Στο Μεξικό, οι φωτογραφίες των εξαφανισμένων σκεπάζουν τους τοίχους σαν μια κολοσσιαία διαφημιστική εκστρατεία εμπορίας ανθρώπων. Σύμφωνα με την οργάνωση Human Rights Watch, περισσότεροι από 60.000 Μεξικάνοι έχουν χάσει τη ζωή τους στον «πόλεμο κατά των ναρκωτικών» που ξεκίνησε ο πρώην πρόεδρος Φελίπε Καλδερόν, το 2006. Tο λουτρό αίματος τροφοδοτείται από δύο αλληλένδετες πηγές: από τη μία πλευρά, οι Ηνωμένες Πολιτείες διοχετεύουν χρήματα και όπλα στην άλλη πλευρά του Ρίο Γκράντε, προκειμένου να καταπολεμηθεί το εμπόριο ναρκωτικών. Από την άλλη πλευρά, τα διάφορα καρτέλ ανταγωνίζονται για τον έλεγχο των κυκλωμάτων διακίνησης (1). Όπως λέει ο συγγραφέας Τσαρλς Μπάουντεν, ο πόλεμος ενάντια στα ναρκωτικά συναντά τον πόλεμο για τα ναρκωτικά. Και οι δύο είναι εξίσου φονικοί.
Μέχρι πρόσφατα, κυριαρχούσε ένα είδος μοιρολατρίας, που προέκυπτε από τη διαπίστωση ότι η αιματοχυσία δεν μπορούσε να σταματήσει παρά μόνο να μεταφερθεί λίγο πιο πέρα. Εδώ και δύο χρόνια, όμως, ορισμένοι ηγέτες της Λατινικής Αμερικής, μεταξύ των οποίων και ο πρόεδρος της Κολομβίας Χουάν Μανουέλ Σάντος, δηλώνουν δημόσια ότι εξετάζουν το ενδεχόμενο ρήξης με το δόγμα καταστολής στο ζήτημα των ναρκωτικών και εφαρμογής μιας διαφορετικής πολιτικής -της μόνης, όπως διαβεβαιώνουν, που μπορεί να ξεριζώσει την αγορά των ναρκωτικών. Είναι ο δρόμος που ετοιμάζεται να πάρει η Ουρουγουάη. Ο πρόεδρός της, ο Χοσέ Μουχίκα, είναι ένας ασυνήθιστος ηγέτης. Ως μέλος του αντάρτικου των Τουπαμάρος, κατά τη δεκαετία του 1970, έμεινε φυλακισμένος στον πάτο ενός πηγαδιού για δυόμισι χρόνια. Μετά την εκλογή του στην προεδρία, τον Νοέμβριο του 2009, περιφρόνησε τις πολυτέλειες του προεδρικού μεγάρου για να συνεχίσει να μένει στο μικρό σπίτι του με τη λαμαρινένια σκεπή σε λαϊκή συνοικία του Μοντεβιδέο. Δίνει το 87% του προεδρικού μισθού του σε οργανώσεις αλληλέγγυας κατοικίας και χρησιμοποιεί το λεωφορείο για να μεταβαίνει στις συναντήσεις του.
Στις ρίζες της βίας
Τον Ιούλιο του 2013, οι βουλευτές της συμμαχίας του ψήφισαν νόμο που επιτρέπει την καλλιέργεια κάνναβης στην Ουρουγουάη και την πώλησή της στους ενήλικες. Οι εραστές της κάνναβης μπορούν πλέον να προμηθευτούν το χόρτο της προτίμησής τους στο φαρμακείο, με όριο τα 40 γραμμάρια τον μήνα, ή να το καλλιεργούν οι ίδιοι, με όριο τα 6 φυτά για κάθε νοικοκυριό. Είναι η πρώτη φορά που μια χώρα παραβιάζει ανοιχτά τις συνθήκες του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) που απαγορεύουν τη χρήση της κάνναβης.
