el | fr | en | +
Accéder au menu

Οι Ιρανοί αβέβαιοι για το αύριο

Μετά τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, που υπογράφηκε τον Ιούλιο, η προοπτική άρσης των κυρώσεων κατά της Τεχεράνης θα επιτρέψει, σε βάθος χρόνου, την ανάκαμψη της γονατισμένης ιρανικής οικονομίας. Όμως, οι ηγέτες της Ισλαμικής Δημοκρατίας θα πρέπει να επιλέξουν το είδος των μεταρρυθμίσεων που θα προωθήσουν για να συνοδεύσουν την οικονομική ανάκαμψη. Τα εσωτερικά πολιτικά ανοίγματα, που παραμένουν εξαιρετικά αβέβαια, θα εξαρτηθούν από δύο μεγάλες εκλογικές αναμετρήσεις μέσα στο 2016.

Τεχεράνη, 14 Ιουλίου το βράδυ. Χιλιάδες άνθρωποι βγαίνουν στους δρόμους για να γιορτάσουν τη συμφωνία της Βιέννης, μεταξύ του Ιράν και της ομάδας «Ρ5+1» (Κίνα, Ηνωμένες Πολιτείες, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ρωσία και Γερμανία). Μετά από 12 χρόνια κρίσης, και έπειτα από έναν διπλωματικό μαραθώνιο εικοσιενός μηνών, αυτή η πρώτη αχτίδα φωτός δίνει χαρά σε έναν λαό που έχει πληγεί από τις διεθνείς οικονομικές κυρώσεις. Ο ενθουσιασμός είναι τέτοιος που ορισμένοι διαδηλωτές, μεταξύ τους και γυναίκες, δεν διστάζουν να καρφιτσώσουν μικρές αμερικανικές σημαίες στα ρούχα τους -τόλμημα αδιανόητο πριν από μερικά χρόνια.

Δύο μήνες αργότερα, οι επισκέψεις Δυτικών υπουργών και επιχειρηματιών διαδέχονται η μία την άλλη εν όψει του επικείμενου ανοίγματος της ιρανικής αγοράς. Όμως, παραμένουν αρκετά, και όχι μικρής σημασίας, ερωτηματικά γύρω από το μέλλον της χώρας σε σχέση με μια συμφωνία που είχε ως πρώτιστο στόχο να εμποδίσει το Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, σχέδιο την ύπαρξη του οποίου οι ιρανικές αρχές δεν παραδέχτηκαν ποτέ. Παγώνοντας ορισμένα ερευνητικά προγράμματα, κλείνοντας κάποια εργοστάσια, μειώνοντας τον αριθμό των φυγοκεντρικών μηχανημάτων εμπλουτισμού ουρανίου και επιτρέποντας επιθεωρήσεις, η Ισλαμική Δημοκρατία προέβη σε σημαντικές παραχωρήσεις για να επιτύχει την άρση των κυρώσεων, από την οποία προσδοκά πολλά.

«Κανείς δεν γνωρίζει εάν αυτή η συμφωνία θα εγκριθεί στο Ιράν και ούτε είναι βέβαιο ότι θα κυρωθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωνε, στις 18 Αυγούστου, ο Ανώτατος Ηγέτης Αλί Χαμενεΐ, ο οποίος έχει τον τελικό λόγο για το θέμα στο Ιράν. Η δήλωση αποτέλεσε βούτυρο στο ψωμί αρκετών Ρεπουμπλικάνων στο αμερικανικό Κογκρέσο και τη Γερουσία, που προσπάθησαν να τορπιλίσουν τη διπλωματική επιτυχία, ωστόσο η πρόταση που κατέθεσαν στη Γερουσία δεν κατάφερε να συγκεντρώσει τις 60 απαραίτητες ψήφους, στις 10 Σεπτεμβρίου..

Οι δηλώσεις του Ανώτατου Ηγέτη του Ιράν αντικατοπτρίζουν, επίσης, τη βούλησή του να κρατήσει τις ισορροπίες, λαμβάνοντας υπόψη την αντίθεση σκληρών θυλάκων του καθεστώτος σε οποιαδήποτε μορφή αποκατάστασης των σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μολονότι η υπόθεση της επιστροφής στο σημείο μηδέν μέσα στους επόμενους μήνες δεν μπορεί να αποκλειστεί, στην Τεχεράνη επικρατεί αισιοδοξία -έστω και μόνο επειδή οι Ιρανοί ηγέτες αντιλαμβάνονται τη σημασία που έχει η συμφωνία της Βιέννης για την ίδια την επιβίωση του καθεστώτος.

