1. Πληθωριστική άνοδος τιμών. Μόνιμες και έκτακτες αιτίες
Οι τιμές των εμπορευμάτων από θεωρητική άποψη, καθορίζονται από το νόμο της αξίας (μέσος κοινωνικά αναγκαίος χρόνος για παραγωγή τους). Ωστόσο αυτή η αντιστοιχία συντελείται στοιχειακά και με αποκλίσεις και μόνο μακροπρόθεσμα το «σύνολο των αξιών ισούται με το άθροισμα των τιμών». Στην πράξη οι αποκλίσεις μπορεί να είναι προσωρινού ή παρατεταμένου χαρακτήρα. Για παράδειγμα, η συγκυριακή αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης επηρεάζει τις τιμές, ενώ οι μονοπωλιακές-ολιγοπωλιακές καταστάσεις στην παραγωγή και αγορά, επιφέρουν μόνιμη στρέβλωση τους σε όφελος των ολιγαρχών. Σημαντικός επίσης παράγοντας αύξησης των τιμών είναι η υπερβολική έκδοση χρήματος και πιστωτική επέκταση των τραπεζών, που τροφοδοτούν το φαινόμενο του πληθωρισμού, όπως επίσης και η εμφάνιση ελλείψεων σε πρώτες ύλες ή αγαθά λόγω έκτακτων γεγονότων (πόλεμοι, οικονομικές κυρώσεις, πανδημίες, καιρικές συνθήκες, κά).
Τα τελευταία χρόνια οι ανατιμήσεις σε βασικά είδη και υπηρεσίες, οφείλονται κυρίως σε ενδογενείς αιτίες του καπιταλιστικού συστήματος και κυρίως στην εφαρμογή νεοφιλελεύθερων μέτρων στο όνομα αντιμετώπισης είτε της οικονομικής κρίσης, είτε της πανδημίας. Χαρακτηριστικό τους είχαν τη συστηματική «πιστωτική χαλάρωση» των τραπεζών και την αύξηση δημόσιου χρέους (μέσω κρατικών ομολόγων), για δαπάνες που κατά κανόνα δεν είχαν παραγωγικό χαρακτήρα αλλά κυρίως «παρασιτικό» (ευνοϊκές ρυθμίσεις υπέρ οικονομικής ελίτ, εξοπλιστικά προγράμματα και πολεμικές επιχειρήσεις για στήριξη γεωπολιτικών στρατηγικών, κυρίως από ΗΠΑ και ισχυρών χωρών ΝΑΤΟ και ΕΕ). Ο πόλεμος στην Ουκρανία με τις προεκτάσεις του, αποτελεί εκδήλωση αυτών των επιδιώξεων και αιτία έντασης των ανατιμήσεων σε βασικά είδη, ιδιαίτερα στο πεδίο της ενέργειας.
2. Κρίση, πανδημία και δημοσιονομική-πιστωτική επέκταση
Οι αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας (εκτός από ανθρώπινες ζωές, πτώση ΑΕΠ, αύξηση ανεργίας, κ.λπ.), οδήγησε σε μερική εγκατάλειψη των νεοφιλελεύθερων δογμάτων περί «ελευθερίας των αγορών» και εφαρμογή προγραμμάτων στήριξης της οικονομίας με έκδοση κρατικών τίτλων δανεισμού από τις κεντρικές τράπεζες που στην ουσία καταλήγουν στην έκδοση νέου χρήματος. Ειδικότερα στις ΗΠΑ το ύψος του έκτακτου πακέτου ξεπέρασε τα 6 τρισεκατομμύρια δολ., στην Αγγλία 1,8 τρις δολ., στην ΕΕ τα 2,1 τρις δολ. (πρόγραμμα ΡΕΡΡ 1,85 τρις €), ενώ έκτακτα προγράμματα δημοσίων δαπανών εφαρμόστηκαν σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης (λχ Γερμανία 700 δις €), όπως και σε άλλες χώρες. Συνολικά το ύψος των έκτατων δημοσιονομικών παρεμβάσεων ανήλθε το 2020 στο 17% του παγκόσμιου ΑΕΠ (δηλ. 16 τρις δολάρια) και το συντριπτικό μέρος (86%) προήλθε από αναπτυγμένες χώρες. Η δημοσιονομική επέκταση αύξησε μεταξύ άλλων το δημόσιο χρέος το οποίο άγγιξε το 100% του παγκόσμιου ΑΕΠ και το μεγαλύτερο μέρος προέρχεται από τις χώρες του G-7 (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Γερμανία, Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Καναδάς), ενώ αργά ή γρήγορα η άνοδος του πληθωρισμού θα οδηγήσει σε άνοδο επιτοκίων, με όλες τις συνέπειες στις τιμές και δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους.