Eδώ και πάνω από εκατό χρόνια, ακολουθούμε, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, πολιτικές καταστολής στο ζήτημα των ναρκωτικών, μας εξηγεί ο Μουχίκα. Και, εκατό χρόνια μετά, έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο απολογισμός είναι μια αδιαμφισβήτητη αποτυχία. Ο υπουργός Άμυνας Ελεουτέριο Χουϊντόμπρο –άλλος ένας πρώην Τουπαμάρο, που πέρασε και αυτός αρκετά χρόνια φυλακισμένος στον πάτο κάποιου πηγαδιού- μας συνοψίζει τη συνειδητοποίηση που ώθησε τη χώρα του να τολμήσει αυτό το ιστορικό βήμα: «Εάν δεν το κάνουμε τώρα, αυτό που συνέβη στο Μεξικό στο τέλος θα γίνει και εδώ. Και θα βρεθούμε σε δεινή θέση». Πράγματι, από την Ουρουγουάη περνά ένας από τους κύριους δρόμους των ναρκωτικών στην αμερικανική ήπειρο, μέσω του οποίου διακινείται η κοκαΐνη της Βολιβίας και η κάνναβη της Παραγουάης πριν διοχετευτούν προς την Ευρώπη. Σύμφωνα με τον βουλευτή Σεμπαστιάν Σαμπίνι, μία στις τρεις ανθρωποκτονίες στη χώρα συνδέεται με το εμπόριο ναρκωτικών.
Ο Χουϊντόμπρο επιμένει ότι η πολιτική της απαγόρευσης έχει δημιουργήσει το παράνομο εμπόριο των ναρκωτικών και ευθύνεται για τη συνακόλουθη βία: «Απορρίπτοντας τη νομιμοποίηση της μαριχουάνας, δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να παραδίδουμε τα οφέλη της αγοράς αυτής στα χέρια των εγκληματιών και να μετατρέπουμε τους εμπόρους ναρκωτικών σε πανίσχυρο θεσμό». Σε μια παράνομη αγορά, οι διαφορές δεν λύνονται στα δικαστήρια, αλλά με την τρομοκρατία. Όπως η ποτοαπαγόρευση δημιούργησε τον Αλ Καπόνε και προκάλεσε τη σφαγή του Αγίου Βαλεντίνου (2), η συμμορία των Zetas και η ατελείωτη σφαγή που έχει βυθίσει στο πένθος το βόρειο Μεξικό είναι οι φυσικοί καρποί της απαγόρευσης των ναρκωτικών. «Ο πόλεμος των Ηνωμένων Πολιτειών κατά των ναρκωτικών προκαλεί περισσότερη ζημιά από την ίδια τη μαριχουάνα», εκτιμά ο Χουϊντόμπρο. «Προκαλεί απείρως περισσότερα θύματα, φέρνει πολύ μεγαλύτερη αστάθεια. Δημιουργεί στον πλανήτη ένα πρόβλημα πολύ σοβαρότερο από οποιοδήποτε ναρκωτικό. Το φάρμακο είναι χειρότερο από την ασθένεια».
Η κυβέρνηση Μουχίκα θεωρεί την εξάλειψη του εμπορίου ναρκωτικών ευσεβή πόθο. Το σύνθημα του ΟΗΕ -«Ένας κόσμος χωρίς ναρκωτικά. Μπορούμε να το καταφέρουμε»- της μοιάζει παράλογο και αποπροσανατολιστικό. Ο γενικός γραμματέας της προεδρίας Ντιέγο Κάνεπα επισημαίνει ότι η προσωρινή αλλοίωση της συνείδησης με χημικά μέσα ανταποκρίνεται σε μια έμφυτη επιθυμία του ανθρώπινου είδους που έχει εκδηλωθεί σε όλες τις γνωστές κοινωνίες.
Η αποστολή στρατευμάτων έχει ως μοναδικό αποτέλεσμα τη μετατόπιση του εμπορίου ναρκωτικών κατά μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα. Οι ειδικοί αποκαλούν ήδη τη σχετική διαδικασία «φαινόμενο του μπαλονιού»: όταν πιέζετε με το δάκτυλό σας έναν σάκο γεμάτο αέρα, η περιφέρειά του γίνεται μεγαλύτερη λόγω της πίεσης. Οι τόποι παραγωγής που δέχτηκαν επίθεση στην Κολομβία επανεμφανίστηκαν στη Βολιβία, τα δίκτυα που εξαρθρώθηκαν στην Καραϊβική συγκροτήθηκαν ξανά στο Μεξικό κοκ. Στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί κανείς να μεταφέρει το πρόβλημα, όχι να το εξαλείψει.
