«Στάσου ίσια!», «Χαμογέλα!», «Διόρθωσε το χτένισμά σου!», «Μην γυρίζεις την πλάτη στους άλλους!»: οι προσταγές αυτές δεν έρχονται από κάποια δύστροπη και ξινή μητέρα, αλλά από ιεραρχικά ανώτερους που απευθύνονται σε νεαρές εργαζόμενες με ταγιέρ. Αμειβόμενες με το βασικό ωρομίσθιο, οι υπάλληλοι υποδοχής προσλαμβάνονται από πρακτορεία ενοικίασης προσωπικού, τα οποία στη συνέχεια τις στέλνουν να εργαστούν σε επιχειρήσεις πελάτες τους. Τις συναντάμε σε εγκαίνια, συνέδρια, αθλητικές εκδηλώσεις ή εμπορικές εκθέσεις που απευθύνονται στο ευρύ κοινό. Oπως στο Mondial Paris Motor Show, όπου δίνουν πληροφορίες στο κοινό, ενόσω είναι υποχρεωμένες να ανέχονται τις «πλάκες» των επισκεπτών που τους κάνουν κομπλιμέντα για το «σασί» τους ή τις ρωτούν εάν η τιμή του αυτοκινήτου συμπεριλαμβάνει και τις ίδιες. Εργάζονται και στα γραφεία των επιχειρήσεων, συνήθως με συμβάσεις μεγαλύτερης διάρκειας. Σε αυτή την περίπτωση, τις συναντάμε στην είσοδο των κτιρίων, να υποδέχονται πελάτες και εργαζομένους και να κρατούν το τηλεφωνικό κέντρο. Με ηλικία συνήθως μικρότερη των 30 ετών, στη Γαλλία υπάρχουν περίπου 13.000 τέτοιες εργαζόμενες σε επιχειρήσεις, ενώ χιλιάδες άλλες απασχολούνται σε μεμονωμένες εκδηλώσεις (1).
Τα πρακτορεία εύρεσης εργασίας δεν αρκούνται στην εξεύρεση νεαρών γυναικών με «ωραίο παρουσιαστικό» και στην παροχή στολής: φροντίζουν επίσης για τη στάση του σώματος, τον τόνο της φωνής, το ύψος των τακουνιών (με ακρίβεια εκατοστού), την απόχρωση του κραγιόν, τη διαφάνεια του καλσόν, τον τρόπο με τον οποίο δένουν τα μαλλιά τους… Τους επιβάλλεται ένας «κανονισμός ποιότητας», ο οποίος αποκαλύπτει τον τύπο της θηλυκότητας που περιμένουν από αυτές: «Προπάντων, το μακιγιάζ σας δεν θα πρέπει να είναι επιθετικό, αλλά θα πρέπει να δίνετε πάντοτε την εντύπωση ότι φροντίσατε να είστε η πιο χαριτωμένη», διαβάζουμε σε έναν από αυτούς τους κανονισμούς, όπου εξάλλου διευκρινίζεται ότι οι εργαζόμενες οφείλουν να έχουν «περιποιημένα χέρια», «διακριτικό αλλά σοφιστικέ μακιγιάζ», να βάζουν ένα «ελαφρό και καλόγουστο άρωμα», να μην φορούν «κραυγαλέα ή φανταχτερά κοσμήματα» και να «σέβονται τους κανόνες της ευπρέπειας».
