Μέσα στους κλειστούς κύκλους των φιλελεύθερων υπάρχει μόνο ένα σύνθημα: άπαξ και τελειώσει η πανδημία, τα πάντα να ξαναγίνουν όπως πριν. Κι αν, αντιθέτως, η κρίση παρείχε την ευκαιρία να απαλλαγούμε από το μοντέλο που ευνόησε την εμφάνιση του κορωνοϊού και την εξάπλωσή του;
Η πανδημία της νόσου Covid-19 θα μπορούσε να θέσει ένα τέλος στην εποχή του ξέφρενου ελεύθερου εμπορίου, ένα οικονομικό καθεστώς κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του ιδιωτικού τομέα το οποίο, εδώ και χρόνια, δημιουργεί σημαντικά οικονομικά βάρη για τους πληθυσμούς και τον πλανήτη. Σε αυτό το ενδεχόμενο θα αντιτεθούν ισχυρά συμφέροντα: θα συνηγορήσουν υπέρ της ανάδυσης ενός «καπιταλισμού της κρίσης», ούτως ώστε να βεβαιωθούν ότι, την επομένη, τα πάντα θα ξαναρχίσουν όπως πριν. Πολλοί πολιτικοί αρχηγοί αποδεικνύεται ότι στερούνται το θάρρος ή τη φαντασία που είναι απαραίτητα προκειμένου να εργαστούν για αυτή τη μετατροπή –όταν δεν θέτουν τους εαυτούς τους κατευθείαν στην υπηρεσία της εργοδοσίας. Κι όμως, είμαστε σε θέση να διακρίνουμε τέσσερις λόγους για τους οποίους η κρίση της Covid-19 θα μπορούσε να προσφέρει μια πρωτοφανή ευκαιρία. Κι έπειτα, ίσως έχει έρθει η κατάλληλη στιγμή για μια θετική εκδοχή του δόγματος του σοκ, του μηχανισμού που περιέγραψε η Ναόμι Κλάιν και που πολλές φορές επέτρεψε στους κρατούντες να επωφεληθούν από τις κρίσεις ώστε να αναδιοργανώσουν τον κόσμο σύμφωνα με τις προτιμήσεις τους.
Πρώτη πηγή ελπίδας: η πανδημία ανάγκασε την πλειοψηφία των κατοίκων των ανεπτυγμένων χωρών να νιώσει στο πετσί της τον πόνο και την αγωνία που προκαλεί η φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Σε έναν κόσμο διαμορφωμένο έτσι ώστε να υπηρετεί τις πολυεθνικές, ακόμη και οι πλουσιότερες χώρες αδυνατούν να παράγουν ή να αποκτήσουν τους αναπνευστήρες, τις μάσκες και τα ιατρικά μέσα που είναι απαραίτητα για τη θεραπεία των ασθενών. Το σταμάτημα της παραγωγής σε μία χώρα προκάλεσε μια αλυσιδωτή αντίδραση που γονάτισε τα οικονομικά και τα υγειονομικά συστήματα ολόκληρου του κόσμου. Κάτι που επιδείνωσε περαιτέρω τις ζημιές που έχει προκαλέσει ο κορωνοϊός.
Σήμερα, πολλά βασικά αγαθά παράγονται σε μία, κάποιες φορές σε δύο χώρες. Ένα σημαντικό ποσοστό προέρχεται από την Κίνα και φαίνεται πως είναι πολύ δύσκολο η παραγωγή να επεκταθεί αλλού. Με τη διαμόρφωση παγκοσμιοποιημένων και εξαιρετικά άκαμπτων αλυσίδων παραγωγής, οι επιχειρήσεις που θα ήθελαν να αρχίσουν να παράγουν ό,τι είναι σε έλλειψη δεν καταφέρνουν να εφοδιαστούν με πρώτες ύλες, με εξαρτήματα, με ενδιάμεσα προϊόντα. Δύο παραδείγματα: τα περισσότερα από τα εκατό κομμάτια τα οποία χρησιμοποιούνται στην κατασκευή ενός αναπνευστήρα δεν παράγονται στις χώρες όπου συναρμολογούνται οι συσκευές. Και το 90% των δραστικών ουσιών των φαρμακευτικών προϊόντων παράγονται σε δύο μόνο χώρες.
Η αφοσίωση στον «θεό της αποδοτικότητας» που είναι θρονιασμένος στην κορυφή του Ολύμπου του ελεύθερου εμπορίου οδήγησε στο κυνήγι της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας. Υπό αυτές τις συνθήκες, ολόκληρη η αλυσίδα διακόπτεται εάν ένας από τους εκατοντάδες κρίκους της –κάποια εταιρεία, κάπου στον πλανήτη– δεν είναι σε θέση να λειτουργήσει. Όταν σε μια χώρα ασθενούν εργαζόμενοι, όταν εφαρμόζονται μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης προκειμένου να μειωθεί η μετάδοση ενός ιού, όταν οι κυβερνήσεις δίνουν προτεραιότητα στις ανάγκες του πληθυσμού της χώρας τους έναντι των εξαγωγών τους, οι ελλείψεις βασικών αγαθών προκύπτουν ταχύτατα.
