Πολύ συχνά, οι αμερικανικές πολυεθνικές ανατρέχουν στη φιλανθρωπία για να συγκαλύψουν τις πράξεις πού τις πλουτίζουν. Από τον περασμένο Μάιο δωρίζουν λοιπόν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια σε διάφορες αφροαμερικανικές οργανώσεις, ανάμεσά τους και στη Black Lives Matter. Τέτοια δώρα προς μια ακτιβιστική δομή που πολεμά τον «συστημικό ρατσισμό» μάς φέρνουν κάπως στον νου την πληρωμή δόσεων σε ασφαλιστικό συμβόλαιο. Γιατί οι εταιρείες Apple, Cisco, Walmart, Nike, Adidas, Facebook, Twitter, που γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα τι σημαίνει «συστημικός», θα πρέπει να αναρωτιούνται εάν η αμφισβήτηση των δομικών ανισοτήτων στις ΗΠΑ θα στοχεύσει σύντομα και άλλα κακώς κείμενα εκτός από την αστυνομική βία –κακώς κείμενα που βρίσκονται πιο κοντά στα διοικητικά συμβούλιά τους. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, οι διαδηλωτές δεν θα παραμείνουν για πολύ ικανοποιημένοι με συμβολικές πράξεις όπως το γονάτισμα μπροστά σε Αφροαμερικανούς, την αποκαθήλωση αγαλμάτων, τη μετονομασία δρόμων, την αποποίηση των «λευκών προνομίων» τους. Κι όμως, τα αφεντικά των πολυεθνικών είναι σε αυτό το ρεπερτόριο, το ανώδυνο για τις ίδιες, που θα επιθυμούσαν να περιορίσουν το λαϊκό κίνημα, ένα κίνημα που αφύπνισε την αμερικανική κοινωνία μετά τη διάδοση των εικόνων από το θάνατο ενός μαύρου άνδρα, στραγγαλισμένου από το γόνατο ενός λευκού αστυνομικού.
Πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας JPMorgan, η οποία κατέστρεψε αμέτρητες οικογένειες μαύρων με δόλωμα στεγαστικά δάνεια που δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποπληρώσουν, ο Τζέιμι Ντίμον γονάτισε μπροστά σε ένα τεράστιο χρηματοκιβώτιο της τράπεζάς του. Ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος των προεδρικών εκλογών του 2012 Μιτ Ρόμνεϊ, που εκτιμούσε τότε ότι το 47% του αμερικανικού πληθυσμού αποτελούνταν από παράσιτα, σιγομουρμούρισε «black lives matter» συμμετέχοντας σε μια αντιρατσιστική διαδήλωση. Η αρωματοποιία Estée Lauder θα διαθέσει 10 εκ. δολάρια για να «υποστηρίξει τη φυλετική και κοινωνική δικαιοσύνη, καθώς και την καλύτερη πρόσβαση στην εκπαίδευση». Χωρίς αμφιβολία, τον ίδιο στόχο υπηρετούσε όταν χρηματοδότησε την καμπάνια του Ντόναλντ Τραμπ το 2016.
Εκτός από αυτές τις αστειότητες που ξεπερνούν τα όρια της παρωδίας, πώς να μην σημειώσουμε ότι οι διαδηλώσεις ενάντια στον «συστημικό ρατσισμό» έρχονται μερικές εβδομάδες αφότου ο υποψήφιος με τις περισσότερες πιθανότητες να τα βάλει πραγματικά με το «σύστημα», ο Μπέρνι Σάντερς, νικήθηκε από τον Τζο Μπάιντεν, που έχει συμβάλει σημαντικά στη σκλήρυνση των χαρακτηριστικών του ίδιου αυτού «συστήματος»; Πράγματι, το 1994, ο τότε γερουσιαστής Μπάιντεν ήταν ο μεγάλος αρχιτέκτονας του νομικού οπλοστασίου που επέσπευσε τις μαζικές φυλακίσεις των Αφροαμερικανών. Κάτι που δεν εμπόδισε 26 από τους 38 μαύρους γερουσιαστές να ψηφίσουν υπέρ του συγκεκριμένου νόμου: το χρώμα του δέρματος δεν εγγυάται πάντα τις σωστές επιλογές και οι κενοί συμβολισμοί έχουν ήδη έναν πρόεδρο –τον Μπαράκ Ομπάμα.
Στις ΗΠΑ, η περιουσία της πλειονότητας τον αφρο-αμερικανικών οικογενειών παραμένει ακινητοποιημένη κάτω από τα 20.000 δολάρια, σαν να λέμε δηλαδή περίπου τίποτα (1). Είναι λοιπόν υποχρεωμένες να διαμένουν σε φτωχογειτονιές και να στέλνουν τα παιδιά τους σε σχολεία που είναι ανεπαρκή επειδή χρηματοδοτούνται κυρίως από τους φόρους ακίνητης περιουσίας. Έτσι, το επαγγελματικό μέλλον τους είναι εκ των προτέρων υποθηκευμένο. Η καρδιά του προβλήματος –το «σύστημα»– εκεί βρίσκεται: το «λευκό προνόμιο» είναι πρώτα απ’ όλα το προνόμιο του κεφαλαίου. Και αυτό το αντιλαμβάνεται πάρα πολύ καλά η τράπεζα JPMorgan.