Στα τέλη Ιανουαρίου του 2022, η αναγγελία της δημιουργίας μιας start-up διέφυγε της προσοχής σχεδόν του συνόλου των μέσων ενημέρωσης, αν εξαιρέσουμε μερικά άρθρα του οικονομικού Τύπου. Κι όμως, το γεγονός αφορά, ένα πεδίο που βρίσκεται κάτω από τους προβολείς της δημοσιότητας εδώ και δύο χρόνια: την υγεία. Κι αν οι εφημερίδες αδιαφόρησαν, δεν συνέβη το ίδιο με τον κόσμο της οικονομίας. «Zoï, η νεοφυής επιχείρηση που συγκινεί τους επενδυτές» είναι ο τίτλος του άρθρου της ημερήσιας οικονομικής εφημερίδας «Les Echos» (22 Ιανουαρίου 2022), όπου διευκρινίζεται ότι η Zoï «επιθυμεί να ψηφιοποιήσει ένα πρωτόκολλο εξατομικευμένης προληπτικής ιατρικής». Είναι ολοφάνερο πόσο συγκινήθηκαν οι επενδυτές! Στους χρηματοδότες βρίσκουμε μια ολόκληρη λίστα δισεκατομμυριούχων. Ας απαριθμήσουμε μερικούς. Ξαβιέ Νιλ, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος του τηλεπικοινωνιακού ομίλου Illiad (13η θέση ανάμεσα στις μεγαλύτερες περιουσίες της Γαλλίας). Ροντόλφ Σααντέ, αφεντικό της CMA-CGM, κορυφαίας επιχείρησης στον τομέα της εφοδιαστικής και των θαλάσσιων μεταφορών (19η θέση). Στεφάν Μπανσέλ, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της φαρμακευτικής εταιρείας Moderna (25η θέση). Χασανεΐν Χιριτζί, με τη δεύτερη μεγαλύτερη περιουσία της Μαγαδασκάρης, συν-επικεφαλής της Axian (ενέργεια, ακίνητα, χρηματοοικονομικά, τηλεπικοινωνίες). Ζαν Μουεΐξ, συνιδιοκτήτης του Petrus, του διάσημου γαλλικού αμπελώνα του Μπορντό. Ζαν Μαρί Μεσιέ, επικεφαλής επενδυτικής τράπεζας, σύμβουλος της Veolia στην πολύκροτη υπόθεση της επιθετικής εξαγοράς της εταιρείας διαχείρισης υδάτων Suez. Εμμανουέλ Γκολντστάιν, επικεφαλής της Morgan Stanley Γαλλίας. Και ο… Ζαν Κλοντ Μαριάν, ιδρυτής της Orpea, της πολυεθνικής των μονάδων φιλοξενίας εξαρτώμενων ηλικιωμένων ατόμων (Ehpad), της οποίας το διαχειριστικό μοντέλο έχει προκαλέσει την κατακραυγή από τις αρχές του 2022.
Τι διαθέτει άραγε η Zoï για να προσελκύει μια παρόμοια συνάθροιση αστέρων του επιχειρηματικού κόσμου, ενώ οι περισσότεροι ανάμεσά τους δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τον κόσμο της υγείας; Πώς εξηγείται το γεγονός ότι αυτή η «νεοφυής επιχείρηση» –ωραίο όνομα για να περιγράψουμε διακριτικά ένα άδειο κέλυφος– ξεκινάει τις δραστηριότητές της προικισμένη με 20 εκατομμύρια ευρώ; Να οφείλεται άραγε σε έναν από τους ιδρυτές αυτής της κότας με τα χρυσά αυγά, τον Ισμαέλ Εμελιέν; Ο πρώην σύμβουλος του Ντομινίκ Στρος-Καν όταν ετοιμαζόταν να διεκδικήσει την προεδρία, στη συνέχεια του Εμμανουέλ Μακρόν στο υπουργείο Οικονομικών και κατόπιν στην προεδρία, συνιδρυτής του En Marche! («Εμπρός!», το κόμμα του Μακρόν), είναι σε θέση να γοητεύσει μια τέτοια σύναξη δισεκατομμυριούχων με το δίκτυο των επαφών του και μόνο. Ωστόσο, όσο κι αν είναι γνωστός ως επαγγελματίας της επικοινωνίας, το βιογραφικό του στον τομέα της υγείας είναι κάπως πιο ελαφρύ…
Άλλοι λόγοι, λιγότερο προφανείς, μπορούν να ερμηνεύσουν αυτό το σύνθετο εγχείρημα που στήθηκε γύρω από τη Zoï. Η πρόσφατη πανδημία, η ασφυξία στα τμήματα επειγόντων περιστατικών και η κατάρρευση των δημόσιων νοσοκομείων έφεραν –δικαίως– στο επίκεντρο της επικαιρότητας την εξάντληση και τη δυσφορία του νοσηλευτικού προσωπικού, την κατάργηση νοσοκομειακών κλινών και τις «ιατρικές ερήμους» σε περιοχές της υπαίθρου χωρίς πρόσβαση στην περίθαλψη. Αλλά αυτή η επικαιρότητα ταυτόχρονα επέτρεψε την απόκρυψη μιας άλλης πλευράς της κατάστασης: παράλληλα με την ασφυξία του δημόσιου συστήματος υγείας, παρατηρείται μια συστηματική προσφυγή στον ιδιωτικό τομέα, με την προώθηση δομών (τις περισσότερες φορές με τη μορφή νεοφυών επιχειρήσεων) δήθεν καινοτόμων και φυσικά ψηφιακών, στο πλαίσιο μιας διαδικασίας χρηματιστηριοποίησης του χώρου της υγείας.
