el | fr | en | +
Accéder au menu

Τι μας διδάσκει η Ευρωπαϊκή Οδηγία για την άδεια μητρότητας

Αγώνας ενάντια στην υπογεννητικότητα

«Είναι σαν την αναζήτηση ενός μαύρου κουτιού», εξηγεί η κυρία Καρολίν Μαρτέν (1), συνεργάτιδα ευρωβουλευτή. «Είναι αδύνατο να ταυτοποιηθούν οι ηγέτες που, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, θα έπαιρναν στις πλάτες τους το σχέδιο οδηγίας για την άδεια μητρότητας». Το εν λόγω σχέδιο οδηγίας, που εκπονήθηκε από την Επιτροπή το 2008 και εγκρίθηκε σε πρώτη ανάγνωση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2010, προβλέπει την επιμήκυνση της ελάχιστης διάρκειας άδειας μητρότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση από δεκατέσσερις σε είκοσι εβδομάδες. Εντούτοις, εδώ και πέντε χρόνια παραμένει κενό γράμμα, εξ αιτίας του ότι δεν έχει ληφθεί απόφαση στο Συμβούλιο, που απαρτίζεται από τους υπουργούς των κρατών-μελών. Ένα ελάχιστα γνωστό στο ευρύ κοινό θεσμικό όργανο είναι στο στόχαστρο της κριτικής γι’ αυτή την τελμάτωση: η Επιτροπή των Μονίμων Αντιπροσώπων (Coreper).

Στις Βρυξέλλες, κάθε κράτος-μέλος διαθέτει έναν μόνιμο αντιπρόσωπο, επιφορτισμένο με την υπεράσπιση των θέσεών του. Το θεσμικό όργανο στο οποίο συμμετέχουν, η Coreper (Βλ. το ένθετο «Ένα στρατηγικό θεσμικό όργανο»), διεξάγει τις συζητήσεις που επιτρέπουν στις εικοσιοκτώ κυβερνήσεις να καταλήξουν σε συμφωνία σε κάθε θέμα που συζητείται. Όμως, στο θέμα της άδειας μητρότητας ουδέποτε δρομολόγησε τη διαδικασία προσέγγισης των εθνικών θέσεων. «Την άνοιξη του 2015, οι μόνιμες αντιπροσωπείες μποϊκοτάρισαν τις συναντήσεις που πρότεινε η Βελγίδα ευρωβουλευτής Μαρία Αρένα (Προοδευτική Συμμαχία Σοσιαλιστών και Δημοκρατών), με έντονο ενδιαφέρον για το θέμα, με το επιχείρημα πως ήταν ανώφελο να γίνει συζήτηση, δεδομένης της απουσίας σύγκλισης μεταξύ των υπουργών», αποκαλύπτει ο Συλβαίν Νοθόμπ, ένας Βέλγος υπάλληλος της Ε.Ε. (2). Έτσι η διαδικασία διακόπηκε, χωρίς να γίνει γνωστό ποια είναι τα κράτη που το μπλοκάρουν και σε ποια βάση: «Από το 2010, περιοριζόμαστε σε υποθέσεις».

Αποκαλυπτική των αδιεξόδων της κοινωνικής Ευρώπης, η διαδρομή της οδηγίας για την άδεια μητρότητας απεικονίζει μια άλλη πτυχή αυτού που συνηθίζουμε να αποκαλούμε «δημοκρατικό έλλειμμα». Πέρα από τον πολύ βολικό αφορισμό «φταίνε οι Βρυξέλλες» (3), οι κυβερνήσεις επωφελούνται ενός θεσμικού συστήματος που καλλιεργεί τη σύγχυση αρμοδιοτήτων.

Όλα αρχίζουν το 2008, όταν η Επιτροπή, ύστερα από πιέσεις του Τσέχου Επιτρόπου Κοινωνικών Υποθέσεων Βλαντιμίρ Σπίντλα, προτείνει την επέκταση στις δεκαοκτώ εβδομάδες την ελάχιστη αμειβόμενη άδεια μητρότητας, δηλαδή τέσσερις εβδομάδες περισσότερο από τα προβλεπόμενα από μια οδηγία του 1992. Πρόκειται για συμμόρφωση προς σχετική υπόδειξη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (OIT/ILO), αλλά και για προσπάθεια αντιμετώπισης της μείωσης των γεννήσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και για να υπάρξει μια «καλύτερη ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής, για την επίτευξη της οικονομικής ανάπτυξης, της ευημερίας και της ανταγωνιστικότητας» (4). Στις χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης, που αντιμετωπίζουν μείωση των γεννήσεων, η νόμιμη διάρκειά της είναι ήδη αισθητά μακρύτερη (βλ. σχετικό γράφημα). Και, μολονότι η ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών συμπεριλαμβάνεται στους στόχους προς επίτευξη, η πρόταση είναι, όπως συνηθίζεται, συνδεδεμένη με αυστηρά οικονομικά διακυβεύματα.

