Ενόσω το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμά της βρίσκεται σε πλήρη λειτουργία, η Ρωσία πάσχει από σοβαρή έλλειψη εργατικού δυναμικού, υπολογιζόμενη σε πέντε εκατομμύρια άτομα (6,8% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού της) (1). Λόγω του ελλείμματος γεννήσεων που γνώρισε κατά τη δεκαετία του 1990, η χώρα δεν έχει αρκετούς εργαζόμενους νεαρής ηλικίας. Έτσι, μετά το 2020, έχει χάσει δύο με τρία εκατομμύρια απασχολούμενους ως επακόλουθο της πανδημίας Covid-19, της επιστράτευσης και της φυγής όσων ήταν αντίθετοι στον πόλεμο (2). Επιπλέον, οι πολιτικοί τομείς της οικονομίας υποφέρουν λόγω της μετακίνησης εργατών προς τη βιομηχανία όπλων.
Τις τελευταίες δεκαετίες, η Ρωσία αντιστάθμιζε τις δημογραφικές δυσκολίες της μέσω της μετανάστευσης. Έχοντας επτά με οκτώ εκατομμύρια αλλοδαπούς εργάτες στην επικράτειά της το 2013, κατατασσόταν, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, στη δεύτερη θέση παγκοσμίως μεταξύ των χωρών που φιλοξενούσαν τους περισσότερους μετανάστες. Σήμερα, έχει τρεις φορές λιγότερους (3). Όσο περνά ο καιρός, το φάσμα των χωρών προέλευσης συρρικνώνεται, καθώς το ποσοστό των ρωσόφωνων στα μετα-σοβιετικά κράτη μειώνεται και οι οικονομίες τους αναπροσανατολίζονται προς την ευρωπαϊκή αγορά. Για παράδειγμα, από το 2014 και μετά, ο αριθμός των εργατών που προέρχονται από τη Μολδαβία μειώθηκε από 700.000 σε 80.000 (4). Το 2024, σχεδόν το 90% των εργατών που μετανάστευσαν στη Ρωσία κατάγονται από μία εκ των εξής τριών χωρών: το Ουζμπεκιστάν, το Τατζικιστάν ή την Κιργιζία. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2010, η κυβέρνηση προέβη σε μια μεταρρύθμιση που επέτρεψε να νομιμοποιηθεί ένα μεγάλο μέρος τους. Εντούτοις, σύμφωνα με τη Συνομοσπονδία Εργασίας της Ρωσίας (KTR) –μίας από τις δύο κύριες συνδικαλιστικές ομοσπονδίες της χώρας– η πλειοψηφία τους βρέθηκε αντιμέτωπη με την άρνηση πρόσβασης στην εκπαίδευση, την ιατρική κάλυψη και το συνταξιοδοτικό πρόγραμμα. Το μέτρο αυτό μπορεί να μείωσε το εργατικό κόστος για τις επιχειρήσεις, μείωσε όμως και τα κίνητρα των ατόμων, ιδίως εκείνων με τα περισσότερα προσόντα, να μεταβούν στη Ρωσία για να εργαστούν. Ταυτόχρονα, με ένα ποσοστό θνησιμότητας μιάμιση φορά μεγαλύτερο από εκείνο των γεννήσεων, ο πληθυσμός εξακολουθεί να γερνά ταχύτατα.
Τρία εκατομμύρια μετανάστες εγκατέλειψαν τη Ρωσία μετά τα δύο κύματα υποτίμησης του ρουβλίου, το 2015 και κατόπιν στις αρχές του 2022, και την πανδημία. Οι απώλειες αυτές δεν κατέστη δυνατό να αντισταθμιστούν, κυρίως λόγω των αναγκών των χωρών προέλευσης σε εργατικό δυναμικό. Στο Ουζμπεκιστάν, την πολυπληθέστερη χώρα της Κεντρικής Ασίας, η οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμό περίπου 6% ετησίως, κρατώντας τους πτυχιούχους νεαρής ηλικίας στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ως εκ τούτου, η ρωσική αγορά δεν προσελκύει παρά άτομα χαμηλής εξειδίκευσης, προερχόμενα από τις αγροτικές περιοχές. Επιπλέον, οι υποψήφιοι απόδημοι από την Κεντρική Ασία διερευνούν νέους προορισμούς: τη Νότια Κορέα, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την Τουρκία και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στέρηση άδειας οδήγησης
Η κατάσταση χειροτέρεψε αφότου ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία. Η σύγκρουση έκανε να αυξηθεί αλματωδώς το ακροατήριο δημοσιογράφων, μπλόγκερς και ινφλουένσερς που διακινούν ρατσιστικές απόψεις και κάποιες φορές είναι παλαιά μαχητικά στελέχη της ακροδεξιάς. Παρ’ όλο που, σε πρώτη φάση, η ρητορική αυτή δεν επηρέαζε πολύ τη ρωσική κοινή γνώμη, τα ξενοφοβικά συναισθήματα άρχισαν να διογκώνονται ταχύτατα μετά τη τζιχαντιστική επίθεση του Μαρτίου 2024 στην αίθουσα συναυλιών Crocus City Hall, στα προάστια της Μόσχας, και ύστερα από μια σειρά εξεγέρσεων σε φυλακές, υποκινούμενων από ισλαμιστές, το επόμενο καλοκαίρι. Σε έρευνα του Κέντρου Levada, το 56% των ερωτώμενων δήλωσε πως θα υποστήριζε τη θέσπιση απαγόρευσης εισόδου στη χώρα ή περιορισμών στη διάρκεια παραμονής για τους μετανάστες από την Κεντρική Ασία (5). Σύμφωνα με το ερευνητικό κέντρο SOVA, που μελετά την ξενοφοβία και τον ρατσισμό στη Ρωσία, ο αριθμός των ρατσιστικών επιθέσεων στους δρόμους σχεδόν δεκαπλασιάστηκε το 2023 και το 2024 (6).