Το επάγγελμα της «συνοδού υποδοχής», που αρχικά αποτελούσε αντιγραφή εκείνου της αεροσυνοδού (2), έκανε την εμφάνισή του τη δεκαετία του 1960. Εκείνη την εποχή, το ζητούμενο ήταν η πρόσληψη νεαρών κοριτσιών από καλές οικογένειες. Ακολουθώντας την ανάπτυξη του τομέα των δημοσίων σχέσεων, του προγόνου της σημερινής επιχειρηματικής επικοινωνίας, ορισμένες σχολές «γυναικείας επιτυχίας» ανέπτυξαν αντίστοιχα είδη επαγγελματικής κατάρτισης. Αντλούσαν έμπνευση από τις «ψυχαγωγικές τέχνες» που μάθαιναν παλαιότερα στις κόρες τους οι μητέρες της αστικής τάξης και αποσκοπούσαν στην παροχή επαγγελματικών εφοδίων (εκμάθηση στενογραφίας και αγγλικών) αλλά και στην «άνθηση της γυναικείας προσωπικότητας» (3) μέσα από «μαθήματα καλής συμπεριφοράς» (4). Αυτή το φαντασιακό πλαίσιο εξακολουθεί να διατηρείται, όσο κι αν οι υπεύθυνοι προσλήψεων στρέφονται πια σε ποικίλα κοινωνικά περιβάλλοντα: νεαρές γυναίκες από ακριβές συνοικίες που θέλουν να κερδίσουν το χαρτζιλίκι τους πλέον αναμειγνύονται με συνομήλικές τους από οικογένειες με χαμηλά εισοδήματα για τις οποίες αυτή η εργασία αποτελεί την κύρια πηγή εισοδήματος, μαζί με φοιτήτριες, αδέκαρες καλλιτέχνιδες και νεαρές πτυχιούχους που περιμένουν να βρουν μια θέση εργασίας στον τομέα των σπουδών τους. Στις επιχειρήσεις-πελάτες, τους ζητούν να φέρονται όπως μια οικοδέσποινα απέναντι στους προσκεκλημένους της.
Το περιεχόμενο του επαγγέλματός τους και το εύρος των δραστηριοτήτων τους αποδεικνύονται ασαφή. Εκτός από την υποδοχή, αναλαμβάνουν μερικές φορές και οικιακά καθήκοντα: να ετοιμάσουν καφέ, να τακτοποιήσουν τους χώρους εργασίας, να ποτίσουν τα φυτά εσωτερικού χώρου… Στον τομέα της διοργάνωσης εκδηλώσεων, τις συναντάμε στα ταμεία, στο τμήμα γκαρνταρόμπας, στα αμφιθέατρα όπου δίνουν το μικρόφωνο κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης, σε τελετές όπου μοιράζουν δώρα στους προσκεκλημένους ή ακόμα τις βλέπουμε σκυμμένες πάνω από τους υπολογιστές τους να εκτυπώνουν έγγραφα για τους ομιλητές. Στις επιχειρήσεις, ασχολούνται με την αποστολή και με την διανομή της αλληλογραφίας, καλούν ταξί και κούριερ, ασχολούνται με τις αίθουσες συνεδριάσεων, ταξινομούν την αλληλογραφία, παραγγέλνουν αναλώσιμα γραφείου, φωτοτυπούν και αναλαμβάνουν εύκολες μεταφράσεις. Μερικές φορές δε, η υποδοχή του κοινού μετατρέπεται σε δευτερεύον καθήκον, κυρίως για εκείνες που λειτουργούν ως βοηθητικό προσωπικό του τμήματος πωλήσεων στα περίπτερα των εκθέσεων ή για εκείνες που εξομοιώνονται με το προσωπικό γραμματειακής υποστήριξης των διαφόρων τμημάτων της επιχείρησης.
Όπως συμβαίνει και σε όλες τις «τυπικά γυναικείες» δραστηριότητες (βρεφονηπιοκόμοι, νοσοκόμες κατ’ οίκον νοσηλείας), το συγκεκριμένο επάγγελμα δανείζεται από τις οικιακές εργασίες τα χαρακτηριστικά της αφοσίωσης και… της αφάνειας. Οι υπάλληλοι υποδοχής δεν υστερούν σε προσόντα. Συγκριτικά με τις υπόλοιπες κοπέλες της γενιάς τους, καταγράφουν υψηλότερα ποσοστά κατοχής απολυτηρίου λυκείου (5) και εξίσου υψηλά ποσοστά (6) τίτλων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης τουλάχιστον διετούς διάρκειας (7). Αυτό δεν θα πρέπει να εκπλήσσει, δεδομένου ότι οι εργοδότες δίνουν μεγάλη σημασία στον τρόπο με τον οποίο εκφράζονται, τόσο στη γαλλική όσο και στην αγγλική, στον προφορικό αλλά και στον γραπτό λόγο. Απαιτούν από αυτές πολυλειτουργικότητα και ικανότητες προσαρμογής, κι όμως συχνά θεωρούνται «γλάστρες», των οποίων ο ρόλος περιορίζεται στο χαμόγελο. Ακόμα και τα πρακτορεία εύρεσης εργασίας προωθούν αυτήν την εικόνα, όπως μαρτυρεί το σύνθημα που χρησιμοποιούσε τη δεκαετία του 2000 η Pénélope, μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου: «Μετατρέψτε το χαμόγελό σας σε επάγγελμα!».
