el | fr | en | +
Accéder au menu

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Τα πλοκάμια της ινδουιστικής διεθνούς

Καθώς οι δυτικοί ηγέτες προσπαθούν να στρέψουν την Ινδία κατά της Κίνας, καλοπιάνουν τον πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι, μεταμορφώνοντάς τον σε πρότυπο δημοκράτη. Όμως, ο Μόντι στηρίζεται στη «hindutva», μια εξτρεμιστική ινδουιστική ιδεολογία που παρακινεί σε θρησκευτικό μίσος, τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό. Αθόρυβα, το κόμμα του πρωθυπουργού και οι σύμμαχοί του έχουν δημιουργήσει μια παγκόσμια οργάνωση με πλήθος παρακλαδιών.

Μήπως οι Ινδοί εθνικιστές ηγέτες επιδιώκουν να εξάγουν στη Δύση τις θρησκευτικές συγκρούσεις που υποδαυλίζουν εντός της ίδιας της χώρας τους; Οι βίαιες συμπλοκές μεταξύ μελών της ινδουιστικής και της μουσουλμανικής κοινότητας του Λέστερ (Ηνωμένο Βασίλειο) στις 17 Σεπτεμβρίου 2022 (1) προκαλούν ένα τέτοιο ερώτημα. Σύμφωνα με το BBC, η προέλευση των περισσότερων από τα μισά από τα 200.000 τουΐτ που αφορούσαν τα γεγονότα του Λέστερ εντοπίστηκε στην Ινδία. Προέρχονταν από χρήστες που καθένας τους διέθετε πολλαπλούς λογαριασμούς, συχνά μάλιστα πολυάριθμους (2), και οι οποίοι εμφανίζονται ως ένθερμοι οπαδοί της χιντούτβα.

Ο όρος, που θα μεταφραζόταν ως «ινδουιστικότητα», επινοήθηκε το 1923 από τον πολιτικό ηγέτη Βιρ Σαβάρκαρ (1883-1966), στο ομώνυμο έργο του, το οποίο μετατράπηκε σε ένα από τα ιδρυτικά και προγραμματικά κείμενα του Rashtriya Swayamsevak Sangh (RSS), της Οργάνωσης Εθνικών Εθελοντών. Το κίνημα ιδρύθηκε δύο χρόνια μετά την έκδοση του βιβλίου, με πρότυπο τους φασιστικούς Συνδέσμους Μάχης (Fasci di Combattimento) του Μπενίτο Μουσολίνι. Οργανωμένο ως πολιτοφυλακή και θεωρούμενο ως η μήτρα του σύγχρονου ινδουιστικού εθνικισμού, κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα δημιούργησε παρακλάδια σε όλους τους τομείς (συνδικάτα εργατών, αγροτών και φοιτητών, τομέας γυναικών, εκδοτικός οίκος κ.λπ.), τόσο στην Ινδία όσο και στο εξωτερικό.

Η φαντασίωση του «Love Jihad»

Το RSS απαγορεύθηκε δύο φορές στην ινδική επικράτεια. Η πρώτη το 1948, μετά τη δολοφονία του Ματχάμα Γκάντι, που διαπράχθηκε από έναν πρώην υποστηρικτή του, και η δεύτερη το 1975, επί διακυβέρνησης της Ίντιρα Γκάντι, σε μια περίοδο όπου η χώρα είχε κηρυχθεί σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Τότε, η ηγεσία της οργάνωσης αποφάσισε να αυξήσει τη διείσδυσή της στην ινδική διασπορά, ανοίγοντας παραρτήματα στο εξωτερικό. Το 1976, ορισμένοι υποστηρικτές της στο Ηνωμένο Βασίλειο ίδρυσαν την Friends of India Society International (FISI), της οποίας ο πρωταρχικός σκοπός είναι η υπεράσπιση της χιντούτβα. Η οργάνωση παρέμεινε ενεργή τόσο στη Βρετανία όσο και στην ηπειρωτική Ευρώπη, κυρίως στο Παρίσι.