«Να συντρίψουμε τα εμπόδια»
Ο Εμμανουέλ Μακρόν συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό σε αυτήν αλλαγή, με την πρώτη πενταετία του να βρίθει σχεδίων, δηλώσεων και προγραμμάτων: «Η Υγεία μου 2022» τον Ιούνιο του 2018 για «να επιταχυνθεί η ψηφιακή στροφή», «PariSanté Campus» τον Δεκέμβριο του 2020 για «να μετατραπεί η Γαλλία σε παγκόσμιο ηγέτη της ψηφιακής υγείας», «Καινοτομία στην υγεία 2030» για «να μετατρέψουμε την Γαλλία στο πρώτο καινοτόμο και κυρίαρχο έθνος της Ευρώπης στον τομέα της υγείας». Ο προκάτοχός του Φρανσουά Ολάντ είχε σε μεγάλο βαθμό δρομολογήσει αυτήν την αλλαγή μοντέλου μέσω της υπουργού Υγείας του. Στις 23 Ιανουαρίου 2016, κατά τη διάρκεια της πρώτης Εθνικής Ημέρας για την Καινοτομία στην Υγεία, η Μαριζόλ Τουραίν δήλωνε: «Η τρίτη επανάσταση που ανοίγεται μπροστά μας είναι εκείνη της ψηφιακής ιατρικής. Φέρνει ανατροπές στη σχέση μας με την υγεία, ακριβώς επειδή επανεφευρίσκει την ίδια την αντίληψή μας για την υγεία» (1). Πόσο μάλλον όταν οι προγραμματικοί λόγοι της πολιτικής ηγεσίας συνοδεύονται από συγκεκριμένα μέτρα στο όνομα της «ενάρετης χρηματοδότησης». Ένα από τα κυρίαρχα αιτήματα των επιχειρηματικών κύκλων συνοψίζεται σε μία διατύπωση: «να συντρίψουμε τα εμπόδια» –με άλλα λόγια να «αρθούν τα κρατικά μπλοκαρίσματα στη διοίκηση» σε όλα τα πεδία, της υγείας συμπεριλαμβανομένης.
Αυτό ακριβώς επιχείρησε και ο Μακρόν: «Πρέπει να επιταχύνουμε, να άρουμε τους μηχανισμούς ή τους περιορισμούς που μας εμποδίζουν, μπορούμε να επιταχύνουμε την πορεία των πραγμάτων» (2). Και τήρησε την υπόσχεσή του, με τα μέσα ενημέρωσης μάλλον να αδιαφορούν. Έτσι, ο νόμος για τη χρηματοδότηση της Κοινωνικής Ασφάλισης για το 2018 «με το άρθρο 51 εισήγαγε έναν μηχανισμό που επιτρέπει τον πειραματισμό με νέες μορφές οργανισμών παροχής υπηρεσιών υγείας, ο οποίος θα στηρίζεται σε πρωτοφανείς μορφές χρηματοδότησης» (3). Χωρίς βεβαίως να θίγει την ιδιαίτερη διευθέτηση της οικονομίας της υγείας, που επιτρέπει τη συνταγογράφηση από τα ασφαλιστικά ταμεία ενός αριθμού προϊόντων, φαρμάκων, διασυνδεδεμένων εργαλείων και συστημάτων τηλεπιτήρησης ή τηλεϊατρικής. Διότι έτσι διασφαλίζονται σίγουρες εμπορικές προοπτικές για τις επιχειρήσεις.
Προκειμένου ένα προϊόν που βγαίνει στην αγορά να ενταχθεί στη λίστα των συνταγογραφούμενων από τα ταμεία, πρέπει να πιστοποιηθεί μετά από μια σειρά κλινικών δοκιμών σε μια συγκεκριμένη ομάδα ασθενών κατά τη διάρκεια μιας καθορισμένης χρονικής περιόδου. Πρόκειται για μια σειρά ενεργειών που επικυρώνεται από την Ανώτατη Αρχή Υγείας (HAS) μέσω της Εθνικής Επιτροπής για την Αξιολόγηση Ιατρικών Συστημάτων και Τεχνολογιών της Υγείας (CNEDIMTS). Αυτή ακριβώς η κωδικοποιημένη διαδικασία «χαλάρωσε» εν μέρει. Η εισαγωγή μηχανισμών όπως το «πακέτο καινοτομίας» (4) ή η «μεταβατική ενίσχυση» (5) επέτρεψε την ένταξη στο καθεστώς αποζημίωσης από τη CNEDIMTS πριν από το τέλος των κλινικών δοκιμών. Αυτό το μεταβατικό πράσινο φως ξεμπλοκάρει τις επενδύσεις, μετατρέπεται σε ελκυστικά μερίσματα… και καταλήγει στην έγκριση των περισσότερων κλινικών δοκιμών.