Σε πρώτη συζήτηση, το 2010, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επιμηκύνει το δικαίωμα της άδειας μητρότητας μέχρι τις είκοσι εβδομάδες, μετά από σκληρή μάχη που έδωσε η Πορτογαλίδα ευρωβουλευτής Μαρία Εστρέλλια. Προβλέπει επίσης το δικαίωμα της άδειας και για τους πατεράδες, που τους είχαν ξεχάσει το 1992. Από εκεί και πέρα το πράγμα στραβώνει. Το θέμα παραπέμπεται στο Συμβούλιο προκειμένου να πάρει θέση σε πρώτη συζήτηση (5). Εδώ είναι η στιγμή που μπαίνει στη σκηνή η Coreper. Φαίνεται όμως ότι η πρόταση Οδηγίας μπλοκάρεται πολύ νωρίς, από τη συνάντηση της Ομάδας Εργασίας «Κοινωνικές Υποθέσεις», αποτελούμενη από δημόσιους λειτουργούς, συνεργάτες των μονίμων αντιπροσώπων, η οποία προετοιμάζει τις συναντήσεις της Coreper σε τέτοια θέματα. «Αυτές οι καταστάσεις δημιουργούνται όταν οι προτάσεις της Επιτροπής προσκρούουν στην έντονη αντίθεση των κρατών-μελών, από το πρώτο κιόλας στάδιο εξέτασης του θέματος στην Ομάδα Εργασίας του Συμβουλίου», εξηγεί ο Πιερ Βεμόν, πρώην μόνιμος αντιπρόσωπος της Γαλλίας (1999-2002) και του ευρωπαϊκού θεσμικού Μεκανό (6). «Η έντονη αντίδραση των κρατών-μελών κάνει συχνά την κυκλική προεδρία να διστάζει να θέσει το θέμα στην Coreper, εκτιμώντας πως δεν είναι ακόμα ώριμο».

Όμως τους παρατηρητές σοκάρουν πολύ λιγότερο οι διαφωνίες μεταξύ των κρατών-μελών απ’ όσο η αδιαφάνεια της Coreper και η πιθανότητα να μην πάρει θέση το Συμβούλιο, ενώ έχει δρομολογηθεί η διαδικασία λήψης απόφασης. «Το Συμβούλιο δεν σέβεται ούτε την Επιτροπή ούτε το Κοινοβούλιο», επισημαίνει ανήσυχη η Μαρτέν. «Αυτό που διακυβεύεται είναι η αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των θεσμών».

Η Coreper, ένα διπλωματικό θεσμικό όργανο, εργάζεται με τη μυστικότητα των διαπραγματεύσεων μεταξύ κυβερνήσεων. Εντούτοις, είναι σχεδόν πάντα παρών στις εβδομαδιαίες συναντήσεις ένας εκπρόσωπος της Επιτροπής, ο οποίος δεν παίρνει το λόγο. Οι μόνιμοι αντιπρόσωποι είναι διπλωμάτες, υψηλόβαθμοι δημόσιοι λειτουργοί, οι απόψεις των οποίων προετοιμάζονται στη λεπτομέρειά τους από ομάδες περισσότερο ή λιγότερο πολυπληθείς, αναλόγως τη χώρα. Η Coreper επικουρείται σε καθημερινή βάση από 250 ομάδες εργασίας, αποτελούμενες από δημόσιους λειτουργούς των μόνιμων αντιπροσωπειών, οι οποίοι συντάσσουν προπαρασκευαστικές εκθέσεις για προτάσεις οδηγιών και κανονισμών της Επιτροπής. Στις Βρυξέλλες, ένα πλήθος επιτροπών εμπειρογνωμόνων (της Επιτροπής αλλά και των κρατών-μελών) παίρνουν αποφάσεις για τα θέματα που χαρακτηρίζονται τεχνικά ή συναινετικά, αποφασίζουν για τις ημερήσιες διατάξεις, περνούν από τη μια αίθουσα στην άλλη. «Η Επιτροπή κατηγορείται για τεχνοκρατική αντίληψη», διαπιστώνει ο Γάλλος πολιτικός επιστήμονας Ζαν-Λουί Κερμόν. «Όμως η Coreper είναι ακόμα πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τεχνοκρατικής αντίληψης» (7).

