Φαίνεται πως έχει γίνει κατανοητό: η Ευρώπη κατρακυλά προς την άκρα Δεξιά. Έχει ήδη εδραιωθεί στις κυβερνήσεις της Ιταλίας, της Ουγγαρίας, της Σλοβακίας, της Κροατίας, της Φινλανδίας και, μόλις πρόσφατα, και της Ολλανδίας. Είναι μέρος του πλειοψηφικού συνασπισμού στη Σουηδία. Σε άλλες χώρες σημειώνει επιτυχίες, όπως τον περασμένο Μάρτιο στην Πορτογαλία αλλά και στις πρόσφατες εκλογές στη Γαλλία. Το εβδομαδιαίο αγγλικό περιοδικό «The Economist» παρατηρεί πως «πάνω από το 20% των ερωτηθέντων σε δεκαπέντε από τα είκοσι επτά κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανάμεσα στα οποία βρίσκονται όλες οι μεγάλες χώρες πλην της Ισπανίας», αισθάνεται συμπάθεια για τα κόμματα της «σκληρής Δεξιάς» (1). Σε άλλες στήλες, θα την δούμε να χαρακτηρίζεται «λαϊκίστικη», «ανελεύθερη», «νατιβιστική» (2), «εθνικιστική». Είναι πραγματικά δύσκολο να της δώσεις όνομα, να μιλήσεις για εκείνη. Ίσως επειδή, εκ πρώτης όψεως, βρίσκεις μέσα της λίγο απ’ όλα.
Οι Ισπανοί του Vox ή οι Πορτογάλοι του Chega (Αρκετά) ασπάζονται τον νεοφιλελευθερισμό. Οι Σουηδοί Δημοκράτες και οι Αληθινοί Φινλανδοί (πλέον με την ονομασία Κόμμα των Φινλανδών) οικτίρουν την κατάσταση του κράτους πρόνοιας. Από το 2015 έως το 2023, το Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS) έπληξε τις ελευθερίες των Πολωνών, εφάρμοσε όμως και αναδιανεμητικές πολιτικές –ενώ, στα δεξιά του, η Συνομοσπονδία Ελευθερία και Ανεξαρτησία το κατηγορεί για αυτές ακριβώς τις πολιτικές. Το PiS, που εκλέγει εκπροσώπους στην πολωνική Δίαιτα από το 2019, μόλις που προσπαθεί να κρύψει τον αντισημιτισμό του –εναντίον του οποίου οι ηγέτες του γαλλικού Εθνικού Συναγερμού (RN) διαδήλωσαν τον Νοέμβριο στο Παρίσι. Τον Μάρτιο στη Ρώμη, ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι ευχαρίστησε την Ιταλίδα πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι για την υποστήριξή της. Από την πλευρά τους, το Εθνικό Κόμμα της Σλοβακίας (SNS) και το ουγγρικό Fidesz επικρίνουν την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία. Το ίδιο και η Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι. Στην Ιταλία, στην Πολωνία ή στη Γαλλία, ο μεγάλος χώρος στα δεξιά της Δεξιάς εκ των πραγμάτων ενθαρρύνει ένα ευρύ φάσμα θέσεων.
Στο σύνολο της ευρωπαϊκής ηπείρου, οι αποχρώσεις του φαιού, του μαύρου και του μπλε έχουν προκύψει κατά κύριο λόγο από την ιστορία, τη γεωγραφία, την τοποθέτηση κάθε χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, ακόμα και από τη θέση που επιφυλάσσεται στις γυναίκες ή στην παραδοσιακή οικογένεια. Η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) κατηγορεί τις Γερμανίδες ότι κάνουν πάρα πολλές αμβλώσεις, αντίθετα με τον Εθνικό Συναγερμό, που έχει αρχίσει να διάκειται θετικά απέναντι στην εκούσια διακοπή της κύησης. Ο γαλλικός σχηματισμός ευθυγραμμίζεται ωστόσο με τα Αδέλφια της Ιταλίας (Fratelli d’Italia, FdI): η Μελόνι είναι και εκείνη αντίθετη με την εγγραφή των παιδιών ομόφυλων ζευγαριών στο ληξιαρχείο, ενώ η Μαρίν Λεπέν στο τέλος δέχθηκε τον γάμο για όλους. Όσο για τον Γκερτ Βίλντερς, εκείνος δεν εγκατέλειψε ποτέ τον αγώνα υπέρ των γκέι.
