροντός μας, χωρίς ποτέ να επιχειρούμε να βγούμε έξω από τις «ζώνες άνεσης». Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η ατελείωτη σειρά από συνδέσμους έχουν καταστήσει ξεπερασμένους τέτοιου είδους φόβους. Όμως, η ανάδυση της «αυτόματης δημοσιογραφίας» θα μπορούσε να δημιουργήσει μια κατάσταση που κανείς δεν θα φανταζόταν λίγα χρόνια πριν: τι θα συμβεί εάν, κάνοντας κλικ πάνω στον ίδιο σύνδεσμο, δύο άτομα πέσουν πάνω σε δύο κείμενα εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους;
Ας υποθέσουμε ότι με βάση το ιστορικό της χρήσης του Διαδικτύου, το προφίλ μου δείχνει ότι έχω δίπλωμα ανώτατης εκπαίδευσης και ότι περνώ ώρες στην ιστοσελίδα του «The Economist». Σε αυτήν την περίπτωση, θα έπεφτα πάνω σ’ ένα κείμενο πολύ πιο εξειδικευμένο από τον γείτονά μου, που διαβάζει περισσότερο την «USA Today». Το ίδιο, αν από το ιστορικό μου προκύπτει ότι ενδιαφέρομαι για την επικαιρότητα, ένα άρθρο γραμμένο από υπολογιστή με θέμα την Αντζελίνα Τζολί θα μου έδινε στοιχεία σχετικά με την ταινία της για τον πόλεμο στη Βοσνία, ενώ ο γείτονάς μου, που ενδιαφέρεται περισσότερο για τη ζωή των σταρ, θα διάβαζε για τη ζωή της με τον Μπραντ Πιτ.
Ο στόχος της αυτόματης δημοσιογραφίας είναι να γράφει και να τροποποιεί άμεσα τα άρθρα, καθώς και να τα εξατομικεύει ώστε να προσαρμόζονται σε ενδιαφέροντα του αναγνώστη. Οι διαφημιστές και οι εκδότες είναι ενθουσιασμένοι, αφού έτσι σπρώχνουν τον χρήστη του Διαδικτύου να περνά περισσότερη ώρα στις ιστοσελίδες τους. Ποιες είναι όμως οι κοινωνικές επιπτώσεις; Στην καλύτερη των περιπτώσεων, οι χρήστες κινδυνεύουν να βρεθούν παγιδευμένοι σ’ ένα φαύλο κύκλο, να καταναλώνουν ειδήσεις χαμηλής ποιότητας και να μην βλέπουν πια ότι υπάρχει και ένας διαφορετικός κόσμος. Η κοινοτική φύση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η οποία δίνει την εντύπωση ότι ξέρουμε τα πάντα για τα πάντα, ενδυναμώνει τη συγκεκριμένη τάση.
Τι θα συμβεί εάν οι γίγαντες των νέων τεχνολογιών επενδύσουν μαζικά σ’ αυτήν την αγορά και αντικαταστήσουν τους μικρούς παίκτες όπως η Narrative Science; Το Kindle της Amazon επιτρέπει στο χρήστη να ψάχνει τις άγνωστες λέξεις στο λεξικό και να υπογραμμίζει φράσεις. Η εταιρεία καταγράφει τη δραστηριότητα, η οποία θα της είναι χρήσιμη εάν ποτέ αποφασίσει να αποκτήσει έναν αυτόματο παραγωγό εξατομικευμένων πληροφοριών. Έτσι κι αλλιώς, η Amazon ξέρει ποια εφημερίδα διαβάζω, ποιο είδος άρθρων μου αρέσει, ποιες φράσεις τραβούν την προσοχή μου, ποιες λέξεις μού ξυπνούν το ενδιαφέρον. Κερασάκι στην τούρτα, έχω ήδη την ταμπλέτα της, όπου θα μπορούσα να διαβάζω (δωρεάν) τέτοιου τύπου άρθρα.
Και η Google; Γνωρίζει τις συνήθειές μου καλύτερα από τον καθένα, αλλά διαθέτει επίσης και τις Ειδήσεις Google, μια υπηρεσία που επιλέγει άρθρα. Όπως και το Google Translate, που επίσης συλλέγει φράσεις…
Η ιδέα ότι περισσότερη αυτοματοποίηση μπορεί να σώσει τη δημοσιογραφία είναι ελάχιστα σωστή, αλλά δεν θα πρέπει να λιθοβολήσουμε τους εφευρέτες όπως η Narrative Science. Αν χρησιμοποιηθούν έξυπνα, οι τεχνολογίες αυτές θα μπορούσαν να επιτρέψουν στα μέσα ενημέρωσης να κάνουν σωτήριες οικονομίες και στους δημοσιογράφους να αφιερωθούν σε έρευνες, αντί να ξαναγράφουν το ίδιο άρθρο. Η πραγματική απειλή έρχεται από την άρνησή μας να ασχοληθούμε με τις κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες ενός κόσμου όπου η ανώνυμη ανάγνωση θα έχει εξαφανιστεί. Ενός κόσμου ονειρεμένου από τους διαφημιστές, όπου η κριτική, πληροφορημένη και αντικομφορμιστική σκέψη θα είναι δύσκολο και να αναπτυχθεί και να προστατευθεί.