Αυτό σημαίνει πως πολλοί άνθρωποι βιώνουν πλέον την καταστροφή που ζούσαν ήδη εκατομμύρια εργάτες, μικροκαλλιεργητές και κοινότητες εγκαταλελειμμένες στο περιθώριο της λεωφόρου της παγκοσμιοποίησης.
Ο βάτραχος που βρίσκεται μέσα σε μια κατσαρόλα με νερό δεν αντιλαμβάνεται ότι η θερμοκρασία του νερού ανεβαίνει. Μόνο μια αιφνίδια καταστροφή κατάφερε να αφυπνίσει όλους όσους, έως τώρα, μπορούσαν να θεωρούν ότι η απειλή ήταν μακρινή. Ακόμη κι εκείνοι που είχαν αποκτήσει ειδικότητα στην εξύμνηση των ευεργετημάτων της παγκοσμιοποίησης προκειμένου να υπερασπιστούν τις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου παραδέχονται τώρα πια ότι τα πράγματα σίγουρα έχουν ξεπεράσει τα όρια κι ότι ένα μοντέλο παραγωγής με πιο τοπικό χαρακτήρα θα προσέφερε πολλά πλεονεκτήματα. Δεν προλαβαίνουμε να μετράμε πλέον τα άρθρα που κάνουν μια τέτοια μεταστροφή στις στήλες του «The Economist» ή των «Financial Times», των «ιερών βιβλίων» των ευαγγελιστών της αγοράς.
Δεύτερη πηγή ελπίδας: τα όρια του «πλαισίου της λογικής» έχουν κομματιαστεί. Καμία κυβέρνηση δεν εξετάζει πλέον το ενδεχόμενο να εξηγήσει: «Λυπούμαστε, αλλά αδυνατούμε να λάβουμε τα δέοντα μέτρα, καθώς αντίκεινται στους κανόνες των μεγάλων οργανισμών του διεθνούς εμπορίου». Οι αντιδράσεις που απαιτεί η απειλή της Covid-2 οδηγούν τις κυβερνήσεις να ρίξουν στον καταστροφέα εγγράφων τις κύριες αρχές που αποτελούσαν τις βάσεις της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Μας είναι δύσκολο να φανταστούμε μια γρήγορη επάνοδο στην αρχική κατάσταση, αν μη τι άλλο λόγω του νέου ρόλου που η πανδημία υποχρεώνει τις κυβερνήσεις να επωμιστούν.
Πολλά κράτη πληρώνουν το τίμημα εκείνου που μέχρι τώρα αποτελούσε την καρδιά της πολιτικής τους: της παραβίασης της υποχρέωσης να προστατέψουν τους λαούς τους. Αντί να αφήσουν τον ιδιωτικό τομέα να υπαγορεύει την πορεία τους, ορισμένα κράτη αποφασίζουν επιτέλους να κάνουν εκείνο που περιμένουν από αυτά οι ψηφοφόροι τους: να δώσουν προτεραιότητα στις ανάγκες του πληθυσμού και να επέμβουν όπου υπάρχει η ανάγκη τους.
Μόλις πριν από λίγους μήνες θα ήταν δύσκολο να φανταστεί κάποιος μια παρόμοια επιφοίτηση από το στόμα της Ζαμπίνε Βάιαντ, Γενικής Διευθύντριας Εμπορίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Αυτό συνέβη στη διάρκεια ενός σεμιναρίου που είχε οργανώσει η Διεθνής Ένωση Εμπορίου της Ουάσιγκτον (Washington International Trade Association, WITA), στις 9 Απριλίου: «Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι στην καρδιά της καταιγίδας δεν μπορούμε να αφήσουμε την αγορά να διαχειρίζεται μόνη της την κατανομή σπάνιων πόρων. Πρέπει να αποδεχτούμε την ιδέα ότι οφείλουμε να τους κατευθύνουμε προς τον τομέα της υγείας αντί να αφήσουμε τους κερδοσκόπους να αποσπάσουν ό,τι μπορούν».
