Ο «Μπάνι» διαβεβαιώνει ότι χρωστά τον πλούτο αυτό στη γενναιοδωρία των 510 χιλιάδων μελών του συλλόγου του «Στηρίζω το Ισλάμ», οι φτωχότεροι από τους οποίους συνεισφέρουν 1,5 Ευρώ το μήνα. Ο ιμάμης δεν είναι διόλου ευχαριστημένος που πρέπει να μοιραστεί το όνομα της οργάνωσής του, την οποία ίδρυσε πάνω από 20 χρόνια πριν, με ένα από τα ένοπλα κινήματα των Τουαρέγκ στο Βορρά, που δημιουργήθηκε το 2011. Στο ίδιο υπέροχο σαλόνι όπου μας υποδέχεται, εξομολογεί, δικάζει, υποδέχεται τους πιστούς που ζητούν ευλογία (και μια φωτογραφία με τον ιμάμη) αλλά επίσης δεξιώνεται τους πλούσιους συνεισφέροντες της Δυτικής Αφρικής ή της διασποράς στην Ευρώπη, εν ολίγοις όλη την καλή κοινωνία του Μπαμάκο.
Η συνεχώς ανοδική φήμη του, οφείλεται στο ότι γεμίζει στάδια των 50.000 θέσεων. «Η δημοφιλία μου οφείλεται στην αλήθεια, που έρχεται από τον Αλλάχ», εξηγεί σε διστακτικά γαλλικά, αυτός που παρουσιάζεται ως «εξυγιαντής της θρησκείας» ενώ «υπεραμύνεται της χώρας ενάντια στους βάρβαρους που της επιτέθηκαν». Διαβεβαιώνει ότι «ποτέ μα ποτέ» ένας πνευματικός αρχηγός δεν πρέπει να γίνεται πολιτικός άνδρας. Ωστόσο, ο πρώην μαθητής των κορανικών σχολών της πόλης Σεγκού, ο οποίος κηρύττει εδώ και 30 χρόνια, έγινε πρόεδρος της επιτροπής συντονισμού των κληρικών, που δημιουργήθηκε στις 25 του περασμένου Νοεμβρίου.
«Ευτυχώς είναι μετρημένος, μάλλον λαϊκός και στρέφεται ανοιχτά ενάντια στη σαρία. Αποτελεί ανάχωμα για μια ενδεχόμενη ισλαμική εξτρεμιστική στροφή», εξηγεί ο Τιεμπιλέ Ντραμέ, ένας από τους αντιπροέδρους του Συνασπισμού για το Μάλι, που συγκεντρώνει ενώσεις και κόμματα που αναζητούν διέξοδο στην κρίση.
Ωστόσο, το αυξανόμενο βάρος των κληρικών, όλων των πεποιθήσεων, προκαλεί εφιάλτες στους πολιτικούς. «Είπαν ότι ήρθε η ώρα τους. Προσπάθησαν να μιμηθούν την “αραβική άνοιξη”», εκτιμά ο Αχμέντ Κουλιμπάλι, στέλεχος στις μεταφορές. «Φυσικά δεν έχουν τις ικανότητες των αιγύπτιων Αδελφών Μουσουλμάνων, για παράδειγμα, αλλά το κράτος του Μάλι είναι πολύ αδύναμο και η εξουσία είναι στο δρόμο, στα χέρια εκείνων που φωνάζουν δυνατότερα».
Το Ανώτατο ισλαμικό συμβούλιο, ένας άλλος ανεπίσημος θεσμός, επιβλήθηκε στην κοινωνία: το 2011, μετά την ενορχήστρωση λαϊκών διαδηλώσεων, κέρδισε την τροποποίηση του αστικού κώδικα από το κοινοβούλιο (που μόλις τον είχε υιοθετήσει) μειώνοντας, για παράδειγμα, στα 16 από τα 18 τη νόμιμη ηλικία γάμου για τις κοπέλες. Ο ηγέτης του, Μαχμούντ Ντίκο, τοποθέτησε τον εξ’ απορρήτων του, Μαμαντού Ντιαμουντάνι, στην κεφαλή της εκλογικής επιτροπής, την ώρα που πετύχαινε τη δημιουργία ενός υπουργείου θρησκευμάτων (μέχρι τον Σεπτέμβριο 2012, ο κλήρος υπάγονταν στο υπουργείο πολιτισμού και τεχνών).
Παρ’ όλο που, όπως κι άλλοι, καταδίκασε την καταστροφή των μαυσωλείων του Τιμπουκτού από τους Σαλαφιστές, ο Ντίκο εγείρει υποψίες ότι συμπαθεί –ιδεολογικά τουλάχιστον- κάποιες ένοπλες ομάδες του βορρά. Πιστεύεται ότι μπαίνει σε πειρασμό από ένα ουαχαμπισμό, που κερδίζει συνεχώς έδαφος υπό την επήρεια της Σαουδικής Αραβίας ή του Κατάρ. Σε ρήξη με το κυρίαρχο στη Δυτική Αφρική ασκητικό Ισλάμ, η τάση αυτή έχει κερδίσει το ένα πέμπτο των τόπων λατρείας της χώρας. Και οι κληρικοί της, όπως και οι στρατιωτικοί, ευελπιστούν να βάλουν τα πράγματα σε τάξη, σε μια χώρα που έχει χάσει το μπούσουλα.