«Ντράπηκε και η ντροπή». Μόλις πρόσφατα, παρακολουθώντας τις ειδήσεις την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 2024, ανακαλύψαμε το άτομο που ενσαρκώνει πλήρως αυτή την ευρηματική φράση. Μέσα στη μαύρη νύχτα, οι ρουκέτες άφηναν πίσω τους μια λευκή γραμμή στον ουρανό και ο άνθρωπος δεν μπορούσε να κρύψει την αγανάκτησή του: «Σε όσους αναρωτιούνται γιατί το Ισραήλ οφείλει να εξολοθρεύσει τη Χαμάς, ιδού η απάντηση. Οι τρομοκράτες της Χαμάς βομβαρδίζουν αδιάκριτα τις ισραηλινές πόλεις ακριβώς τη στιγμή που μπαίνει ο καινούργιος χρόνος. Το Ισραήλ οφείλει να εξαλείψει αυτήν την απειλή μια για πάντα!». Κανένα θύμα δεν θρήνησε η ισραηλινή πλευρά, όμως, στις 31 Δεκεμβρίου, την Πρωτοχρονιά και την επομένη ημέρα, οι βομβαρδισμοί στη Γάζα συνεχίζονταν, προκαλώντας καθημερινά 100, 200, 300 νεκρούς. Μία εβδομάδα αργότερα ξεπεράστηκε ο αριθμός των 22.000 «εξουδετερωμένων» Παλαιστίνιων, εκ των οποίων τουλάχιστον το 30% ήταν παιδιά. Ενώ λίγες ημέρες νωρίτερα, εν είδει πρωτοχρονιάτικου μποναμά δίχως άλλο, ο ισραηλινός βομβαρδισμός του στρατοπέδου προσφύγων Μαγκάζι προκάλεσε 100 νεκρούς, για τους οποίους όμως ο εν λόγω κύριος προτίμησε να σιωπήσει.
Έφεδρος συνταγματάρχης του ισραηλινού στρατού γεννημένος στη Γαλλία, ο Ολιβιέ Ραφοβίτζ υπήρξε εκπρόσωπος της Εβραϊκής Υπηρεσίας, επιφορτισμένης με τη διευκόλυνση της μετανάστευσης των Γάλλων Εβραίων στο Ισραήλ, ενώ μετά την 7η Οκτωβρίου είναι ένας από τους γαλλόφωνους εκπροσώπους του ισραηλινού στρατού. Τα ίδια καθήκοντα είχε αναλάβει και κατά τη διάρκεια των προηγούμενων πολέμων εναντίον της Γάζας. Το 2015 εντάχθηκε στο κόμμα Ισραέλ Μπεϊτένου («Ισραήλ, το σπίτι μας») του Άβιγκντορ Λίμπερμαν, ακριβώς τη στιγμή που ο τελευταίος, ως υπουργός Εξωτερικών, επεξεργαζόταν ένα σχέδιο για τη «μεταφορά» ενός τμήματος των Παλαιστινίων πολιτών του Ισραήλ εκτός των ορίων της χώρας –πράξη που αποτελεί έγκλημα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Η ένταξή του στην άκρα Δεξιά, όπου επικρατεί λυσσαλέος ανταγωνισμός, δεν τον εμποδίζει να αναπτύσσει φιλικές σχέσεις μέσα στους κύκλους των κυβερνητικών παραγόντων και των μέσων ενημέρωσης της Γαλλίας.
