Μια διασταύρωση με μποτιλιάρισμα, αυτοκίνητα από παντού, οργισμένα κορναρίσματα… Θα νόμιζε κανείς ότι είναι στο Παρίσι ή στο Μιλάνο. Είμαστε όμως καταμεσήμερο στην Πιονγκγιάνγκ, στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας (ΛΔΚ). Το συνωστισμό έχει προκαλέσει η Διεθνής Έκθεση της Άνοιξης, που γίνεται στο πάρκο των Τριών Επαναστάσεων (πολιτικής, τεχνολογικής και πολιτιστικής, σύμφωνα με την ορολογία που υιοθετήθηκε την εποχή της κυριαρχίας του Κιμ Ιλ Σουνγκ, μεταξύ 1948 και 1994). Σε έναν μεγάλο εκθεσιακό χώρο εκατοντάδες επιχειρήσεις, βορειοκορεατικές, αλλά κυρίως ξένες, προσφέρουν προς πώληση τα προϊόντα τους στο ευρύ κοινό: υπολογιστές τελευταίας τεχνολογίας και οθόνες από το Χονγκ Κονγκ ή την Ιαπωνία, αρώματα από την Ελβετία, καφέ από τη Μαλαισία, ψυγεία από την Κίνα, ηλεκτρικές αντλίες από τη Νέα Ζηλανδία, παπούτσια από τη Βόρειο Κορέα, χωρίς να παραλείψουμε τα βιετναμικά, ρωσικά και λοιπά προϊόντα. Ακόμα και η European Business Association (1) εκπροσωπείται. Για μια χώρα στην οποία έχει επιβληθεί διεθνές εμπάργκο, με απόφαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) (2), δεν είναι κι άσχημα.
Την ημέρα αυτή είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανοίξει κανείς δρόμο ανάμεσα στις σειρές των περιπτέρων -τόσο κόσμο έχει. «Είναι σαν το δικό τους πολυκατάστημα», συνοψίζει μια αντιπρόσωπος δυτικής εταιρείας. Οικογένειες ολόκληρες, γυναίκες μόνες τους (πολύ περισσότερες), καθώς και νέοι με το κινητό τηλέφωνο στο αυτί, βγαίνουν φορτωμένοι με πακέτα· μερικοί ξεκουράζονται μπροστά στα μικρά περίπτερα που πουλούν σουβλάκια ή παγωτά.
Το μέρος, το πλήθος, η κινητικότητα, είναι ενδεικτικές του καταναλωτικού πυρετού ενός τμήματος του πληθυσμού της πρωτεύουσας. Αναμφισβήτητα προνομιούχοι –πρέπει να πληρώσεις σε γουάν, ευρώ κ.λπ.– όσοι που περιφέρονται στην εμποροπανήγυρη δεν είναι από τους πιο πλούσιους. Οι τελευταίοι συχνάζουν σε πιο πολυτελή καταστήματα, από τα οποία υπάρχουν καμιά εικοσαριά στην πρωτεύουσα, κατά τα λεγόμενα πολλών ανθρώπων έξω από τη χώρα. Για τους δύο φύλακες αγγέλους μου, που δε με αφήνουν ούτε στιγμή μόνη μου στη διάρκεια αυτής της εβδομάδας στη ΛΔΚ –χρησιμεύουν ταυτόχρονα ως μεταφραστές και (πολύ) πολιτικοί ξεναγοί – τέτοια καταστήματα πολυτελείας δεν υπάρχουν. Όπως δεν υπάρχουν και οι ημιεπίσημες ή ιδιωτικές αγορές.
Όσο για τους κατοίκους της Πιονγκγιάνγκ με χαμηλότερα εισοδήματα που, ωστόσο, διαθέτουν κάποια χρήματα, μπορούν να κάνουν τις προμήθειές τους σε κορεατικά και εισαγόμενα προϊόντα σε κάποια, λίγα σε αριθμό, σουπερμάρκετ, που διαθέτουν όμως όλο το σχετικό εξοπλισμό: καροτσάκια, καλάθια, ταμεία όπου μπορεί κανείς να πληρώσει με πιστωτική κάρτα. Αυτήν την Κυριακή είναι κυρίως ο δεύτερος όροφος του σουπερμάρκετ και το τεράστιο εστιατόριό του που είναι γεμάτο από οικογένειες, οι οποίες ήρθαν να γευματίσουν σε ένα ευχάριστο περιβάλλον.
Η πρωτεύουσα δεν είναι παρ’ όλα αυτά ένας απέραντος χώρος κατανάλωσης. Το αντίθετο. Αρκεί ένας περίπατος στους δρόμους ή στο μετρό (μόνο μια επίσκεψη επιτρέπεται, σε μια μόνο διαδρομή μεταξύ δύο σταθμών) για να διαπιστώσει κανείς την παρουσία ανδρών και γυναικών φτωχικά ντυμένων, που συχνά κουβαλούν μεγάλα φορτία. Η πλειονότητα των ανθρώπων που συναντήσαμε δεν αποπνέουν πλούτο. Και τι να πει κανείς για τους πανταχού παρόντες στην πόλη στρατιώτες –χωρίς κάποια επιθετικότητα– που συχνά απασχολούνται στα εργοτάξια; «Ο ρόλος του στρατού δεν είναι μόνο να προστατεύσει τη χώρα, αλλά και να συμμετάσχει επίσης στην οικοδόμησή της», εξηγεί ο ένας από τους σωματοφύλακές μου. Πολύ πρακτικό, μιας και αυτό το εργατικό δυναμικό δεν κοστίζει.