Εδώ λοιπόν πρέπει κατ’ αρχάς να αναζητήσουμε τη βασική πηγή της απότομης ανόδου του πληθωρισμού και των τιμών τα τελευταία χρόνια, σε πολλά είδη και κυρίως των «διεθνώς εμπορεύσιμων» (πρώτες ύλες, ενδιάμεσα και τελικά προϊόντα). Τα οφέλη της δημοσιονομικής επέκτασης και συνακόλουθης «πιστωτικής χαλάρωσης», έχουν κατ’ αρχάς οι ΗΠΑ και η ΕΕ, όπου τα νομίσματα τους (δολάριο και ευρώ) αποτελούν τα κυριότερα μέσα διεθνών πληρωμών. Με άλλα λόγια αξιοποιούν το «ντε φάκτο» πλεονέκτημα να αγοράζουν εμπορεύματα με πληθωριστικό χρήμα και το οποίο αργά ή γρήγορα οδηγεί σε ανατίμηση τους (ορυκτά καύσιμα, μέταλλα, αγροτικά προϊόντα, κά), καθώς και ναύλων μεταφοράς τους. Όσο για το εμπόρευμα «εργατική δύναμη», η τιμή του (δηλ. μισθοί), …«βλέπουν την πλάτη» του πληθωρισμού και της ακρίβειας, διαψεύδοντας για μια ακόμα φορά τη γνωστή θεωρία περί «σπειροειδούς αύξησης» μισθών και τιμών.
3. Ενεργειακές τιμές και «ενεργειακή φτώχεια»
Ωστόσο οι αιτίες «έκρηξης της ακρίβειας» δεν εξαντλούνται μόνο με τη δημοσιονομική επέκταση και την «πιστωτική χαλάρωση». Ιδιαίτερη θέση στην ακρίβεια κατέχει η έκρηξη τιμών στα καύσιμα (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ηλεκτρικό ρεύμα). Με αφετηρία τις έκτακτες (πληθωριστικές) δαπάνες, αλλά και την αυξημένη ζήτηση, η τιμή του πετρελαίου από 19,94 δολ. το βαρέλι τον Απρίλιο 2020, ξεπέρασε στο πρώτο δίμηνο 2022 τα 120 δολ., με τάσεις παραπέρα ανόδου. Αντίστοιχα η τιμή εισαγωγής φυσικού αερίου στην ΕΕ-27 σε δολάρια, από 4,83/εκατ.BTU τον Οκτώβριο 2020, στα 29,79/εκατ.BTU τον Οκτώβριο 2021 (αύξηση 516,9%). Η άνοδος των τιμών του φυσικού αερίου επιδρά στην αύξηση τιμών ηλεκτρικού ρεύματος που στηρίζεται στη χρήση αερίου …plus υπερκέρδη των εταιριών.
Τα σχέδια απολιγνιτοποίησης για μείωση ρύπων στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, αυξάνουν τη ζήτηση φυσικού αερίου και την τιμή του μαζί και ηλεκτρικού ρεύματος, με αντίστοιχη άνοδο «ενεργειακής ακρίβειας». Κερδισμένοι είναι οι μεγάλες εταιρίες ορυκτών καυσίμων και εμπορίας πετρελαιοειδών (τα κέρδη 2021 της BP ανήλθαν σε 23 δις δολ., Shell 19,3 δις, ExxonMobil 15,6 δις δολ., κλπ), καθώς και οι εταιρείες ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ οι χαμένοι, από τις υψηλές τιμές βενζίνης, αερίου και ηλεκτρικού, είναι τα λαϊκά στρώματα και συνολικά οι χώρες εισαγωγής ορυκτών καυσίμων.