Διακριτικά, παράγει εντελώς πολιτικό και νομικό έργο και καταλήγει, σε πολλές περιπτώσεις, να καθορίσει την απόφαση του Συμβουλίου, με το τελευταίο να επικυρώνει απλώς το αποτέλεσμα αυτής της εργασίας. «Η μυστικότητα –ή καλύτερα η διακριτικότητα– που περιβάλλει την Coreper δεν θα έπρεπε να σοκάρει», εξηγεί ο Νοθόμπ. «Χωρίς αυτή δεν θα ήταν δυνατό να γίνει διαπραγμάτευση». Η Coreper έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην προσέγγιση των εντελώς αποκλινουσών θέσεων των 28 κρατών-μελών στη διάσκεψη για το κλίμα στην Κοπεγχάγη το 2009, καθώς και στην πρόσφατη COP21 (8). Αυτή επίσης επεξεργάστηκε τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν το 2014 στη Ρωσία μετά την κατάληψη της Κριμαίας. Δικαιολογείται άραγε η μυστικότητα σε θέματα για τα οποία, σε επίπεδο κρατών, θα ήταν της αρμοδιότητας της νομοθετικής εξουσίας και η συζήτηση στο Κοινοβούλιο θα ήταν δημόσια; Η άδεια μητρότητας είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, καθώς, όπως εξηγεί ο Νοθόμπ, «η κοινωνική πολιτική ανάγεται στην αρχή της επικουρικότητας: είναι πρωτίστως αρμοδιότητα των κρατών-μελών και η Ε.Ε. περιορίζεται στην υιοθέτηση μέτρων στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή».

Εκτός από το φιλελευθερισμό των προπατόρων, η κατανομή των αρμοδιοτήτων αποσκοπεί στη διατήρηση των εντελώς διαφορετικών εθνικών κοινωνικών μοντέλων, τα οποία οι κυβερνήσεις πιστεύουν ότι δεν έχουν κανένα λόγο να δικαιολογήσουν ή να συζητήσουν στις Βρυξέλλες. Έτσι, η συντηρητική Βρετανή ευρωβουλευτής Τζούλι Γκέρλινγκ μπορεί να δηλώνει: «Δεν έχουμε ανάγκη τις εντολές της Ε.Ε. που λένε στις μητέρες ότι πρέπει να μείνουν στο σπίτι για είκοσι εβδομάδες. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει μια προοδευτική προσέγγιση της γονικής άδειας, που συνίσταται στην κατανομή της μεταξύ της μητέρας και του πατέρα, όπως τους βολεύει καλύτερα» (9). Και να υπενθυμίζει ότι στη χώρα της η γονική άδεια είναι πενήντα δύο εβδομάδες. Ένα ρεκόρ για την Ε.Ε., όπου ο μέσος όρος είναι 16 εβδομάδες. Κι αν τα κράτη-μέλη μπορούν, σε εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας, να κάνουν περισσότερα από όσα προβλέπουν οι υποδείξεις των ελαχίστων κοινών μέτρων που επιβάλλουν οι Βρυξέλλες, οι τελευταίες χρησιμεύουν συνήθως σε αυτούς που επιθυμούν να μειώσουν τα κοινωνικά δικαιώματα.

«Το μέρος όπου αποφασίζονται οι συμβιβασμοί»

Η αντίστιξη είναι εκπληκτική με την Οικονομική και Νομισματική Ένωση, η έρπουσα ομοσπονδοποίηση της οποίας τρομάζει πλέον μονάχα τους Βρετανούς και τους Ολλανδούς. Αν και η ευρωζώνη περιλαμβάνει μονάχα 19 από τα 28 κράτη-μέλη, σχεδόν το σύνολο των αρμοδιοτήτων των σχετικών με την οικοδόμηση της κοινής αγοράς έχουν περιέλθει στις Βρυξέλλες. Με το «ευρωπαϊκό εξάμηνο», που επιτρέπει στην Επιτροπή να διατυπώνει τη γνώμη της σχετικά με τους εθνικούς προϋπολογισμούς και να συντονίζει τις οικονομικές πολιτικές, και με το πρόγραμμα της τραπεζικής ένωσης, η ευρωπαϊκή πυραμίδα μεγαλώνει κατά έναν ακόμα όροφο.

Η λειτουργία της Coreper είναι ενδεικτική του τρόπου με τον οποίο παγιδεύτηκαν οι κυβερνήσεις. Στις διαπραγματεύσεις ενυπάρχει μια «υποχρέωση αποτελέσματος», διακηρύσσουν οι μόνιμες αντιπροσωπείες, οι οποίες εκτιμούν ότι πρέπει να καταλήγουν με κάθε κόστος σε απόφαση. Πρέπει να υπάρχει πρόοδος, «να γίνεται η δουλειά», επιμένει η Ίλζε Γιουχανσόνε, μόνιμη αντιπρόσωπος της Λετονίας, η χώρα της οποίας ασκούσε την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου το πρώτο εξάμηνο του 2015. Ακόμα και στα θέματα που απαιτούν αυξημένη πλειοψηφία –όπως είναι η περίπτωση της άδειας μητρότητας– οι εικοσιοκτώ μόνιμοι αντιπρόσωποι αναζητούν τη συναίνεση και κατορθώνουν συχνά να επιτύχουν την ομοφωνία. Οι διπλωμάτες είναι πολύ περήφανοι γι’ αυτή τη λειτουργία, που κατά τη γνώμη τους αυξάνει το κύρος των αποφάσεων. «Το να μειοψηφήσεις μπορεί να είναι ταπεινωτικό, όπως επίσης το να προκαλέσεις την οργή ενός κράτους-μέλους μπορεί να αποδειχτεί δυσβάστακτη ευθύνη», εξομολογείται ένας από αυτούς.