Τα ηγετικά κλιμάκια δεν μπορεί να λησμόνησαν ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο που συνέβη τον περσινό χειμώνα. Από την Τεχεράνη και το Ισπαχάν, στο κεντρικό Ιράν, μέχρι την Κερμανσάχ, στο δυτικό τμήμα της χώρας, τεράστια πλήθη, αψηφώντας το δριμύ ψύχος, συγκεντρώθηκαν μπροστά από τα κρατικά πολυκαταστήματα για να προμηθευτούν, με κουπόνια διατροφής, είδη πρώτης ανάγκης, όπως λάδι, ζάχαρη, σιτάρι, αβγά ή ακόμη και τσάι ή κοτόπουλο. Σε ορισμένες πόλεις, άνδρες και γυναίκες διαπληκτίστηκαν για αυτό το «καλάθι επιδοτούμενων προϊόντων». Επρόκειτο για θέαμα που προκάλεσε σοκ σε όποιον γνωρίζει ότι το Ιράν, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, είναι δεύτερο παγκοσμίως σε αποθέματα φυσικού αερίου και τέταρτο σε αποθέματα πετρελαίου. Οι σκηνές αυτές, που σχολιάστηκαν πολύ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, φανέρωσαν τις επισφαλείς συνθήκες ζωής μεγάλου τμήματος της ιρανικής κοινωνίας, ιδιαίτερα των μεσαίων στρωμάτων. Το επεισόδιο προκάλεσε ανησυχία στο καθεστώς και έπεισε αρκετά πολιτικά και θρησκευτικά στελέχη για τον κίνδυνο της λαϊκής αμφισβήτησης.

Βέβαια, το περιστατικό αυτό δεν ήταν ο μοναδικός λόγος για τον οποίο οι Ιρανοί κατέληξαν τις διαπραγματεύσεις με τις μεγάλες δυνάμεις. Οι περιφερειακές αναταράξεις, με την ολοένα μεγαλύτερη ανάμιξη της αντίπαλης Σαουδικής Αραβίας στις εμφύλιες συγκρούσεις σε Συρία και Υεμένη, καθώς και η ενίσχυση του Ισλαμικού Κράτους, μέτρησαν ιδιαίτερα. Αλλά η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης υπήρξε ο καθοριστικός παράγοντας. Έχοντας δεχτεί πλήγμα από το εμπάργκο και από τη μείωση των εσόδων σε συνάλλαγμα λόγω της υποχώρησης των τιμών του πετρελαίου -τα διαφυγόντα έσοδα υπολογίζονται σε 40 δισεκατομμύρια δολάρια περίπου για το 2015-, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) θα αυξηθεί μόλις κατά 1% το 2015, μετά από ύφεση 6,8% το 2012 και μια δειλή ανάκαμψη 1,5% το 2014.

Η ατονία αυτή, η οποία επιβαρύνεται και λόγω του υψηλού πληθωρισμού (15% τον Μάιο του 2015), ώθησε τα ηγετικά κλιμάκια της Ισλαμικής Δημοκρατίας να παράσχουν στη διαπραγματευτική ομάδα τους μια ευρεία εντολή ώστε να φέρει σε πέρας την αποστολή που της ανατέθηκε: να επιτύχει συμφωνία που θα επέτρεπε την άρση των κυρώσεων, χωρίς το Ιράν να υποχρεωθεί να κάνει υποχωρήσεις σε άλλα ζητήματα εκτός του πυρηνικού προγράμματός του. «Ο Ανώτατος Ηγέτης αντέδρασε γρήγορα», εξηγεί ανώνυμα ένας παλαιός διπλωμάτης. «Δεν περίμενε μέχρι να κατέβουν εκατομμύρια άνθρωποι στον δρόμο για να διαδηλώσουν τη δυσαρέσκειά τους. Έσωσε τη Δημοκρατία και την κληρονομιά της. Το Ιράν επένδυσε πολλά στην πυρηνική τεχνολογία και στην εκπαίδευση των τεχνικών και άλλων σχετικών ειδικοτήτων. Η συμφωνία αυτή επιτρέπει τη διατήρηση ενός καθεστώτος του οποίου η ύπαρξη κινδύνευε».