Από πολιτική άποψη, το καθεστώς εμμένει στις βεβαιότητές του, όσο παρανοϊκές και αν είναι. Ο λαός φέρεται να οδηγείται από ημίθεους, ηγέτες με απόλυτη πνευματική διαύγεια, αντικείμενα λατρείας χωρίς όρια: ο Κιμ Ιλ-Σουνγκ, ο ιδρυτής, που έδιωξε τους Ιάπωνες κατακτητές και στη συνέχεια τους Αμερικανούς, πριν γίνει «αιώνιος πρόεδρος»· ο γιος του Κιμ Ζονγκ-ιλ, που ενίσχυσε το στρατό και προσέφερε στη χώρα πυρηνικές δυνατότητες· και, τέλος, ο νεότερος, ο Κιμ Ζονγκ-ουν, 32 ετών, που προτίθεται να εκσυγχρονίσει τη χώρα. Μνημείο, πισίνα, σχολείο: δεν υπάρχει δημόσιο κτήριο στο οποίο να μην υπάρχει το πορτραίτο ενός τουλάχιστον από αυτούς τους τρεις κορυφαίους, μπροστά στους οποίους ο καθένας υποκλίνεται όπως ακριβώς προσκυνάει στην εκκλησία. Σύμφωνα με το τοπικό θρησκευτικό δόγμα, η Βόρειος Κορέα διαθέτει το καλύτερο πολιτικό και κοινωνικό σύστημα του κόσμου, που προστατεύει τους πολίτες από τον επιθετικό ιμπεριαλισμό και τον καταστροφικό καπιταλισμό. Οποιοσδήποτε αμφιβάλλει στέλνεται σε σεμινάριο επανεκπαίδευσης –στη «σχολή του μυαλού», όπως την αποκαλούν κοροϊδευτικά κάποιοι στο εξωτερικό– ή στα στρατόπεδα ή ακόμα και εκτελείται.
Σε κάθε περίπτωση, οι συνθήκες ζωής έχουν βελτιωθεί και η πρωτεύουσα αλλάζει. «Πριν από δέκα χρόνια», αναφέρει ένας Βιετναμέζος ταξιδιωτικός πράκτορας που ήρθε σε αναζήτηση νέων τουριστικών προορισμών, «όλα ήταν γκρίζα, πρακτικά δεν υπήρχε κανένα αυτοκίνητο. Σήμερα υπάρχει χρώμα παντού». Στα ρούχα των γυναικών (3). Επίσης στα κτήρια: ένα δάσος από ουρανοξύστες των τριάντα και σαράντα ορόφων, όπως σε κάθε ασιατική πόλη που σέβεται τον εαυτό της, κάποιοι από αυτούς κλασικοί, άλλοι στρογγυλοί και μπλε, άλλοι ακόμα σε μορφή πινέλου και χρώμα πράσινο και ώχρα, έρχονται να στολίσουν τα ογκώδη και αυστηρά κτήρια της δεκαετίας του 1950, χτισμένα στο πιο καθαρό σοβιετικό στυλ.
Οι όχθες του Ταεντόνγκ, του ποταμού που διασχίζει την πρωτεύουσα, βρίθουν εργοταξίων: επέκταση του Πανεπιστημίου Κιμ Τσεκ (Πανεπιστήμιο για επιστήμες αιχμής και νέες τεχνολογίες), διαμόρφωση της όχθης για τις ανάγκες του τουρισμού. Μια αδιαμφισβήτητη επιθυμία εκσυγχρονισμού της πρωτεύουσας σύμφωνα με το τωρινό σύνθημα του Κιμ: «Speed Pyongyang» (4), αναφέρει η «Pyongyang Times» (16 Μαΐου 2015). Όχι μόνο για την αλλαγή της εικόνας της αλλά και για τη διαμόρφωση μιας νέας ελίτ. Μια επίσκεψη στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κιμ Ιλ-σουνγκ, και στη συνέχεια στο Κιμ Τσεκ, μας επιτρέπει να δούμε πολλές αίθουσες γεμάτες με υπολογιστές, όλους συνδεδεμένους στο τοπικό δίκτυο –αρκετά γρήγορο και αξιόπιστο σύμφωνα με πολλούς συνομιλητές μας. Οι φοιτητές των μεταπτυχιακών έχουν δικαίωμα πρόσβασης στο διαδίκτυο με μια σειρά προϋποθέσεις, καθ’ όσον, υπογραμμίζει η άγρυπνη συνοδός της νέας κοπέλας που μας υποδέχεται στο Κιμ Τσεκ, «υπάρχουν επίσης πολύ άσχημα πράγματα στο Διαδίκτυο». Οι ιστοσελίδες που επισκέπτονται οι φοιτητές, όπως άλλωστε και οι καθηγητές, καταγράφονται λεπτομερώς. Είναι δύσκολο να ξέρει κανείς πού αρχίζει και πού τελειώνει ο έλεγχος. Είναι αντιθέτως βέβαιο ότι κανείς φοιτητής δε διαθέτει διεύθυνση e-mail για το εξωτερικό.