Όμως, η κυρία Βάιαντ τάσσεται υπέρ μιας επιστροφής στο business as usual το συντομότερο δυνατό. Ο Επίτροπος Εμπορίου Φιλ Χόγκαν αποδεικνύεται πιο τολμηρός: προτείνει την έναρξη διαπραγματεύσεων με στόχο την εξάλειψη όλων των περιορισμών στο εμπόριο ιατρικού εξοπλισμού «ούτως ώστε να διασφαλιστεί ότι οι αλυσίδες της παγκόσμιας παραγωγής θα είναι σε θέση να λειτουργούν ελεύθερα» (ομιλία της 16ης Απριλίου). Ο Χόγκαν και οι ζηλωτές της παγκοσμιοποίησης εναντιώνονται σε κάθε προσπάθεια μετεγκατάστασης της παραγωγής, την οποία γελοιοποιούν ως μάταιη αναζήτηση «αυτάρκειας». Το ζήτημα, ωστόσο, δεν είναι η επιλογή μεταξύ παγκοσμιοποίησης και αυτάρκειας. Είναι η διαπίστωση ότι πολλοί άνθρωποι έχουν καταλάβει πως, υπό καθεστώς ελεύθερου εμπορίου, η χώρα τους δεν ήταν σε θέση να τους προστατέψει. Αυτό δεν θα το ξεχάσουν.
Ομοίως, οι αυτάρεσκοι λόγοι που επαινούν τα πλεονεκτήματα της έγκαιρης παράδοσης και της «μέγιστης αποδοτικότητας» εφόσον «όλοι επωφελούνται» τώρα πια στερούνται ουσίας: ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι το σύστημα αυτό στοχεύει κυρίως στη μεγιστοποίηση των κερδών εις βάρος της υγείας, της ισονομίας, ακόμη και τις εθνικής ασφάλειας.
Σημάδι πως κάτι έχει αλλάξει είναι ότι οι υπουργοί εμπορίου των χωρών του G20 δημοσίευσαν στις 30 Μαρτίου μια δήλωση όπου διευκρινίζεται ότι τα απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως νόμιμες εξαιρέσεις στους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ). Το γεγονός ότι υπάρχουν τόσες διατάξεις που παραβιάζουν την υποταγή στον ζυγό του θεσμού φανερώνει τελικά τον τρόπο με τον οποίο ο τελευταίος εμποδίζει τις κυβερνήσεις να ανταποκριθούν στις ανάγκες των πολιτών τους.
«Ένα ρήγμα μεγέθους Γκραν Κάνυον στο σύστημά μας»
Τρίτη πηγή ελπίδας: η κρίση μετατόπισε τις διαχωριστικές γραμμές της πολιτικής σχετικά με το ζήτημα του ελεύθερου εμπορίου, ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αντί του διαχωρισμού Αριστεράς-Δεξιάς, η πανδημία φανερώνει έναν διαφορετικό διχασμό: εκείνον μεταξύ λαϊκιστών και λόμπι του ιδιωτικού τομέα. Ο Μπέρνι Σάντερς και η Ελίζαμπεθ Γουόρεν είναι λαϊκιστές της Αριστεράς. Τάσσονται υπέρ του τέλους αυτής της παγκοσμιοποίησης, διαμορφωμένης σύμφωνα με τις προτιμήσεις της εργοδοσίας.
Ωστόσο, μια τέτοια θεώρηση του κόσμου έχει πλέον απήχηση και στους λαϊκιστές της Δεξιάς: «Η πανδημία αυτή αποκάλυψε ένα ρήγμα μεγέθους Γκραν Κάνυον στις αλυσίδες ανεφοδιασμού μας. Δεν παράγουμε πια σε αμερικανικό έδαφος ορισμένα βασικά προϊόντα. Αυτό συνιστά απειλή για την υγεία, την εθνική ασφάλεια και την οικονομία μας. Οι Αμερικανοί δεν αντιλαμβάνονται αυτό το πρόβλημα, η Ουάσινγκτον όμως ναι. Η Γουόλ Στριτ, πάλι, ήλπιζε ότι δεν θα πιανόταν με το χέρι στο μέλι». Τα λόγια αυτά δεν ειπώθηκαν από τον Σάντερς ή τη Γουόρεν, αλλά από τον Ρεπουμπλικανό γερουσιαστή Τζος Χόλεϊ, στις 3 Απριλίου.