Αυτή η στράτευση του Βίλντερς, προέδρου του ολλανδικού Κόμματος για την Ελευθερία (PVV), προέρχεται από το μανιώδες μίσος του εναντίον των μουσουλμάνων, καθώς θεωρεί ότι στερούνται κάθε ανεκτικότητας. Μολονότι δεν φτάνουν πάντα σε αυτόν τον βαθμό φοβίας, οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι ηγέτες της υπερδεξιάς πολιτικής σφαίρας απορρίπτουν το Ισλάμ και τους μετανάστες. Πέρα από τις μεταξύ τους αποκλίσεις, ή αποχρώσεις, το βέβαιο είναι ότι μοιράζονται μία κοινή γραμμή (την υπεράσπιση της «πραγματικής Δύσης»), ένα σχέδιο (την εθνική προτίμηση στους γηγενείς) και μία στρατηγική: τον σχηματισμό ενός νέου πλειοψηφικού μπλοκ με μια Δεξιά από την οποία θα μπορέσουν να απορροφήσουν συν τω χρόνω στελέχη, ακτιβιστές, οπαδούς και ψηφοφόρους. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί επειδή η πιο πρόσφατη περίοδος χαρακτηρίζεται από τη ριζοσπαστικοποίηση ολόκληρων κομματιών του κεντρώου χώρου, του πολιτικού φιλελευθερισμού, της χριστιανοδημοκρατίας ή του συντηρητισμού. Και, από αυτή την άποψη, οφείλουμε να θέσουμε υπό εξέταση το δεδομένο με το οποίο μας σφυροκοπούν οι πανικόβλητοι σχολιαστές: μπατάρει πράγματι ολόκληρη η Ευρώπη προς την ακροδεξιά; Ή μήπως, για την ώρα, μάλλον η ευρωπαϊκή Δεξιά είναι που συντάσσεται με την άκρα Δεξιά ή και ριζοσπαστικοποιείται εν όψει μιας συμμαχίας μαζί της;
Όχι στους περιθωριακούς
Προκειμένου να κατανοήσουμε αυτή τη σύγκλιση, θα πρέπει να επιστρέψουμε στις αρχές της δεκαετίας του 2010. Εκείνη την περίοδο, τα ριζοσπαστικά δεξιά κόμματα ήδη συμφωνούσαν ως προς την απόρριψη της μετανάστευσης, ωστόσο οι απόψεις τους διέφεραν όσον αφορούσε τη σχέση τους με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Στη συγκυρία της κρίσης δημόσιου χρέους, οι εθνικιστές των χωρών του Νότου αμφισβητούσαν τη λιτότητα που είχε αποφασιστεί στο Βερολίνο και στις Βρυξέλλες, για παράδειγμα η ιταλική Λέγκα ή οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, που υποστήριζαν ένα ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα στη Αθήνα… και για του οποίου τον θρίαμβο το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο (FN) δήλωνε ότι χαιρόταν. Αντιθέτως, στη Γερμανία το AfD καταφερόταν εναντίον των σχεδίων διάσωσης της Ελλάδας και τασσόταν υπέρ της εξόδου της από το ευρώ. Από την πλευρά τους, οι κυβερνήσεις της Πολωνίας, της Σλοβακίας ή της Τσεχίας, οι οποίες τότε αποτελούνταν ακόμη από μετριοπαθείς φιλελεύθερους, υποστήριζαν τη δημοσιονομική πειθαρχία που είχε επιβληθεί στην Αθήνα από το Βερολίνο, τον κυριότερο εμπορικό εταίρο τους.