Τους καθηγητές αυτών των φημισμένων πανεπιστημίων φαίνεται ότι τους φροντίζουν σαν τα μάτια τους. Μάρτυρας είναι το κτήριο που κατασκευάζεται στις όχθες του Ταεντόνγκ, με θέα σε μια πανέμορφη λεωφόρο, όπου θα στεγάζονται δωρεάν. Πρόκειται για παράδοση, αν πιστέψουμε τη γυναίκα που μας ανοίγει την πόρτα στο διαμέρισμά της δεκαετίας του ’90. Το ζευγάρι στο οποίο κάνουμε μια επίσκεψη προσεκτικά προετοιμασμένη από τους φύλακες αγγέλους μου, δεν έχει τίποτα το συνηθισμένο: ο σύζυγος είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κιμ Ιλ-σουνγκ, ο πεθερός αρχιτέκτονας που εργάστηκε με τον «αιώνιο πρόεδρο». Το μεγάλο διαμέρισμα –επτά δωμάτια, δύο λουτρά– είναι εξαιρετικά σχεδιασμένο, με μια υπέροχη θέα στον Ταεντόνγκ. Η νοικοκυρά υπογραμμίζει ότι τα έπιπλα του σπιτιού τους τα πρόσφερε «ο μεγάλος ηγέτης Κιμ Ζονγκ-ιλ», όπως και σε όλους τους γείτονες σε αυτούς τους δίδυμους ουρανοξύστες των σαράντα ορόφων. Δεν της φαίνεται εξωφρενικό το ότι η ίδια δεν είχε κανένα δικαίωμα επιλογής και ότι η ομοιομορφία είναι κανόνας. Θα γίνει το ίδιο και με τις επόμενες γενεές, αυτές που βλέπουμε σήμερα ντυμένες με χρωματιστά και διαφορετικά ρούχα;
Πρέπει να σημειωθεί ότι, αν και τα στελέχη αυτά –τωρινά και μελλοντικά– χαίρουν πραγματικών προνομίων, η βασική εκπαίδευση, πιστή στην παράδοση των χωρών που αυτοαποκαλούνται κομμουνιστικές, δεν είναι παραμελημένη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα παιδιά μαθαίνουν όλα όσα πρέπει να μάθουν για τη δυναστεία των Κιμ, τις πολλαπλές τους ευεργεσίες και τη φρίκη του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, μαθαίνουν όμως επίσης ανάγνωση και γραφή: το 99% των ανδρών και των γυναικών είναι εγγράμματοι, σύμφωνα με τις στατιστικές της ετήσιας έκδοσης της CIA (5), που κανείς δεν θα κατηγορούσε για συμπάθεια προς το βορειοκορεατικό καθεστώς (6). Ένα αξιοσημείωτο αποτέλεσμα για μια αναπτυσσόμενη χώρα.
Κέντρο για πατινάζ, θέατρα, κέντρο ιππασίας, υδάτινο πάρκο με τεράστιες νεροτσουλήθρες, στα οποία οι Κορεάτες περιφέρονται κατά δεκάδες, μαζί με όλους τους συνάδελφους από τη δουλειά για να διασκεδάσουν τις Κυριακές, λούνα παρκ με συγκρουόμενα αυτοκινητάκια, τραινάκια του τρόμου και βιντεοπαιχνίδια έχουν κάνει την εμφάνισή τους: κι η πόλη πρέπει να είναι χαρούμενη. Στα προάστια, κι ακόμα περισσότερο στην ύπαιθρο, τα πράγματα είναι διαφορετικά: κανένα στατιστικό δεδομένο, καμιά συνάντηση· μονάχα οι εντυπώσεις από ένα ταξίδι από τα δυτικά στα ανατολικά,, μεταξύ Πιονγκγιανγκ και Βονσάν, στην Ανατολική Θάλασσα: εκατόν εξήντα χιλιόμετρα και σχεδόν τρεις ώρες διαδρομής με το αυτοκίνητο, μια δοκιμασία για την πλάτη, αλλά και μια απόλαυση για το μάτι. Δεδομένου ότι ο δρόμος είναι από τσιμεντένιες πλάκες, λίγο ως πολύ ενωμένες, που εκτίθενται σε ένα ευρύ φάσμα θερμοκρασιών (περισσότεροι από 30 βαθμούς το καλοκαίρι, μέχρι -20 βαθμούς το χειμώνα), με αποτέλεσμα να είναι γεμάτος με λακκούβες, είναι αδύνατο να τρέξει το αυτοκίνητο, πράγμα που αφήνει χρόνο να παρατηρήσει κανείς τους ορυζώνες, τα χωράφια των δημητριακών, τα χωριά.
