el | fr | en | +
Accéder au menu

ΝΑΤΟ: Προπύργιο μιας άλλης εποχής

Μια αναλυτική ματιά στη σχέση της Γαλλίας με το ΝΑΤΟ, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την επιστροφή της χώρας στο στρατιωτικό σκέλος της Συμμαχίας το 2009. Η θέση της Γαλλίας όσον αφορά τον Οργανισμό Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ) εγείρει δύο ερωτήματα, τα οποία στην πραγματικότητα αποτελούν ένα: Σε τι χρησιμεύει το ΝΑΤΟ;Σε τι χρησιμεύει στη Γαλλία η συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ;

Οι ερωτήσεις αυτές μπορούν να εξεταστούν υπό το πρίσμα τριών οπτικών γωνιών.

Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα από την κλασική οπτική της πολιτικής ιστορίας: το ΝΑΤΟ δεν καλύπτει πλέον καμία από τις ανάγκες για τις οποίες συστάθηκε, ούτε ανταποκρίνεται πλέον σε κάποιον από τους υποκατάστατους σκοπούς που του αποδόθηκαν μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου.

Το βορειοατλαντικό σύμφωνο συνομολογήθηκε το 1949 ως απάντηση στη σοβιετική απειλή. Όμως, η Σοβιετική Ένωση, όπως και η απειλή που την συνόδευε, εξαφανίστηκαν με τη διάλυση της πρώτης. Μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Κορέα, η Συμμαχία είχε αποκτήσει ένα αναπόσπαστο στρατιωτικό σκέλος, ώστε να αποτραπεί η εισβολή του Κόκκινου Στρατού στη Δύση. Σήμερα όμως δεν υπάρχει Κόκκινος Στρατός και ο ρωσικός στρατός στρατοπεδεύει πλέον 2.000 χιλιόμετρα ανατολικότερα.

Ο στρατηγός Ανρί Μπεντεζά (1) εξηγεί ότι, με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, το ΝΑΤΟ επιφορτίστηκε με την αποστολή να δρα ως επικουρικός βραχίονας του ΟΗΕ. Όλο αυτό όμως καταλήγει σε ένα παιχνίδι με τις λέξεις. Το ΝΑΤΟ αρέσκεται να επικαλείται κατά περίπτωση τις εντολές που λαμβάνει από τον ΟΗΕ, με μοναδικό σκοπό να τις ερμηνεύει κατά το δοκούν, όπως στην περίπτωση της επέμβασης στη Λιβύη το 2011. Δεν διστάζει να δρα όπου θεωρεί ότι είναι απαραίτητο, και σε κάθε περίπτωση δεν λογοδοτεί παρά μόνο στον εαυτό του. Το ΝΑΤΟ δεν τίθεται στην υπηρεσία του ΟΗΕ: σφετερίζεται τη νομιμοποίηση του ΟΗΕ προς όφελός του, υφαρπάζοντας τον ρόλο του.

Όταν το 2009 η Γαλλία επανεντάχθηκε στην ενιαία αμυντική δομή του ΝΑΤΟ, ήθελε να περάσει το μήνυμα ότι με αυτόν τον τρόπο καταργούσε ένα εμπόδιο για τη συγκρότηση μιας ευρωπαϊκής άμυνας. Διατηρώντας κάποιες αμφιβολίες για τις πραγματικές προθέσεις της Γαλλίας, το σίγουρο είναι ότι, ακόμη κι αν αυτές ήταν αληθινές, η στρατηγική της στέφθηκε με αποτυχία –και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά. Μια ευρωπαϊκή άμυνα που ασχολείται με τα πάντα εκτός από την άμυνα της Ευρώπης αποτελεί, ούτως ή άλλως, οξύμωρο. Διότι δεν θα μπορούσε να υπερασπιστεί την Ευρώπη δίχως να πάρει τη θέση του ΝΑΤΟ –του οποίου όμως αποτελεί προστατευόμενο έδαφος.

Εξάλλου, είναι άραγε η Ευρώπη τόσο αδύναμη, και αποτελεί στόχο τόσο δυνατών εχθρών, ώστε να χρειάζεται την υπεράσπιση εκ μέρους τρίτων; Επομένως τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: το ΝΑΤΟ δεν χρησιμεύει πλέον στη Γαλλία σε τίποτα το προφανές.