Όλα αυτά συνέβαλαν στη μεταμόρφωση του υγειονομικού κλάδου. Για την καλύτερη κατανόηση της έκτασής της αρκούσε μια επίσκεψη, τον περασμένο Οκτώβριο, στην «Big 2021», τη μεγάλη ετήσια εκδήλωση της γαλλικής Δημόσιας Τράπεζας Επενδύσεων (Βpifrance). Στη στρογγυλή τράπεζα με τίτλο «Αλλαγή κλίμακας στην ψηφιακή υγεία: μετατροπή της γαλλικής αγοράς σε εφαλτήριο για την κατάκτηση των διεθνών αγορών», τα πάντα εξηγούνται χωρίς περιστροφές μπροστά σε ένα ακροατήριο εμφανώς θετικό απέναντι στην περαιτέρω φιλελευθεροποίηση της οικονομίας. Ο Πιερ-Υβ Φρουέν, διευθύνων σύμβουλος της νεοφυούς επιχείρησης BioSerenity, της οποίας ορισμένα «έξυπνα» προϊόντα (κεφαλόδεσμοι ύπνου και ενδύματα με σύνδεση στο Διαδίκτυο) μπορούν να συνταγογραφηθούν από τα ασφαλιστικά ταμεία, δεν έχει κανέναν ενδοιασμό να ζητήσει ελάφρυνση της διαδικασίας που προβλέπεται από το νομοθετικό πλαίσιο: «Στον κλάδο μας, οι κλινικές δοκιμές κοστίζουν πολύ ακριβά. Καταρχάς, οφείλουμε να προσελκύσουμε κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου και, επιπλέον, χρειαζόμαστε χρηματοδότηση με μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Έτσι, επιχειρήσαμε να πραγματοποιήσουμε κλινικές δοκιμές, αλλά με ομάδες ασθενών λογικού μεγέθους, προκειμένου να περιορίσουμε τα κόστη, και έτσι να ρυθμίσουμε τις δοκιμές σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο, όχι όμως αναγκαστικά τεράστιο». Η Ιζαμπέλ Αντενό, πρόεδρος της CNEDIMTS, επιδοκιμάζει εμφανώς αυτή τη χαλάρωση των διοικητικών κανόνων: «Δίνουμε ιδιαίτερη προσοχή γιατί, πίσω από τις επιχειρήσεις, υπάρχουν επενδυτές. Μια αρνητική γνωμοδότηση σε έναν φάκελο υποψηφιότητας για το “πακέτο καινοτομίας” δεν θα πρέπει κατ’ ανάγκη να συνεπάγεται την άρνηση χρηματοδότησης εκ μέρους των επενδυτών».
Αποδόσεις 30%
Πανομοιότυπες απόψεις εκφράζει και ο Φρανσουά Κρεμιέ, γενικός διευθυντής των πανεπιστημιακών νοσοκομείων της Μασσαλίας, τέως σύμβουλος της πρώην υπουργού Υγείας Μαριζόλ Τουραίν (2012-2017), που δεν κρύβει τον ενθουσιασμό του: «Αυτό που βρήκα συναρπαστικό [στις αρχές της υγειονομικής κρίσης] ήταν πόσο εντυπωσιακά γρήγορα μπορέσαμε να καινοτομήσουμε, αμέσως μόλις καταργήσαμε σχεδόν όλους τους διοικητικούς, νομοθετικούς και οικονομικούς κανόνες. (…) Συνεπώς, όταν συντρίψαμε όλους αυτούς τους περιορισμούς, κατορθώσαμε να προχωρήσουμε εξαιρετικά γρήγορα και ορμητικά. Και θεωρώ ότι όλα αυτά εμμέσως μας υπαγορεύουν τι πρέπει να συνεχίσουμε κάνουμε τα επόμενα χρόνια εάν επιθυμούμε να καταστήσουμε την καινοτομία προσβάσιμη στο οικοσύστημά μας» (6).
Για να φτάσουμε σε αυτό το ιδανικό «οικοσύστημα» χρειάστηκε να γίνει ακόμα πιο ευνοϊκό το επιχειρηματικό περιβάλλον. Αυτός είναι ο ρόλος της Bpifrance. Αυτή η δημόσια τράπεζα επενδύσεων, δημιουργημένη το 2012 επί προεδρίας Φρανσουά Ολάντ, έχει ως στόχο την όσο το δυνατό μεγαλύτερη εξουδετέρωση των κινδύνων που μπορεί να συναντήσουν οι επιχειρήσεις και οι επενδυτές. Ο Μακρόν την μετέτρεψε σε έναν μεγάλο δημόσιο οικονομικό πόλο, μέσω του γάμου της, το 2019, με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (CDC), τον όμιλο του Ταχυδρομείου (La Poste) και την CNP Assurances. Συναντάμε την Bpifrance στη φάση της εκκίνησης των start–up, τη στιγμή δηλαδή όπου η επιχείρηση αποτελεί περισσότερο ένα σχέδιο και λιγότερο μια οικονομική πραγματικότητα. «Είναι κατά κάποιο τρόπο το δίχτυ ασφαλείας για τα ιδιωτικά κεφάλαια», διευκρινίζει ο Ζαν-Φιλίπ Γκασπαροτό, γενικός γραμματέας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργασίας (CGT) του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων. «Όσοι πραγματοποιούν κερδοσκοπικές επενδύσεις δεν ασχολούνται με ορισμένους κλάδους παρά μόνο εάν υπάρχει χρηματοδότηση της Bpifrance –κάτι που ακριβώς τους επιτρέπει να μην αναλαμβάνουν υπερβολικά ρίσκα. Και αυτό σημαίνει ότι τα δημόσια κονδύλια, μέσω της Bpifrance, αναλαμβάνουν σημαντικό μερίδιο του κινδύνου. Αντίθετα όμως, από τις αποδόσεις θα επωφεληθούν κυρίως τα ιδιωτικά κεφάλαια. Και αυτές οι αποδόσεις κυμαίνονται γύρω στο 30%. Ουσιαστικά, πρόκειται για μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση καταλήστευσης.»