Είμαστε σε περίοδο φυτέματος του ρυζιού και οργώματος της γης. Παρά την έκταση των χωραφιών, οι αγρότες εργάζονται κυρίως με τα χέρια, με αυτοσχέδια εργαλεία: τσουγκράνες και σκαλιστήρια. Πότε πότε φαίνεται ένα κάρο που το σέρνει ένα σκελετωμένο βόδι ή, ακόμα πιο σπάνια, ένα μικρό τρακτέρ –δυο ή τρεις φορές σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού. Σε τακτά χρονικά διαστήματα, καταμεσής των χωραφιών, βλέπει κανείς χρωματιστούς λεκέδες: είναι φοιτητές που εγκατέλειψαν το λύκειο ή το πανεπιστήμιο για να φυτέψουν ρύζι ή να σπείρουν δημητριακά (σιτάρι, καλαμπόκι) για δέκα με δεκαπέντε μέρες. Ένα υποχρεωτικό ραντεβού δυο φορές το χρόνο, την εποχή του φυτέματος και της σποράς και την εποχή της σοδειάς. Επίσης βλέπουμε μεγάλο αριθμό κόκκινων σημαιών· είναι αυτές των δεκάδων στρατιωτών, που συμμετέχουν κι αυτοί στη διαδικασία. Μερικοί για ολόκληρο το χρόνο.
Από το Μάιο του 2012, οι χωρικοί έχουν και δικά τους κτήματα. Τους επιτρέπεται να διαχειρίζονται οι ίδιοι, σε μικρές ομάδες των τεσσάρων ή πέντε ανθρώπων, ένα μέρος της καλλιεργήσιμης γης, ακόμα και να πουλούν το προϊόν της σοδειάς. Σε συνδυασμό με την έλευση μιας παρτίδας λιπασμάτων και με τη βελτίωση των μεθόδων καλλιέργειας (7), η μεταρρύθμιση αυτή επέτρεψε την αύξηση των σοδειών. Η πείνα εξαφανίστηκε, σύμφωνα με τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στη χώρα (8) και το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα. Εντούτοις, σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ, που δημοσιεύτηκε το Μάρτιο του 2013, περίπου τρεις στους δέκα Κορεάτες (27,9%) συνεχίζουν να υφίστανται χρόνια ανεπαρκή διατροφή.
Στο δρόμο της επιστροφής, το αυτοκίνητό μας παθαίνει βλάβη στην είσοδο ενός χωριού. Είμαστε σε απόσταση σαράντα χιλιομέτρων από την Πιονγκγιάνγκ. Μέχρι να έρθουν να μας πάρουν, έχουμε όλο το χρόνο να διασχίσουμε τη γέφυρα και να πάμε με τα πόδια μέχρι τα πρώτα σπίτια. Η απλή αυτή ιδέα τρομοκρατεί τους φύλακες αγγέλους μου, που προβάλλουν όλα τα επιχειρήματα του κόσμου για να αποτρέψουν τη βόλτα στην ύπαιθρο –όπως άλλωστε και όλες τις άλλες.
Κι αυτοί και οι συνάδελφοί τους έχουν αντιληφθεί ότι η λέξη «απαγόρευση» είχε ένα καταστροφικό αποτέλεσμα στη δημόσια εικόνα της χώρας τους. Γι’ αυτό και προσπαθούν, μάλλον με αφελή επιχειρήματα, να δώσουν μια εξήγηση: θέματα ασφάλειας, απουσία ενδιαφέροντος του χωριού, ενδεχόμενη εχθρική στάση των χωρικών έναντι των ξένων… Αυτοί που με ακολουθούν δεν είναι πωρωμένα κομματικά στελέχη· κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν για να ικανοποιήσουν τα αιτήματά μου και εφαρμόζουν τις εντολές με τη μέγιστη δυνατή ηπιότητα. Χωρίς όμως να αποκλίνουν από το χρυσό κανόνα: τίποτα δεν απαγορεύεται, αλλά ό,τι δεν είναι στο πρόγραμμα δεν μπορεί να γίνει.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η άρνηση είναι ακόμα πιο ανόητη, επειδή τα σπίτια του χωριού που βλέπουμε από τη δημοσιά είναι μάλλον ελκυστικά· υπάρχει μάλιστα ένα κτίσμα πολύ καλοφτιαγμένο, φρεσκοβαμμένο –μια αίθουσα πολιτικών συγκεντρώσεων; Οι Κορεάτες που κυκλοφορούν αυτό το απόγευμα, φορτωμένοι με σάκους περισσότερο ή λιγότερο βαρείς, με τα πόδια ή καβάλα σε ποδήλατο, μοιάζουν εξαντλημένοι και φτωχοί. Αλλά ποιος θα φανταζόταν ότι η ύπαιθρος, ακόμα και στα περίχωρα της πρωτεύουσας, είναι πλούσια;
Κι αν πρέπει να βγούμε από την Πιονγκγιανγκ , οι φύλακες άγγελοί μου προτιμούν να μου δείξουν το υπερσύγχρονο κέντρο σκι του βουνού Μασίκ (1528 μέτρα), που κατασκεύασε ο στρατός και άνοιξε τις πύλες του το 2013. Μια θέα που κόβει την ανάσα και εξοπλισμός σαν αυτόν που βρίσκει κανείς στη Δύση: τρία τελεφερίκ καθισμάτων για τους σκιέρ -σύντομα θα είναι σε λειτουργία και τέταρτο- δέκα πίστες σε ένα χώρο διαθέσιμο για σκι 14.000 στρεμμάτων, ένα καφέ εστιατόριο στην κορυφή και, κάτω, ένα «υπερπολυτελές» ξενοδοχείο: ενενήντα δυο δωμάτια (μεταξύ των οποίων δέκα σουίτες), πισίνα των είκοσι πέντε μέτρων, σάουνα, αίθουσα γυμναστικής, κομμωτήριο, αίθουσα χορού, καραόκε, αίθουσα τυχερών παιγνιδιών, σύντομα γκολφ, ακόμα και σύνδεση διαδικτύου στα δωμάτια. Υψηλών προδιαγραφών, κατασκευασμένο «αποκλειστικά με δικές μας δυνάμεις» διαβεβαιώνει ο Ρι Σου Μπομ, διευθυντής του, «εξ αιτίας του αμερικανικού μποϊκοτάζ», που δεν επιτρέπει στις δυτικές επιχειρήσεις να συνεργαστούν μαζί μας. Την ημέρα της επίσκεψής μας, δυο ξένοι τεχνικοί, ένας Γερμανός κι ένας Κινέζος, ήταν εκεί για τη συντήρηση των ανελκυστήρων.
