Πόσο μακρινή μοιάζει η εποχή που οι δημοσιογράφοι δίσταζαν να δώσουν τον λόγο στο Εθνικό Μέτωπο (Front national/FN)! Σήμερα, η πρόεδρός του, Μαρίν Λε Πεν, πολλαπλασιάζει τις ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές της εμφανίσεις. Ο υπ’ αριθμόν δύο του κόμματος, ο Φλοριάν Φιλιπό, είναι τακτικός προσκεκλημένος των πρωινών συνεντεύξεων, σε σημείο μάλιστα να δεχτεί με θάρρος την πρόσκληση του Europe 1 την περασμένη Πρωτοχρονιά. Έκανε δε, τέσσερεις παρεμβάσεις σε πρωινές εκπομπές, τον Δεκέμβρη του 2013. Οι συνάδελφοί του τον κοροϊδεύουν για την τάση του να περνά χωρίς διακοπή από το ένα τηλεοπτικό στούντιο στο άλλο. «Η τηλεόραση τρελαίνει όσους δεν διαβαίνουν το κατώφλι της», τους απαντά αυτός. (1).
Ο Φιλιπό, υπεύθυνος στρατηγικής και επικοινωνίας, χαίρεται με την αυξανόμενη παρουσία του κόμματός του στο χώρο των μέσων ενημέρωσης, παρόλο που τη βρίσκει ακόμα ανεπαρκή σε σχέση με το βάρος του στο εκλογικό σώμα. «Σύμφωνα με τις στατιστικές του CSA (εθνικό ραδιοτηλεοπτικό συμβούλιο), μετά τις τελευταίες προεδρικές εκλογές μάς αντιστοιχεί περίπου το 5% του ραδιοτηλεοπτικού χρόνου», λέει με παράπονο. Μια μελέτη αυτών των περίπλοκων στατιστικών δεν φαίνεται να τον αδικεί (2). Στο ραδιόφωνο, το ΕΜ βρίσκεται ελάχιστα πιο κάτω από το κόμμα Ευρώπη Οικολογία – Οι Πράσινοι (Europe Ecologie – Les Verts/EELV). Ο χρόνος παρέμβασής του είναι πολύ καλύτερος στα κανάλια συνεχούς ενημέρωσης. Η παρουσία του, ωστόσο, είναι μειωμένη στις εφημερίδες και στα τηλεπεριοδικά. Από ποσοτικής πλευράς, το κόμμα της άκρας δεξιάς εξακολουθεί να έχει τη μεταχείριση ενός «μικρού κόμματος», πολύ πίσω δηλαδή από την Ένωση για ένα Λαϊκό Κίνημα (UMP) και το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS).
Υπάρχει άλλο ένα μέτρο που επιβεβαιώνει αυτή την εκτίμηση. Το Lab d’Europe 1 δημοσιεύει κάθε μήνα μια λίστα με τους δημοφιλέστερους πολιτικούς προσκεκλημένους των πρωινών εκπομπών στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση (3). Τον Δεκέμβρη του 2013, οι προσωπικότητες του ΕΜ αριθμούσαν συνολικά οχτώ συμμετοχές, όσες δηλαδή και το EELV, απείρως περισσότερες από το Μέτωπο της Αριστεράς (Front de Gauche/FDG), αλλά πολύ λιγότερες από το PS (66) ή το UMP (37). Το Εθνικό Μέτωπο υπερηφανεύεται για το γεγονός ότι έχει καταφέρει να «επιβάλει διάφορα πρόσωπα»: όχι μόνο τους Μαρίν Λε Πεν και Φιλιπό, αλλά και τη βουλευτή Μαριόν Μαρεσάλ-Λε Πέν ή ακόμα και τον αντιπρόεδρο Λουί Αλιό.