Η Bpifrance έχει επίσης ως αποστολή να παρέχει άμεση ενίσχυση στις επιχειρήσεις. «Η δημόσια ισχύς υποκαθιστά τις τράπεζες και τις χρηματαγορές, προς μέγιστο όφελος ορισμένων ιδιωτικών συμφερόντων: μια εμφανέστατη εκδήλωση του νεοφιλελευθερισμού, όπως αυτός επιβλήθηκε στη Γαλλία κατά τη διάρκεια των τελευταίων σαράντα ετών», εξηγεί ο κοινωνιολόγος Φρανσουά Ντενόρ, διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (CNRS). «Δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση για το κλασικό φιλελεύθερο “laisser-faire”. Είναι ένας φιλελεύθερος κρατικός παρεμβατισμός που δημιουργεί ένα ευνοϊκό πλαίσιο για τον ανταγωνισμό, εξυπηρετώντας ταυτόχρονα τα συμφέροντα των σημαντικότερων παικτών» (7).
H αυξημένη προσφυγή στον ιδιωτικό τομέα μεταφράστηκε σε ενίσχυση της χρηματιστηριοποίησης της ψηφιακής υγείας, της αποκαλούμενης «e-health». Οι επενδυτές σπεύδουν να επωφεληθούν, καθώς μπορούν να στηρίζονται στο δίχτυ ασφαλείας της Bpifrance. Η Naox, για παράδειγμα, αποτελεί ένα είδος πειραματικού εργαστηρίου για τις χρηματοπιστωτικές εταιρείες που ποντάρουν εφεξής στον συγκεκριμένο κλάδο. Η συγκέντρωση κεφαλαίων της Naox γοήτευσε το επενδυτικό κεφάλαιο Majycc eSanté Invest, με επικεφαλής τον Υβ Ζουρνέλ (135η μεγαλύτερη περιουσία της Γαλλίας), ιδρυτή της Domus Vi, της δεύτερης μεγαλύτερης γαλλικής επιχείρησης παροχής υπηρεσιών σε ηλικιωμένους. Συναντάμε επίσης την τράπεζα BNP Paribas (μέσω της αναπτυξιακής θυγατρικής της), η οποία διευθύνεται από τη Μαργκερίτ Μπενάρ, συμφοιτήτρια του Μακρόν στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης (ΕΝΑ). Συμμετέχει ακόμα ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά επενδυτικά κεφάλαια, το Eurazeo (μέσω της Kurma Partners), όπου ένα από τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου ήταν ο Μισέλ Νταβίντ-Bέιλ, πρώην διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας Lazard, που απεβίωσε τον περασμένο Ιούνιο.
Θα μπορούσαμε επίσης να αναφέρουμε την περίπτωση της Nouveal e-santé, στην οποία η Bpifrance συμμετέχει μαζί με την La Poste Santé, μια θυγατρική του ομίλου του Ταχυδρομείου που «συμβάλλει στην επιτάχυνση της στροφής προς την εξωνοσοκομειακή νοσηλεία και την απλοποίηση των διαδρομών των ασθενών, προτείνοντας ανθρώπινες και ψηφιακές υπηρεσίες» (8) –οι οποίες βεβαίως θα μπορούσαν πολύ άνετα να έχουν παραμείνει στον δημόσιο τομέα. Και αντί για κάτι τέτοιο, μια δημόσια επιχείρηση στηρίζει την ιδιωτικοποίηση… μιας δημόσιας υπηρεσίας. Δεν προκαλεί λοιπόν έκπληξη ότι η ψηφιακή υγεία γοητεύει πλέον τόσους πολλούς δισεκατομμυριούχους.
Ωστόσο, αυτό το εκτεταμένο χρηματοπιστωτικό εγχείρημα δεν υλοποιείται με τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια. Ακόμα και οι εκπρόσωποι του προσωπικού της Bpifrance αδυνατούν να βγάλουν άκρη με τους λογαριασμούς της ίδιας της επιχείρησής τους. «Οι αποκαλούμενες πιστωτικές γραμμές είναι πολλαπλές, και μάλιστα χωρίς τέλος, και μαθαίνουμε γι’ αυτές μονάχα μέσα από όποια επικοινωνία καταδέχεται να κάνει η Bpifrance», διευκρινίζει ο Γκασπαροτό. «Ακόμα χειρότερα, μπορεί να είσαι μέλος του διοικητικού συμβουλίου και να μην έχεις πρόσβαση σε αυτά τα στοιχεία επειδή καλύπτονται από τους κανόνες εμπιστευτικότητας που ισχύουν για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες. Ακόμα και τα γραφεία ελεγκτών και συμβούλων στα οποία απευθύνονται οι Επιτροπές Επιχείρησης των εργαζομένων, όπως για παράδειγμα το Secafi με το οποίο εμείς συνεργαζόμαστε, δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες.»