Οι τιμές μιας βραδιάς κυμαίνονται από 100 μέχρι 220 δολάρια (91 έως 200 ευρώ), ποσό χαμηλό για τέτοιες υπηρεσίες, αλλά φυσικά απλησίαστο για την πλειονότητα των Βορειοκορεατών –το κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν είναι 135 δολάρια το μήνα. Απλησίαστο είναι επίσης το σκι, δεδομένου ότι το κόστος ενοικίασης του εξοπλισμού φθάνει τα 28 δολάρια. Όχι και τόσο δημοκρατικό για μια χώρα που διακηρύσσει την απόλυτη ισότητα και διεκδικεί μια αταξική κοινωνία. Είναι όμως για καλό σκοπό: να προσελκύσει ξένο συνάλλαγμα, στοχεύοντας ξένη πελατεία, κυρίως ασιατική και ρωσική, μέχρι να κατορθώσει να συγκινήσει και άλλους.
Ο νέος οικονομικός στόχος τέθηκε άλλωστε στις 30 Μαΐου 2014, σε μια συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του Εργατικού Κόμματος, υπό την προεδρία του Κιμ: (μικρή) μείωση του κρατικού ελέγχου, ανοχή στις ημιεπίσημες επιχειρήσεις που λαδώνουν τα γρανάζια του συστήματος και γεμίζουν με εμπορεύματα τα καταστήματα, επέκταση των Ειδικών Οικονομικών Ζωνών (ΕΟΖ), ανοικτών στην αγορά και στις ξένες επιχειρήσεις. Γνωστές ως «μέτρα της 30ης Μαΐου», οι αποφάσεις αυτές εμφανίζουν δυσκολίες στην εφαρμογή τους. Αλλά «η αποφασιστικότητά μας είναι απόλυτη», επισημαίνει ο Ρι Τσολ Σοκ, αντιπρόεδρος του Συνδέσμου για την Οικονομική Ανάπτυξη της Κορέας, που έχει δημιουργήσει το υπουργείο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων. Όπως όλοι οι αξιωματούχοι που συνάντησα, ήρθε στο ξενοδοχείο.
Ο Ρι, που προσπαθεί να πείσει, δε χρησιμοποιεί ξύλινη γλώσσα. «Έχουμε διδαχτεί από τις εμπειρίες και τα λάθη μας, καθώς και από τις εμπειρίες των άλλων χωρών. Θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον που θα προσφέρει στους επενδυτές τις καλύτερες συνθήκες για να εργαστούν ανεμπόδιστα και να αποκομίσουν κέρδη». Έχουν δημιουργηθεί είκοσι έξι ζώνες. Ο κατάλογος των επιθυμητών επενδύσεων δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη αλλά ήδη περιλαμβάνει τον τουρισμό, τις ηλεκτρονικές συσκευές ευρείας κατανάλωσης, τις κατασκευές μηχανημάτων και τις βιομηχανίες επεξεργασίας γεωργικών προϊόντων. Μια χρήσιμη διευκρίνιση είναι ότι φόροι και δασμοί δε θα υπερβαίνουν το 14% και ότι στους τομείς προτεραιότητας θα μειωθούν ακόμα και στο 10% (έναντι 25% μέχρι στιγμής).
«Είναι η πρώτη φορά που δημιουργούμε τέτοιες ζώνες και έχουμε έλλειψη σε έμπειρα στελέχη», αναγνωρίζει ο Ρι. «Γι αυτό και έχουμε δημιουργήσει δομές εκπαίδευσης για την κατανόηση και την εκμάθηση της διαχείρισης των ΕΟΖ. Τον περασμένο χρόνο, ιδρύσαμε ένα οικονομικό τμήμα ειδικευμένο σε αυτού του είδους τα θέματα, στο Πανεπιστήμιο Κιμ Ιλ-σουνγκ, για να εμπεδώσουμε την κουλτούρα του μάνατζμεντ και της επιχείρησης». Διαλέξεις, σεμινάρια με ξένους συνεργάτες, εκπαιδευτικά ταξίδια στο εξωτερικό πολλαπλασιάζονται. Τον Ιανουάριο του 2013, η επίσκεψη του αφεντικού της Google, Έρικ Σμιντ είχε γίνει πρώτη είδηση.