Oι χοντράδες των συνεντεύξεων
Η ενισχυμένη παρουσία του ΕΜ στη μιντιακή σκηνή, και μάλιστα με εξελιγμένο δημόσιο λόγο, θέτει ένα πρόβλημα στρατηγικής για τους δημοσιογράφους. Θεωρείται πια αρμόζον να απευθύνεις ερωτήσεις σε ένα ηγετικό στέλεχος της άκρας δεξιάς όπως στον οποιονδήποτε πολιτικό ιθύνοντα; Στην πράξη, η παλιά αυτή διαμάχη βαίνει προς την οδό της ομαλοποίησης. «Δεν έχω παράπονο από το ύφος των συνεντεύξεων», δηλώνει ο Φιλιπό, ο οποίος κατέχει στην εντέλεια το παιχνίδι των μέσων ενημέρωσης. «Ξέρω πριν το τέλος της εκπομπής τι τίτλο θα βάλει το AFP (το γαλλικό ειδησεογραφικό πρακτορείο)», λέει με καμάρι. Ο Ζαν-Μισέλ Αφατί, ο υπεύθυνος των πολιτικών συνεντεύξεων στο RTL, δεν αντικρούει τα λεγόμενά του. «Ξέρει να απαντά στην εντέλεια στις ερωτήσεις μας, έτσι ώστε να εξασφαλίζει και τη συνέχεια».
«Οι συνεντεύξεις των στελεχών του ΕΜ δεν είναι πια τόσο μαχητικές. Έχουν γίνει περισσότερο δημοσιογραφικές», εκτιμά ο Αφατί, ο οποίος τοποθετεί αυτή την εξέλιξη στα πλαίσια μιας προσπάθειας για αλλαγή θεματολογίας. Εστιάζοντας λιγότερο στα καυτά ζητήματα της μετανάστευσης και της εγκληματικότητας κι έχοντας εγκαταλείψει τα παλιά αιτήματα της άκρας δεξιάς, όπως ο αγώνας κατά των αμβλώσεων –τουλάχιστον ευθέως- (4), το κόμμα μοιάζει να έχει κερδίσει το εισιτήριο εισόδου σε έναν πιο ήπιο δημόσιο διάλογο.
Γιατί, άραγε, ο Τύπος δεν επικεντρώνει περισσότερο την προσοχή του στο δίπτυχο μετανάστευση – εγκληματικότητα, στο οποίο το Εθνικό Μέτωπο δεν έχει μεταβάλει το πρόγραμμά του, πέρα από τις εννοιολογικές παραλλαγές που το έκαναν να αλλάξει την «εθνική προτίμηση» με την «εθνική προτεραιότητα»; Η απουσία κριτικής έχει σίγουρα σχέση με το γεγονός ότι ο κόσμος έχει εξοικειωθεί με τις θέσεις του, κυρίως χάρη στη διάδοσή τους σε μεγάλα τμήματα της Δεξιάς, μεταξύ των βουλευτών του Νότου ως επί το πλείστον. Η αδεξιότητα με την οποία προσεγγίζουν οι δημοσιογράφοι τα συγκεκριμένα θέματα ευνοεί και αυτή το ΕΜ. «Γιατί η εθνικότητα σας φαίνεται τόσο σημαντικό θέμα;», ρωτούσε ο Πατρίκ Κοέν, 29 χρόνων, στις 29 Οκτώβρη του 2013, στο France Inter, τη Μαρίν Λε Πεν, η οποία τότε του εξήγησε ότι ήθελε να διατηρήσει ορισμένα προνόμια για τους κατόχους της γαλλικής υπηκοότητας, ανεξάρτητα από την καταγωγή τους.