Έχει «πιάσει στασίδι» στα τηλεοπτικά και στα ραδιοφωνικά στούντιο, όπου καμαρώνει χωρίς να φοβάται μήπως του κάνουν πραγματικές ερωτήσεις. Επωφελείται από το δίκτυο της γυναίκας του, της Ροξάν Ρουάς-Ραφοβίτζ, μέλος της εκτελεστικής επιτροπής του Κινήματος Επιχειρήσεων Γαλλίας (Medef, το αντίστοιχο του ελληνικού ΣΕΒ) και διευθύντριας του StudioFact Media Group, που συνεργάζεται με τον κρατικό τηλεοπτικό όμιλο France Télévisions, τη La Chaîne Parlementaire (LCP, το κανάλι της γαλλικής Βουλής) και τη Βελγική Ραδιοτηλεόραση της Γαλλόφωνης Κοινότητας (RTBF). Το πλέον απίστευτο είναι ότι η εν λόγω κυρία προχώρησε το φθινόπωρο στην παραγωγή ενός ντοκιμαντέρ για την εκπομπή «Complément d’Enquête» («Συμπληρωματική Έρευνα», προβάλλεται στο δημόσιο κανάλι France 2) με τίτλο «Χαμάς: αίμα και όπλα» (26 Οκτωβρίου). Εύκολα φανταζόμαστε ότι στόχος του ήταν η υπεράσπιση των ισραηλινών θέσεων, τις οποίες προβάλλει ο σύζυγός της στον ρόλο του εκπροσώπου.
Οι αποκαλύψεις αυτές του δημοσιογράφου Ζακ-Μαρί Μπουρζέ στο ιστολόγιό του (1) δεν προκάλεσαν την παραμικρή αναταραχή στον μικρόκοσμο των παρισινών μέσων ενημέρωσης. Το 2022, η (δεξιά) εφημερίδα «Le Parisien» απέκτησε το 30% των μετοχών της StudioFact. Η κάλυψη των συμβάντων στη Γάζα από αυτή την εφημερίδα υπήρξε απολύτως μονομερής, όπως κατέγραψε η Acrimed (2): «Από τις 8 Οκτωβρίου έως τις 20 Δεκεμβρίου, η λέξη “βομβαρδισμός” δεν εμφανίστηκε σε κανένα από τα 74 πρωτοσέλιδά της. Ωστόσο, ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή κατείχε σημαντική θέση, με 18 κεντρικούς τίτλους και 19 "χτυπήματα" σε υπέρτιτλους και μεγάλα θέματα του πρωτοσέλιδου». Στο ίδιο άρθρο του παρατηρητηρίου μέσων ενημέρωσης σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη εφημερίδα «παρουσιάζει μονάχα μία άποψη: τον τρόπο με τον οποίο η ισραηλινή κυβέρνηση αντιλαμβάνεται το ζήτημα της Γάζας και το προβάλλει στον υπόλοιπο κόσμο. Για παραπάνω από δύο μήνες, δεν υπήρξε ούτε ένα πρόσωπο Παλαιστίνιου άμαχου σε πρωτοσέλιδο της “Parisien”. Ούτε ένα» (3).
«Το ψέμα αποτελεί ηθικό ελάττωμα όταν προκαλεί κακό. Είναι μια πολύ μεγάλη αρετή όταν προκαλεί καλό. (…) Οφείλουμε να ψευδόμαστε διαολεμένα, όχι διστακτικά, όχι μόνο μια φορά, αλλά με θράσος και διαρκώς. (…) Να ψεύδεστε λοιπόν φίλοι μου, να ψεύδεστε, κι εγώ θα σας το ανταποδώσω με την πρώτη ευκαιρία», διακήρυσσε κάποτε ο Βολταίρος. Αυτή θα μπορούσε να είναι η μόνιμη επωδός όλων των στρατιωτικών ηγετών σε ολόκληρο τον κόσμο. Αλλά το Ισραήλ έχει αναγάγει την εφαρμογή αυτού του αποφθέγματος σε τέχνη, σε ένα επίπεδο πρωτοφανές για τις λεγόμενες δημοκρατικές χώρες, με τη βαθιά εδραιωμένη πεποίθηση ότι αποτελεί το πρότυπο του κράτους που έχει το