Ο Ρι παραδέχεται ότι το στοίχημα δεν έχει κερδηθεί. Στις δυσκολίες της νέας εμπειρίας προστίθεται «η πολύ κακή εικόνα της χώρας μας», την οποία αποδίδει αποκλειστικά στην εχθρότητα των Ηνωμένων Πολιτειών. Ούτε κουβέντα για τις πυρηνικές δοκιμές και τις δοκιμές πυραύλων, τις μεγαλόστομες δηλώσεις του μεγάλου ηγέτη και την απόρριψη από μέρους του κάθε διαλόγου –όπως αποδεικνύει και η άρνησή του να επιτρέψει την επίσκεψη στο Καεσόνγκ του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Μπαν Κι-μουν, στις 21 του περασμένου Μαΐου– ή την καταπίεση, που καταγγέλθηκε το Φεβρουάριο του 2014 σε μια έκθεση της εξεταστικής επιτροπής του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών.
Η δυτική απάντηση –το εμπάργκο– από τη φύση της δεν αλλάζει τα δεδομένα. Αντιθέτως η κύρια συνέπειά της είναι η πρόκληση συσπείρωσης γύρω από τον ανώτατο ηγέτη, που χτίζει έτσι την εικόνα του προστάτη του λαού. Επίσης, πρέπει να αγνοεί κανείς την ιστορική πραγματικότητα και το συλλογικό τραύμα που προκάλεσε ο κατακλυσμός βομβών τον οποίο υπέστη η χώρα στη διάρκεια του πολέμου με το Νότο (9), για να μην κατανοεί ότι η ανάπτυξη αμερικανικών και νοτιοκορεατικών δυνάμεων (είκοσι επτά χιλιάδες στρατιωτικοί) τόσο κοντά στη μεθόριο, κατά τα ετήσια στρατιωτικά γυμνάσια όπου γίνεται προσομοίωση απόβασης, μπορεί να προκαλέσει υπερβολικές αντιδράσεις. Συγκρίνοντας την τύχη του Ιράν και του Ιράκ, ο Κιμ και το περιβάλλον του έχουν πεισθεί ότι μόνο η απειλή απόκτησης πυρηνικού όπλου έχει προστατεύσει την Τεχεράνη από μια στρατιωτική εισβολή. Βλέπουν λοιπόν σε αυτό μια προστασία έναντι οιουδήποτε κινδύνου για τη χώρα τους. «Γίνονται τόσες προκλήσεις από το Βορρά όσες και από το Νότο. Οι Αμερικανοί υποδαυλίζουν την ένταση», σχολιάζει ένας δυτικός διπλωμάτης που υπηρετεί στην Πιονγκγιάνγκ. Ο συνομιλητής μου νοσταλγεί την περίοδο της προσέγγισης μεταξύ Βορείου και Νοτίου Κορέας, την «πολιτική της ηλιαχτίδας» (Sunshine Policy) που είχε εγκαινιάσει ο Πρόεδρος της Νοτίου Κορέας Κιμ Ντάε-γιουνγκ και είχε συνεχίσει ο διάδοχός του Ροο Μου-χιουν, μεταξύ του 1998 και του 2007.
Προς το παρόν, είναι παρόντες μόνο Κινέζοι (οι πιο πολλοί και οι λιγότερο αγαπητοί), Νοτιοκορεάτες (στη ζώνη του Καεσόνγκ, κοντά στη γραμμή εκεχειρίας) και Αιγύπτιοι (Orascom, στην κινητή τηλεφωνία). Ο μικρός αυτός αριθμός εξηγείται από το εμπάργκο, αλλά και από τη γραφειοκρατία και τους δισταγμούς των Βορειοκορεατών ηγετών. Έτσι το σχέδιο της ΕΟΖ στο Σινουιζού, στην όχθη του ποταμού Γιαλού, που είναι και σύνορο με την Κίνα, ακριβώς απέναντι από το λιμάνι του Νταντόνγκ, έχει παγώσει. Η υπέροχη κρεμαστή γέφυρα που κατασκεύασε το Πεκίνο και ολοκληρώθηκε πριν από περίπου έναν χρόνο, καταλήγει, από την κορεατική πλευρά, σε… μια απέραντη αλάνα.
Ενάντια σε κάθε πρόβλεψη, οι συνοδοί μου με άφησαν μόνη μου στη διάρκεια των εννέα ωρών του ταξιδιού με τραίνο από την Πιονγκγιάνγκ ως το Νταντόνγκ (Κίνα). Χωρίς να διακινδυνεύσουν και πολλά για να πούμε την αλήθεια: οι περισσότεροι ταξιδιώτες είναι Κορεάτες που δε μιλούν άλλη γλώσσα εκτός της μητρικής τους ή δε θέλουν και πολλές κουβέντες με τους ξένους. Μόνο ένας επιχειρηματίας από τη Σαγκάη, κομψός και ευφραδής, ανοίγει συζήτηση κατά τη δίωρη στάση στο μεθοριακό πέρασμα του Σινουιζού. Εξομολογείται στη διάρκεια της συζήτησης ότι ασκεί ένα ιδιαίτερο επάγγελμα, αυτό του labor exporter (εξαγωγέας εργατικών χεριών). Διαπραγματεύεται –«όχι απ’ ευθείας με την εξουσία, αλλά με οργανισμούς που εξαρτώνται από αυτή»– συμβόλαια εργασίας στην Κίνα για Βορειοκορεάτες εργάτες, οι οποίοι, προφανώς, ταξιδεύουν στο διπλανό κουπέ. Πού πάνε; Πώς πληρώνονται; Είναι αδύνατο να μάθω περισσότερα. Ο άνδρας επιστρέφει στο βαγόνι του, της πρώτης θέσης.