Η υποτίμηση των υπαλλήλων υποδοχής οφείλεται επίσης στο εργασιακό καθεστώς τους. Δεν προσλαμβάνονται από τις εταιρείες που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες τους αλλά από ενδιάμεσους, κυρίως με σύμβαση ορισμένου χρόνου όταν πρόκειται για εκδηλώσεις, και αορίστου χρόνου (συνήθως μερικής απασχόλησης) όταν εργάζονται στα γραφεία μιας επιχείρησης-πελάτη. Σε αυτήν την περίπτωση, εργάζονται μαζί με τους υπόλοιπους μισθωτούς της, χωρίς ωστόσο να απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα, όπως κάλυψη από την «επιτροπή της επιχείρησης» (8) ή πρόσβαση στο εστιατόριο της εταιρείας. Πρόκειται για ένα είδος «μόνιμων εξωτερικών συνεργατών». Αυτή η ιδιαίτερη μορφή υπεργολαβίας επιτρέπει να μειώνεται το μισθολογικό κόστος που καταγράφεται στους ισολογισμούς της εταιρείας (και συνεπώς να παρουσιάζεται μια ελκυστική εικόνα στους μετόχους) ή να αποφεύγεται να ξεπεραστεί ένα όριο εργαζομένων πέρα από το οποίο ο νόμος επιβάλλει την ύπαρξη αντιπροσωπευτικών οργάνων για το προσωπικό.
Επιπλέον, σε περίπτωση απουσίας, το πρακτορείο ενοικίασης προσωπικού υποχρεούται να βρει αντικαταστάτρια μέσα σε λιγότερο από δύο ώρες. Μια τόσο μεγάλη ευελιξία ασκεί πίεση στο προσωπικό, καθώς γνωρίζει ότι μπορεί να απολυθεί από τη μια μέρα στην άλλη. Όπως και άλλοι υπεργολαβικοί εργαζόμενοι, οι «συνοδοί υποδοχής» είναι υποβαθμισμένες και υπόκεινται σε μια λιγότερο ευνοϊκή συλλογική σύμβαση: λόγου χάρη, για την εργασία τις Κυριακές και τις περισσότερες αργίες δεν δικαιούνται προσαύξηση στο ημερομίσθιό τους.
Η θέση τους ως εξωτερικοί συνεργάτες βλάπτει επίσης τη δυνατότητά τους να κάνουν καριέρα. Καταστρέφει τις παραδοσιακές μορφές εργασιακής εξέλιξης που υπήρχαν στο παρελθόν, όταν κάποια μπορούσε να ξεκινήσει από τη χαμηλότερη βαθμίδα της κλίμακας, την υποδοχή, για να προαχθεί στη συνέχεια σε ιδιαίτερη γραμματέα και να αναρριχηθεί σταδιακά στην ιεραρχία. Αν και οι επιχειρήσεις-πελάτες υποτίθεται ότι δεν παρεμβαίνουν στα καθήκοντα και στις συνθήκες εργασίας των υπαλλήλων υποδοχής, έχουν την τάση να συμπεριφέρονται ως εργοδότες. Συχνά επιλέγουν τη «δική τους» υπεύθυνη βάσει μιας προεπιλογής του πρακτορείου, της δίνουν εντολές ή της ζητούν να κάνει υπερωρίες χωρίς να το αναφέρουν στον επίσημο εργοδότη της. Από την πλευρά τους, οι υπάλληλοι υποδοχής αναπτύσσουν συχνά την αίσθηση ότι ανήκουν στην εταιρεία-πελάτη και πολύ λιγότερο στον πραγματικό εργοδότη τους, τους εκπροσώπους του οποίου σπάνια συναντούν.