Ωστόσο, η αναζήτηση της συναίνεσης οδηγεί μηχανικά στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή, που στην περίπτωσή μας είναι η ενιαία αγορά και οι προεκτάσεις της. Η έγνοια αυτή είναι ορατή στην επιλογή των ειδικών, οι οποίοι λάμπουν περισσότερο για τον κομφορμισμό τους παρά για την επιθυμία τους να ανοίξουν πολιτικό διάλογο. Η υποχρέωση της διαπραγμάτευσης δικαιολογεί επίσης, με βολικό τρόπο, τις υποχωρήσεις, των οποίων κανείς δεν θέλει να αναλάβει την ευθύνη. Ποιος δεν θυμάται τον Φρανσουά Ολάντ, εθνικό γραμματέα του Σοσιαλιστικού Κόμματος τότε, να διακηρύσσει σχετικά με την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη: «Η συνθήκη αυτή είναι το καλύτερο που θα μπορούσαμε να επιτύχουμε, αν λάβει κανείς υπ’ όψιν του τον αριθμό των κυβερνήσεων της Δεξιάς που υπάρχουν στην Ευρώπη». Η εμμονική αναζήτηση της συναίνεσης επιβεβαιώνει επίσης ότι η επέκταση της προσφυγής σε ψηφοφορία με αυξημένη πλειοψηφία, που αξιώνουν οι φεντεραλιστές, δεν συνιστά τη μαγική συνταγή για την κοινωνική Ευρώπη.

Οι διπλωμάτες επιμένουν ότι στο πλαίσιο της Coreper όλοι ενθαρρύνονται να κάνουν συμβιβασμούς. Πώς χτίζεται όμως αυτός ο συμβιβασμός; Στις Βρυξέλλες, οι μόνιμοι αντιπρόσωποι και οι ομάδες τους –που, αντίθετα από τους υπουργούς, ζουν σχεδόν όλοι εκεί– κάνουν παρέα μεταξύ τους, γευματίζουν και δειπνούν μαζί, σχεδόν δημιουργούν δεσμούς φιλίας. Μερικοί αντιπρόσωποι αναφέρονται σε «μια ιδιαίτερη λέσχη», το «μέρος όπου κλείνουν οι συμβιβασμοί» (10). Πρόκειται για πολλές άτυπες σχέσεις που συγκροτούνται εν μέσω συζητήσεων στους διαδρόμους, ευγενικά τηλεφωνήματα, συνένοχα μηνύματα στο κινητό. Όλα αυτά «διευκολύνουν την αμοιβαία κατανόηση και επιτρέπουν να γίνουν αντιληπτές οι ιδέες και οι δυσκολίες του καθενός», σχολιάζει ένας Ιταλός διπλωμάτης.

Με τη διεύρυνση στους εικοσιοκτώ, η ανομοιογένεια των προσεγγίσεων αυτομάτως αυξήθηκε, γεγονός που έχει τη διπλή συνέπεια αφ’ ενός να ενισχύει το συντονιστικό έργο του προέδρου του Συμβουλίου, αφ’ ετέρου να αναζητείται στις προσωπικές σχέσεις ένα μέσο για να διευκολυνθούν οι επίσημες συζητήσεις. Εκ των πραγμάτων στις Βρυξέλλες υπάρχει το κλίμα ενός μικρόκοσμου, όπου όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους. Η λογική του χωριού, που ενισχύεται από την κυρίαρχη φιλελεύθερη και ενταξιακή ιδεολογία, διευκολύνει τους δεξιόστροφους συμβιβασμούς, τους οποίους διαπραγματεύονται νεαροί τεχνοκράτες, που έχουν επιστρέψει από παντού χωρίς να έχουν πάει πουθενά.