Σε αντίθεση με το ταξίδι στη βορρειοκορεατική ύπαιθρο ή ακόμα και με τα κτήρια που φαίνονται στη Σινουιζού, η άφιξη στο Νταντόνγκ είναι ένα σοκ: η πόλη λιμάνι έχει την όψη ενός μικρού Χονγκ Κονγκ. Κι αποκαλύπτει τις κρυφές όψεις μιας βορειοκορεατικής κοινωνίας σε εξέλιξη, καθ’ όσον εδώ συναντιούνται οι έμποροι από τις δυο πλευρές του ποταμού.
Το τεράστιο άγαλμα του Μάο Τσε Τουνγκ που υποδέχεται τους ταξιδιώτες στην έξοδο του σταθμού με το δάχτυλο να δείχνει προς το μέλλον, παραμένει επιβλητικό, μολονότι περιβάλλεται από κτίσματα που φύτρωσαν σαν τα μανιτάρια. Το Ναντόνγκ δεν έχει γλυτώσει από τον κατασκευαστικό πυρετό που έχει ενσκήψει στην Κίνα τα τελευταία χρόνια. Ολόκληρες συνοικίες πολυτελών κατοικιών χτισμένες έξοχα στις όχθες του Γιαλού (Αμνόκ στα κορεατικά), μοιάζουν άδειες το ίδιο άχρηστες με την κρεμαστή γέφυρα. Το νέο λιμάνι της ανατολής, που ξεχειλίζει από δραστηριότητα, δουλεύει μονάχα με την ΛΔΚ· αλλά το Νταντόνγκ συγκεντρώνει τους διαπραγματευτές κάθε μορφής με την Πιονγκγιάνγκ.
Κινέζος ιδιοκτήτης μιας μικρής επιχείρησης συναρμολόγησης μίνι λεωφορείων στα προάστια της πρωτεύουσας, ο Βανγκ Γιουανγκάνγκ, είναι ένας από αυτούς. Το 2010 συνεταιρίστηκε με μια βορειοκορεατική εταιρεία για τη δημιουργία μιας κοινοπραξίας, στην οποία αυτός έχει το 54%. Ετοιμάζοντας το τσάι σύμφωνα με το παραδοσιακό τυπικό, εξηγεί: «Με την ανάπτυξη των συγκοινωνιών είδαμε ότι υπάρχει μια ενδιαφέρουσα αγορά. Οι εργάτες είναι πειθαρχημένοι και παραμένουν στις θέσεις τους –όχι σαν τους Κινέζους που αλλάζουν εργοστάσιο όποτε τους καπνίσει». Η αμοιβή τους είναι «το ισοδύναμο των 30 ευρώ μηνιαίως συν επτά ευρώ για ασφαλιστικές εισφορές», για οκτώ ώρες ημερησίως, έξι μέρες την εβδομάδα. Σχεδόν δέκα φορές λιγότερο από όσα κερδίζει ένας Κινέζος εργάτης στο εργοστάσιο Χουανγκάι, ενός από τους κατασκευαστές του Νταντόνγκ, από τον οποίο αγοράζει εξαρτήματα για το εργοστάσιό του στη Βόρειο Κορέα. Πρέπει, προσθέτει ο επιχειρηματίας, να προστεθεί και η υποχρεωτική διανομή τροφίμων (ρύζι, μαγειρικό λάδι…). Η επιχείρηση είναι κερδοφόρα, παρ’ όλο που, από την αφήγησή του γίνεται αντιληπτό ότι το εγχείρημα «που το είχε επαινέσει ο Κιμ Ζονγκ – ουν», δεν είναι ένα μακρύ ήσυχο ποτάμι. Προς το παρόν, αναζητά εταίρους για να επεκταθεί, αλλά οι υποψήφιοι σπανίζουν. Μαθαίνουμε επίσης ότι είναι και διαμεσολαβητής για ξένες επιχειρήσεις στις οποίες δεν επιτρέπεται να κάνουν δουλειές με την Πιονγκγιάνγκ, εξ αιτίας του μποϊκοτάζ.
Ακριβώς απέναντι από το γραφείο του υπάρχει μια σειρά ταξιδιωτικών γραφείων, που προσφέρουν ταξίδια μετ’ επιστροφής στην άλλη πλευρά, με ευκολία στην απόκτηση βίζας. Πρόκειται κυρίως για εταιρείες εισαγωγών – εξαγωγών πασίγνωστες στο Νταντόνγκ. Εδώ συναντιούνται οι κάθε λογής κομπιναδόροι: στελέχη του βορειοκορεατικού καθεστώτος εγκατεστημένα στην πόλη, που διαπραγματεύονται επιτηρώντας ταυτόχρονα τους ανθρώπους τους και, κυρίως, τις νέες γυναίκες που εργάζονται ως σερβιτόρες στα εστιατόρια· Σινοκορεάτες, που τα έχουν βρει με τους προηγούμενους και έχουν το πλεονέκτημα ότι μιλούν τη γλώσσα τους· Κινέζοι λιανέμποροι έτοιμοι για όλα, προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση σε αυτή την θεωρούμενη ως πολλά υποσχόμενη αγορά.