Ιδιαίτερα αρνητικό ρόλο στις χώρες της ΕΕ παίζει το λεγόμενο «χρηματιστήριο ενέργειας» που εξυπηρετεί τα κέρδη των εταιριών. Να σημειώσουμε ότι στην Ελλάδα, ένας πρόσθετος παράγοντας ‘ενεργειακής ακρίβειας’, είναι η πολιτική της «εδώ και τώρα απολιγνιτοποίηση», ενώ αντίθετα η Γερμανία εφαρμόζει πολιτική σταδιακής απεξάρτησης από τον άνθρακα με ορίζοντα τέλος δεκαετίας 2030. Με τον πόλεμο στην Ουκρανία φάνηκαν τα τραγικά αδιέξοδα της κυβερνητικής πολιτικής και τέθηκαν εσπευσμένα σε λειτουργία λιγνιτικές μονάδες. Η Ελλάδα σήμερα κρατάει τα σκήπτρα της «ενεργειακής ακρίβειας» στην ΕΕ, ενώ από την άλλη δεν μειώνει τους υψηλούς φόρους στο πετρέλαιο, βενζίνη, αέριο και ρεύμα για ανακούφιση λαϊκών νοικοκυριών, αγροτών και μικρών επιχειρήσεων, εντείνοντας την «ενεργειακή φτώχεια».
4. Εξοπλισμοί, πολεμικές συγκρούσεις και πληθωρισμός
Ένας πρόσθετος παράγοντας που εντείνει τις ανατιμήσεις, είναι οι αυξανόμενες κατ’ έτος εξοπλιστικές δαπάνες, κυρίως από τις ΗΠΑ που καλύπτονται ουσιαστικά με πληθωριστικό χρήμα. Σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών SIPRI, οι εξοπλιστικές δαπάνες στον κόσμο το 2020 ανήλθαν σε 2 τρισεκατομμύρια δολάρια, από τις οποίες 1/3 προέρχονται από ΗΠΑ (778 δις), ακολουθεί η Κίνα (252 δις), Ινδία (73 δις), Ρωσία (62 δις), Αγγλία (59 δις), Γερμανία και Γαλλία από 52 δις, κ.λπ. Οι μεγάλοι κερδισμένοι είναι οι πολεμικές βιομηχανίες (οι πωλήσεις το 2020 ανήλθαν σε 531 δις δολάρια, με επικεφαλείς τις 41 αμερικάνικες στον πίνακα των 100 πρώτων). Οι εξοπλιστικές δαπάνες είναι πλήρως αντιπαραγωγικές και δεν συμβάλλουν στην ανάπτυξη (…είναι σαν να πετάς πλούτο στη θάλασσα), παρ’ ότι μέρος τους, οι καθαρά αμυντικές, στις δεδομένες ιστορικές συνθήκες, είναι αναπόφευκτες.
Οι περιφερειακές συγκρούσεις γίνονται συνήθως αιτία ανατιμήσεων λόγω ελλείψεων στο διεθνές εμπόριο ή την επιβολή οικονομικών κυρώσεων, οι οποίες ωστόσο έχουν αμφίδρομο αρνητικό αποτέλεσμα. Για παράδειγμα η επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία, ενίσχυσε το κύμα ανατιμήσεων φυσικού αερίου στην ΕΕ (ακύρωση αγωγού North Stream, προμήθεια ακριβότερου αερίου από ΗΠΑ, άνοδος τιμών αργού πετρελαίου διεθνώς και ναύλων μεταφοράς του), όπως επίσης άνοδος τιμών σε αγροτικά προϊόντα (Ρωσία και Ουκρανία είναι βασικές χώρε εξαγωγής δημητριακών), καθώς πρώτων υλών ιδιαίτερης σημασίας (λχ. νέον για μικροτσίπς).