Μετά τη σκληρή γραμμή της προεδρίας του Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ (2005-2013), η σύνθεση και μόνο της διαπραγματευτικής ομάδας άφηνε να διαφανεί η βούληση της ιρανικής πλευράς για επίτευξη συμφωνίας. Ο πρόεδρος Χασάν Ροχανί, ο οποίος εξελέγη το 2013 και είναι γνωστός στη Δύση από τον ρόλο του ως επικεφαλής διαπραγματευτή για το ζήτημα των πυρηνικών του Ιράν από το 2003 έως το 2005 -επί της δεύτερης θητείας του μεταρρυθμιστή προέδρου Μοχάμαντ Χαταμί (1997-2005)-, όρισε ως υπουργό Εξωτερικών τον Μοχάμαντ Ζαβάντ Ζαρίφ, τον στενότερο συνεργάτη του στις τότε διαπραγματεύσεις. Ο Ζαρίφ, πρώην πρέσβης του Ιράν στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, πραγματιστής, μιλά πολύ καλά αγγλικά και γνωρίζει την αγγλοσαξονική κουλτούρα, γεγονός που έκανε υπερήφανους τους Ιρανούς και προκάλεσε τα εγκωμιαστικά σχόλια του Τύπου. Μέσα στον ενθουσιασμό τους για τη συμφωνία της Βιέννης, πολλές εφημερίδες συνέκριναν τον Ζαρίφ με τον Μοχάμαντ Μοσαντέγκ (1882-1967), τον πρώτο δημοκρατικά εκλεγμένο ηγέτη της χώρας, ο οποίος εθνικοποίησε την πετρελαϊκή βιομηχανία της, πριν ανατραπεί, το 1953, με πραξικόπημα που οργάνωσε η Central Intelligence Agency (CIA).

Μένει να φανεί εάν η συμφωνία της 14ης Ιουλίου θα φέρει την οικονομική ανάκαμψη που προσδοκά η ιρανική κοινωνία. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της εβδομαδιαίας έκδοσης MEED, η, ακόμη και σταδιακή, άρση των κυρώσεων θα δώσει τη δυνατότητα στο Ιράν να διπλασιάσει το ΑΕΠ του (375 δισεκατομμύρια ευρώ το 2014) μέχρι το 2030 και να προσελκύσει περίπου 300 δισεκατομμύρια ευρώ σε ξένες άμεσες επενδύσεις μέχρι το 2020. Σύμφωνα με τον Αλί Μασαγιεκί, στέλεχος χρηματοοικονομικών στην επενδυτική εταιρεία Turqoise Partners, η οποία δραστηριοποιείται και στο Ιράν, «η κεφαλαιοποίηση του χρηματιστηρίου της Τεχεράνης θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 400% μέσα σε 5 χρόνια και να φθάσει τα 450 δισεκατομμύρια ευρώ». Από την πλευρά του, ο υπουργός Βιομηχανίας Ρεζά Νεματζαντέχ εκτιμά ότι μόνον ο πετρελαϊκός κλάδος θα μπορούσε να προσελκύσει, σε βάθος χρόνου, ξένες άμεσες επενδύσεις ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ. Τέλος, η Τεχεράνη ελπίζει να ανακτήσει μέρος των περιουσιακών στοιχείων της που βρίσκονται δεσμευμένα στο εξωτερικό. Η ακριβής αξία τους είναι δύσκολο να υπολογιστεί, αλλά στη Δύση συχνά αναφέρονται ποσά που κυμαίνονται μεταξύ 90 έως 135 δισεκατομμυρίων ευρώ, ενώ η κυβέρνηση Ομπάμα κάνει λόγο για 56 δισεκατομμύρια δολάρια. Στην Τεχεράνη, προς το παρόν περιορίζονται να δηλώνουν ότι μόνον 29 δισεκατομμύρια δολάρια θα μπορούσαν να ανακτηθούν βραχυπρόθεσμα. Οι αποκλίσεις τροφοδοτούν τις προβλέψεις των Ιρανών γύρω από τον τρόπο που προτίθεται η κυβέρνησή τους να χρησιμοποιήσει τους πολύτιμους αυτούς χρηματικούς πόρους.

