Οι Ιρλανδοί έχουν και αυτοί τον Ρούπερτ Μέρντοχ τους: τον μεγιστάνα των μέσων ενημέρωσης Ντένις Ο’Μπράιεν, τον τρίτο πλουσιότερο άνθρωπο στη χώρα, με περιουσία που υπολογίζεται από το περιοδικό «Forbes» στα 6 δισεκατομμύρια ευρώ. Όπως και ο Αυστραλός ομόλογός του, ο Ο’Μπράιεν έχει θυελλώδη χαρακτήρα. Τον Ιούνιο του 2015, επέβαλε σιωπή στο σύνολο των ιρλανδικών μέσων ενημέρωσης για σχεδόν μια εβδομάδα, απαγορεύοντας στον Τύπο να δημοσιεύει πληροφορίες που θα μπορούσαν να προσβάλλουν την υπόληψή του. Για τον δημοσιογράφο Φίνταν Ο’Τουλ, πρόκειται για «το σοβαρότερο πλήγμα» που υπέστη η ελευθερία του Τύπου «σε ολόκληρη την ιστορία του ιρλανδικού κράτους» (1).
Το σκάνδαλο αυτό αντικατοπτρίζει τις πρόσφατες εξελίξεις στην Ιρλανδία της λιτότητας, καθώς και το εύρος της επιρροής του Ο’Μπράιεν. Ο επιχειρηματίας κατέχει την Independent News & Media (INM), τον μεγαλύτερο ενημερωτικό όμιλο της χώρας, τις εθνικής κυκλοφορίας εφημερίδες «Irish Daily Star», «Sunday World», «Sunday Independent» και «Evening Herald», καθώς και δεκατέσσερις τοπικές εφημερίδες. Ελέγχει επίσης δύο εθνικής εμβέλειας ραδιοφωνικούς σταθμούς (Today FM και Newstalk) και τρεις περιφερειακούς. Και δεν σταματά εκεί: ο όμιλός του επιδιώκει την απόκτηση και άλλων μέσων ενημέρωσης σε Ιρλανδία και Ηνωμένο Βασίλειο, διαθέτοντας ποσά συνολικού ύψους 100 εκατομμυρίων ευρώ (2).
Στη ρίζα της υπόθεσης του περασμένου Ιουνίου βρίσκεται η κατασκευαστική εταιρεία Siteserv (3). Πνιγμένη στα χρέη, δανείστηκε, μεταξύ 2006 και 2008, 150 εκατομμύρια ευρώ από την τράπεζα Anglo Irish Bank, η οποία συμβολίζει τις παρεκτροπές που οδήγησαν στο σκάσιμο της φούσκας των ακινήτων και πυροδότησαν την οικονομική κρίση στην Ιρλανδία (4): ευνοιοκρατία, διαπλοκή με την πολιτική εξουσία, δάνεια που χορηγήθηκαν με ανεύθυνο τρόπο.
Το 2009, η κυβέρνηση εθνικοποιεί την Anglo Irish Bank και τη μετονομάζει σε Irish Bank Resolution Corporation (IBRC). Τα χρέη της Siteserv πρέπει πλέον να εξοφληθούν στο ιρλανδικό κράτος μέσω της IBRC. Όμως, το 2012, εταιρεία ιδιοκτησίας του Ο’Μπράιεν εξαγοράζει τη Siteserv έναντι 45 εκατομμυρίων ευρώ.
Η κίνηση αυτή, η οποία αποφέρει 5 εκατομμύρια ευρώ στους μετόχους της Siteserv, κινεί από την αρχή πολλές υποψίες. Σε φυσιολογικές συνθήκες, οι μέτοχοι, ιδιαίτερα όταν επενδύουν σε μια εταιρεία που δεν έχει κατορθώσει να εξοφλήσει τα χρέη της, υποτίθεται ότι καταγράφουν ζημιές. Με βάση τη λογική, η εταιρεία του Ο’Μπράιεν, και όχι η τράπεζα IBRC, θα έπρεπε να είχε κληρονομήσει τα χρέη. Κι όμως όχι! Γιατί η ιρλανδική τράπεζα, με γενναιοδωρία, διαγράφει χρέη της Siteserv ύψους 119 εκατομμυρίων ευρώ. Τα χρέη μετακυλίονται στις πλάτες των… φορολογούμενων.