Τέταρτη πηγή ελπίδας: η επιτάχυνση μιας γενικευμένης αναθεώρησης –από τις κυβερνήσεις αλλά και από τον λαό– των μύθων γύρω από την οικονομική οργάνωση του κόσμου και του ρόλου που έχει ανατεθεί στην Κίνα ως εργαστήρι του πλανήτη. Απόδειξη της μεταστροφής: η Ιαπωνία μόλις ανήγγειλε ένα πρόγραμμα ύψους 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων (1,8 δισ. ευρώ) που αποσκοπεί να βοηθήσει τις πολυεθνικές της να εγκαταλείψουν την Κίνα (1). Πριν από την πανδημία, πολλές χώρες έψαχναν έναν τρόπο να δώσουν ώθηση στις δικές τους δυνατότητες έρευνας και παραγωγής ούτως ώστε να αντιμετωπίσουν το «Made in China 2025», το σχέδιο που έχει αναπτύξει το Πεκίνο προκειμένου να κυριαρχήσει στις βιομηχανίες του μέλλοντος (τεχνητή νοημοσύνη, «πράσινα» οχήματα, αεροδιαστημικός τομέας, ιατρικές τεχνολογίες κ.λπ.). Η αυξανόμενη ανησυχία για τις προσπάθειες του Πεκίνου να προωθήσει μια μορφή αυταρχισμού υψηλής τεχνολογίας, η άσκηση από μέρους του τού αποκαλούμενου από ορισμένους σχολιαστές «μερκαντιλισμού της καινοτομίας» (2) και η ανάπτυξη των στρατιωτικών δυνατοτήτων του χρηματοδοτούμενη από ένα τεράστιο εμπορικό πλεόνασμα, όλα αυτά έφεραν μια ανατροπή στις θέσεις της πολιτικής ελίτ και των υπευθύνων εθνικής ασφάλειας πολλών χωρών στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής.
Αυτοί οι τέσσερις λόγοι υποδηλώνουν ότι η κρίση της νόσου Covid-19 θα μπορούσε να αναδιαρθρώσει τη δυναμική των συζητήσεων γύρω από την οργάνωση της παγκόσμιας οικονομίας. Κι αυτό, σε μια στιγμή όπου η έγνοια για το ποιος παράγει τι, πού και πώς καθίσταται ζήτημα ζωής ή θανάτου.
Εάν καταφέρναμε η κρίση να οδηγήσει σε θετικές αλλαγές, θα ήμασταν σε θέση να ξαναχτίσουμε ισχυρότερες τοπικές, εθνικές και περιφερειακές οικονομίες, σχεδιασμένες να λειτουργούν με ποικίλους οικονομικούς συντελεστές, ικανούς να παράγουν τα απαραίτητα αγαθά και υπηρεσίες σε προσιτές τιμές, δημιουργώντας αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας, στηρίζοντας τη γεωργία μικρής κλίμακας και προστατεύοντας το περιβάλλον. Δεν προκαλεί έκπληξη ότι η κλιματική κρίση απαιτεί τις ίδιες εξελίξεις.
Μια γνωστή εργαλειοθήκη που απέδειξε την επιτυχία της στην Κίνα
Θυμάται άραγε κανείς ότι, έως τα μέσα της δεκαετίας του 1990, οι κανόνες του διεθνούς εμπορίου θεωρούσαν πως η τροφή δεν είναι ένα εμπόρευμα όπως τα άλλα; Γιατί; Επειδή όλοι έχουν ανάγκη την τροφή για να επιβιώσουν. Συνεπώς, τα κράτη απαιτούσαν να έχουν στη διάθεσή τους ένα περιθώριο ελιγμών που θα τους επέτρεπε να καθορίσουν τον τρόπο με τον οποίον θα εφοδίαζαν τον πληθυσμό τους, συμπεριλαμβανομένης και της δημιουργίας αποθεμάτων ή της επιδότησης της παραγωγής ορισμένων ειδών. Η λογική εξακολουθεί να ισχύει και θα έπρεπε να επεκταθεί και σε άλλους τομείς-κλειδιά, όπως τα φάρμακα και ο ιατρικός εξοπλισμός, όπου οι ελλείψεις σε επίπεδο εθνικής και τοπικής παραγωγής καθιστούν ορισμένες χώρες εξαιρετικά τρωτές.
Γνωρίζουμε καλά το περιεχόμενο της εργαλειοθήκης των εθνικών βιομηχανικών πολιτικών, η οποία συνοδεύεται από κακή φήμη παντού εκτός της Κίνας, όπου απέδειξε την επιτυχία της. Μέσα της βρίσκουμε: φορολογικά μέτρα που ευνοούν την εθνική παραγωγή και τις «πράσινες» βιομηχανίες, όχι όμως τις μετεγκαταστάσεις· μέτρα επιβολής δημοσιονομικών κανόνων που ευνοούν τις παραγωγικές επενδύσεις και όχι την κερδοσκοπία· προστασία των εθνικού και περιφερειακού περιεχομένου σε ποικίλους τομείς· προσκλήσεις υποβολής προσφορών που ενθαρρύνουν την ανάπτυξη τοπικών αλυσίδων παραγωγής· κανονισμούς πνευματικής ιδιοκτησίας που επιτρέπουν την πρόσβαση σε φθηνά φάρμακα και τεχνολογίες, ενθαρρύνοντας παράλληλα την καινοτομία· προώθηση της έρευνας και της κατάρτισης των εργαζομένων και των μαθητευομένων… Αν οι πολιτικές αυτές θα εφαρμοστούν ή όχι δεν θα είναι θέμα έλλειψης ιδεών, αλλά πολιτικής αποφασιστικότητας.