Από την οπτική του πραγματιστικού συμφέροντος, η επιχειρηματολογία συνοψίζεται στο εξής: το ΝΑΤΟ αποτελεί δεδομένο, υπάρχει, και τούτο σημαίνει συμβιβασμό με αυτήν την πραγματικότητα, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι δεν προκαλεί ζημιά και εξετάζοντας τη δυνατότητα να χρησιμεύσει σε κάτι.

Είναι αλήθεια ότι, εφόσον δεν υπάρχουν πλέον περιορισμοί στην ένταξη στο ΝΑΤΟ, έχουν σχεδόν εξαλειφθεί και τα αρνητικά σημεία του, κυρίως ο κίνδυνος να συρθούμε σε έναν πόλεμο τον οποίο δεν θα επιθυμούσαμε. Είναι επίσης αλήθεια ότι, σε διπλωματικό επίπεδο, το ΝΑΤΟ προσφέρει τη δυνατότητα ενός βολικού φόρουμ ανταλλαγής απόψεων, όπου Αμερικανοί και Ευρωπαίοι έρχονται σε επαφή με αμοιβαία επωφελή τρόπο. Η Γαλλία έχει την ευκαιρία να εκτιμήσει εντός του ΝΑΤΟ την ανταπόκριση που έχουν οι θέσεις της και να ασκήσει επιρροή. Αυτό αποτελεί αδιαμφισβήτητα ένα πλεονέκτημα.

Οφείλουμε επίσης να επισημάνουμε τη λεπτή αλλά σημαντική διάκριση μεταξύ του συμμάχου, που δεν συμμετείχε σε όλες τις δομές στο παρελθόν, και του πλήρους συμμάχου, που είναι η Γαλλία σήμερα. Σε περίπτωση διαφωνίας κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης, το πρώτο είδος συμμάχου μπορούσε να διαφοροποιηθεί χωρίς δυσκολία: μπορούσε να ασκήσει ένα αναγνωρισμένο κατά αρχή δικαίωμα, χωρίς να εμποδίσει τη συμφωνία των υπολοίπων. Το δεύτερο είδος συμμάχου δεν διαθέτει αυτή τη δυνατότητα: τυχόν ύπαρξη αντίθετης άποψης μπορεί να οδηγήσει σε μπλοκάρισμα της γενικής συμφωνίας, άρα το κράτος αναπόφευκτα λαμβάνει θέση αμφισβήτησης της κυρίαρχης γνώμης. Θα προσέξει επομένως να αποφύγει μια τέτοια κατάσταση, γεγονός που θα περιορίσει εξίσου την ελευθερία των κινήσεών του. Αυτό είναι ένα μειονέκτημα.

Ισχύει επίσης ότι σε στρατιωτικό επίπεδο το ΝΑΤΟ μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά σε διάφορους τομείς: υλικοτεχνική υποστήριξη, ανταλλαγή πληροφοριών, διοικητικές δομές, δια-λειτουργικότητα του προσωπικού, τυποποίηση διαδικασιών και εξοπλισμών. Αυτό πιθανόν να αποτελεί ένα όφελος.

Από την οπτική γωνία του πραγματισμού, τα πάντα, λίγο ή πολύ, είναι θέμα πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων. Αυτό που πρέπει κάποιος να ξέρει είναι προς τα πού γέρνει η ζυγαριά. Το ΝΑΤΟ παρέχει δυνατότητες και ευκολίες, δεν θα μπορούσαν όμως να εξασφαλισθούν με άλλον τρόπο ή από άλλες πηγές; Το καθεστώς της μη πλήρους συμμετοχής στη συμμαχία είχε πολιτικά οφέλη, αλλά μια επιστροφή σε αυτό το καθεστώς θα είχε πολιτικό κόστος. Σχεδόν πάντοτε, όταν τίθεται ζήτημα επιλογής, η ισχύουσα τάξη πραγμάτων είναι εκείνη που υπερέχει, γιατί προσφέρει τη λιγότερο διχαστική και ενοχλητική λύση.