Συνεπώς, δεν εκπλήσσει διόλου η διαπίστωση ότι η ψηφιακή υγεία μετατρέπεται σε ένα από το νέα Ελντοράντο του κεφαλαίου. Τα ρεκόρ καταρρίπτονται χρόνο με τον χρόνο. «Νεοφυείς επιχειρήσεις της ψηφιακής υγείας: το 2020 συγκέντρωσαν σχεδόν 400 εκατομμύρια ευρώ στη Γαλλία», «Οι γαλλικές start-up της ψηφιακής υγείας συγκέντρωσαν 929,4 εκατομμύρια ευρώ το 2021», «Οι γαλλικές start-up της ψηφιακής υγείας συγκέντρωσαν 644 εκατομμύρια ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2022» (9) …
Η αγορά μπορεί επίσης να στηρίζεται σε ένα βασικό δεδομένο: την αδιάκοπη αύξηση των δαπανών για την υγεία. Το 2020, η κατανάλωση φροντίδων υγείας και ιατρικών προϊόντων υπολογιζόταν σε 209,2 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχούσε στο 9,1% του γαλλικού ΑΕΠ. Αυξανόταν κατά μέσο όρο κατά 1,9% τον χρόνο από το 2011 έως το 2019 (10). Η ψηφιοποίηση της υγείας κατέχει σημαντική θέση σε αυτήν την αύξηση. Και θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε τις νεοφυείς επιχειρήσεις μια σύγχρονη εκδοχή των μικρομεσαίων και των πολύ μικρών επιχειρήσεων, που ανέκαθεν κατείχαν σημαντική θέση σε μια οικονομία της υγείας εν μέρει στα χέρια του ιδιωτικού τομέα. Ουσιαστικά, αρχίζουν να υπερισχύουν απέναντι σε έναν δημόσιο τομέα ιδιαίτερα ταλαιπωρημένο από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και επιβάλλουν τη βαθιά εμπορευματοποίηση της υγείας. Ορισμένες πλευρές της ψηφιοποίησης διευκολύνουν τη στροφή προς την εξωνοσοκομειακή νοσηλεία που προωθούν οι δημόσιες πολιτικές, ταυτόχρονα όμως νομιμοποιούν την κατάργηση νοσοκομειακών κλινών και τη μείωση του νοσηλευτικού προσωπικού. «Οι δημόσιες αρχές ήδη χρησιμοποιούν τον όρο “τηλεϊατρική”, κάτι που θα επιτρέψει την περαιτέρω μείωση του μεγέθους ενός συστήματος που βρίσκεται στα όριά του. Είναι απαράδεκτο», αναλύει ο Ολιβιέ Μιγερόν, καρδιολόγος στο νοσοκομείο Μπισά (Παρίσι) και εκπρόσωπος της Διανοσοκομειακής Συλλογικότητας (CΙH).
Τα λόμπι σε δράση
Το παράδειγμα της νεοφυούς επιχείρησης Withings είναι αποκαλυπτικό. Η εταιρεία, που έχει επανειλημμένως αντλήσει κεφάλαια από τους συνήθεις επενδυτές (Bpifrance, Eurazeo μέσω των Idinvest Partners, BNP Paribas Développement), ειδικεύεται στην εξ αποστάσεως παρακολούθηση ιατρικών δεδομένων διαμέσου αντικειμένων συνδεδεμένων με το Διαδίκτυο (ζυγαριές, πιεσόμετρα, αισθητήρες, ρολόγια). Παίζει σε πολλά ταμπλό. Από την πλευρά της δημόσιας υγείας, «ονειρεύεται», μαζί με την AP-HP (τη δημόσια εταιρεία διαχείρισης των πανεπιστημιακών νοσοκομείων του Παρισιού) και τέσσερις άλλες νεοφυείς επιχειρήσεις, το ψηφιακό νοσοκομείο του μέλλοντος μέσα από το πρόγραμμα @Hôtel-Dieu, προκειμένου «να επιταχυνθεί η υιοθέτηση ψηφιακών καινοτομιών στο νοσοκομειακό οικοσύστημα», όπως ωραιότατα το περιγράφει η «Le Figaro» (5 Οκτωβρίου 2021). Η Withings συμμετέχει σε μια κοινοπραξία μαζί με τη Novaxia (εταιρεία ειδικευμένη στις επενδύσεις σε ακίνητα) και την BioLabs, αμερικανική εταιρεία ειδικευμένη στη φιλοξενία νεοφυών επιχειρήσεων της υγείας, που σχεδιάζει να διαθέσει γραφεία με επιφάνεια 10.000 τ.μ. –«μία από τις μεγαλύτερες θερμοκοιτίδες start–up της Ευρώπης στον τομέα των βιοτεχνολογιών και της medtech» («ιατρική τεχνολογία», με τον όρο να καλύπτει όλες τις σχετικές με τη φροντίδα ασθενών τεχνολογίες: ηλεκτρονικό κλείσιμο ραντεβού, χειρουργικά ρομπότ κ.ο.κ.). Όλα αυτά σύμφωνα με τη μονάδα επικοινωνίας της AP-HP, η οποία δεν κρύβει τον ενθουσιασμό της για την ανάθεση ενός σημαντικού τμήματος του Hôtel-Dieu, του παλαιότερου νοσοκομείου του Παρισιού, στον ιδιωτικό τομέα. Όσο για την Withings, επωφελείται από αυτή τη συνεργασία για να διεξάγει μια εκστρατεία λόμπινγκ προς τις δημόσιες αρχές, με στόχο να επιτύχει τη συνταγογράφηση των διασυνδεδεμένων προϊόντων της από τα ασφαλιστικά ταμεία.