Τώρα πια, το ΕΜ δέχεται πιο συχνά ερωτήσεις για την κοινωνική και οικονομική πτυχή του προγράμματός του. Αλλά, ακόμα κι εκεί, το ερωτηματολόγιο αποδεικνύεται άτολμο. Υπάρχει η τεχνική τής κατά μέτωπο επίθεσης, την οποία χρησιμοποίησε ο Ζαν-Ζακ Μπουρντέν απέναντι στη Μαρεσάλ-Λεπέν, στις 6 Δεκεμβρίου του 2013, στο μικρόφωνο του RMC: «Διαβάζοντας το πρόγραμμα του ΕΜ, είχα την εντύπωση ότι διάβαζα το κοινό πρόγραμμα της Αριστεράς, το πρόγραμμα του Τσάβες!» (5). Το μόνο που πέτυχε αυτή η πρωτότυπη παραλλαγή «δαιμονοποίησης» ήταν να κάνει την εγγονή του Ζαν-Μαρί Λε Πεν να χαμογελάσει. Ο Αφατί διερωτάται φωναχτά: «Μας ζητούν να κάνουμε φύλλο και φτερό το πρόγραμμα του ΕΜ. Αυτός, ωστόσο, είναι κι ένας τρόπος για να του προσδώσεις αξιοπιστία, γιατί δεν είναι δυνατό να επιτεθείς στις προτάσεις του τη στιγμή που οι πάντες αντιλαμβάνονται τις αποτυχίες των άλλων κομμάτων... ». Εάν ακόμα και αυτός ο δηλωμένος φιλελεύθερος σχολιαστής αμφιβάλλει για την αποτελεσματικότητα της κριτικής των θέσεων του ΕΜ για την οικονομία, τότε τα πράγματα είναι σοβαρά.
Ο Φιλιπό διασκεδάζει με όλα αυτά. «Απέναντί μας, έχουμε ανθρώπους χωρίς στρατηγική, οι οποίοι δεν μπορούν να αποφασίσουν αν θα ασκήσουν μία σε βάθος κριτική στις θέσεις μας ή αν θα εστιάσουν σε μια καταδίκη καθαρά ηθικού χαρακτήρα», παρατηρεί, αναφερόμενος τόσο στους πολιτικούς του αντιπάλους όσο και στους δημοσιογράφους. Το ΕΜ επωφελείται από την καθομολογούμενη ανικανότητα του δημόσιου διαλόγου να προσεγγίσει όπως θα του άξιζε ένα ζήτημα το οποίο κατέχει κεντρικό ρόλο στο λόγο και στην επιτυχία του κόμματος: το ζήτημα του ευρώ. Στις σπάνιες συζητήσεις που γίνονται για το θέμα, είναι φανερή όσο και επωφελής η απομόνωση του Εθνικού Μετώπου, της μόνης πολιτικής δύναμης μαζί με τον Νικολά Ντιπόν-Ενιάν (6) που τάσσεται ξεκάθαρα υπέρ της εξόδου από το ευρώ. «Σε ένα “Mots Croisés” (7), ήμουν μόνος εναντίον όλων», θυμάται ο Φιλιπό. «Ωστόσο, ο Ιβ Καλβί έπαιξε το παιχνίδι και μου επέτρεψε να απαντήσω στους επικριτές μου». Η έξοδος από το ευρώ «αποτελεί μια αδιέξοδη συζήτηση», υποστηρίζει αντίθετα ο Αφατί, ο οποίος αμύνεται απέναντι στη φανερή του προτίμηση για αυτό που o ίδιος ονομάζει «κύκλο της συνειδητής λογικής»...