δίκιο με το μέρος του, το υπόδειγμα της δικαιοσύνης και ότι ψεύδεται για «καλό σκοπό». Και με ένα πλεονέκτημα που δεν διαθέτουν τα υπόλοιπα κράτη: ότι οι πολιτικοί ηγέτες και τα μέσα ενημέρωσης της Δύσης εκ των προτέρων θεωρούν ότι το Ισραήλ λέει την αλήθεια. Ο Ραφοβίτζ ξεστομίζει αδιάντροπα ψεύδη και αναλήθειες, έχοντας τη βεβαιότητα ότι σπάνια θα δεχθεί αντίλογο: έτσι, επανέλαβε τα μυθεύματα περί της εγκύου που ξεκοιλιάστηκε ή των ισραηλινόπουλων που κλείστηκαν σε κλουβί (4). Αρνήθηκε, παρ’ όλες τις αποδείξεις περί του εναντίου, ότι ο ισραηλινός στρατός ήταν ο υπαίτιος για τους νεκρούς της «σφαγής του αλευριού» την 29η Φεβρουαρίου, όταν περισσότεροι από 100 άμαχοι σκοτώθηκαν από σφαίρες. Ωστόσο, παρ’ όλα τα αποδεδειγμένα ψέματά του, πολλά γαλλικά μέσα ενημέρωσης συνεχίζουν πρόθυμα να τον προσκαλούν, αμφισβητώντας τα λεγόμενά του μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Γιατί λοιπόν να χάσει τέτοιες ευκαιρίες;
Ο Ραφοβίτζ διαθέτει έναν αχτύπητο άσσο στο μανίκι, τον ανεκδιήγητο Μπερνάρ Ανρί Λεβί (5), γνωστό στη Γαλλία και με τα αρχικά του «BHL»: «Σχεδόν σε κάθε κρίση διεθνούς εμβέλειας που φέρνει το Ισραήλ αντιμέτωπο με τους γείτονές του, ο BHL έρχεται σε επαφή μαζί μου και είναι παρών στο πεδίο» (6). Ο BHL είναι ο άνθρωπος που έχει καλύψει τους πολέμους εναντίον της Γάζας σκαρφαλωμένος στον πυργίσκο ενός ισραηλινού άρματος μάχης ή θρονιασμένος σε ένα γραφείο της στρατιωτικής διοίκησης, απολύτως «ενσωματωμένος» στον ισραηλινό στρατό. Ποτέ του δεν είδε τίποτα, κανένα έγκλημα, καμία παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Για να δικαιολογήσει την υποστήριξή του στο Ισραήλ, κραδαίνει το συντριπτικό επιχείρημα: «ο πιο ηθικός στρατός σε ολόκληρο τον κόσμο». Πρόκειται για την ίδια ρητορική, τις ίδιες σοφιστείες που επικαλούνταν την 7η Οκτωβρίου 1960 στη (δεξιά) εφημερίδα «Le Figaro» οι υποστηρικτές της δράσης του γαλλικού στρατού στην Αλγερία (οι συγγραφείς Πιέρ Σονύ, Ανρί ντε Μονφρέντ, Ροζέ Νιμιέ, Ζυλ Ρομαίν, Αντουάν Μπλοντέν, Ρολάν Ντορζελές, Ζαν Πολάν και μερικά άλλα ονόματα υψηλού κύρος –εκείνη την εποχή τουλάχιστον), οι οποίοι κατήγγελλαν το αλγερινό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο και τους Γάλλους συμμάχους του με όρους που –τηρουμένων των αναλογιών– θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και στην Παλαιστίνη: «Είναι απάτη να λέγεται ή να γράφεται ότι η Γαλλία πολεμάει τον αλγερινό λαό που έχει ξεσηκωθεί για την ανεξαρτησία του. Ο πόλεμος της Αλγερίας είναι ένας αγώνας που επιβλήθηκε στη Γαλλία από μια μειοψηφία φανατικών στασιαστών, τρομοκρατών και ρατσιστών, καθοδηγούμενων από ηγέτες που οπλίζονται και υποστηρίζονται οικονομικά από το εξωτερικό».