Με αφετηρία τη συγκεκριμένη διαπίστωση, ο Μουχίκα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «αφού η αγορά υπάρχει ήδη, πρέπει να τη ρυθμίσουμε, να τη βγάλουμε από το σκοτάδι, να την αποσπάσουμε από τα χέρια των εμπόρων ναρκωτικών». Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η νομιμοποίηση του αλκοόλ, το 1933, είχε βάλει τέλος στο εμπόριο των νοθευμένων ποτών και στις δολοφονίες μεταξύ ανταγωνιστών. Ο ζυθοποιός Budweiser μπορεί να μην είναι φιλάνθρωπος, τουλάχιστον, όμως, δεν υπερασπίζεται το μερίδιο αγοράς του σκοτώνοντας υπαλλήλους της ζυθοποιίας Guiness. Με τον ίδιο τρόπο, η νομιμοποίηση της κάνναβης -και η εμπορική διάθεσή της σε καταστήματα με τη σχετική άδεια- παίρνει την μπουκιά από το στόμα του οργανωμένου εγκλήματος. Εξάλλου, οι φόροι που θα εισπράττονται μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση κέντρων φροντίδας των τοξικομανών και προγραμμάτων πρόληψης κατά της κατανάλωσης ναρκωτικών ουσιών.
Τσιγαριλίκια και γλειφιτζούρια
Οι υποστηρικτές της νομιμοποίησης στη Νότια Αμερική δεν επιδιώκουν, σε καμία περίπτωση, να προβάλλουν τα ευεργετικά αποτελέσματα της κάνναβης ούτε να ενθαρρύνουν την κατανάλωσή της -ο πρόεδρος Μουχίκα δεν δίστασε να χαρακτηρίσει τους χρήστες μαλακών ναρκωτικών nabos, όρος προσβλητικός που, στην κυριολεξία, σημαίνει «σκουπίδια». Απλώς εκτίμησαν ότι ένα τσιγαριλίκι δεν είναι πιο βλαβερό από ένα ποτήρι αλκοόλ και ότι, συνεπώς, θα πρέπει κανείς να συμβιβαστεί με την ιδέα.
Οι Ουρουγουανοί μεταρρυθμιστές δεν αγνοούσαν ότι θα προσέκρουαν στην αγανάκτηση των οπαδών της απαγόρευσης. Εδώ και δεκαετίες, οι υποστηρικτές της επισείουν το φόβητρο μιας νομιμοποίησης συνώνυμης του χάους και της ακολασίας, που θα παρότρυνε τα παιδιά να κάνουν ουρές έξω από τα περίπτερα με τα γλειφιτζούρια για να γεμίσουν την τσάντα τους με ψυχοτρόπα. Στο επιχείρημα αυτό, οι Ουρουγουανοί αντιτείνουν ότι το χάος η Λατινική Αμερική το ζει τώρα. Η μεταρρύθμισή τους στοχεύει στο ακριβώς αντίθετο: στην ανάκτηση του ελέγχου της αγοράς προκειμένου να μπορέσει να ρυθμιστεί. Σύμφωνα με τους θιασώτες της νομιμοποίησης, οι έφηβοι θα είναι οι πρώτοι που θα ωφεληθούν. Η τακτική χρήση κάνναβης από ανηλίκους μπορεί να αλλοιώσει τις διανοητικές τους ικανότητες: είναι, λοιπόν, ζωτικής σημασίας να αποτραπεί κάτι τέτοιο. Οι νέοι Αμερικανοί, όμως, προτιμούν να προμηθεύονται κάνναβη και όχι αλκοόλ (3), αφού ένας έμπορος ναρκωτικών σπάνια ζητά ταυτότητα από τον πελάτη του. Ο φαρμακοποιός, αντίθετα, είναι πολύ πιθανότερο να τηρήσει τον νόμο, καθώς, σε αντίθετη περίπτωση, κινδυνεύει να χάσει την άδειά του.
Σε όλον τον πλανήτη, αρκετοί βουλευτές και αστυνομικοί αναγνωρίζουν, στις ιδιωτικές τους συζητήσεις, τα πλεονεκτήματα της νομιμοποίησης. Στην Ουρουγουάη, το κάνουν ανοιχτά και πράττουν ανάλογα. Γιατί αυτοί, γιατί εκεί; Για ποιους λόγους τα ανυπέρβλητα εμπόδια που παρουσιάζονται αλλού -αδράνεια, φόβος για την αντίδραση της κοινής γνώμης ή για τη δυσαρέσκεια των Ηνωμένων Πολιτειών- είναι ευκολότερο να ξεπεραστούν στην Ουρουγουάη;
Αρκετοί παράγοντες έχουν συμβάλει. Ο πρώτος αφορά την ισχύ του αντιαπαγορευτικού κινήματος, η οποία έχει εδραιωθεί από μια σειρά καταφανών αδικιών. Τον Απρίλιο του 2011, για παράδειγμα, μια καθηγήτρια της Στρατιωτικής Ακαδημίας, η 66χρονη Αλίσια Γκαρσία, συλλαμβάνεται γιατί καλλιεργεί στο σπίτι της μερικά δενδρύλλια κάνναβης. Κινδυνεύει να καταδικαστεί σε είκοσι μήνες φυλάκιση για παράνομη παραγωγή με σκοπό την εμπορία. Δημιουργείται, τότε, ένα τεράστιο δίκτυο υποστήριξης, στο οποίο συμμετέχουν και οι νέοι βουλευτές του Κινήματος Λαϊκής Συμμετοχής (ΜΡΡ), του κόμματος του Μουχίκα, με αίτημα τη νομιμοποίηση.