Θεαματικές κωλοτούμπες

Λένε ότι η Coreper διακατέχεται από μια λογική ομάδας. «Δημιουργείται ένα είδος συνενοχής που δεν ενθαρρύνει την επιθυμία να θέσεις τον ομόλογό σου σε δύσκολη θέση», εξηγεί ο Βεμόν. Πρόκειται για μια έγνοια που εκπλήσσει, σε ένα όργανο, πρώτιστο καθήκον του οποίου είναι η ανάδειξη των συμφερόντων κάθε χώρας. Τα πήγαινε-έλα είναι χωρίς διακοπή και οι μόνιμοι αντιπρόσωποι έχουν τη δυνατότητα να τροποποιήσουν την αρχική θέση της χώρας τους στη διάρκεια της διαπραγμάτευσης. Μερικά θέματα συζητιούνται για χρόνια, όπως αυτό των διπλωμάτων (δέκα χρόνια διαπραγματεύσεων). Υποστηρικτής των συμφερόντων της χώρας του, ο μόνιμος αντιπρόσωπος καθίσταται επίσης και υποστηρικτής των θέσεων που έχουν υιοθετηθεί στις Βρυξέλλες, στα υπουργικά γραφεία και στη διοίκηση της χώρας του. «Η πραγματική διπλωματική πρόκληση», εξηγεί ο πολιτικός αναλυτής Τζέικομπ Λεμπ, «δεν είναι να πείσεις τους εταίρους για την ορθότητα των θέσεών σου, αλλά να πείσεις την πρωτεύουσά σου για το εύλογο των θέσεων των άλλων χωρών, στη λογική της αναζήτησης συμβιβασμού» (11). Έτσι, η Coreper, από διακυβερνητικό όργανο, στην πράξη μετατρέπεται σε εργαλείο ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

«‘Έχουμε θεσπίσει ένα σύστημα που ονομάζεται πολυεπίπεδο μοντέλο διαπραγματεύσεων, και το οποίο επιτρέπει να συζητούμε πολλά θέματα ταυτοχρόνως», εξηγεί η Γιουχανσόνε. «Έτσι, μια απόφαση λαμβάνεται σε συνάρτηση με τις επιπτώσεις που έχει σε άλλα θέματα». Με άλλα λόγια, το πάρε-δώσε επιτρέπει στις κυβερνήσεις να προωθούν τα πιόνια τους, υποχωρώντας σε κάποια θέματα και κερδίζοντας σε άλλα, στο πλαίσιο της καλώς νοούμενης σύγκρουσης συμφερόντων. «Τα μικρά κράτη τείνουν να συστρατευτούν με τη θέση της Προεδρίας ή της πλειοψηφίας, εφ’ όσον το θέμα δεν πλήττει ξεκάθαρα κάποια εθνικά τους συμφέροντα», επισημαίνει ο Λεμπ.

Κι αν το Ηνωμένο Βασίλειο έγινε διάσημο στα ευρωπαϊκά όργανα για το πνεύμα της ευγενικής του συμπεριφοράς, η Γαλλία και η Γερμανία θεωρούνται από τη μεριά τους πρωταθλήτριες του «δημιουργικού συμβιβασμού». Και, δεδομένου ότι συνιστούν την ατμομηχανή της Ευρώπης, προωθούν τον διάλογο σε κάθε επίπεδο. Ενώ όμως το Βερολίνο βρίσκει ένα πεδίο διεθνούς δράσης, το οποίο υπερασπίζεται αταλάντευτα στους τομείς της οικονομίας και των νομισματικών υποθέσεων, το Παρίσι παραμένει παγιδευμένο στο ρόλο του καλού μαθητή. Πράγματι, στο πλαίσιο της Coreper, οι αντιπρόσωποι της Γαλλίας δεν φαίνεται να υπερασπίζονται κόκκινες γραμμές. «Για καιρό», αφηγείται ο Βεμόν, «οι διαπραγματεύσεις ήταν πολύ σκληρές σχετικά με την Κοινή Αγροτική Πολιτική, επί της οποίας η Γαλλία υιοθετούσε μια ασυμβίβαστη θέση. Σήμερα δεν υπάρχει κανένα μείζονος σημασίας θέμα που να είναι αδιαπραγμάτευτο για το Παρίσι». Μια στάση αναμφισβήτητα αξιοθαύμαστη από την οπτική γωνία της αναζήτησης ενός υποτιθέμενου κοινού συμφέροντος της Ένωσης, που όμως υπονοεί ότι όλες οι θέσεις της Γαλλίας είναι διαπραγματεύσιμες. Οι κωλοτούμπες είναι μερικές φορές θεαματικές, όπως αυτή του κομμουνιστή υπουργού Ζαν-Κλωντ Γκεσό, ο οποίος αποδέχθηκε, εκ μέρους της κυβέρνησης Ζοσπέν, την ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων το 2001. Οι Γερμανοί, αντιθέτως, είναι γνωστοί για την ικανότητά τους να δημιουργούν δίκτυα, ακόμα και μέσα στην ευρωπαϊκή διοίκηση, γεγονός που τους επιτρέπει να προωθούν τα θέματα τα οποία γι’ αυτούς είναι προτεραιότητες, ιδίως σε ζητήματα οικονομίας.