Τελικά, το 2013, δηλαδή ένα χρόνο μετά την εξαγορά της, η Siteserv υπογράφει αρκετές συμβάσεις για την εγκατάσταση μετρητών νερού στην Ιρλανδία, στο πλαίσιο της κυβερνητικής πρωτοβουλίας να φορολογηθεί το τρεχούμενο νερό (5). Με άλλα λόγια, όχι μόνο η κοινωνία χρηματοδοτεί μέρος των ζημιών της Siteserv μετά την εξαγορά της από τον Ο’Μπράιεν, αλλά ο μεγιστάνας ετοιμάζεται να γίνει ένας από τους μεγάλους κερδισμένους από τη φορολόγηση του νερού…
Η σοσιαλδημοκράτης βουλευτίνα Κάθριν Μέρφι υπέβαλε αλλεπάλληλες ερωτήσεις στην κυβέρνηση για το θέμα της πώλησης της Siteserv, μέχρι που η υπόθεση έλαβε διαστάσεις εθνικού σκανδάλου. Στις 28 Μαΐου 2015, η Μέρφι προκαλεί αίσθηση, διαβάζοντας ενώπιον του κοινοβουλίου έγγραφα σύμφωνα με τα οποία η IBRC φέρεται να είχε χορηγήσει στον Ο’Μπράιεν δάνεια με επιτόκιο 1,25%, τη στιγμή που το επιτόκιο της αγοράς κυμαίνεται γύρω στο 7,5%. Εάν οι υποψίες αυτές επιβεβαιώνονταν, η IBRC θα κατέγραφε σοβαρές ζημίες: το ύψος των δανείων έφτανε τα 500 εκατομμύρια ευρώ.
Τα μέσα ενημέρωσης, που φημίζονται για την προτίμησή τους σε τέτοιες υποθέσεις, επρόκειτο αναμφίβολα να αναδείξουν το σκάνδαλο. Πολύ περισσότερο όταν οι αποκαλύψεις της Μέρφι εντοπίζονται με ευκολία στην ιστοσελίδα του ιρλανδικού κοινοβουλίου. Μάταια! Ο Ο’Μπράιεν, σε δύσκολη θέση λόγω των καταγγελιών, δηλώνει ότι κανένα μέσο ενημέρωσης δεν δικαιούται να τις μεταδώσει. Προβάλλει το επιχείρημα ότι έχει προσφύγει στη Δικαιοσύνη. Όμως, την ώρα που εκτοξεύει τις απειλές του, καμία αγωγή δεν έχει κοινοποιηθεί…
Μηνύσεις προς πάσα κατεύθυνση
Ωστόσο, όλα τα ιρλανδικά μέσα ενημέρωσης επιλέγουν να μην δημοσιεύσουν τις δηλώσεις της Μέρφι. Τους χρειάζεται σχεδόν μια εβδομάδα μέχρι να αποφανθεί η Δικαιοσύνη εάν κάτι τέτοιο είναι νόμιμο. Με τη θετική απόφαση του δικαστηρίου, ο Τύπος παίρνει τελικά τη μεγάλη απόφαση…. Ευτυχώς, οι πληροφορίες είχαν ήδη διαρρεύσει από διάφορους διαύλους, όπως από την ιστοσελίδα Broadsheet.ie (6).
Με βάση το Σύνταγμα της Ιρλανδίας (άρθρο 15.12), τα μέσα ενημέρωσης έχουν δικαίωμα να μεταδίδουν οτιδήποτε λέγεται μέσα στο κοινοβούλιο. Παραιτήθηκαν, όμως, από το δικαίωμα αυτό λόγω μιας απλής προσταγής του Ο’Μπράιεν. Με άλλα λόγια, ο Ιρλανδός Μέρντοχ ανέστειλε το Σύνταγμα της χώρας για μερικές ημέρες (7)…
Πιο πρόσφατα, ο επιχειρηματίας κατέθεσε αγωγές κατά του ίδιου του ιρλανδικού κοινοβουλίου και του ιρλανδικού Δημοσίου. Τα κατηγορεί ότι επέτρεψαν στη Μέρφι και στον Πιρς Ντόχερτι, βουλευτή του κόμματος της Αριστεράς Σιν Φέιν, να αναφερθούν στην επιχειρηματική δραστηριότητά του. Επίσης, προσέφυγε κατά της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής επειδή η απόφασή της δεν ήταν υπέρ του.
Στις 3 Ιουνίου 2015, η ιρλανδική κυβέρνηση ανακοίνωσε τη σύσταση επιτροπής που θα ερευνούσε τις συναλλαγές της IBRC και θα αποφαινόταν εάν ορισμένοι πελάτες της, όπως ο Ο’Μπράιεν, είχαν ευνοϊκή μεταχείριση. Τον Νοέμβριο του 2015 όμως, ο δικαστικός που ήταν πρόεδρος της επιτροπής δήλωσε ότι του ήταν αδύνατο να συνεχίσει το έργο του λόγω νομικών εμποδίων. Έτσι, η τελική έκθεση μπορεί να χρειαστεί αρκετά χρόνια μέχρι να εκδοθεί ή ακόμη και να μην εκδοθεί ποτέ.