Απέναντι σε ένα κόμμα που παλιά ήταν αποκλεισμένο από τον δημοκρατικό διάλογο, οι δημοσιογράφοι περιορίζονται στο να επιχειρούν να στήνουν μερικές παγίδες οι οποίες στέφονται με ολοένα μικρότερη επιτυχία, στο βαθμό που ο δημόσιος λόγος των ηγετικών στελεχών του ΕΜ γίνεται όλο και λιγότερο αιχμηρός. Συμβαίνει, μάλιστα, η αντίφαση των ηθικολόγων να μη βρίσκει πάντα τον στόχο της. «Δεν μπορούμε να αφήσουμε να λέγονται τα πάντα», φωνάζει ο Ζαν-Πιερ Ελκαμπάς στο πλατό του Europe 1, στις 9 Δεκεμβρίου 2013, επειδή η κυρία Λε Πεν τόλμησε να επιτεθεί... στο άρθρο 20 του νόμου περί στρατιωτικού προγραμματισμού, το οποίο μεγάλη μερίδα των σχολιαστών θεωρεί ότι παραβιάζει τις ελευθερίες, καθώς επιτρέπει στις υπηρεσίες πληροφοριών να αποκτήσουν πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα στο διαδίκτυο.
Και στο στούντιο και στα πλατό, οι στιγμές της έντασης είναι πλέον σπάνιες. Και αν καμιά φορά ξαναβγαίνουν στην επιφάνεια, αυτό συνήθως στρέφεται υπέρ του ΕΜ. Στις 6 Ιουνίου του 2013, μια μέρα μετά τη δολοφονία του νεαρού αντιφασίστα ακτιβιστή Κλεμάν Μερί από ακροδεξιούς, ο Αφατί φέρνει τη Λε Πεν αντιμέτωπη με μια μαρτυρία, σύμφωνα με την οποία ένας από τους δράστες φορούσε μπλούζα με το σήμα του Εθνικού Μετώπου. «Δεν καταλαβαίνω γιατί με κατηγορείτε, τη στιγμή που δεν έχετε την παραμικρή απόδειξη για το οτιδήποτε», εξανίσταται η καλεσμένη του. Πράγματι, το Europe 1 είχε απλώς συλλέξει το προηγούμενο βράδυ μια μη διασταυρωμένη μαρτυρία και στις 11 Ιουνίου ο Αφατί αναγκάστηκε να ζητήσει συγγνώμη.
Η τελευταία, μέχρι στιγμής, τριβή ανάμεσα στο ΕΜ και στα μέσα ενημερώσης είχε επιπτώσεις σε σχέση με την πολιτική του ταμπέλα. Η Λε Πεν θεώρησε σκόπιμο να απαγορεύσει στους δημοσιογράφους να τοποθετούν το κόμμα της στην «άκρα δεξιά». Η εντολή, η οποία συνοδεύτηκε από δικαστικές απειλές, άναψε φωτιές. Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι θεώρησαν ζήτημα τιμής το να εμμείνουν σε αυτό τον χαρακτηρισμό, όσο και αν η ανάλυση του Μετώπου σήμερα δανείζεται στοιχεία τόσο από την ιστορική του ταυτότητα, όσο και από την εξέλιξη των επονομαζόμενων «εθνικιστικολαϊκίστικων» ρευμάτων. Τίποτα, ωστόσο, δεν εγγυάται ότι η έκκληση για επαναφορά στην εννοιολογική τάξη αφαίρεσε από το ΕΜ την όποια γοητεία ασκεί σε εκείνο το τμήμα του πληθυσμού, το οποίο αντιμετωπίζει με ιδιαίτερα περιπαικτική διάθεση τα επίθετα που χρησιμοποιούνται στον πολιτικό και μιντιακό μικρόκοσμο.
«Έχουν πάθει εμμονή μαζί μας», λέει με χαμόγελο ο Φιλιπό. Αναμφισβήτητα, ο Τύπος ασχολείται υπερβολικά με το θέμα. Μεταξύ 14 Σεπτέμβρη 2013 και 7 Γενάρη 2014, δηλαδή μέσα σε διάστημα μικρότερο των τεσσάρων μηνών, η Le Monde αφιέρωσε οχτώ στήλες στο Εθνικό Μέτωπο, χωρίς το κόμμα να γνωρίζει καμιά ιδιαίτερη κρίση ούτε να κάνει συνέδριο τη συγκεκριμένη περίοδο. Κανένας άλλος πολιτικός σχηματισμός δεν έτυχε παρόμοιας προσοχής. Ορισμένα από τα πρωτοσέλιδα, μάλιστα, είχαν ένα παραδόξως επαινετικό τόνο: «Το Εθνικό Μέτωπο ξεκινά για την κατάκτηση της εξουσίας» (14 Σεπτεμβρίου) ή «Δημοτικές, Ευρωεκλογές: το Εθνικό Μέτωπο στο επίκεντρο του παιχνιδιού» (11 Οκτωβρίου).