Την άνοιξη του 2015, η λετονική προεδρία του Συμβουλίου ανακοινώνει ότι δεν έχει καμία εξουσιοδότηση για την έναρξη νέων συζητήσεων ως προς την οδηγία της άδειας μητρότητας. Το καλοκαίρι, η Επιτροπή ανακοινώνει ότι παίρνει και πάλι την πρωτοβουλία στη βάση της γενικής αρμοδιότητάς της να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες: ανακαλεί την πρόταση του 2008 και προτείνει για το 2016 έναν «οδικό χάρτη», ο οποίος περιλαμβάνει διάφορα μέτρα σχετικά με την ανταγωνιστικότητα και την ελαστικότητα της αγοράς εργασίας, αλλά και με την άδεια μητρότητας. Σε αυτούς που εκτιμούν ότι υπερβαίνει τις αρμοδιότητές της σε κοινωνικά θέματα, υπενθυμίζει ότι «μονάχα ένα ελάχιστο κοινό επίπεδο προστασίας» επιτρέπει τη διασφάλιση «της απαραίτητης ισοδυναμίας των συνθηκών» προστασίας των εγκύων εργαζομένων σε όλη την κοινή αγορά. Άλλωστε, το «ευρωπαϊκό εξάμηνο», στη βάση του οποίου επιβλέπει τους εθνικούς προϋπολογισμούς, της επιτρέπει να διατυπώνει μη δεσμευτικές υποδείξεις σε οποιοδήποτε θέμα. Έτσι η λογική της ολοκλήρωσης διευρύνει, με αυτά και μ’ εκείνα, τις αρμοδιότητες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

Σοκαρισμένοι από τη συμπεριφορά της Coreper, που ποτέ δεν συνεδρίασε για τις άδειες μητρότητας, οι σοσιαλιστές ευρωβουλευτές μάταια επισημαίνουν τα κακώς κείμενα: «Καλύτερη διαδικασία νομοθέτησης δεν μπορεί να σημαίνει την απόσυρση των θεμάτων που προκαλούν συγκρούσεις. ‘’Καλύτερη διαδικασία νομοθέτησης’’ σημαίνει την μετουσίωση του πολιτικού διαλόγου σε νομοθετικές προτάσεις» (12). Αυτή η έκκληση για ελεύθερο και αιτιολογημένο δημόσιο διάλογο θα προκαλέσει αναμφίβολα έκπληξη στους περιθωριοποιημένους ευρωβουλευτές, από τις δύο κυρίαρχες ομάδες που ελέγχουν την κοινοβουλευτική ζωή, την ομάδα των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών και αυτή του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (συντηρητική Δεξιά). Στη βάση μιας «τεχνικής» συμφωνίας, οι δύο αυτές ομάδες μοιράζονται όλες τις θέσεις εξουσίας (γραφείο, προεδρίες επιτροπών) στο Ευρωκοινοβούλιο.

Άλλωστε, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο βολεύεται κι αυτό από τη μυστικότητα στο πλαίσιο του περιβόητου τριλόγου (13), στον οποίο συνευρίσκονται οι εκπρόσωποί του, μαζί με τους εκπροσώπους του Συμβουλίου και της Επιτροπής, προκειμένου να συμφωνήσουν σε μια ενιαία εκδοχή των κειμένων που τίθενται προς συζήτηση (14). Η Ευρωπαία Διαμεσολαβητής Έμιλυ Ο’ Ρέιλι καταγγέλλει την απουσία διαφάνειας: «Κανένα κείμενο πρακτικών δεν έχει δημοσιοποιηθεί (…) Δεν είναι επακριβώς γνωστό πότε γίνονται οι συναντήσεις και πώς παίρνονται οι αποφάσεις»  (15). Γίνεται μάλιστα λόγος για «κορεπεροποίηση» της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, καθώς τα θεσμικά όργανα του τριλόγου διαπραγματεύονται άτυπα, αποσύρουν κεφάλαια από τη συζήτηση και τροποποιούν άλλα από την πρώτη κιόλας ανάγνωση των κειμένων. Το αποκορύφωμα!

Το μικρό ψυχόδραμα που περιέβαλε την οδηγία για την άδεια μητρότητας μήπως είναι το δέντρο που κρύβει το τεράστιο δάσος της συναίνεσης μέσα στο οποίο είναι εγκατεστημένα τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα; Πέρα από τις συγκρούσεις για λόγους εξουσίας μεταξύ των θεσμικών οργάνων, η λογική της διαρκούς συζήτησης ευνοεί στην πραγματικότητα τον κομφορμισμό, αποπολιτικοποιεί τα θέματα προς συζήτηση και θολώνει το μερίδιο ευθύνης του καθενός (Συμβούλιο, Επιτροπή, Κοινοβούλιο), επιτρέποντάς του να ρίξει στους άλλους την ευθύνη της μετριότητας του τελικού αποτελέσματος. Οδηγεί επίσης σε μια έρπουσα τεχνικο-νομική ομοσπονδοποίηση, η οποία προσφέρει στους ειδικούς, παρόντες σε όλα τα στάδια της διαδικασίας νομοθέτησης, μια εξουσία που δεν υπόκειται σε κανένα δημοκρατικό έλεγχο. Σε αυτό το θέατρο σκιών, ο καθένας μπορεί να εμφανιστεί μασκαρεμένος.