Μετά την επίθεση στο Crocus City Hall, δεκάδες χιλιάδες άτομα συνάντησαν δυσκολίες στα σύνορα κατά την είσοδό τους στη Ρωσία. Πλέον, μαχητικά στελέχη της ακροδεξιάς παίρνουν μέρος, μαζί με την αστυνομία, σε «προληπτικές» εφόδους σε αγορές και σε τζαμιά και η συνεργασία τους με τις δυνάμεις ασφαλείας εντείνεται (7). Πρόκειται για μια αρκούντως ανησυχητική συγκυρία, που οδήγησε το Κιργιστάν και το Τατζικιστάν να συμβουλεύσουν τους πολίτες τους να αποφεύγουν τη μετάβαση στη Ρωσική Ομοσπονδία (8).
Οι κυβερνήτες επιδεικνύουν όλο και μεγαλύτερη βούληση να ενισχύσουν τη στάση τους σε θέματα ασφάλειας. Πάνω από τριάντα επαρχίες απαγορεύουν στους μετανάστες ορισμένες εργασίες, κυρίως την οδήγηση ταξί ή το εμπόριο και την εκπαίδευση. Σύμφωνα με τον Όλεγκ Σέιν, συμπρόεδρο του KTR, τα μέτρα αυτά δεν ακολουθούν καμία οικονομική λογική: «Ένας κούριερ δεν θα γίνει χειριστής τόρνου και δεν θα υπάρξει μεταφορά εργατικού δυναμικού προς τη βιομηχανία». Όμως, αυτός ο πατριωτικός ζήλος μπορεί να δώσει μια μικρή ώθηση στην καριέρα κάποιου αξιωματούχου. Στη διάρκεια μιας συνάντησης στην περιφέρεια του Νταλγκαπρούντνι, βόρεια της πρωτεύουσας, ένας αστυνομικός υποδιευθυντής από το υπουργείο Εσωτερικών κάλεσε την αστυνομία του ομπλάστ (περιφέρειας) της Μόσχας «να λευκάνει την περιοχή για να μην μαυρίσει από τους αλλοδαπούς υπηκόους» (9). Έτσι, η διεύθυνση της Yandex Go, της μεγαλύτερης υπηρεσίας κλεισίματος ραντεβού για ταξί, έφτασε στο σημείο να σημάνει συναγερμό: σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της, στη χώρα υπάρχει έλλειψη σχεδόν 130.000 οδηγών (10).
Τον Αύγουστο, ο Βλαντιμίρ Πούτιν εξέδωσε έναν νόμο που επιτρέπει την απέλαση χωρίς δίκη των παράτυπων αλλοδαπών, που σύντομα θα καταχωρούνται σε ένα ειδικό αρχείο. Τον Δεκέμβριο, οι όροι αυτοί έγιναν ακόμα πιο αυστηροί. Πριν από τις 30 Απριλίου, όλοι οι αλλοδαποί οφείλουν να προσκομίσουν στη δημόσια διοίκηση τα βιομετρικά δεδομένα τους και έγγραφα που πιστοποιούν ότι έχουν δουλειά και καλή γνώση της ρωσικής γλώσσας,. Όσοι δεν προβούν εγκαίρως σε αυτές τις κινήσεις, θα στερηθούν βασικά δικαιώματα: δεν θα μπορούν να οδηγούν αυτοκίνητο, να χρησιμοποιούν τραπεζικές υπηρεσίες, να δηλώνουν ένα ακίνητο, να συνάπτουν και να λύνουν γάμο ή ακόμα και να εγγράφουν τα παιδιά τους στο σχολείο.
Σύμφωνα με έναν άλλο νόμο, που υιοθετήθηκε στα τέλη Δεκεμβρίου, τα παιδιά αλλοδαπών γονέων, ακόμα και αν διαμένουν νόμιμα στη χώρα, θα πρέπει να περνούν από εξετάσεις γνώσης της ρωσικής γλώσσας προκειμένου να φοιτήσουν σε δημόσιο σχολείο. Ένα άλλο νομοθετικό σχέδιο προτείνει να μπει τέλος στην οικογενειακή επανένωση. Τέλος, από τον Ιούλιο, το κράτος μπορεί πλέον να αφαιρέσει την ιθαγένεια από τα άτομα που την απέκτησαν πρόσφατα και αποφεύγουν τη στρατιωτική θητεία. Ο Αλεξάντρ Μπαστρίκιν, πρόεδρος της ρωσικής Επιτροπής Ερευνών, που υπάγεται στην Εισαγγελία, δήλωσε ότι έχουν ήδη «τσακώσει» (sic) τριάντα χιλιάδες τέτοιους «κακούς» πολίτες και ότι δέκα χιλιάδες από αυτούς έχουν μεταφερθεί διά της βίας στο μέτωπο (11). Δεν είναι άξιο απορίας ότι το 2023 οι αιτήσεις πολιτογράφησης μειώθηκαν κατά το ήμισυ σε σύγκριση με το 2021.
Αυτή η ξενοφοβική εκστρατεία προκαλεί έκπληξη, δεδομένης της έλλειψης εργατικού δυναμικού, της οικονομικής ανάπτυξης –που αναμενόταν να αγγίξει περίπου το 3,9% το 2024– και της αύξησης των μισθών που προκάλεσε η πολιτική του «πολεμικού κεϊνσιανισμού». Ωστόσο, μέχρι στιγμής, η εθνικιστική κινητοποίηση φαίνεται πως υπερισχύει του οικονομικού ορθολογισμού.