Στην Ινδία, η πολιτική έκφραση της RSS σήμερα γίνεται μέσω του σχηματισμού που δημιούργησε, του κόμματος Bharatiya Janata Party (BJP, «Κόμμα του Ινδικού Λαού»). Ένα από τα στελέχη του, ο Ναρέντρα Μόντι, οδήγησε το κόμμα στην εξουσία το 2014 και επανεξελέγη το 2019 για πέντε χρόνια ακόμη. Επικαλείται τη χιντούτβα, ένα πρωτίστως εθνικιστικό-εθνοτικό πολιτικό πρόγραμμα. Διότι σε αυτή δεν τίθεται θέμα θρησκευτικής πίστης, τελετουργιών, δοξασιών ή φιλοσοφικών σχολών, αλλά μόνο το θέμα του πληθυσμού και της επικράτειας.

Πράγματι, για τους οπαδούς της, η Ινδία είναι μια ινδουιστική χώρα: όλοι οι ινδουιστές μπορούν να επικαλεστούν ότι ανήκουν στην Ινδία, ακόμα και αν δεν ζουν στην επικράτειά της. Οι υπόλοιποι στην καλύτερη περίπτωση θεωρούνται προσκεκλημένοι, στη χειρότερη εισβολείς. Συνεπώς, οφείλουν να εντοπίζονται, να ελέγχονται, να στερούνται ορισμένων δικαιωμάτων, ακόμα και να εκδιώκονται από τη χώρα ή και να εξοντώνονται (3). Οι μη ινδουιστικές μειονότητες, δηλαδή κυρίως οι Μουσουλμάνοι (13% του πληθυσμού) και οι Χριστιανοί (2,3%), είναι τα πρώτα θύματα των οπαδών αυτής της ιδεολογίας, όπως επίσης και η κάστα των νταλίτ (ανέγγιχτων) και οι πληθυσμοί των διάφορων αυτόχθονων φυλών (4). Στα θύματα θα πρέπει να προστεθούν και οι γυναίκες (ακόμα και οι ινδουίστριες) μόλις αρχίσουν να αποκλίνουν από τις αρχές της πατριαρχικής κοινωνίας.

Για παράδειγμα, αυτοί οι εθνικιστές καταγγέλλουν τους μεικτούς γάμους και επισείουν τον κίνδυνο του «Love Jihad», του «τζιχάντ μέσω γάμου», το οποίο υποτίθεται ότι αποσκοπεί στην προσηλυτισμό των ινδουιστριών ώστε οι απόγονοί τους να γίνουν μουσουλμάνοι. Αυτή η παρανοϊκή φαντασίωση, σύμφωνα με την οποία η πλειονότητα του πληθυσμού απειλείται από μια μειονότητα, κυρίως μουσουλμανική, μεταφράζεται σε εκστρατείες δυσφήμισης και σε επιθέσεις εναντίον της.

Στο εξωτερικό, η ινδική διασπορά (τριάντα περίπου εκατομμύρια άτομα σε 110 χώρες) εξασφαλίζει σημαντική πολιτική και κυρίως οικονομική υποστήριξη στο Sangh Parivar, όπου συσπειρώνεται το σύνολο των οργανώσεων που έχουν υιοθετήσει την ιδεολογία της χιντούτβα (5). Πολύ σύντομα, το RSS συνειδητοποίησε ότι η εξάπλωσή του απαιτούσε μια προσαρμογή προκειμένου να προσελκύσει τους εκπατρισμένους Ινδούς, πολλοί από τους οποίους είναι φοιτητές πληροφορικής και μηχανικοί υπολογιστών (6). Ήδη από το 1996, δημιούργησε το Global Hindu Electronic Networks (GHEN). Τα μέλη του RSS, με έντονη παρουσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μπορούν επίσης να συμμετέχουν σε εικονικές διαδικτυακές συγκεντρώσεις.