Την ίδια στιγμή, η αυθεντία των ΗΠΑ στο συγκεκριμένο ζήτημα αρχίζει να κλονίζεται. Το 2013, οι πολιτείες του Κολοράντο και της Ουάσινγκτον υιοθετούν νόμο που επικυρώθηκε με δημοψήφισμα και νομιμοποιεί τη χρήση, την παραγωγή και την πώληση μαριχουάνας. Οι αμερικανικές αρχές δεν βρίσκονται πλέον σε τόσο κατάλληλη θέση για να επιπλήττουν ή να τιμωρούν τις χώρες που δοκιμάζουν να κάνουν κάτι ανάλογο.
Τέλος, η δημοτικότητα και η αποφασιστικότητα του Ουρουγουανού προέδρου έχουν παίξει πολύ σημαντικό ρόλο. Όταν κανείς έχει επιβιώσει στον πάτο ενός πηγαδιού για χρόνια, αναμφίβολα είναι πιο έτοιμος να αντισταθεί στις εσωτερικές και εξωτερικές πιέσεις.
Μέχρι σήμερα, πάντως, ο Μουχίκα και οι σύμμαχοί του δεν έχουν καταφέρει να πείσουν την πλειοψηφία των συμπατριωτών τους για το συγκεκριμένο ζήτημα. Ακόμη κι αν, όσο περνά ο χρόνος, η νομιμοποίηση εξασφαλίζει μεγαλύτερη υποστήριξη, δεν αντιμετωπίζεται θετικά από το 60% όσων απαντούν στις δημοσκοπήσεις. Οι πολέμιοι του μέτρου προβάλλουν τρεις αντιρρήσεις. Κατ’ αρχήν, το «θεώρημα της χιονοστιβάδας»: «Μόλις νομιμοποιείται ένα ναρκωτικό, ο κόσμος το καταναλώνει περισσότερο», μας βεβαιώνει η βουλευτίνα Βερόνικα Αλόνσο. Το επιχείρημα μοιάζει πολύ λογικό, αλλά διαψεύδεται από τα γεγονότα. Στην Ολλανδία, όπου η πώληση της κάνναβης στα coffee shops επιτρέπεται από το 1976 (οι αρχές απέφυγαν την πλήρη νομιμοποίηση για να μην παραβιάσουν ανοιχτά τις σχετικές συνθήκες του ΟΗΕ), οι καταναλωτές δεν αντιστοιχούν παρά στο 5% του πληθυσμού, έναντι 6,3% στις Ηνωμένες Πολιτείες και 7% στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (4). Συνεπώς, το φάσμα των ουρών έξω από τα φαρμακεία μοιάζει να αποτελεί φαντασίωση.
Έρχεται η σειρά της κοκαΐνης;
Ο δεύτερος φόβος είναι ότι η νομιμοποίηση της κάνναβης μπορεί να παροτρύνει τους χρήστες να περάσουν στα σκληρά ναρκωτικά, ιδιαίτερα στην pasta base, ένα παράγωγο της κοκαΐνης παρόμοιο με το κρακ, που κάνει θραύση στα περιθωριακά κοινωνικά στρώματα της Ουρουγουάης. Πρόκειται για τη λεγόμενη «θεωρία της ανοιχτής πόρτας»: ένα μικρό πάθος οδηγεί απαραίτητα σε ένα μεγαλύτερο. Η ιατρός Ρακέλ Πεϊράουμπε, ειδική στη θεραπεία των τοξικομανών, δεν το πιστεύει καθόλου. Θεωρεί, αντίθετα, ότι η απαγόρευση, με το μονοπώλιο που προσφέρει στους εμπόρους ναρκωτικών, προσανατολίζει τους καταναλωτές κάνναβης σε πιο επικίνδυνα προϊόντα. «Στο σουπερμάρκετ αγοράζετε πράγματα που δεν έχετε ανάγκη γιατί σας πιέζουν ή γιατί τα κάνουν να φαίνονται ελκυστικά», εξηγεί. «Με τον ίδιο τρόπο, οι έμποροι ναρκωτικών θα προσπαθήσουν να “πασάρουν” στους πελάτες τους κοκαΐνη ή άλλες ουσίες. Η απαγόρευση στρώνει τον δρόμο στα σκληρά ναρκωτικά». Ανάλυση που επιβεβαιώνεται από πρόσφατη μελέτη του Open Society Foundations, του δικτύου οργανώσεων που έχει ιδρύσει ο δισεκατομμυριούχος Τζορτζ Σόρος: η μελέτη τεκμηριώνει ότι η Ολλανδία έχει το χαμηλότερο ποσοστό τοξικομανών στην Ευρώπη, ακριβώς επειδή έχει αποσπάσει την κάνναβη από την ταύτιση με τα σκληρά ναρκωτικά (5).