Από την οπτική γωνία της ηθικής, το ΝΑΤΟ δεν αποτελεί απλώς ένα εργαλείο του οποίου η αποτελεσματικότητα θα πρέπει να αμφισβητηθεί. Είτε το θέλουμε είτε όχι, το ΝΑΤΟ έχει εμβληματικό βάρος: θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι σημαίνει αυτό, ώστε να αποφασίσουμε αν η Γαλλία μπορεί να αναγνωρίσει τη δική της θέση εντός του.

Ο κόσμος έχει αλλάξει. Παλαιότερα, ο διαχωρισμός ανάμεσα σε δυτικό και ανατολικό μπλοκ ήταν πανταχού παρών –κάτι που πλέον δεν συμβαίνει πουθενά. Στον εκτεταμένο καινούργιο κόσμο, όπου υπάρχουν κυρίαρχα έθνη όλων των ειδών, μόνο το ΝΑΤΟ εξακολουθεί να αποτελεί προπύργιο μιας άλλης εποχής. Οι προμαχώνες του κάποτε προστάτευαν: σήμερα, το μόνο που κάνουν είναι να εκπέμπουν ένα μήνυμα κυριαρχίας. Η Συμμαχία, που ήταν ομοιογενής και συμπαγής, έγινε πληθωρική και επεκτατική. Στόχευε στη διατήρηση της ισχύουσας τάξης πραγμάτων και της ισοτιμίας: σήμερα επιδιώκει την επιβεβαίωση της ανωτερότητάς της και της ελευθερίας της να επεμβαίνει όπου θέλει. Το ΝΑΤΟ κρατιόταν μακριά από τις «εκτός επιρροής» ζώνες: πλέον τις θεωρεί ελεύθερο πεδίο για τη δράση του. Με λίγα λόγια, ο παλαιότερος αμυντικός χαρακτήρας του έχει μετατραπεί σε ηγεμονικό. Ηγεμονικό τόσο εκτός της συμμαχίας, όπου ασκεί τον δικό του ιμπεριαλισμό, όσο και στο εσωτερικό της, όπου η επίσημη ισότητα των μελών με δυσκολία αποκρύπτει την επικυριαρχία του ενός και την υποτέλεια των υπολοίπων.

Το χάσμα ανάμεσα στο ΝΑΤΟ του παρελθόντος, από το οποίο ελάχιστα έχουν απομείνει, και σε αυτό που έχει μετατραπεί δεν μπορεί παρά να καλυφθεί με ψέματα. Έχουμε ήδη αναφέρει κάποια παραδείγματα όσον αφορά την ευρωπαϊκή άμυνα και τον ΟΗΕ. Από την πλευρά της Γαλλίας, τρία ακόμη είναι ιδιαιτέρως αξιομνημόνευτα.

Το πρώτο ψέμα: η Γαλλία δεν έχει εχθρό. Η σχετική διακήρυξη έγινε μεγαλοπρεπώς στο Παρίσι τις αμέσως επόμενες ημέρες της πτώσης του τείχους του Βερολίνου (2). Όμως, όπως και κάθε στρατιωτική συμμαχία, το ΝΑΤΟ έχει ανάγκη ενός εχθρού. Απλώς, η Ρωσία ως διάδοχος της Σοβιετικής Ένωσης μπήκε στο στόχαστρο. Και όπως και να έχει, η Γαλλία επηρεάζεται από αυτά τα αντι-ρωσικά αντανακλαστικά.

Εξάλλου, η Γαλλία θέλει να πιστεύει ότι ο κόσμος την θεωρεί μια καλοπροαίρετη και ανιδιοτελή δύναμη. Το ΝΑΤΟ όμως προβάλλει μια άλλη εικόνα της Δύσης: είναι ένας οργανισμός που είχε αποικιακό χαρακτήρα και παραμένει ιμπεριαλιστικός, που εξακολουθεί να «δίνει μαθήματα», κουκουλώνοντας επιδέξια την τραχύτητα με την οποία αμύνεται υπέρ των ιδιαίτερων συμφερόντων του, επικαλούμενο την καθολικότητα των υψηλών αρχών και των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Οι Κινέζοι δεν συνάπτουν απλά καλές συμφωνίες στην Αφρική: έχουν ξεκινήσει να παίζουν τον ίδιο υποκριτικό ρόλο όπως και οι Δυτικοί, και η Γαλλία έχει το μερίδιό της σε αυτό.