Η Ινδή δημοσιογράφος Σουάτι Σατουρβέντι διείσδυσε στον «μυστικό κόσμο του ψηφιακού στρατού του BJP» και αποκάλυψε την ύπαρξη ταξιαρχιών τρολ (αποτελούμενες τόσο από οπαδούς του κόμματος στην Ινδία και στο εξωτερικό όσο και από μποτ), που λειτουργούν υπό τον έλεγχο υψηλόβαθμων στελεχών του BJP (7). Στη Γαλλία, σε μια έκθεσή του με τίτλο «Η χειραγώγηση της πληροφορίας. Μια πρόκληση για τις δημοκρατίες μας», το υπουργείο Εξωτερικών επισήμανε την ύπαρξη ενός πυρήνα τεχνολογιών της πληροφορίας στους κόλπους του ινδικού κυβερνώντος κόμματος, καθώς και την προσφυγή σε διαδικτυακή παρενόχληση εναντίον οποιουδήποτε ασκεί κριτική (8). Αυτές οι στρατηγικές προπαγάνδας και εκφοβισμού στρέφονται κυρίως κατά των μειονοτήτων, των γυναικών (ιδίως εάν ανήκουν στις κατώτερες κάστες, σε θρησκευτική μειονότητα ή εάν είναι λεσβίες) και των δημοσιογράφων. Τα «τρολ» χρησιμοποιούν στο Twitter λέξεις-κλειδιά όπως sickular (από το sick, «άρρωστος», και το secular, «κοσμικός, ουδετερόθρησκος») για να υποδηλώσουν ότι το ουδετερόθρησκο κράτος αποτελεί μια παθογένεια, και το presstitute (συνδυασμός του «Τύπου» και της «πόρνης»)…

Η ιδεολογία από μόνη της δεν αρκεί για να εξηγήσει ότι πολιτικές ομάδες ή πολιτικοποιημένα άτομα από την Ινδία δραστηριοποιούνται σε άλλες χώρες ή ότι άτομα που ζουν στην άλλη άκρη του κόσμου εισάγουν από το εξωτερικό συλλογιστικές και τρόπους δράσης. Πρακτικά, η ινδική διασπορά αποτελεί μια βασική πηγή χρηματοδότησης και επιρροής για το Sangh Parivar το οποίο, σε αντάλλαγμα, προσφέρει την υποστήριξή του στους Ινδούς που ζουν στο εξωτερικό.

Πριν από εικοσιδύο χρόνια, το 2001, ύστερα από τον σεισμό που έπληξε το Μπουζ του Γκουτζαράτ, και μετά τα αντιμουσουλμανικά πογκρόμ της επόμενης χρονιάς στο ίδιο ομόσπονδο κρατίδιο, κατέφθασαν στην Ινδία σημαντικές δωρεές σε δολάρια και λίρες Αγγλίας. Χρησιμοποιήθηκαν κυρίως για την ανέγερση σχολείων προώθησης της χιντούτβα, τα οποία υποτίθεται ότι «επαν-ινδουιστικοποιούν» τους πληθυσμούς των διάφορων φυλών, καθώς και για τη χρηματοδότηση της ανέγερσης ενός ινδουιστικού ναού αφιερωμένο στον θεό Ράμα στην πόλη Αγιόντυα, όπου οι ινδουιστές εθνικιστές είχαν καταστρέψει ένα τζαμί το 1992. Το 2002 και το 2004, δύο εκθέσεις των ΜΚΟ Awaaz South Asia Watch και Sabrang Communications, καθώς και ένα ρεπορτάζ που μεταδόθηκε από το βρετανικό κανάλι Channel 4, κατήγγειλαν το παράνομο αυτό σύστημα χρηματοδότησης μέσω της διασποράς (9). Αποκαλύπτοντας όλη τη δομή της χρηματοδότησης του Sangh Parivar από το εξωτερικό, προκάλεσαν σκάνδαλο στην Ινδία, στις ΗΠΑ και στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς αποκάλυψαν τις ταυτόχρονα δομικές, ιεραρχικές και κοινωνικές σχέσεις που συνδέουν τη διασπορά στις αγγλοσαξονικές χώρες με τις ινδουιστικές εθνικιστικές οργανώσεις.