«Πίσω από όλα αυτά, στην ουσία πωλούν ένα είδος ασφάλειας», διαβεβαιώνει ο δρ. Μιγερόν. «Όταν φοράτε το διασυνδεδεμένο ρολόι, θα επιτηρείται η καρδιά σας και εσείς θα έχετε μια αίσθηση ασφάλειας. Ο κίνδυνος είναι ότι κάτι τέτοιο δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να δημιουργεί επιπλέον κατανάλωση ιατρικών προϊόντων, χωρίς όμως να προκύπτει όφελος για τον πληθυσμό από υγειονομική άποψη.» Ο καρδιολόγος θεωρεί ότι αυτά τα διαδικτυακά προϊόντα ψηφιακής υγείας θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με επιφυλακτικότητα, καθώς δεν γνωρίζουμε ακόμα πλήρως την επάρκειά τους. «Δεν είναι εύκολο για εμάς τους γιατρούς να αντιμετωπίσουμε εταιρείες όπως η Apple, η οποία για παράδειγμα προσπαθεί να προωθήσει το ρολόι AppleWatch, που υποτίθεται ότι εντοπίζει τις καρδιακές ανωμαλίες. Η Apple έσπευσε να δημοσιεύσει μια έρευνα που πραγματοποίησε η ίδια και που αποδεικνύει την αποτελεσματικότητα του ρολογιού της. Αυτές οι εταιρείες κάνουν απίστευτη δουλειά όσον αφορά το λόμπινγκ και τον επηρεασμό προκειμένου τα διασυνδεδεμένα προϊόντα τους να εγκρίνονται και να συνταγογραφούνται από τα ταμεία.»
Σε όλα αυτά δεν θα πρέπει να δούμε μια κάθετη αντίθεση του ιατρικού κόσμου απέναντι στην ψηφιακή πρόοδο. «Τα διασυνδεδεμένα αντικείμενα είναι όπως η αξονική ή η μαγνητική τομογραφία. Αποτελούν μια συμπληρωματική τεχνική που μπορεί να βελτιώσει τη δουλειά μας», σημειώνει ο Κριστόφ Πρυντόμ, εκπρόσωπος της Ένωσης Ιατρών Επειγόντων Περιστατικών Γαλλίας (AMUF) και εθνικός αντιπρόσωπος της συνδικαλιστικής οργάνωσης CGT Santé. «Όμως, δεν αντικαθιστούν την παλιά καλή κλινική πρακτική, τη σχέση γιατρού-ασθενούς, τη στιγμή όπου βλέπουμε τον ασθενή και, πολύ καλύτερα απ’ ό,τι ένα διασυνδεδεμένο αντικείμενο, αξιολογούμε την κατάσταση ή την όψη του.»