Εξάλλου, οι θετικές συνέπειες της άρσης των κυρώσεων δεν θα είναι άμεσες, εκτός εάν μέρος των χρημάτων που θα ανακτηθούν χρησιμοποιηθούν για να εξαγοραστεί προσωρινά η κοινωνική ειρήνη. Δημοσιογράφος που αρθρογραφεί σε μεγάλη ιρανική εφημερίδα, αλλά προτιμά να διατηρήσει την ανωνυμία του για λόγους ασφαλείας, εκμυστηρεύεται ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον 2 με 3 χρόνια για να ανακάμψει η οικονομία: «Ο πρόεδρος Ροχανί και η ομάδα του θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους τις προσδοκίες του κόσμου και να προσεγγίσουν το ζήτημα ανοιχτά. Υπάρχει κίνδυνος η δυσφορία να εκδηλωθεί στις επόμενες προεδρικές εκλογές, εάν το επίπεδο ζωής δεν βελτιωθεί».

Οποιαδήποτε βελτίωση της οικονομίας περνά υποχρεωτικά μέσα από τη μεταρρύθμιση του τραπεζικού συστήματος, το οποίο καταγράφει χαμηλή αποτελεσματικότητα και σημαντικές επισφάλειες (15% του ενεργητικού, αλλά έως και 50% σε ορισμένα δημόσια τραπεζικά ιδρύματα). Στο μεταξύ, οι ξένες τράπεζες θα διστάζουν να επενδύσουν, καθώς η συμφωνία της Βιέννης προβλέπει ότι οποιαδήποτε παραβίαση των όρων της συμφωνίας από την πλευρά του Ιράν θα έχει ως συνέπεια την επαναφορά των κυρώσεων μέσα σε διάστημα 65 ημερών.

Τα οικονομικά ανοίγματα δεν θα συνοδευτούν κατ’ ανάγκην από μεγαλύτερη προσέγγιση με τις Ηνωμένες Πολιτείες ή από εσωτερικές πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών με την ομάδα «Ρ5+1», ο Χαμενεΐ συχνά υπενθύμισε στους Ιρανούς διαπραγματευτές ότι η εντολή τους περιοριζόταν στο ζήτημα των πυρηνικών και ότι «δεν είχαν εξουσιοδοτηθεί να συνομιλήσουν για άλλα ζητήματα που οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθούσαν να προσεγγίσουν, όπως η κατάσταση στη Συρία ή την Υεμένη» (1). Όσο για μια αλλαγή της γραμμής πλεύσης στο εσωτερικό, παραμένει αβέβαιη, όπως δείχνει η έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας, σύμφωνα με την οποία 694 άτομα καταδικασμένα σε θάνατο εκτελέστηκαν μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου και της 15ης Ιουλίου 2015.

Ωστόσο, «πολλά σημάδια δείχνουν ότι η κυβέρνηση Ροχανί έχει ξεκινήσει τη διαδικασία πραγματικών μεταρρυθμίσεων ώστε να τηρήσει τις προεκλογικές υποσχέσεις της», θεωρεί ο καθηγητής Τουράζ Νταριαΐ, διευθυντής του Κέντρου Περσικών Σπουδών Samuel-Jordan στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια. «Το πρόγραμμά της έδινε προτεραιότητα στα διεθνή ζητήματα ενώ, στο εσωτερικό πεδίο, υποσχόταν την ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών, τη μείωση των περιορισμών για τις γυναίκες και, γενικότερα, για τους Ιρανούς πολίτες. Είτε αρέσει στην κυβέρνηση είτε όχι, η νεολαία θα κινήσει τα πράγματα και τίποτε δεν θα μπορεί να τη σταματήσει». Βέβαια, η συμφωνία της Βιέννης δεν θα είχε υπογραφεί ποτέ χωρίς την έγκριση του Ανώτατου Ηγέτη. Και, επίσης, εάν οι ηγετικοί παράγοντες του σκληροπυρηνικού ρεύματος είχαν εκτιμήσει ότι η σημερινή κυβέρνησηετοιμαζόταν να εφαρμόσει ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις, δεν θα είχαν επιτρέψει την εκλογή του Ροχανί.