Η ιδιοκτήτρια μιας επιχείρησης εισαγωγών – εξαγωγών ζητάει να προστατευτεί η ανωνυμία της: «Είναι ευαίσθητοι εκεί κάτω και προσβάλλονται εύκολα», λέει δείχνοντας με το δάχτυλό της προς την ΛΔΚ. Κατά τα λεγόμενά της, οι συνομιλητές έχουν πολλαπλασιαστεί στα τελευταία τέσσερα – πέντε χρόνια. Με είκοσι χρόνια επιχειρηματικής δραστηριότητας εκτιμά ότι όλα έχουν αλλάξει: «Πριν τα πράγματα δεν ήταν εύκολα, αλλά υπήρχε μονάχα ένας που έδινε εντολές. Ήταν αξιόπιστος, ακόμα και αν μερικές φορές εξαφανίζονταν (θάνατος ή πτώση σε δυσμένεια). Σήμερα είναι πιο περίπλοκα. Συμβαίνει όλο και πιο συχνά κάποιοι να αρνούνται να πληρώσουν μετά την παραλαβή ή να ζητούν εξωπραγματικές προθεσμίες πληρωμής». Διαβεβαιώνει ότι έχει συσσωρεύσει ανοιχτές πιστώσεις 70 εκατομμυρίων ευρώ και είναι πεπεισμένη ότι το χρήμα καταλήγει τόσο στις τσέπες των πολιτικών ηγετών όσο και των επιχειρηματιών: διαφθορά μεγάλης κλίμακας. Προφανώς μη επαληθεύσιμη.
Αυτό που είναι σίγουρο είναι πως κομπίνες γίνονται σε όλα τα επίπεδα. Για τη γρήγορη έκδοση θεωρήσεων βίζας, τα ταξιδιωτικά γραφεία πληρώνουν τελωνειακούς και αστυνομικούς. Εκεί όπου το ποτάμι Γιαλού στενεύει, οι Βορειοκορεάτες στρατιώτες και χωρικοί βελτιώνουν το εισόδημά τους με μικρολαθρεμπόριο. Σε μια απόσταση δεκαπέντε χιλιομέτρων από το κέντρο του Νταντόνγκ, στη Μιπν Ζιανγκ Ντονγκ Λου (τον παραλιακό δρόμο), έχει κατασκευαστεί ένα πρόχειρο λιμάνι με δυο τρία πλοία, μια μικρή τσιμεντένια αποβάθρα και μερικά μικρά περίπτερα. Με 100 γουάν, οι Κινέζοι και οι τουρίστες μπορούν να πάνε στο έδαφος της Βόρειας Κορέας, όπου οι στρατιωτικοί τους πουλούν φρέσκα αυγά από τα γύρω αγροκτήματα, (2 γουάν το τεμάχιο), τσιγάρα, αλκοόλ και επίσημα (βον, γραμματόσημα) (10), σαν αυτά που πωλούνται στην Πιονγκγιάνγκ. Τα ίδια ψιλοπράγματα βρίσκει κανείς και στην αποβάθρα, αν εξαιρέσεις την αγωνία. Οι έμποροι καταβάλλουν ένα μέρος των πωλήσεών τους στους Βορειοκορεάτες στρατιωτικούς που κάνουν το λαθρεμπόριο και στους Κινέζους στρατιωτικούς που το επιτρέπουν, «σε ίσα μερίδια», διευκρινίζει μια πωλήτρια.
Όλος ο κόσμος κλείνει τα μάτια. Στην Κίνα, όπου η διαφθορά είναι το εθνικό σπορ παρά την εκστρατεία του Προέδρου Τσι Τζινπίνγκ, τέτοιες πρακτικές δεν προκαλούν έκπληξη. Στη ΛΔΚ, το κοντραμπάντο των χαμηλόβαθμων στρατιωτικών και των ανωτέρων τους, τους επιτρέπει να ζουν καλύτερα και χρησιμεύει ως βαλβίδα ασφαλείας.
Άλλη μια απόδειξη ότι το χρήμα –θέμα ταμπού στην Πιονγκγιάνγκ– παρεισφρέει στην καθημερινή ζωή. Μια «τάξη εμπόρων» δημιουργείται, εκτιμά ο Αντρέι Λάνκοβ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κούκμιν της Σεούλ και ειδικός σε θέματα Βορείου Κορέας: «Όλο και περισσότερο καθιστά σαφή τα δικά της πολιτικά συμφέροντα, τα οποία, σε πείσμα των στερεοτύπων, δε συγκρούονται υποχρεωτικά με αυτά της κυβέρνησης και της παλιάς νομενκλατούρας του κόμματος – κράτους» (11). Σε πλήρη διαδικασία οικονομικής αλλαγής κάτω από μολύβδινο πολιτικό μανδύα, η ΛΔΚ δε μοιάζει με τις καρικατούρες που συχνά κυκλοφορούν στη Δύση, ούτε, πολύ περισσότερο, με το όραμα μιας αταξικής κοινωνίας, που προσπαθούν να δώσουν οι Βορειοκορεάτες επίσημοι.
Πηγές: Παγκόσμια Τράπεζα, υπουργείο Ενοποίησης της Νοτίου Κορέας, Σύνοδος των Ηνωμένων Εθνών για το εμπόριο και την ανάπτυξη (CNUCED), γαλλικό υπουργείο Εξωτερικών, CIA, World Fact Book