Τα διασυνδεδεμένα αντικείμενα γνωρίζουν άνθηση μέσα σε μια γενικότερη συγκυρία εξασθένισης του δημόσιου νοσοκομείου. Για παράδειγμα, στον νομό Μεζ, το νοσοκομείο Βερντέν-Σαιν Μιχιέλ και μια νεοφυής επιχείρηση από τη Ρεν, η Biosency, πραγματοποιούν εδώ και μερικούς μήνες ένα πείραμα στο πνευμονολογικό τμήμα. Οι πάσχοντες από Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) φορούν ένα διασυνδεδεμένο βραχιόλι που μεταδίδει στο νοσοκομείο όλα τα δεδομένα για την κατάστασή τους. Για τη Μοντ Βιγιεμέν, βοηθό νοσηλεύτρια του τμήματος, με αυτόν τον τρόπο καθησυχάζονται τόσο οι ασθενείς όσο και οι νοσηλευτές. «Οι ασθενείς είναι πιο ήρεμοι στο σπίτι τους και δεν έρχονται στο νοσοκομείο για το παραμικρό, μόλις αρχίσουν να μην αισθάνονται καλά. Κι αυτό είναι θετικό τόσο γι’ αυτούς όσο και για εμάς.» Η Μαρί Ελέν Λεγκρό, γραμματέας της (κεντροαριστερής) συνδικαλιστικής οργάνωσης Force Ouvrière Santé, συμφωνεί, εκφράζοντας ωστόσο και ορισμένες επιφυλάξεις: «Δεν είμαστε ενάντια στην πρόοδο, αλλά δεν έχουμε εμπιστοσύνη στις διοικήσεις μας. Οι κλίνες του τμήματος πνευμονολογίας μειώθηκαν δραματικά. Στα μέσα της δεκαετίας του 2010, διαθέταμε επισήμως 36 κλίνες. Το 2020, λίγο πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας, βρεθήκαμε με 21. Το τμήμα έχει κορεσθεί. Ποια λειτουργία επιτελούν πραγματικά αυτά τα νέα διασυνδεδεμένα αντικείμενα;». Ο διευθυντής του τμήματος, ο δόκτωρ Ζαν-Κλοντ Κορνύ, συνοψίζει την αμφισημία της κατάστασης στην εφημερίδα «L’Est républicain» (9 Ιανουαρίου 2022): «Με το πρόβλημα κλινών του νοσοκομείου, αυτή η λύση μάς φάνηκε ενδεδειγμένη, τόσο για να αποσυμφορηθεί το τμήμα όσο και για να προσφέρουμε παρακολούθηση με μεγαλύτερη ακρίβεια». Και οι ασθενείς;
Η στάση πολλών start-up, που προσελκύονται τόσο από ενδιαφέρον για την υγεία όσο και από εμπορικές σκοπιμότητες, δημιουργεί ερωτηματικά για την εξέλιξη του τομέα της υγείας. Έτσι, η Withings δεν διστάζει να πουλάει τα ρολόγια και τις ζυγαριές της στα ράφια των αλυσίδων σουπερμάρκετ και των πολυκαταστημάτων (Monoprix, Fnac, Carrefour), που βλέπουν σε αυτόν τον κλάδο το άνοιγμα νέων αγορών. «Μέχρι το 2026, η υγεία θα σχετίζεται με το 15% των προσφερόμενων προϊόντων στα εμπορικά κέντρα μας» (11) , δηλώνει η Μαρί Σεβάλ, διευθύνων σύμβουλος της Carmila, μιας θυγατρικής του ομίλου Carrefour.
Επιβολή με πλάγιο τρόπο
Η ψηφιακή υγεία, μια πολιτική και οικονομική τεχνολογία, σταδιακά εγκαθίσταται και ευημερεί εν μέρει πάνω στην κατάρρευση του δημόσιου τομέα –που η ίδια επιταχύνει. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν αποτελεί μονόδρομο. Ο Φρεντερίκ Πιερύ, κοινωνιολόγος ερευνητής του CNRS, ειδικός σε ιατρικά θέματα, εκτιμά ότι «σε μια χώρα όπως η Γαλλία –αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες– ο πληθυσμός έχει γαλουχηθεί με την ιδέα ότι η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη δεν θα πρέπει να εξαρτάται από τους οικονομικούς πόρους του καθενός, παρά μόνο από την κοινωνική ασφάλιση». Και προσθέτει: «Στη Γαλλία, οι ανισότητες στην πρόσβαση στην υγεία είναι οι λιγότερο ανεκτές ανάμεσα σε όλες τις ανισότητες. Κατά τον ίδιο τρόπο, η κοινωνική ασφάλιση και το δημόσιο νοσοκομείο συγκαταλέγονται στους θεσμούς που συγκεντρώνουν τη μεγαλύτερη εμπιστοσύνη του γαλλικού πληθυσμού. Αυτό οδηγεί τις κυβερνήσεις να ενεργούν με μάλλον πλάγιο τρόπο».
Ο Μακρόν το γνωρίζει πάρα πολύ καλά. Δεν προχωρεί σε μετωπικές αλλαγές στον δημόσιο τομέα, αντίθετα προωθεί τεχνολογικές και χρηματοπιστωτικές «λύσεις». Και η μάχη μαίνεται, εκτιμά ο Πιερύ. Έτσι, ο Φρανσουά Κρεμιέ, ο γενικός διευθυντής των νοσοκομείων της Μασσαλίας που εκστασιαζόταν στο «Big 2021» τον περασμένο Οκτώβριο μπροστά στη «συντριβή των διοικητικών, θεσμικών και οικονομικών εμποδίων», δεν μπόρεσε να αποφύγει να προσθέσει στο τέλος της εισήγησής του: «Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα πλήθος μειονεκτημάτων και θεωρώ ότι δεν μπορούμε να τα επιχειρήσουμε με γενικευμένο τρόπο, γιατί θα βρεθούμε μπροστά σε περισσότερες καταστροφές ταυτόχρονα: ίσως υγειονομικές, αλλά επίσης και στο επίπεδο των ατομικών δικαιωμάτων, των θεσμικών ρυθμίσεων κ.λπ. Συνεπώς θα πρέπει να βρούμε τη μέση λύση ώστε να κρατήσουμε το καλύτερο από όσα κατορθώσαμε μέσα σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης και να το επαναπροσαρμόσουμε στο γεγονός ότι επιστρέφουμε σε ένα κράτος δικαίου, με όλα όσα σημαίνει κάτι τέτοιο όσον αφορά τους θεσμικούς και όποιους άλλους περιορισμούς, αλλά και τις σχετικές προφυλάξεις».
start-up
Μετά την πρώτη εκλογή του Εμμανουέλ Μακρόν στην προεδρία της Δημοκρατίας, η Bpifrance δεν παύει να υποστηρίζει οικονομικά (μέσω των επενδυτικών κεφαλαίων InnoBio2, Large Venture, Patient autonome, κλπ.) (12) μια πλειάδα νεοφυών επιχειρήσεων: όλες τους υποτίθεται ότι θα προσφέρουν μια θαυματουργή λύση στα προβλήματα που ταλαιπωρούν το σύστημα της υγείας.