Τα πάντα ανατράπηκαν κατά τη διάρκεια του 2015 –αλλά σε δύο φάσεις. Στις 20 Αυγούστου, παρά την άρνηση του εκβιασμού των Βρυξελλών που εκφράστηκε στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα εγκατέλειψε την ιδέα να συγκρουστεί με την Κομισιόν (3). Οι αντίπαλοι του σχεδίου για μια ΕΕ με ομοσπονδιακό χαρακτήρα βίωσαν την ανικανότητά τους να το πολεμήσουν, και ακόμα περισσότερο τη δυσκολία να αποδεσμευτούν από αυτό. Ωστόσο, οι πιο δεξιοί από αυτούς θα έβρισκαν σύντομα ένα νέο πεδίο μάχης –χάρη στην Άνγκελα Μέρκελ. Στις 31 Αυγούστου, η καγκελάριος αποφάσισε να ανοίξει τα σύνορά της σε σχεδόν ένα εκατομμύριο Σύρους πρόσφυγες, προτού το Συμβούλιο της Ευρώπης εγκρίνει τη μετεγκατάσταση 160.000 επιπλέον μεταναστών σε άλλα κράτη-μέλη. Οι αποφάσεις αυτές προκάλεσαν την οργή των Πολωνών και των Ούγγρων. Θεώρησαν ότι, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η έλλειψη εργατικού δυναμικού στη Γερμανία, η ΕΕ αρνήθηκε να τους προστατέψει από τη μουσουλμανική μετανάστευση και επιπλέον τους έκανε και κήρυγμα (4). Τον Οκτώβριο του 2015, το PiS κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία στην πολωνική Δίαιτα. Τέσσερις μήνες μετά από τη δρομολόγηση εκ μέρους της Κομισιόν μιας διαδικασίας με στόχο να αναγκαστούν η Ουγγαρία, η Τσεχία και η Πολωνία να συμμετάσχουν και εκείνες στην υποδοχή των μεταναστών, το κόμμα Ελευθερία και Άμεση Δημοκρατία (SPD) σημείωσε επιτυχία στις τσεχικές βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου 2017. Κατόπιν, τον Απρίλιο του 2018, το ουγγρικό Fidesz κέρδισε 133 από τις 199 έδρες στο Κοινοβούλιο.
Στις περιφερειακές εκλογές του Δεκεμβρίου του 2015, η σύμπτωση της εισροής Σύρων προσφύγων στη Γηραιά Ήπειρο με τις ισλαμιστικές επιθέσεις του Ιανουαρίου και του Νοεμβρίου στην περιφέρεια του Παρισιού ενθάρρυνε περίπου επτά εκατομμύρια Γάλλους να ψηφίσουν το Εθνικό Μέτωπο. Δηλαδή υπερτριπλάσιος αριθμός ψήφων από εκείνες που είχε πάρει στις ίδιες εκλογές το 2010. Το Λαϊκό Κόμμα της Δανίας (DF) τερμάτισε δεύτερο στις εκλογές για το Κοινοβούλιο το 2015. Το Vlaams Belang (Φλαμανδικό Συμφέρον, VB) επανήλθε στην πολιτική σκηνή της Φλάνδρας στις δημοτικές εκλογές του Βελγίου το 2018. Ωστόσο, στα χρόνια που ακολούθησαν, οι ριζοσπαστικές δεξιές δυνάμεις των δυτικών χωρών πάνω απ’ όλα προχώρησαν σε μια στρατηγική προσαρμογή. Η μία μετά την άλλη, ιδιοποιήθηκαν την αντιπρόταση του Fidesz και του PiS για μια Ευρώπη των εθνών. Οι Λεπέν και Μελόνι θα ήταν πλέον ικανοποιημένες με μια απλή ζώνη ελεύθερων συναλλαγών μεταξύ κυρίαρχων κρατών. Και μάλιστα, ύστερα από ένα επίπονο Brexit, δεν αισθάνονταν πια την ανάγκη να εγκαταλείψουν μια κοινότητα που, χάρη, μεταξύ άλλων, στον Βίκτορ Όρμπαν, τείνει να μετατραπεί σε μια αρένα συζητήσεων περί πολιτισμού και ταυτότητας, σχετικά με τη μετανάστευση ή την ασφάλεια.
Η διαμάχη για τη «μεγάλη αντικατάσταση» των ευρωπαϊκών πληθυσμών δεν αναζωπυρώθηκε μετά την άφιξη εκατομμυρίων Ουκρανών προσφύγων στην ΕΕ. Όμως ο πόλεμος, που προκάλεσε τη φυγή αυτών των λευκών και κυρίως χριστιανικών οικογενειών, οδήγησε επίσης στην αύξηση της τιμής των πρώτων υλών και επιδείνωσε τον πληθωρισμό. Σχεδόν παντού, από το 2022 και έπειτα, η άκρα Δεξιά έχει καταφέρει να στρέψει τον θυμό που προκλήθηκε από την αύξηση του κόστους των καυσίμων ή της θέρμανσης εναντίον της οικολογίας και εκείνων που την υπερασπίζονται. Στοπ στην «κλιματική προπαγάνδα [που υπαγορεύει] τι να κάνουμε και τι να τρώμε», στους «περιθωριακούς» που πετούν «σάλτσα ντομάτας επάνω στην Τζοκόντα», έλεγε εξοργισμένος τον Μάρτιο ο Ερίκ Ζεμούρ. Στοπ στην «παράλογη υστερία με το διοξείδιο του άνθρακα που καταστρέφει δομικά την κοινωνία, την κουλτούρα και τους τρόπους ζωής μας», έλεγε και ξαναέλεγε ήδη από το 2023 το AfD, την ώρα που οι Γερμανοί Πράσινοι προσπαθούσαν να απαγορεύσουν τη χρήση λεβήτων αερίου ή μαζούτ (5).