Το Ισραήλ ανέκαθεν αρίστευε στη χασμπάρα, την προπαγάνδα, εμφανιζόμενο ως το θύμα των Αράβων εχθρών του, διακινώντας fake news που διαψεύδονταν μόνο αφού προηγουμένως είχαν προκαλέσει εν μέρει μη αναστρέψιμες επιπτώσεις. Έτσι, η «France-Soir», δίνοντας πίστη σε ένα τηλεγράφημα με προέλευση το Τελ Αβίβ, την αυγή της 5ης Ιουνίου 1967 ανακοίνωνε ότι η Αίγυπτος είχε επιτεθεί στο Ισραήλ (ενώ στην πραγματικότητα είχε συμβεί το αντίθετο). Πιο πρόσφατα, όταν η Παλαιστίνια δημοσιογράφος Σιρίν Αμπού Ακλέχ δολοφονήθηκε στις 11 Μαΐου 2022 στην Τζενίν, στα κατεχόμενα εδάφη, ο ισραηλινός στρατός εξήγησε αρχικά ότι πιθανότατα σκοτώθηκε από «τρομοκράτες», ύστερα ότι βρέθηκε ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά σε μάχη εναντίον τους, για να αναγνωρίσει στη συνέχεια ότι ένας Ισραηλινός στρατιώτης είχε πυροβολήσει πέντε φορές προς την κατεύθυνση του θύματος, χωρίς όμως να το σημαδεύει! Αρκετές έρευνες, μεταξύ των οποίων και εκείνη του καλωδιακού καναλιού CNN, συμπέραναν ότι πιθανότατα σκοτώθηκε εκ προθέσεως.
Το γεγονός ότι η περίπτωσή της γνώρισε εντυπωσιακά μεγάλη δημοσιότητα οφείλεται στην αμερικανική υπηκοότητα και στη διασημότητά της. Τις περισσότερες φορές, το ισραηλινό αφήγημα δεν αμφισβητείται ποτέ και εκείνοι που σκοτώνουν αμάχους και δημοσιογράφους στα κατεχόμενα εδάφη απολαμβάνουν πλήρους ατιμωρησίας. Έτσι, σύμφωνα με την Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων (CPJ), το 2023 το Ισραήλ συγκαταλεγόταν στις 10 πρώτες χώρες όσον αφορά τη φυλάκιση δημοσιογράφων –στο ίδιο επίπεδο με το Ιράν (7). Το Τελ Αβίβ διαθέτει σε κάθε χώρα έναν εντυπωσιακό αριθμό πρέσβεων και προπαγανδιστών, λιγότερο ή περισσότερο ταλαντούχων, οι οποίοι μιλούν άπταιστα τη γλώσσα του τόπου όπου εργάζονται, γνωρίζουν τους μηχανισμούς και τα μυστικά της εξουσίας και των μέσων ενημέρωσης και προωθούν το –συχνά ψευδές– μήνυμα της κυβέρνησής τους.
Το Ισραήλ διαθέτει ένα ακόμη ατού: είναι μια «δυτική» χώρα, που εκ των προτέρων απολαμβάνει ένα κεφάλαιο εμπιστοσύνης. Ένας δημοσιογράφος του CNN αναπτύσσει τις συνέπειες αυτής της μεροληπτικής προδιάθεσης: «Οι λέξεις “έγκλημα πολέμου” και “γενοκτονία” είναι ταμπού. Οι ισραηλινοί βομβαρδισμοί στη Γάζα παρουσιάζονται ως “εκρήξεις” για τις οποίες κανείς δεν είναι υπεύθυνος, μέχρι τη στιγμή που θα παρέμβει ο ισραηλινός στρατός για να αναλάβει ή να αρνηθεί την ευθύνη. Οι ειδήσεις και οι δηλώσεις που προέρχονται από τον ισραηλινό στρατό έχουν την τάση να εγκρίνονται πολύ γρήγορα, ενώ εκείνες που προέρχονται από την πλευρά των Παλαιστινίων συνήθως ερευνώνται διεξοδικά και αντιμετωπίζονται με μεγάλη επιφυλακτικότητα» (8).