Ωστόσο, η India Development and Relief Found (IDRF), ο αγωγός χρηματοδότησης του Sangh Parivar, συστάθηκε το 1989 στο Μέριλαντ των ΗΠΑ ως φιλανθρωπική οργάνωση με σκοπό μη πολιτικό, μη θρησκευτικό και μη κερδοσκοπικό. Το ίδρυμα περιλαμβάνει 75 οργανώσεις, εκ των οποίων οι 60 μπορούν να χαρακτηριστούν παρακλάδια του Sangh Parivar. Επισήμως, μεταξύ 1995 και 2002, το IDRF διένειμε περισσότερα από 5 εκατομμύρια δολάρια σε 184 οργανώσεις. Όμως, το 80% των δωρεών, δηλαδή το ποσό που μπορεί να διαθέσει ελεύθερα η οργάνωση (και το οποίο αντιστοιχεί στα τρία τέταρτα των συνολικών δωρεών, με το υπόλοιπο να έχει διατεθεί ρητά από τον δωρητή για έναν συγκεκριμένο σκοπό) κατευθύνονται προς οργανώσεις του Sangh Parivar, αντιφάσκοντας με τους ισχυρισμούς περί θρησκευτικής και πολιτικής ουδετερότητας. Έτσι, «από την ίδρυσή της το 1989, η IDRF έχει αναπτυχθεί με συστηματικό τρόπο ώστε να μετατραπεί σε ένα σημαντικό παράγοντα των εκστρατειών χρηματοδότησης από το εξωτερικό που οργανώνει το RSS» (10), υπογραμμίζει η ΜΚΟ Sabrang.

Πανομοιότυπη είναι και η περίπτωση της φιλανθρωπικής οργάνωσης Sewa International UK (SIUC), επίσης με έδρα το Μέριλαντ. Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης του 2004, μετά τον σεισμό του Μπουζ, κατόρθωσε να συγκεντρώσει τουλάχιστον 2,3 εκατομμύρια λίρες στερλίνες (2,6 εκατομμύρια ευρώ). Περισσότερα από τα τρία τέταρτα αυτού του ποσού (1,9 εκατομμύρια στερλίνες) διατέθηκαν στο Sewa Bharati Gujarat, που χρησιμοποίησε το ένα τρίτο από αυτά για την ανέγερση σχολείων προώθησης της χιντούτβα, ιδίως στις ζώνες όπου κατοικούν αυτόχθονες φυλές, ενώ τα χρήματα είχαν συγκεντρωθεί για την ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων χωριών. Εξάλλου, σύμφωνα με το Awaaz, «το SIUC χρηματοδότησε μια οργάνωση του RSS που εμπλέκεται ευθέως στη βίαιη θρησκευτική εκκαθάριση ενός χωριού του Γκουζαράτ και είναι υπεύθυνη για την παράνομη κατάληψη γης η οποία προηγουμένως είχε παραχωρηθεί επίσημα σε μουσουλμάνους».

Ορισμένοι πανεπιστημιακοί έχουν αφιερώσει τις εργασίες τους σε αυτά τα δίκτυα. Όπως ο καθηγητής Βιτζάι Πρασάντ, που κάνει λόγο για τον «γιάνκη της χιντούτβα» (11), ή ο Τόμας Μπλομ Χάνσεν που εξέτασε το ρόλο του Vishwa Hindu Parishad (VHP, του θρησκευτικού βραχίονα του RSS) στη Νότια Αφρική (12), ενώ η Γαλλίδα ερευνήτρια Αμινά Μοχαμάντ-Αρίφ τεκμηρίωσε την αύξηση της ισχύος του VHP στις ΗΠΑ (13). Ωστόσο, η παγκόσμια δομή αυτής της ινδουιστικής αδελφότητας εξακολουθεί να μην είναι πλήρως γνωστή.