Παρά τις διαφορές μεταξύ τους, τα ριζοσπαστικά δεξιά κόμματα επιδιώκουν τώρα πια τον ίδιο στόχο: την υπεράσπιση αυτού του περίφημου «τρόπου ζωής» που συνοψίζεται στο σύνθημα του πολωνικού κόμματος Συνομοσπονδία Ελευθερία και Ανεξαρτησία: «Ένα σπίτι, ένας κήπος με γρασίδι, μια ψησταριά, δύο αυτοκίνητα, διακοπές». Όλα τους αποκηρύσσουν ιδεολογίες –όπως η ισλαμιστική, η woke (6) ή εκείνη της παγκοσμιοποίησης– που θεωρούν ότι συμβάλλουν στον αφανισμό του πολιτισμού ή στον εκβαρβαρισμό. «Το βασικό ερώτημα της εποχής μας είναι να μάθουμε εάν η Δύση έχει τη βούληση να επιβιώσει», διατεινόταν ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ στην Πολωνία το 2017.
Το PiS, το Fidesz, ο RN και το σύνολο της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς συμμερίζονται αυτόν τον ισχυρισμό, καθώς στα μάτια τους παρουσιάζει τουλάχιστον τρία πλεονεκτήματα. Καταρχάς, συνδυάζει «κοινή λογική» και υπέρβαση, εφόσον καθίσταται και πάλι δυνατό να ειπωθεί ό,τι όλος ο κόσμος –ή σχεδόν– υποτίθεται ότι σκέφτεται σιωπηρά. Επίσης, είναι «παντός καιρού» και μπορεί να χρησιμοποιηθεί, με την επίφαση ότι αποτελεί συνεκτικό επιχείρημα, για οποιοδήποτε θέμα, από τη διεμφυλικότητα (την απόλυτη εικόνα της παρακμής) έως τη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή –«Εάν η Ιερουσαλήμ πέσει στα χέρια των μουσουλμάνων», ανησυχούσε ήδη από το 2010 ο Βίλντερς, «θα ακολουθήσουν η Αθήνα και η Ρώμη: η Ιερουσαλήμ είναι στην πρώτη γραμμή της άμυνας της Δύσης» (7). Τέλος, έχει το πλεονέκτημα ότι παγιδεύει τους πολιτικούς αντιπάλους σε έναν διάλογο για την αποδοχή ή απόρριψή του.
Όντως, η απάντηση της άκρας Δεξιάς στην κοινωνική κρίση τής παρέχει μια διπλή υπεροχή απέναντι στην Αριστερά: την αναντίρρητη αποτελεσματικότητα της κατασκευής ενός αποδιοπομπαίου τράγου και τη διάσπαση των λαϊκών τάξεων, τις οποίες θα επιθυμούσαν να ενώσουν οι προοδευτικοί. Και οι θέσεις της δεν φοβίζουν πια μια Δεξιά που και η ίδια έχει ριζοσπαστικοποιηθεί εξαιτίας της διάβρωσης της κοινωνικής βάσης της (8). Πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα… Το 2000, η συμμετοχή του Κόμματος Ελευθερίας της Αυστρίας (FPÖ) του Γιεργκ Χάιντερ στην αυστριακή κυβέρνηση θεωρήθηκε όνειδος από τους προοδευτικούς και τους χριστιανοδημοκράτες της Ευρώπης. Ο πρόεδρος Ζακ Σιράκ κατήγγελλε μια ιδεολογία που ήταν αντίθετη με «τις αξίες του ανθρωπισμού και του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας». Το 2024, το κόμμα των Ρεπουμπλικανών (LR) –πολιτικός θεματοφύλακας του Σιράκ– έχει ως εκτελεστικό αντιπρόεδρο και επικεφαλής της λίστας των ευρωεκλογών τον Φρανσουά-Ξαβιέ Μπελαμί, ο οποίος, όπως έλεγε, θα ψήφιζε τον ακροδεξιό Ερίκ Ζεμούρ στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών εάν βρισκόταν απέναντι στον Εμμανουέλ Μακρόν.