Επομένως, είναι δύσκολο να εκτιμηθούν τα περιθώρια ελιγμών που διαθέτει ο Ροχανί στην προσπάθειά του να διευρύνει το πεδίο των ατομικών ελευθεριών, καθώς τα σημάδια είναι πολύ αντιφατικά. Για παράδειγμα, μόλις δύο εβδομάδες μετά την υπογραφή της συμφωνίας, το καθεστώς κατεδάφισε σουνιτικό τέμενος στη δυτική Τεχεράνη, τη στιγμή που ο Ροχανί δήλωνε, μερικές ημέρες νωρίτερα, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο Κουρδιστάν -περιοχή όπου οι σουνίτες υπερτερούν πληθυσμιακά- ότι στο Ιράν δεν υπάρχουν πολίτες δεύτερης κατηγορίας και ότι όλοι στη χώρα τυγχάνουν ισότιμης μεταχείρισης. Η σουνιτική κοινότητα αποτελεί περίπου το 10% του πληθυσμού, με το ένα εκατομμύριο σουνίτες να ζουν στην Τεχεράνη, όπου τα τεμένη τους είναι απαγορευμένα, μολονότι η ιρανική πρωτεύουσα καυχιέται ότι είναι το κέντρο του ισλαμικού κόσμου. Η μειονότητα αυτή θεωρείται δυνητικό στήριγμα της Σαουδικής Αραβίας.

Το ζήτημα των πολιτικών ανοιγμάτων εξαρτάται από τις εκλογικές αναμετρήσεις της 25ης Φεβρουαρίου 2016. Την ίδια εκείνη ημέρα, οι Ιρανοί θα επιλέξουν τα μέλη του κοινοβουλίου (Ματζλίς), της συμβουλευτικής ισλαμικής εθνοσυνέλευσης, και, κυρίως, τους θρησκευτικούς αξιωματούχους της Συνέλευσης των Σοφών. Τα μέλη του σώματος, που εκλέγονται κάθε οκτώ χρόνια, ορίζουν τον Ανώτατο Ηγέτη και επιβλέπουν την άσκηση των καθηκόντων του. Με τον Χαμενεΐ να έχει φτάσει τα 76 χρόνια, η επιλογή των μελών του σώματος θα μπορούσε να αποδειχτεί καθοριστική. Ο Χασεμί Ραφσαντζανί, αμφιλεγόμενος αλλά δημοφιλής πολιτικός, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος της Ισλαμικής Δημοκρατίας για δύο θητείες (1989-1997), έχει ήδη ανακοινώσει την υποψηφιότητά του. Για ορισμένους παρατηρητές, η κίνηση αυτή θα μπορούσε να προοιωνίζεται αλλαγές. Ο Ραφσαντζανί, ο οποίος σήμερα είναι πρόεδρος του Ρυθμιστικού Συμβουλίου, σώματος που ρυθμίζει τις συνταγματικές διαφορές, έχει παροτρύνει και τον Χασάν Χομεϊνί, εγγονό της εμβληματικής φυσιογνωμίας της ισλαμικής επανάστασης που πρόσκειται στους μεταρρυθμιστές, να θέσει υποψηφιότητα.

Επομένως, η συμφωνία της Βιέννης δεν μπορεί να επισκιάσει τη σπουδαιότητα των δύο επερχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων. Σε άρθρο της, η «Javan», συντηρητική εφημερίδα που πρόσκειται στους Φρουρούς της Επανάστασης, εκτιμά ότι «ο εχθρός [οι Ηνωμένες Πολιτείες] θα επιδιώξει κατά την περίοδο μετά την υπογραφή της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα, να εκμεταλλευτεί τις δύο αποφασιστικές εκλογές για το Κοινοβούλιο και για τη Συνέλευση των Σοφών» (18 Αυγούστου 2015). Πρόκειται για σοβαρή προειδοποίηση που δεν μπορεί να αγνοηθεί από τους υπέρμαχους των πολιτικών ανοιγμάτων. «Όλα θα εξαρτηθούν από τη σχέση της κυβέρνησης με την κοινωνία, που περιμένει τις αλλαγές για τις οποίες ψήφισε», εκτιμά, από την πλευρά του ο Νταριαγί. «Υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας, αλλά πολλοί αντίπαλοι παραμένουν προσηλωμένοι στα συντηρητικά ιδεώδη και στο επαναστατικό ισλάμ. Άρα, η μάχη προμηνύεται σκληρή».

Camelia Enthekabifard

Δημοσιογράφος, συγγραφέας του βιβλίου «Camelia, Save Yourself by Telling the Truth: A Memoir of Iran», Seven Stories Press, Νέα Υόρκη, 2007.
Χάρης Λογοθέτης

(1Βλ. Shervin Ahmadi, «Un accord qui ouvre le champ des possibles en Iran», «Le Monde diplomatique», Μάιος 2015.

Μοιραστείτε το άρθρο