Στο ευρύτερο οργανωτικό πλέγμα συναντάμε πλούσιους μαικήνες. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, τα τελευταία χρόνια σε αυτούς συγκαταλέγονται οι εκδότες Σουμπάς και Σαροτζίνι Γκούπτα, ο Ραμές Μπουτάντα, επιχειρηματίας και πρόεδρος μίας από τις οργανώσεις του Sangh Parivar, της Hindu Swayamsevak Sangh (HSS), καθώς και ο γιος του Ρίσι: όλοι τους, μέσω των ιδρυμάτων τους, έχουν δώσει πολλά εκατομμύρια δολάρια σε οργανώσεις που προωθούν τη χιντούτβα (14). Σε αντάλλαγμα, εδραιώνουν τη θέση τους στο εσωτερικό της κοινότητάς τους σε τοπικό επίπεδο, μετατρέπονται σε πολιτικούς παράγοντες (προσκείμενους στους Ρεπουμπλικανούς στις ΗΠΑ και στους Συντηρητικούς στο Ηνωμένο Βασίλειο) και έχουν τη δυνατότητα να επωφεληθούν από τις επαφές τους στην Ινδία, που είναι πρόθυμες να τους εκχωρήσουν υλικά ή συμβολικά προνόμια. Το 2022, μια έκθεση που διακινήθηκε από την ομάδα South Asian Citizens Wire απέδειξε ότι 24 αμερικανικές οργανώσεις (φιλανθρωπικές, δεξαμενές σκέψης, ομάδες πολιτικού προβληματισμού, οργανισμοί ανώτατης εκπαίδευσης, η περιουσία των οποίων αγγίζει συνολικά το ένα δισ. δολάρια) συνδέονται με το Sangh Parivar της Ινδίας και υπερασπίζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες την ιδεολογία της χιντούτβα, κυρίως απέναντι στις εκπαιδευτικές αρχές (15).

Ύποπτες χρηματοδοτήσεις

Το ίδιο σενάριο επαναλαμβάνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου συναντάμε επιχειρηματίες με μεγάλη επιρροή και γενναιόδωρους δωρητές, όπως τον δικηγόρο και επιχειρηματία Μανόζ Λάντβα ή τους βαθύπλουτους αδελφούς Σρίτσαντ και Γκόπιτσαντ Χιντούζα (αντίστοιχα πρόεδρο και αντιπρόεδρο του ομίλου Hinduja Group), και γενικότερα ινδουιστές ευκατάστατους, πτυχιούχους και προερχόμενους από τις υψηλές κάστες, που έχουν πρόσβαση στις τοπικές αρχές και στη διοίκηση των οργανώσεων της διασποράς.

Στην πλειονότητα των δυτικών χωρών, είναι παράνομο να χρηματοδοτείς ή να συνεισφέρεις με οποιοδήποτε άλλο τρόπο σε πολιτικές δραστηριότητες στο εξωτερικό, πόσο μάλλον εάν αυτές έχουν ως αποτέλεσμα την παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του RSS, του BJP και των παρακλαδιών τους στην Ινδία. Έτσι, στο εξωτερικό, το Sangh Parivar ενδύεται τον μανδύα ενός εντελώς συνηθισμένου συλλόγου. Όσο κι αν ορισμένες φωνές, κυρίως στις ΗΠΑ, απευθύνουν έκκληση να ενταχθεί το Sangh Parivar στον κατάλογο των ομάδων προς επιτήρηση –ή ακόμα και σε εκείνον των τρομοκρατικών οργανώσεων– οι υπέρμαχοι της χιντούτβα επιδιώκουν να προβάλλουν μια εικόνα κανονικότητας και ομαλότητας, εντάσσοντας τη δράση τους στο πλαίσιο της πολυπολιτισμικής πολιτικής. Αυτό τους επιτρέπει να προσελκύουν ινδουιστές που αναζητούν πολιτιστικές ή εκπαιδευτικές δραστηριότητες και παράλληλα να εδραιώνουν τη θέση τους ως νόμιμοι σχηματισμοί στο ευρύτερο πολιτικό-συλλογικό τοπίο, αποφεύγοντας να τραβήξουν την προσοχή των φορολογικών και των πολιτικών αρχών.

Τον Αύγουστο του 2022, στο Μποπάλ της Ινδίας, ο ηγέτης του RSS Μοχάν Μπαγκβάτ έκλεισε μια μεγάλη παγκόσμια συνάντηση υποστηρικτών της οργάνωσης με την εξής παρότρυνση προς τη διασπορά: «Εργαστείτε για να κάνετε την Ινδία μια ευημερούσα χώρα. Κάνετέ την έναν vishwaa guru, ένα παγκόσμιο παράδειγμα» (16). Για τους υπέρμαχους του ινδουιστικού εθνικισμού, αυτό υλοποιείται με χρηματοδοτήσεις, με παιχνίδια επιρροών και με τη δαιμονοποίηση του Ισλάμ για καθαρά ιδεολογικούς λόγους. Όλα αυτά συμβαίνουν στην Ινδία, αλλά καθόλου δεν αποκλείεται να συμβούν και στα μέρη σας.