Αλλά υπάρχει και κάτι πιο σοβαρό: πλέον, και οι Γάλλοι έχουν διαμορφώσει στο μυαλό τους την εικόνα μιας ηγεμονικής συμμαχίας. Για πολλά χρόνια, το αίσθημα ενός θανάσιμου κινδύνου που έπρεπε να αντιμετωπιστεί από κοινού τούς έδινε την ψευδαίσθηση ότι οι σύμμαχοι ήταν σύντροφοι στα όπλα. Σήμερα πλέον, τίποτα δεν μπορεί κρύψει την υπεροχή του ενός και την εξάρτηση των άλλων. Μάταια η Γαλλία θέλει να μας κάνει να πιστέψουμε ότι έχει μια ανεξάρτητη πολιτική –αυτό είναι το τρίτο ψέμα. Όλοι βλέπουν ότι η Γαλλία δεν έχει δική της φωνή σε κανένα μεγάλο θέμα, ούτε όσον αφορά την Ευρώπη ούτε τη Μέση Ανατολή ούτε τον υπόλοιπο κόσμο. Όταν δεν τολμάει να πει, λόγου χάρη, ότι η αντιπυραυλική άμυνα βασίζεται σε μια ψευδαίσθηση και έχει ως αποτέλεσμα, για να μην πούμε στόχο, την αποδυνάμωση της γαλλικής δύναμης αποτροπής. Και όταν ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει το θράσος να αμφισβητεί τη χρησιμότητα του ΝΑΤΟ, βλέπουμε άραγε κάποιον από τους Ευρωπαίους, και γιατί όχι Γάλλο, να λαμβάνει τον λόγο προκαλώντας τον να καταργήσει το ΝΑΤΟ;

Οι Γάλλοι ανακαλύπτουν, με θλίψη ή παραίτηση, ότι η χώρα τους δεν προσπαθεί ή δεν έχει πλέον το θάρρος να έχει τη δική της πολιτική. Η πλήρης συμμετοχή στο ΝΑΤΟ σίγουρα δεν αποτελεί την αιτία αυτής της απαξίωσης, αλλά το σύμπτωμα και το αποτέλεσμα: η Γαλλία επέστρεψε στο κοπάδι, όπως και οι υπόλοιποι.

Για αυτή διαπίστωση, αλίμονο, δεν μπορούμε να έχουμε αμφιβολίες. Ακόμη και εκείνοι που θεωρούν την επιστροφή της Γαλλίας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ καταδικαστέα και λυπηρή, συμφωνούν με τον πρώην υπουργό Εξωτερικών (1997-2002) Ιμπέρ Βεντρίν ότι μια νέα αποχώρηση «δεν αποτελεί επιλογή» (3). Ξέρουμε ότι για να βγούμε αρκεί να ανοίξουμε την πόρτα, όμως αντιλαμβανόμαστε ότι δεν μπορούμε πλέον να το κάνουμε. Πιαστήκαμε στην παγίδα, και χάσαμε μέχρι και την ελευθερία να αποδράσουμε.

Μια αποχώρηση της Γαλλίας από το ΝΑΤΟ αποτελεί αναγκαιότητα, αλλά δεν έχει επείγοντα χαρακτήρα ούτε αποτελεί προτεραιότητα. Υπάρχουν σίγουρα πολύ περισσότερα θέματα προς αντιμετώπιση εκτός από το συγκεκριμένο.

Gabriel Robin

Πρέσβης της Γαλλίας, διετέλεσε μόνιμος αντιπρόσωπος της χώρας στο Βορειοατλαντικό Συμβούλιο από το 1987 μέχρι το 1992.
Αθανασία Παπαγγελοπούλου

(1Εντός μιας (μη δημοσιευμένης) ανάλυσης που παρουσιάστηκε στο Παρίσι τον προηγούμενο Φεβρουάριο.

(2Στη Σύνοδο Κορυφής της Διάσκεψης για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη που έγινε στο Παρίσι (1990).

(3Βλ. Régis Debray, «La France doit quitter l’OTAN» και την απάντηση του Hubert Védrine, «L’OTAN, terrain d’influence pour la France», «Le Monde diplomatique», αντίστοιχα Μάρτιος και Απρίλιος 2013.

Μοιραστείτε το άρθρο