Μια συμπαγής συναίνεση διατρέχει την ισραηλινή κοινωνία, με την ουσία της να συνοψίζεται ως εξής: «Εμείς έχουμε το δίκιο με το μέρος μας, θέλουμε απλά να επιβιώσουμε απέναντι στους κακούς Άραβες που προσπαθούν να μας εξολοθρεύσουν». Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι οι Ισραηλινοί όντως φοβούνται, όσο κι αν αυτός ο φόβος εργαλειοποιείται από τους ηγέτες τους. Ακόμα και πριν από τον πόλεμο, σχεδόν κανένας Ισραηλινός δημοσιογράφος δεν πήγαινε στη Δυτική Όχθη, και πολύ περισσότερο στη Γάζα, όταν σημειώνονταν «συμπλοκές», με εξαίρεση μια χούφτα δημοσιογράφων της «Haaretz» και του ιστότοπου +972 Magazine. Αρκούνται λοιπόν στην αναπαραγωγή των ανακοινωθέντων του στρατού και έτσι δεν βλέπουν –με την κυριολεκτική έννοια του όρου– τι συμβαίνει στα κατεχόμενα εδάφη, όπως ακριβώς πολλοί Γάλλοι αγνοούσαν τι συνέβαινε στην Αλγερία, εκτός κι αν εκρήγνυνταν βόμβες στη μητροπολιτική Γαλλία ή σκοτώνονταν Γάλλοι στρατιώτες. Με τη μόνη –και αξιοσημείωτη– διαφορά ότι οι Ισραηλινοί ζουν δίπλα στους Παλαιστίνιους σε μεικτές πόλεις και διαθέτουν εικόνες από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μερικές φορές και από την τηλεόραση. Έχουν όμως αποφασίσει ότι όλα αυτά δεν τους αφορούν –τον Φεβρουάριο, το 70% των Ισραηλινών αντιτίθενταν στην αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στον πληθυσμό της Γάζας.
Τέλος, αντίθετα με όσα ισχύουν σε άλλες δυτικές χώρες, στο Ισραήλ υπάρχει μια πολύ αυστηρή λογοκρισία –παρότι η γενικευμένη αποδοχή των στόχων του στρατού δεν την καθιστά απαραίτητη. Σε ένα άρθρο του, ο Ισραηλινός πανεπιστημιακός Σεμπάστιαν Μπεν Ντάνιελ παρατηρεί ότι οι πολεμικοί ανταποκριτές εγκωμιάζουν αδιάκοπα τον στρατό και υιοθετούν κατά γράμμα τις δηλώσεις του εκπροσώπου του, κάτι που «πείθει –κακώς– το κοινό ότι τα πάντα βαίνουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο». Αυτοί οι δημοσιογράφοι «συχνά αρκούνται στην επανάληψη όσων τους λέει ο εκπρόσωπος Τύπου του στρατού, παραλείποντας μερικές φορές να κάνουν αναφορά στο όνομά του και παρουσιάζοντας τα λεγόμενά του ως ειδήσεις» (9).
Το διαδικτυακό περιοδικό «The Intercept» δημοσίευσε στις 23 Δεκεμβρίου 2023 τις οδηγίες προς τον ισραηλινό Τύπο σχετικά με την επιχείρηση «Σιδηρά Ρομφαία», στις οποίες –εξ όσων γνωρίζουμε– δεν αναφέρθηκε κανένα γαλλικό μέσο ενημέρωσης. Είναι η πρώτη φορά που δημοσιεύεται παρόμοια διαταγή για έναν συγκεκριμένο πόλεμο, διότι η λογοκρισία είναι πανταχού παρούσα σε όλα όσα σχετίζονται με τις αποκαλούμενες «ευαίσθητες υποθέσεις», στον κατάλογο των οποίων την πρώτη θέση κατέχουν τα εγκλήματα του ισραηλινού στρατού. «Η διαταγή απαριθμεί οκτώ ζητήματα για τα οποία τα μέσα ενημέρωσης δεν μπορούν να κάνουν ρεπορτάζ χωρίς την προγενέστερη έγκριση του ισραηλινού στρατιωτικού λογοκριτή. Ορισμένα από αυτά αφορούν καυτά πολιτικά ζητήματα στο Ισραήλ αλλά και παγκοσμίως, όπως για παράδειγμα τις ενδεχομένως ενοχλητικές αποκαλύψεις για τα όπλα που χρησιμοποιεί το Ισραήλ ή τις συζητήσεις σχετικά με τις συνεδριάσεις του ισραηλινού Συμβουλίου Ασφαλείας και τους Ισραηλινούς ομήρους στη Γάζα. (…) Το υπόμνημα απαγορεύει επίσης τα ρεπορτάζ σχετικά με τις λεπτομέρειες των στρατιωτικών επιχειρήσεων, τις ισραηλινές υπηρεσίες πληροφοριών, την εκτόξευση ρουκετών εναντίον ευαίσθητων τοποθεσιών στο Ισραήλ, τις κυβερνοεπιθέσεις και τις επισκέψεις υψηλόβαθμων στρατιωτικών διοικητών στο πεδίο της μάχης» (10).