Ingrid Therwath

Δημοσιογράφος
μετάφραση: Βασίλης Παπακριβόπουλος

(1Βλ. Lou-Eve Popper, «L’ombre de Narendra Modi plane sur les affrontements de Leicester», «Le Monde diplomatique», Φεβρουάριος 2023.

(2Reha Kansara και Abdirahim Saeed, «Did misinformation fan the flames in Leicester?», BBC, 25 Σεπτεμβρίου 2022, www.bbc.com.

(3Βλ. Pierre Daum, «En Inde, la chasse aux “infiltrés”», «Le Monde diplomatique», Μάρτιος 2020.

(4(Σ.τ.Μ.) Στην Ινδία υπάρχει τεράστια φυλετική και γλωσσική ποικιλομορφία, με 533 «αυτόχθονες φυλές» που αποτελούν περίπου το 8% του πληθυσμού. Βρίσκονται εκτός του ινδουιστικού συστήματος των καστών, ζουν συνήθως σε απομονωμένες περιοχές και επιδίδονται σε πρωτόγονη γεωργία και κτηνοτροφία, ενώ η ινδική νομοθεσία αναγνωρίζει την ύπαρξή τους.

(5«Far and wide: The Sangh Parivar’s global network», στο Christophe Jaffrelot (επιμ.), The Sangh Parivar: A Reader, Oxford University Press India, Νέο Δελχί, 2006.

(6«Cyber-hindutva: le nationalisme hindou, la diaspora et le web», e-Diasporas Atlas: Exploration and Cartography of Diasporas on Digital Networks, Maison des sciences de l’Homme, Παρίσι, 2012.

(7Swati Chaturvedi, I am a Troll: Inside the Secret World of the BJP’s Digital Army, Juggernaut Publication, Νέο Δελχί, 2016.

(8Jean-Baptiste Jeangène Vilmer, Alexandre Escorcia, Marine Guillaume και Janaina Herrera, «Les manipulations de information: un défi pour nos démocraties», έκθεση του Κέντρου Ανάλυσης, Πρόβλεψης και Στρατηγικής (CAPS) του γαλλικού Υπουργείου Εξωτερικών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και του Ινστιτούτου Στρατηγικής Έρευνας της Στρατιωτικής Σχολής (Irsem), Παρίσι, Αύγουστος 2018.

(9Sabrang, «The foreign exchange of hate: IDRF and the American founding of hindutva», 2002, και Awaaz-South Asia Watch, «In bad faith? British charity and Hindu extremism», 2004, www.sacw.net.

(10Sabrang, «The foreign exchange of hate…», όπ.παρ.

(11Vijay Prashad, «Countering Yankee Hindutva», «Frontline Magazine», τόμος 19, τ. 25, Νέο Δελχί, 20 Δεκεμβρίου 2002.

(12Thomas Blom Hansen, «Diasporic dispositions», «Himal South Asia», τόμος 115, τ. 12, Colombo, Δεκέμβριος 2002.

(13Aminah Mohammad-Arif, «Religion, diaspora and globalization: The Vishva Hindu Parishad and the Jama’at-i Islami in the United States», στο Deana Heath και Chandan Masur (επιμ.), Communalism and Globalization in South Asia and Its Diaspora, Routledge, Λονδίνο, 2011.

(14Raqib Hameed Naik και Divya Trivedi, «Sangh Parivar’s US funds trail», Frontline, 4 Ιουλίου 2021.

(15Jasa Macher, «Hindu nationalist influence in the United States, 2014-2021. The infrastructure of hindutva mobilizing», South Asia Citizens Web, Μάιος 2022, www.sacw.net.

(16«“Make India Vishwa Guru”. RSS chief to Sangh workers living abroad », NDTV, New Delhi, 7 Αυγούστου 2022.

Μοιραστείτε το άρθρο