Έτσι η Σελέστ (9), υπάλληλος του πρακτορείου Business Accueil, έκανε αίτηση για τη θέση της «προϊσταμένης συνοδών υποδοχής» της φαρμακευτικής εταιρείας όπου εργάζεται επί μια τριετία, μαζί με μια δεκαριά συναδέλφισσές της με μικρότερη προϋπηρεσία. Ωστόσο, για τη θέση επιλέχθηκε η Μαλίκα, μια συνάδελφος που δεν είχε ποτέ πατήσει το πόδι της εκεί. Η Σελέστ πιστεύει ότι ο πελάτης υποστήριζε την υποψηφιότητά της (διατηρεί πολύ καλές σχέσεις μαζί του) και υποπτεύεται την υπεύθυνη του Business Accueil ότι αντιτάχθηκε στην προαγωγή της. Από την πλευρά της, η Μαλίκα διαβεβαιώνει ότι ο πελάτης ζήτησε ρητά μια προϊσταμένη η οποία να προέρχεται από άλλη εταιρεία, ώστε να «μπει νέο αίμα» και να «κοπούν οι κακές συνήθειες». Επιπλέον, ο πελάτης υπονόησε ότι είχε ζητήσει να απομακρυνθεί η Σελέστ, την οποία κατηγορούσε ότι γκρίνιαζε διαρκώς. Έτσι, ο πελάτης χρησιμοποιεί ως κάλυψη το πρακτορείο, ώστε να χρεώνεται αντί γι’ αυτόν τις αρνητικές αξιολογήσεις. Και αντίστροφα, το πρακτορείο μπορεί ομοίως να χρησιμοποιήσει την εταιρεία-πελάτη ως πρόσχημα («Δεν σε θέλουν πλέον εκεί») για να επιβάλει αλλαγή τόπου εργασίας ή για να εξωθήσει την εργαζόμενη σε παραίτηση. Για να κρατήσεις τη δουλειά, πρέπει να μπεις στο καλούπι του πελάτη, φροντίζοντας ταυτόχρονα να διατηρείς τις καλύτερες δυνατές σχέσεις με το πρακτορείο. Απαιτείται δηλαδή μια εξαντλητική άσκηση στην εγρήγορση και στην τήρηση ισορροπιών…
Το επάγγελμα φαντάζει αρχαϊκό εξαιτίας της ξεπερασμένης εικόνας για τη θηλυκότητα που προβάλλει. Ωστόσο, αποτελεί παράδειγμα αιχμής για τις βαθύτατες αλλαγές που συνταράζουν τον κόσμο της εργασίας. Ολοένα περισσότεροι μισθωτοί εργάζονται εργολαβικά στις εγκαταστάσεις μιας επιχείρησης-πελάτη ενώ η πρόσληψή τους έχει γίνει από μια εταιρεία ενοικίασης εργαζομένων. Οι περισσότεροι από αυτούς απασχολούνται στον τομέα των υπηρεσιών προς επιχειρήσεις (1 στις 7 θέσεις εργασίας του εμπορευματικού τομέα της οικονομίας, εξαιρουμένης της γεωργίας και του χρηματοοικονομικού τομέα) (10): προσωπικό ασφαλείας (οι εργαζόμενοι του τομέα αντιστοιχούσαν σε 140.000 θέσεις πλήρους απασχόλησης το 2016), υπάλληλοι καθαριότητας (404.000 άτομα που αντιστοιχούσαν σε 294.000 θέσεις πλήρους απασχόλησης το 2015), αλλά και οι μηχανικοί υπολογιστών στις εταιρείες πληροφορικής ή οι σύμβουλοι στις εταιρείες επιχειρηματικών συμβούλων. Η απασχόληση εργολαβικών εργαζομένων εξασφαλίζει ακόμα μεγαλύτερη ευελιξία σε σχέση με τη σύμβαση ορισμένου χρόνου, καθώς η επιχείρηση απαλλάσσεται από την υποχρέωση να πληρώνει την προβλεπόμενη στη Γαλλία προσαύξηση του μισθού λόγω επισφάλειας.
Έτσι, τη στιγμή που η γαλλική εργοδοσία διαθέτει παρόμοιο οπλοστάσιο, η απειλή της κυβέρνησης ότι θα εφαρμόσει ένα σύστημα bonus-malus (αύξηση στις ασφαλιστικές εισφορές των επιχειρήσεων που κάνουν κατάχρηση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου) μάλλον δεν θα την τρομάξει ιδιαίτερα…