Η πρόταση του Ζεμούρ, υποψήφιου της (τότε ακόμα ανερχόμενης) «Ανακατάληψης», να δημιουργήσει υπουργείο επαναπατρισμού είχε προκαλέσει ένα (μικρό) σκάνδαλο τον Μάρτιο του 2022. Στις 15 του περασμένου Μαΐου, δεκαπέντε κράτη-μέλη απευθύνθηκαν γραπτώς στην Κομισιόν ζητώντας μια ακόμα πιο αυστηρή μεταναστευτική πολιτική: στο πλευρό της Ιταλίας, κυβερνήσεις δεξιές, κεντρώες, αλλά και σοσιαλδημοκρατικές στην περίπτωση της Δανίας και της Ρουμανίας, έφτασαν στο σημείο να ταχθούν υπέρ της μεταφοράς αιτούντων άσυλο σε τρίτες χώρες, έχοντας ως παράδειγμα τη συμφωνία που υπέγραψαν οι Βρετανοί Συντηρητικοί με τη Ρουάντα. Η Γαλλία δεν υπέγραψε το αίτημα, συμμετείχε ωστόσο στη σύνταξή του. Γενικότερα, η ευθυγράμμιση του μακρονισμού με την ακροδεξιά στα ζητήματα της εθνικής προτίμησης στους γηγενείς (εμφανής κατά την υιοθέτηση του νόμου για τη μετανάστευση τον Δεκέμβριο του 2023), των «επιδοματιών» ή της «τιμωρητικής οικολογίας» ίσως εξηγεί τη μανία του Γάλλου προέδρου και του πρωθυπουργού του Γκαμπριέλ Ατάλ να παρουσιάζουν τον Εθνικό Συναγερμό ως το ρωσικό κόμμα στη Γαλλία: μάλλον προσπαθούν να διαφοροποιηθούν από αυτό.
Όσο για τους Ρεπουμπλικανούς (LR), βρέθηκαν ακριβώς στο επίκεντρο του ζητήματος της σύμπλευσης μεταξύ Δεξιάς και ακροδεξιάς. Ο πρόεδρός τους Ερίκ Σιοτί, μόλις ανακοινώθηκε η προκήρυξη των βουλευτικών εκλογών τον Ιούνιο, έσπευσε να δηλώσει, χωρίς καμία πρότερη διαβούλευση, ότι το κόμμα του θα συνεργαστεί εκλογικά με τον Εθνικό Συναγερμό, κάτι που οδήγησε το πολιτικό συμβούλιο των Ρεπουμπλικανών να τον καθαιρέσει. Ο Σιοτί, ο οποίος επανεκλέθηκε επικεφαλής ενός ψηφοδελτίου συνεργασίας των Ρεπουμπλικανών με τον Εθνικό Συναγερμό, έχει επιλέξει σε πολλές περιπτώσεις να πλειοδοτήσει σε σχέση με το κόμμα της Μαρίν Λεπέν. Μιλάει συχνά για τη «μεγάλη αντικατάσταση» ή αρνείται να καταδικάσει τις βίαιες ενέργειες μαχητικών υπερδεξιών, στις οποίες προέβησαν κραυγάζοντας «έξω το Ισλάμ από την Ευρώπη» ύστερα από τον θάνατο του νεαρού Τομά Περοτό στο χωριό Κρεπόλ τον Νοέμβριο του 2023. Τότε, ο Ζορντάν Μπαρντελά, πρόεδρος του Εθνικού Συναγερμού, επικεφαλής της ευρωλίστας, αλλά και του συνδυασμού του Εθνικού Συναγερμού στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, τον είχε καλέσει, στο κανάλι France 2, να επιδείξει μετριοπάθεια: «Δεν απαντούμε στη βία μέσα στην κοινωνία με τιμωρητικές εξορμήσεις, πράξεις αυτοδικίας και εκδικητικά συνθήματα». Σπάζοντας τους δεσμούς με την γκολική παράδοση, ο Σιοτί επίσης προσπαθεί να φανεί λεπενικότερος της Λεπέν μέσω μιας άνευ όρων –όσο και σφοδρής– υποστήριξης στην ακροδεξιά ισραηλινή κυβέρνηση. Και, στο θέμα της μετανάστευσης ή των περιβαλλοντικών κανονισμών, οι Ρεπουμπλικανοί εμφανίζονται όλο και πιο επικριτικοί απέναντι στις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ναι στο ευρώ, ναι στο ΝΑΤΟ
