el | fr | en | +
Accéder au menu

Το μεταναστευτικό από το Μινσκ στο Καλαί

Χωρίς αμφιβολία το Μινσκ χρησιμοποίησε τους μετανάστες για να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τις Βρυξέλλες την ώρα που ο Ρώσος πρόεδρος σφύριζε αδιάφορα. Όμως δεν υπάρχει καμία συνωμοσία εναντίον της Δύσης όπως την φαντάζονται κάποιοι αναλυτές. Είναι η ίδια η πολιτική της Ε.Ε. που της γυρνάει μπούμερανγκ.

Ο Βλαντιμίρ Πούτιν έφτιαξε μια τόσο περίπλοκη μηχανορραφία ώστε το ραδιόφωνο της France Inter χρειάστηκε να αφιερώσει δύο διαδοχικές εκπομπές με τον πιο διάσημο πολιτικό αναλυτή της για να την ξεσκεπάσει (1). Αν πιστέψουμε λοιπόν τον Τομά Λεγκράν, για την κρίση που έφερε αντιμέτωπα το Μινσκ και τη Βαρσοβία φταίει ο Ρώσος πρόεδρος! Στην πραγματικότητα ήταν λοιπόν «μια επιχείρηση που κατασκεύασε από το μηδέν ο δικτάτορας Αλεξάντερ Λουκασένκο (…) με τη συνέργεια της Δαμασκού και υπό την προφανή αιγίδα της Μόσχας» –ορισμένοι προσθέτουν μερικές φορές και την Άγκυρα στον κατάλογο των συνωμοτών. Οι τέσσερις συνένοχοι οργάνωσαν τη μεταφορά τεσσάρων χιλιάδων προσφύγων από την Τουρκία στα πολωνικά σύνορα για να «τροφοδοτήσουν την έντονη διαμάχη στην Ένωση» και να «ευνοήσουν τα εθνικιστικά και ξενοφοβικά κόμματα της ηπείρου, που σε γενικές γραμμές είναι σύμμαχοι της Μόσχας». Με την ευκαιρία, ανακαλύπτουμε ότι ο Πούτιν «ενορχήστρωσε τον εμφύλιο στη Συρία ώστε να ελέγξει την παράνομη διακίνηση και εμπορία ανθρώπων» και να δημιουργήσει ένα μεταναστευτικό κύμα που θα αποτελέσει «εύφορο έδαφος για τους ακροδεξιούς Γάλλους φίλους του». «Έτσι κλείνει ο κύκλος», κατέληγε το λαγωνικό του δημόσιου ραδιοφώνου.

Δεν είναι όμως πρωτόγνωρο μια χώρα που συνορεύει με την Ε.Ε. να χειραγωγεί το πέρασμα των μεταναστών. Τον περασμένο Μάιο, το Μαρόκο άφησε να περάσουν 8.000 άτομα προς τους ισπανικούς θύλακες της Θέουτα και της Μελίγια προκειμένου να πάρει εκδίκηση για την υποδοχή σε ισπανικό νοσοκομείο ενός από τους ηγέτες του Μετώπου Πολισάριο, το οποίο διεκδικεί την ανεξαρτησία της δυτικής Σαχάρας. Κανένας δεν μίλησε για «υβριδική επίθεση» ούτε κάλεσε το ΝΑΤΟ να επέμβει, όπως έκανε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ο Πολωνός πρωθυπουργός την ώρα της κρίσης με τη Λευκορωσία.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το Μινσκ χρησιμοποίησε τους μετανάστες για να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τις Βρυξέλλες, οι οποίες από το 2020 του έχουν επιβάλει πολλαπλές κυρώσεις. Και η Ρωσία το άφησε να το κάνει, χωρίς να δυσαρεστηθεί για τα προβλήματα που δημιουργούνται στην Ένωση, η οποία δεν χάνει ευκαιρία να της δώσει μαθήματα για τα ανθρώπινα δικαιώματα την ώρα που ένα από τα κυριότερα μέλη της, η Πολωνία, απωθούσε τους πρόσφυγες με κανόνια νερού μέσα σε παγερό κρύο. Μακριά από τη θεωρία της μεγάλης συνωμοσίας που φαντάζεται το France Inter, η κρίση στη Λευκορωσία εξηγείται κυρίως από τον απλό νόμο του φαινομένου μπούμπερανγκ. Στα θέματα μετανάστευσης, η Ένωση συνεχώς ασκεί εκβιασμούς και επιδίδεται σε παζάρια. Εξαρτά την «αναπτυξιακή βοήθεια» από την υπογραφή συμφωνιών «επανεισδοχής», που της επιτρέπουν να απελαύνει ευκολότερα τους παράτυπους μετανάστες. Απειλεί να μην ξαναδώσει βίζες στις χώρες που δυσανασχετούν. Πληρώνει την Τουρκία για να κρατήσει τα τέσσερα εκατομμύρια μεταναστών από την Μέση Ανατολή, το Μαρόκο για να προστατέψει τη Θέουτα και τη Μελίγια, τη Λιβύη για να μπλοκάρει τις αναχωρήσεις στη Μεσόγειο, τον Νίγηρα για να σφραγίσει το δρόμο της Σαχάρας (2).

«Αυτό που κάνει το καθεστώς της Λευκορωσίας λέγεται απλά τράφικινγκ», εκτιμούσε ο εκπρόσωπος της γαλλικής κυβέρνησης στις 10 Νοεμβρίου. Λίγες ημέρες αργότερα, ο υπουργός Εσωτερικών Ζεράλ Νταρμανέν έστελνε μονάδες επιβολής της τάξης να διαλύσουν τα στρατόπεδα στο Γκραντ-Σεντ (Δουνκέρκη) και στο Καλαί, όπου κομμάτιασαν με μαχαίρια τις σκηνές των προσφύγων. Στις 24 Νοεμβρίου, 24 μετανάστες έβρισκαν τον θάνατο προσπαθώντας να διασχίσουν τη Μάγχη.

Benoît Bréville

Aρχισυντάκτης της «Le Monde diplomatique».
Βάλια Καϊμάκη

(1Στήλη «Édito politique», ραδιόφωνο France Inter, 12 και 17 Νοεμβρίου 2021, απ’ όπου προέρχονται τα επόμενα αποσπάσματα.

(2Βλ. Rémi Carayol, «Les migrants dans la nasse d’Agadez», «Le Monde diplomatique», Ιούνιος 2019.

Μοιραστείτε το άρθρο