el | fr | en | +
Accéder au menu

ΗΠΑ

Η αξιοπιστία των παπαγάλων

Ο οποιοσδήποτε μπορεί να πει και να γράψει ό,τι θέλει -ιδιαίτερα για τις ΗΠΑ. Σε λιγότερο από έξι μήνες, η συγκεκριμένη χώρα πέρασε από το στάδιο του αναγεννημένου φοίνικα (οικονομική ανάκαμψη, ενεργειακή αυτονομία, κυριαρχία των πολυεθνικών του κλάδου της πληροφορικής, ανάσταση της αυτοκινητοβιομηχανίας) στο στάδιο της αυτοκρατορίας σε παρακμή, εξαιτίας της συμπεριφοράς του προέδρου της, η οποία κρίνεται ως άβουλη.

Στο εξής, το να αναλύεις την «παράξενη αδυναμία της Αμερικής» (1) έχει αναδειχθεί σε μικρή βιομηχανία. Στην περίπτωση της Συρίας, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα θα μπορούσε, πράγματι, να έχει κάνει κακό στην αξιοπιστία της χώρας του με το να μην ξεκινήσει, όπως το επιθυμούσαν σφόδρα το Παρίσι και κάποιες στρατιωτικές μεγαλοφυΐες, μια ακόμα στρατιωτική επιχείρηση ενάντια σε μια αραβική χώρα. Ο όρος που χρησιμοποιούν όλα τα παπαγαλάκια είναι «αξιοπιστία» (2).

Για να δούμε, λοιπόν… Ο πόλεμος του Βιετνάμ αποφασίστηκε από τον Τζον Κένεντι και τον Λίντον Τζόνσον με τη δικαιολογία ότι θα εμπόδιζαν την προσγείωση ενός ακόμα «πιονιού» σε κομμουνιστική, σοβιετική ή κινεζική αγκαλιά. Για τις ΗΠΑ, ήταν τότε θέμα αξιοπιστίας. Τρία εκατομμύρια κάτοικοι της περιοχής χάθηκαν. Το 1979, τέσσερα χρόνια μετά την ήττα της Ουάσινγκτον, το Πεκίνο και το Ανόι αντάλλασσαν στρατιωτικά πυρά…

Σχεδιασμένος από τον Τζορτζ Μπους, ο πόλεμος στο Ιράκ θα τιμωρούσε ένα καθεστώς, το οποίο είχε κατηγορηθεί ότι ανήκει, μαζί με το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα, στον «άξονα του Κακού». Για τις ΗΠΑ, ήταν τότε θέμα αξιοπιστίας.

Σήμερα, το Ιράκ έχει καταστραφεί και το καθεστώς που έχει εγκατασταθεί στη Βαγδάτη από τους Αμερικανούς στρατιώτες, δεν ήταν ποτέ άλλοτε τόσο κοντινό στην Τεχεράνη. «Δεν είμαι εναντίον όλων των πολέμων, αλλά είμαι εναντίον ενός ηλίθιου πολέμου», έλεγε τον Οκτώβριο του 2002 ένας νεαρός γερουσιαστής ονόματι Ομπάμα, ο οποίος ήταν αντίθετος με τα μαγειρέματα της χώρας του στο Ιράκ. Όταν εκλέχθηκε πρόεδρος, όμως, ενέτεινε έναν «ηλίθιο πόλεμο» στο Αφγανιστάν, πριν αναγκαστεί να καλέσει σε υποχώρηση.

Στην περίπτωση της Συρίας, εκείνοι που συνήθως σπρώχνουν σε πόλεμο, του ζήτησαν να δράσει. Έτσι, όμως, θα παραβίαζε το διεθνές δίκαιο προσφεύγοντας στα όπλα χωρίς άδεια του Συμβουλίου Ασφαλείας, θα παρέκαμπτε τη Γερουσία και, κατόπιν, μετά από αίτημα στον Λευκό Οίκο, θα αγνοούσε το πόρισμα εάν ήταν αντίθετο. Τέλος, θα έπρεπε να εξαπολύσει μια στρατιωτική επιχείρηση με τη στήριξη πολύ μικρότερου αριθμού συμμάχων από τον «συνασπισμό εθελοντών» του Μπους.

Ακόμα χειρότερα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ θα έπρεπε να ξεκινήσει την περιπέτεια αυτή ενάντια στη θέληση της πλειονότητας των συμπολιτών του, πολλοί από τους οποίους φοβούνται ότι ο αμερικανικός στρατός θα μπορούσε να γίνει στη Συρία «η αεροπορία της Αλ Κάιντα» (3).

Ο Ομπάμα δίστασε. Και μετά φαίνεται ότι συμπέρανε πως η αξιοπιστία του θα επιζούσε ακόμα κι αν αρνιόταν να ξεκινήσει έναν νέο «ηλίθιο πόλεμο» στη Μέση Ανατολή.

Serge Halimi

Συντάκτης της «Le Monde diplomatique»
Καϊμάκη Βάλια (μτφ)

(1Dominique Moïsi, «L’étrange faiblesse de l’Amérique face à Vladimir Poutine», Les Echos, Παρίσι, 16-9-13. Το 2003, ο Moïsi είχε στηρίξει τον πόλεμο του Ιράκ.

(2Βλ. Mathias Reymond, «Conflit en Syrie: les éditocrates s’habillent en kaki», Acrimed, 23-9-13.

(3Σύμφωνα με την έκφραση του πρώην αριστερού βουλευτή στο Οχάιο, Ντένις Κούτσιντς.

Μοιραστείτε το άρθρο