«Ιατρικές έρημοι» που οφείλονται στην πολιτική επιλογή για μείωση των συμβεβλημένων γιατρών; Η H4D διαθέτει στο εμπόριο «μια μοναδική λύση, εξαιρετικά αποτελεσματική και σίγουρη, που φέρνει κοντά τους ασθενείς και τους γιατρούς. Μέσω τηλεδιάσκεψης» (13) : πρόκειται για «ιατρεία με τηλε-εξέταση» που «ενσωματώνουν τη συμμετοχή του ασθενή στην πραγματοποίηση της κλινικής εξέτασης», προσιτές σε όλα τα βαλάντια, βεβαίως (14). Επιδείνωση των συνθηκών υποδοχής στα νοσοκομεία λόγω έλλειψης προσωπικού; Η Nouveal e-santé προτείνει «λύσεις για την ψηφιοποίηση της ιατρικής διαδρομής του ασθενούς, από την εισαγωγή στο νοσοκομείο μέχρι την κατ’ οίκον τηλε-παρακολούθηση μετά το εξιτήριο», με τη δέουσα γενναιόδωρη αμοιβή. Πλήρης εγκατάλειψη των ψυχιατρικών υπηρεσιών; Η Doctopsy «είναι μια πλατφόρμα ιατρικών τηλεδιασκέψεων, ειδικευμένη στους τομείς της ψυχιατρικής, της διατροφής και της αντιμετώπισης των εξαρτήσεων».
Απειλείται η πρόσβαση κάθε ατόμου στην υγειονομική περίθαλψη; Η Medaviz «αναπτύσσει λύσεις που προσφέρονται στους εμπλεκόμενους με τον τομέα της υγείας, προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη για όλους: ρύθμιση των μη προγραμματισμένων ιατρικών επισκέψεων και πράξεων [ευφημισμός για τις ακυρώσεις], τηλεδιάγνωση, “ιατρική τηλεφροντίδα”, τηλεεπισκέψεις, ψηφιακή διευθυνσιοδότηση». Τα δωμάτια των νοσοκομείων δεν αποδίδουν αρκετά; Η Happytal «ειδικεύεται στη βελτίωση της καθημερινότητας των ασθενών μέσα στις μονάδες νοσηλείας»: έχει σχεδιαστεί ως κάτι αντίστοιχο των υπηρεσιών θυρωρείου των μεγάλων ξενοδοχείων και «πουλάει» την πρόσβαση στα μονόκλινα δωμάτια των δημόσιων νοσοκομείων (15). Απουσία του κράτους από την κάλυψη της απώλειας κινητικής αυτονομίας των ηλικιωμένων; Η Telegrafik προτείνει «διασυνδεδεμένες λύσεις για “καλά γεράματα”. Η αποστολή της συνίσταται στην εξασφάλιση ασφαλών συνθηκών για τους ωφελούμενους, στην πρόληψη της απώλειας αυτονομίας, στην ενημέρωση των επαγγελματιών της υγείας και στην τόνωση των κοινωνικών δεσμών». Το νοσηλευτικό προσωπικό έχει φθάσει στα όρια της κατάρρευσης; Η Botdesign προσφέρει τη λύση «της μετάδοσης των δεδομένων του ασθενή στον νοσηλευτή, με στόχο τη βέλτιστη εκμετάλλευση του χρόνου εργασίας των νοσηλευτών, αλλά και την αύξηση της αποδοτικότητάς τους». Οι νοσοκομειακές υπηρεσίες βρίσκονται στα πρόθυρα της ασφυξίας; Η Naox αναπτύσσει «ακουστικά εξοπλισμένα με ρηξικέλευθη τεχνολογία, που επιτρέπουν την παρακολούθηση των νευρολογικών διαταραχών εκτός νοσοκομείου». Η Bpifrance ενδιαφέρεται ακόμα και για τα πιτσιρίκια, υποστηρίζοντας το Willo, «το αποτελεσματικότερο μέσο για να καθαρίζετε τα δόντια σας: 100% αυτοματοποιημένο και τέσσερις φορές ταχύτερο από μια ηλεκτρική οδοντόβουρτσα. Με επίκεντρο τα παιδιά»…
Η ανάγνωση αυτού του (όχι εξαντλητικού) καταλόγου αποδεικνύει ότι ορισμένες από αυτές τις εφαρμογές θα μπορούσαν όντως να έχουν μια χρησιμότητα μέσα στο πλαίσιο του δημόσιου νοσοκομείου. Όμως, η ανάπτυξή τους μέσα σε μια τέτοια συγκυρία εκπτώχευσης της υγείας έχει ως μόνο αποτέλεσμα να εντείνεται η τεχνοκρατική εκτροπή και, μέσω αυτής, η ιδιωτικοποίηση της δημόσιας υγείας.