ΕΝΘΕΤΟ Α΄

Ένα στρατηγικό θεσμικό όργανο

Η Επιτροπή Μονίμων Αντιπροσώπων (Coreper) είναι το σημείο επαφής της κάθε πρωτεύουσας με τα θεσμικά όργανα των Βρυξελλών. Κάθε κράτος-μέλος έχει έναν μόνιμο αντιπρόσωπο και έναν αναπληρωτή, που διορίζονται για πέντε χρόνια και έχουν βαθμό και αρμοδιότητες πρεσβευτή.

Η Coreper είναι το βασικό θεσμικό όργανο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στο οποίο συμμετέχουν οι υπουργοί των Εικοσιοκτώ. Έχει δύο βασικές αποστολές: τον συντονισμό και την προετοιμασία των εργασιών στα διαφορετικά θεματικά τμήματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και τη διαπραγμάτευση συμφωνιών και συμβιβασμών που στη συνέχεια υποβάλλονται για έγκριση στα Συμβούλιο.

Διαθέτει έναν γενικό γραμματέα. Οι εργασίες της διευθύνονται από τη χώρα που ασκεί την κυκλική προεδρία (για έξι μήνες) της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για κάποια θέματα διπλωματικής φύσης, μπορεί να συγκληθεί από τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ο οποίος εκλέγεται με διετή θητεία που μπορεί να ανανεωθεί, από τους αρχηγούς των κρατών και των κυβερνήσεων (αυτή την εποχή, πρόεδρος είναι ο Πολωνός Ντόναλντ Τουσκ).

Υπάρχουν δύο ομάδες εργασίας της Coreper, οι οποίες συγκαλούνται κάθε εβδομάδα:

Οι προσωπικοί συνεργάτες των μελών της Coreper συναντώνται στις ομάδες εργασίας με τις επωνυμίες «γκρουπ Μέρτενς» για την Coreper Ι και «γκρουπ Αντίτσι» για την Coreper ΙΙ, από τα ονόματα των δύο πρώτων προέδρων τους αντιστοίχως. Εξετάζουν την ημερήσια διάταξη της Coreper και ρυθμίζουν τις τεχνικές και οργανωτικές λεπτομέρειες.

Ενδεικτική της εξουσίας των τεχνοκρατών είναι η ημερήσια διάταξη της Coreper, που χωρίζει τα θέματα σε κατηγορίας Α, επί των οποίων οι μόνιμοι αντιπρόσωποι έχουν συμφωνήσει και τα οποία οι υπουργοί τα εγκρίνουν χωρίς συζήτηση (περίπου το 80% των ημερησίων διατάξεων) και σε κατηγορίας Β, αυτά που θεωρούνται «πολύ πολιτικά» και τα οποία πρέπει να επιλυθούν από τους ίδιους τους υπουργούς.

Η Coreper επικουρείται από 250 έως 300 ομάδες εργασίας. Μία από αυτές, η Επιτροπή Οικονομίας και Οικονομικών, έχει απ’ ευθείας πρόσβαση στο Συμβούλιο, στο οποίο μπορεί να υποβάλλει εκθέσεις. Αυτό το ιδιαίτερο καθεστώς, που αφαιρεί αρμοδιότητες από την Coreper, η οποία πρέπει να χειρίζεται όλα τα θέματα, δείχνει τη σημασία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης σε μια διαδικασία ολοκλήρωσης ολοένα και πιο τεχνική.

ΕΝΘΕΤΟ Β΄

Δεν έχουν όλες οι μητέρες τα ίδια δικαιώματα

Από τη μια χώρα στην άλλη, το καθεστώς της άδειας μητρότητας διαφέρει πολύ. Άλλες περιορίζουν το δικαίωμα αυτό στις μισθωτές (Γερμανία, Αυστρία, Ισπανία, Ελλάδα)· άλλες το χορηγούν σε όλες τις οικονομικά ενεργές γυναίκες (Βέλγιο, Κύπρος, Κροατία, Δανία, Ουγγαρία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία). Κάποιες χώρες επεκτείνουν το δικαίωμα αυτό, υπό προϋποθέσεις, σε όλες τις κατοίκους τους (Βουλγαρία, Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Ιταλία, Λετονία, Μάλτα, Πορτογαλία, Ρουμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Σλοβακία, Σουηδία). Αλλά μονάχα έξι χώρες το δίνουν για υιοθετημένο παιδί (Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Βέλγιο, Δανία, Εσθονία, Ιρλανδία).