Κάτι τέτοιες υπερβολές δεν εξηγούνται εύκολα, καθώς σε αυτές μπερδεύονται δημοσιογραφικές φαντασιώσεις, ιδεολογικά κίνητρα και εμπορικές βλέψεις. Ο Αλεξάντρ Ντεζέ, λέκτορας πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο Μονπελιέ 1, σε ερώτηση του εβδομαδιαίου περιοδικού Politis, εκτιμά ότι το ΕΜ έχει το πλεονέκτημα να κάνει τις εφημερίδες να πουλάνε φύλλα (8). Ο δημοσιογράφος Ντανιέλ Σναϊντερμάν θυμάται ότι την εποχή (1996 – 2004) που ο Εντί Πλενέλ ήταν διευθυντής στη Le Monde, η υπερπροβολή του ΕΜ απέρρεε από πολιτική αντιπαράθεση. Αυτό, βέβαια, δεν εμπόδισε τη Liberation να πραγματοποιήσει τις καλύτερες πωλήσεις της (με εξαίρεση τις νεκρολογίες) χάρη στις στήλες που αφιέρωσε στη Λε Πεν. Στις 12 Οκτωβρίου 2013, η συγκεκριμένη εφημερίδα κυκλοφορούσε με μια χαμογελαστή φωτογραφία της στο πρωτοσέλιδό της, με τον πηχυαίο τίτλο «100% ακροδεξιά» -μια εκδοχή εικονογράφησης που ενόχλησε τον δημιουργό του ενσταντανέ, ο οποίος βρήκε το στήσιμο υπερβολικά θετικό.
Από την εκλογική επάνοδο του Εθνικού Μετώπου στις αρχές του 1980, τα ΜΜΕ έχουν τηρήσει κατά καιρούς πολύ αντιφατική στάση. Την άρνηση να δίνεται ο λόγος στα στελέχη της άκρας δεξιάς διαδέχθηκε μια μιντιακή χιονοστοιβάδα. Και στις δύο περιπτώσεις, το κόμμα προσπάθησε να επωφεληθεί από την αμηχανία των δημοσιογράφων, είτε καταγγέλλοντας τον εξοστρακισμό του οποίου είχε πέσει θύμα, είτε επωφελούμενο πλήρως του βήματος που του προσέφεραν.
Αυτοεκπληρούμενη προφητεία;
Τα τελευταία χρόνια, τα ΜΜΕ κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου προαναγγέλλοντας ένα λαμπρό μέλλον για τον ακροδεξιό σχηματισμό. Πόσοι σχολιαστές δεν προανήγγειλαν, με βάση κάποιες ασήμαντες δημοσκοπήσεις, ότι η Λε Πεν θα περνούσε στο δεύτερο γύρο των προεδρικών, το 2012; Ο Νοuvel Obervateur, μάλιστα, (10 Οκτωβρίου 2013), διακρίθηκε σε αυτές τις μάταιες ασκήσεις πολιτικής φαντασίας, προβάλλοντας ένα τεράστιο «24%» στο πρόσωπο της προέδρου του ΕΜ, με σκοπό να κάνει τους παλιούς αναγνώστες του να ανατριχιάσουν με τη «δημοσκόπηση που τρομάζει» εν όψει των ευρωεκλογών. Μια περισσότερο αυστηρή, ωστόσο, ανάλυση των σφυγμομετρήσεων, δεν επιτρέπει να παρουσιάζεται με τόση άνεση η θέση περί ακαταμάχητης ανόδου της δύναμης του ΕΜ.