Συν τοις άλλοις, στη Γαλλία το Ισραήλ διαθέτει τον δικό του βραχίονα στον χώρο των μέσων ενημέρωσης, τον τηλεοπτικό σταθμό i24 (11), ιδιοκτησίας του Πατρίκ Ντραΐ (12). Σε περίπτωση σοβαρής κρίσης, όταν τα μέσα ενημέρωσης στέλνουν σε Ισραήλ και Παλαιστίνη ένα τσούρμο δημοσιογράφους που δεν γνωρίζουν την περιοχή και δεν μιλούν ούτε εβραϊκά ούτε αραβικά, πως ενημερώνονται; Παρακολουθούν το i24! Έχουν υιοθετήσει μέχρι και την ισραηλινή προφορά της λέξης «Χαμάς» (13). Όμως, η επιρροή του Ντραΐ αφορούσε επίσης και τον (εξαιρετικά δημοφιλή τηλεοπτικό σταθμό συνεχούς ενημέρωσης) BFM TV, που ανήκε σε αυτόν μέχρι τον Μάρτιο του 2024. Σε μια έρευνα του Blast (14) της 3ης Νοεμβρίου 2023 που ρίχνει φως σε αυτόν τον μηχανισμό, μια πηγή μέσα από το κανάλι δηλώνει: «Όταν ο Ντραΐ απέκτησε το σύνολο των μετοχών μας το 2018, η κάλυψη των υποθέσεων της Μέσης Ανατολής, που γινόταν από έναν ανταποκριτή, ανατέθηκε στο i24 (…). Προβλήθηκε το επιχείρημα της αμοιβαίας χρήσης πόρων εντός του ίδιου ομίλου, αυτό όμως θέτει, όπως και να το κάνουμε, πρόβλημα στην εκδοτική γραμμή του καναλιού. Και στις πρώτες ημέρες της σημερινής σύγκρουσης, μπερδεύονταν διαρκώς στα πόδια μας οι εμπειρογνώμονες και οι ανταποκριτές του i24. Ήταν κάτι απλό, πρακτικό και προβληματικό» (15).
Οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν απαγορεύσει τη μετάδοση του καναλιού Russia Today (RT) μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, καταγγέλλοντας μια απαράδεκτη ξένη παρέμβαση στο εσωτερικό τους. Ωστόσο, το Ισραήλ είναι η χώρα που πιθανότατα παρεμβαίνει όσο καμία άλλη στις εσωτερικές υποθέσεις των ευρωπαϊκών χωρών και ιδιαίτερα στη Γαλλία (16) –χωρίς ωστόσο να ανησυχούν οι αρχές της χώρας, όπως είχε ανησυχήσει ο Γάλλος υφυπουργός Ενημέρωσης στις 6 Ιανουαρίου 1969, όταν το Παρίσι είχε αποφασίσει να μην παραδίδει πλέον στον ισραηλινό στρατό ανταλλακτικά για τα αεροσκάφη Μιράζ που διέθετε. Το κείμενο της ανακοίνωσης είχε συνταχθεί από τον ίδιο τον Σαρλ Ντε Γκωλ: «Είναι αξιοσημείωτο και έχει σημειωθεί ότι οι ισραηλινές επιρροές γίνονται αισθητές με έναν ιδιαίτερο τρόπο σε κύκλους που πρόσκεινται στον χώρο της ενημέρωσης». Αν στις μέρες μας ανησυχείτε, ως άτομο ή ως έντυπο, για αυτές τις παρεμβάσεις, δεν υπάρχει πλέον παρά μόνο μία εξήγηση: είστε αντισημίτης.