Η άδεια μητρότητας μπορεί να περιλαμβάνει παροχές σε είδος, όπως η δωρεάν ιατρική παρακολούθηση, και χρηματικές παροχές, το πιο συχνό υπό προϋποθέσεις (να έχουν καταβληθεί οι ασφαλιστικές εισφορές, να είναι κάτοικος της χώρας, να είναι εγγεγραμμένη στην κοινωνική ασφάλιση κ.λπ.). Οι παροχές σε χρήμα διαφέρουν πολύ: οι Βρετανίδες έχουν δικαίωμα σε 52 εβδομάδες άδειας, όμως μόνο οι 39 από αυτές είναι αμειβόμενες και μόνο για τις έξι από αυτές καταβάλλεται το 90% των μικτών αποδοχών, ενώ για τις υπόλοιπες καταβάλλεται μια κατ’ αποκοπή παροχή 170 ευρώ εβδομαδιαίως (λιγότερο από το μισό του βασικού μισθού). Κάτι που την καθιστά τη λιγότερο προσοδοφόρα άδεια μητρότητας στην Ευρώπη.

Πολλές χώρες (οι 19 από τις 28) προβλέπουν και πατρική άδεια. Αυτή εντούτοις κυμαίνεται από δύο μέρες, στην Ολλανδία και στην Ελλάδα, μέχρι 90 μέρες στη Σλοβενία. Τέλος, όλες οι χώρες της Ευρώπης προβλέπουν μια γονική άδεια για τα πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού, αλλά με μορφές ακόμα πιο διαφορετικές: χωρίς αμοιβή στην Ελλάδα, στην Ιρλανδία, στην Κύπρο, στη Μάλτα, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ολλανδία, μέχρι το 100% του μισθού στη Δανία και στη Σλοβενία.

Πηγή: Συγκριτικοί πίνακες του Συστήματος αμοιβαίας πληροφόρησης για θέματα κοινωνικής προστασίας (Missoc) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 2015

Anne-Cécile Robert

Δημοσιογράφος της «Le Monde diplomatique»
Γιάννης Χρυσοβέργης

(1Ψευδώνυμο.

(2Ψευδώνυμο.

(3Βλ. Bernard Cassen, «La faute à Bruxelles?», «Le Monde diplomatique», Μάιος 1994.

(4Τροποποιητική πρόταση της Οδηγίας 92/85/CEE, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση μέτρων με στόχο τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων εγκύων, σε λοχεία ή σε περίοδο θηλασμού στη δουλειά SEC (2008) 2595 SEC (2008), 2596, Journal Officiel de l’Union Européenne, Λουξεμβούργο, 3 Οκτωβρίου 2008.

(5Βλ. «Europe, Droit d’inventaire», «Manières de voir» No 129, Ιούνιος-Ιούλιος 2013.

(6(Σ.τ.Μ.) Μεκανό: παιδικό παιχνίδι αποτελούμενο από διάτρητες λάμες και βίδες, με τις οποίες (και συχνά με βοηθό την παιδική φαντασία) οι πιτσιρικάδες στις δεκαετίες του 1950 και του 1960 κατασκεύαζαν γερανούς, πλοία, αυτοκίνητα κι ό,τι άλλο ποθούσε η ψυχή τους. Από τη δεκαετία του 1970, τα Μεκανό παραγκωνίστηκαν από τα Lego και τα Playmobil.

(7Vlad Constantinesco και Denys Simon (υπό τη διεύθυνση των), «Le coreper dans tous ses Etats», Presses Universitaires de Strasbourg, 2001.

(8(Σ.τ.Μ.) COP: Conference of Parties (Διάσκεψη των Συμμετεχόντων) ονομάστηκαν οι διεθνείς συναντήσεις που επιφορτίστηκαν με την παρακολούθηση των αποφάσεων της Διεθνούς Διάσκεψης του Ρίο (1992) για την κλιματική αλλαγή. Στην COP3 υιοθετήθηκε το Πρωτόκολλο του Κυότο. COP21 είναι η πρόσφατη διεθνής διάσκεψη για το κλίμα που έλαβε χώρα στο Παρίσι (2015).

(9Euractiv, 3 Ιουλίου 2015 , euractive.fr

(10Μαρτυρίες που συνέλεξε ο Jacob Lemp, «Coreper enlarged. How enlargement affected the functions of Coreper» στο Erik Jones, Anand Menon και Stephen Weatherill (υπό τη διεύθυνση των), «The Oxford Handbook of the European Union», Oxford University Press, 2012.

(11Οπ.π.

(12Δελτίο τύπου της 2ης Ιουλίου 2015. «La technique du retrait ça ne marche pas», députés-socialistes.eu

(13Διαπραγματεύσεις/συναντήσεις των τριών οργάνων της Ε.Ε.: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

(14Βλ. Sylvain Laurent, «Les élus passent les eurocrates restent», «Le Monde diplomatique», Σεπτέμβριος 2015.

(15Euractiv, 22 Απριλίου 2015.

Μοιραστείτε το άρθρο