Μερικές φορές, οι Ρεπουμπλικανοί επισημαίνουν την έλλειψη αξιοπιστίας του Εθνικού Συναγερμού. «Οι Γάλλοι έχουν έντονες αμφιβολίες σχετικά με την επάρκεια της Μαρίν Λεπέν, η οποία δεν έχει ασκήσει ποτέ το παραμικρό λειτούργημα», προσπαθούσε να παρηγορηθεί ο Λοράν Βοκιέ, πρώην πρόεδρος των LR, στη «Le Figaro» της 13ης Ιουλίου 2023, ο οποίος επανεκλέχθηκε κερδίζοντας αντίπαλο του Εθνικού Συναγερμού. Το επιχείρημα αυτό ωστόσο εξασθενεί όταν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι όπως ο πρώην επικεφαλής της FRONTEX Φαμπρίς Λεζερί εντάσσονται στη λίστα του Μπαρντελά για τις ευρωεκλογές ή όταν η «Le Figaro» ή η «Les Échos» φιλοξενούν στις στήλες τους ειδήμονες που νομιμοποιούν τις προτάσεις του Εθνικού Συναγερμού.
Έτσι, η Δεξιά γίνεται πιο εξτρεμιστική σε ένα πολιτικό παιχνίδι αναδιαμορφωμένο από μια άκρα Δεξιά που έχει λειάνει τα πιο διχαστικά στοιχεία του προγράμματός της. Η Ιταλίδα πρωθυπουργός –που πλέον υποστηρίζει τον ατλαντισμό και το ευρώ– επιδεικνύει τη φιλία της με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν (9). Μετά τις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου, η πρόεδρος της Κομισιόν δεν απέκλειε πλέον μια συμμαχία της πολιτικής ομάδας της, του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), με τους Ευρωπαίους Συντηρητικούς και Μεταρρυθμιστές (ECR/ΕΣΜ), που έχουν σχηματίσει οι ευρωβουλευτές της Μελόνι μαζί με εκείνους, μεταξύ άλλων, του Vox και του PiS. Οι συμφωνίες για συμμαχίες στο Ευρωκοινοβούλιο οδήγησαν επίσης τους Σουηδούς Δημοκράτες να αποδεχθούν την ένταξη στην ΕΕ ή το ολλανδικό PVV να αποδεχθεί τη στρατιωτική υποστήριξη στο Κίεβο. Όσο για την παγκοσμιοποίηση, δεν φέρνει πια αντιμέτωπη τη Δεξιά –λιγότερο φανατική υπέρ του ελεύθερου εμπορίου μετά την υγειονομική κρίση και την ανάδειξη της Κίνας σε παγκόσμια απειλή– με μια άκρα Δεξιά που αναδιατυπώνει το ζήτημα με όρους ολοένα λιγότερο κοινωνικούς και περισσότερο πολιτισμικούς.
Τέτοιου είδους προσαρμογές έχουν στόχο να εξυπηρετήσουν ένα πολιτικό σχέδιο που αποκάλυψε την 1η Μαΐου στο Radio France Internationale (RFI) ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Αδελφιών της Ιταλίας στην ιταλική Βουλή: «Μια Ευρώπη που κυβερνά χωρίς τους σοσιαλιστές και χωρίς εκείνες τις ομάδες που αυτοπροσδιορίζονται ως οικολογικές αλλά στην πραγματικότητα είναι οικο-εξτρεμιστικές». Το πιο άμεσο διακύβευμα μετά τις ευρωεκλογές του Ιουνίου βασικά έγκειται στην ικανότητα της σκληρής Δεξιάς να θέσει σε αμφισβήτηση τη συνδιοίκηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το ΕΛΚ και τους σοσιαλιστές. Τη θέση της θα μπορούσε να πάρει ένα σύνολο συμφωνιών μεταβλητής γεωμετρίας. Στην Αίθουσα Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πιθανώς να επικρατήσουν κοινωνικο-πολιτισμικές αντιπαραθέσεις, ολοένα και πιο έξαλλες –και στα παρασκήνια, στα οικονομικά θέματα, συμφωνίες που πάντα θα παραμένουν εξίσου αδιαφανείς.