Στις 13 Οκτωβρίου του 2013, με αφορμή τις τοπικές εκλογές στο Μπρινιόλ (9) ζήσαμε το απόγειο μιας μιντιακής υστερίας, την οποία αναλύει με ακρίβεια η ένωση Action critique médias (Acrimed) (10). Συνέβη, μάλιστα, και κάτι πολύ σπάνιο, καθώς ο διευθυντής ειδήσεων του BFM-TV έφτασε στο σημείο να ζητήσει συγγνώμη για την «υπερκάλυψη» αυτής της μικρής επαρχιακής εκλογικής διαδικασίας (11). Οι υπερβολές αυτές παραπέμπουν αναμφίβολα στον μονίμως παράδοξο τρόπο, με τον οποίο προσεγγίζει την ψήφο προς το ΕΜ μια μιντιακή τάξη εντελώς απομακρυσμένη από το εκλογικό σώμα. «Πήγαμε να τους συναντήσουμε για να ακούσουμε τα βάσανά τους», προαναγγέλλει με ευλάβεια το δελτίο των 8 στο TF1, στις 14 του Οκτώβρη. Μια κοινωνιολογική απόσταση τέτοιου είδους επιτρέπει όλα τα στερεότυπα και τις άστοχες απλουστεύσεις για την κατανόηση ενός σύνθετου εκλογικού φαινομένου.
Κάτι ακόμα πιο σοβαρό: «Το Εθνικό Μέτωπο ασκεί μια έλξη στο δημοσιογραφικό κόσμο, καθώς εμφανίζεται μόνο εναντίον όλων, απέναντι σε ένα πολιτικό σύστημα που εξαντλεί τις δυνατότητές του», αναλύει ο Αφατί. «Το Μέτωπο αλλάζει πολύ, η Δεξιά αλλάζει. Kαι ποιος μπορεί να βεβαιώσει ότι δεν θα φτάσει κάποτε να κυβερνήσει; Κανένας!». Αυτή, ακριβώς, η αφετηρία είναι που ερμηνεύει και που, για ορισμένους, δικαιολογεί την υπερβολή. Ορισμένοι, μάλιστα, θα κάνουν λόγο για αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Εν αναμονή τυχόν μελλοντικής συμμετοχής του ΕΜ στην κυβέρνηση, πολλοί δημοσιογράφοι εμφανίζονται περισσότερο συγκαταβατικοί απέναντί του. Τα ηγετικά στελέχη του κόμματος δεν κρύβουν το γεγονός ότι αυτή η αναζήτηση αξιοπιστίας αποτελεί κεντρικό άξονα της στρατηγικής τους.
Tα μέσα ενημέρωσης, όσο παραμορφωτικά και αποθαρρυντικά και αν είναι, δεν γράφουν τα ίδια την ιστορία. Ο Αρνό Μερσιέ, καθηγητής Πολιτικής Επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο της Λορέν, μας θυμίζει ότι ο Ζαν Μαρί Λε Πεν πέρασε στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, στις 21 Απριλίου του 2002, ενώ το προηγούμενο διάστημα είχε τη χαμηλότερη κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης σε σχέση με το παρελθόν. Ωστόσο, είχαμε παρακολουθήσει έναν καταιγισμό θεμάτων γύρω από την «εγκληματικότητα». Σήμερα, το μεγαλύτερο κομμάτι του μιντιακού συστήματος υποχωρεί μπροστά σε μια αγχωτική και στρεβλή σκηνοθεσία –από τον διωγμό των Ρομά μέχρι την εμμονική καταγγελία της φορολογίας– η οποία «παίζει το παιχνίδι του Εθνικού Μετώπου».