Η δρ. Πεϊράουμπε απορρίπτει, επίσης, την άποψη σύμφωνα με την οποία η νομιμοποίηση θα προκαλούσε αύξηση των κρουσμάτων σχιζοφρένειας. Εάν υπήρχε αιτιώδης σχέση μεταξύ της μαριχουάνας και της εμφάνισης της συγκεκριμένης ασθένειας, μας λέει, το ποσοστό των σχιζοφρενών θα είχε παρουσιάσει εκρηκτική αύξηση τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς κανείς δεν αμφισβητεί ότι η κατανάλωση κάνναβης σημειώνει διαρκή άνοδο σε πάρα πολλές χώρες. Το ποσοστό των σχιζοφρενών, όμως, παρέμεινε σταθερό. Αντίθετα, σύμφωνα με την Πεϊράουμπε, είναι πιθανόν οι σχιζοφρενείς να καταναλώνουν κάνναβη συχνότερα από τον μέσο όρο, λόγω της χαλαρωτικής δράσης της, πράγμα που θα δικαιολογούσε τη συσχέτιση.
Στις επικρίσεις αυτές προστίθεται ακόμη μία, σοβαρότερη, η οποία δεν αφήνει ασυγκίνητη την κυβέρνηση της Ουρουγουάης. Η νομιμοποίηση της κάνναβης θα περιορίσει, βέβαια, την αγορά των παράνομων ναρκωτικών, αλλά αφήνει άθικτο το εμπόριο των πιο επικερδών προϊόντων. Για να κλονιστεί πραγματικά η εξουσία των καρτέλ, η συνέπεια θα επέβαλλε να προχωρήσει κανείς πιο μακριά και να ρυθμίσει το κύκλωμα όλων των ναρκωτικών που παρουσιάζουν ισχυρή ζήτηση. Για ορισμένα, όπως το ecstasy ή η κοκαΐνη, κάτι τέτοιο θα σήμαινε τη ρύθμιση της πώλησης. Για άλλα, όπως η ηρωίνη, η χορήγηση με ιατρική συνταγή θα ήταν, αναμφίβολα, πιο κατάλληλη, όπως υποδεικνύουν οι πιλοτικές εμπειρίες της Ελβετίας.
«Κάτι τέτοιο θα πάρει χρόνο», αναγνωρίζει ο Σαμπίνι, ο πιο ένθερμος υποστηρικτής της μεταρρύθμισης στο εσωτερικό του ΜΡΡ. «Αλλά όταν έρθει η σειρά των υπόλοιπων ναρκωτικών, είμαστε έτοιμοι να παρουσιάσουμε τις προτάσεις μας ενώπιον της κοινής γνώμης». Αυτός που θεωρείται από τους πολιτικούς παρατηρητές ως ο μελλοντικός διάδοχος του σημερινού προέδρου, έχει ήδη εκφραστεί υπέρ της νομιμοποίησης της κοκαΐνης.
Υπάρχει άλλος δρόμος; Τι ωφελεί να ριχτεί κανείς με πάθος σε αυτό που ο Χουϊντόμπρο αποκαλεί πόλεμο που «έχει ήδη χαθεί»; Περιμένοντας πότε οι πολιτικοί της χώρας της θα θελήσουν να απαντήσουν, η Μεξικάνα Έμα Βελέτα κλαίει την εξαφάνιση οκτώ μελών της οικογένειάς της, τα οποία απήγαγαν έμποροι ναρκωτικών, πιθανότατα με τη συνεργασία των τοπικών αρχών (6). Όπως παρατήρησε ο Ντέιβιντ Σάιμον, δημιουργός της τηλεοπτικής σειράς The Wire, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να δοκιμάσουν να συνεχίσουν τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών «μέχρι τον τελευταίο Μεξικάνο (7)».