Η επιβολή εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, θα πλήξει κυρίως τις χώρες της ΕΕ, ενώ θα ωφελήσει τις ΗΠΑ που θα εξάγει υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG). Η Ρωσία μόνο προσωρινά θα έχει μείωση εσόδων, δεδομένου ότι αυξάνει τις εξαγωγές προς Κίνα, Ινδία κ.λπ. Για τη Δύση οι οικονομικές κυρώσεις γίνονται «μπούμερανγκ» και όπως έχει γραφεί, είναι «σαν να πυροβολεί τα πόδια της». Ταυτόχρονα η απόφαση των κυρίαρχων κύκλων της ΕΕ για πλήρη ενεργειακή απεξάρτηση, στέλνει το λογαριασμό των ακριβότερων εισαγωγών από τις ΗΠΑ στους καταναλωτές. Επίσης δεν ελήφθη κανένα μέτρο ελέγχου των τιμών ηλεκτρικού ρεύματος προς δόξα των κερδών των εταιριών. Αντίθετα επιβεβαίωσαν την ανάγκη αύξησης των στρατιωτικών δαπανών άνω του 2% του ΑΕΠ (στο πνεύμα του προγράμματος επανεξοπλισμού της Γερμανίας ύψους 100 δις € που αποφάσισε πρόσφατα), με τελικό αποτέλεσμα την αύξηση του δημόσιου χρέους μαζί και της ακρίβειας.
5. Αύξηση εισοδηματικών και κοινωνικών ανισοτήτων
Τα μακροχρόνια μέτρα λιτότητας με την εφαρμογή των μνημονίων και το νέο κύμα ακρίβειας, σε συνδυασμό με τα προβλήματα της πανδημίας, έχουν φτωχοποιήσει μεγάλο μέρος των λαϊκών νοικοκυριών και έχουν υποβαθμίσει το βιοτικό τους επίπεδο. Ταυτόχρονα η ακρίβεια επιδρά αρνητικά στην ανάπτυξη, λόγω μείωσης ζήτησης και εντείνει την ανεργία, ενώ δημιουργεί φαινόμενα «στασιμοπληθωρισμού» (υψηλού πληθωρισμού, ανεργίας και χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης ΑΕΠ). Από την άλλη έχουμε αύξηση της συγκέντρωσης πλούτου στα χέρια της οικονομικής ελίτ, τόσο από την επίσημη αύξηση κερδών, όσο και ανεπίσημες πηγές (φοροδιαφυγή, μονοπωλιακές τιμές, απόκρυψη εισοδημάτων σε φορολογικούς παραδείσους χρηματιστηριακή κερδοσκοπία, κ.λπ). Ο πλούτος που έχει «παρκάρει» μια μικρή ελίτ δισεκατομμυριούχων σε φορολογικούς παραδείσους (μεταξύ άλλων 283 Έλληνες) ξεπερνάει σύμφωνα με τα «Pandora Papers» τα 11,3 τρις δολάρια, ενώ κάθε χρόνο «κλέβουν» φόρους 427 δις δολαρίων.
Η εκτίναξη της ακρίβειας πλήττει με ιδιαίτερη σφοδρότητα το εισόδημα χαμηλόμισθων και συνταξιούχων και ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων. Στις αρχές 2022, στην Ελλάδα, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη», 395.000 εργαζόμενοι είχαν μισθό κάτω από 500 €, ενώ γύρω στις 567.000 είχαν μισθό από 600-800 €. Ο πληθωρισμός από τις αρχές 2022 τρέχει με ρυθμό 8% το μήνα και σε ορισμένα είδη είναι διπλάσιος. Χιλιάδες νοικοκυριά δυσκολεύονται να πληρώσουν τους λογαριασμούς ρεύματος ενώ η ακρίβεια σε βασικά είδη διατροφής, δημιουργεί εκτεταμένα φαινόμενα υποσιτισμού.
6. Μέτρα και πολιτικές μιας ελπιδοφόρας προοπτικής
Για την ανακούφιση μισθωτών, συνταξιούχων και λαϊκών στρωμάτων από το «κύμα της ακρίβειας», χρειάζεται η λήψη μέτρων άμεσης στήριξης της αγοραστικής τους δύναμης, καθώς και επιβολή ελέγχου στις τιμές καυσίμων σε όλα τα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας (διύλισης και εμπορίας), καθώς και τιμών ηλεκτρικού ρεύματος, παράλληλα με μέτρα μείωσης των έμμεσων φόρων και αύξησης της φορολογίας κερδών των εταιριών ενέργειας. Ο πληθωρισμός, η ύφεση και η φτωχοποίηση, δεν είναι μονόδρομος. Υπάρχει εναλλακτική λύση αρκεί να γίνει υπόθεση των εργαζόμενων και των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων σε κάθε χώρα και σε Ελλάδα. Επιγραμματικά επισημαίνουμε την ανάγκη εφαρμογής αναπτυξιακής και ενεργειακής πολιτικής με επίκεντρο τις κοινωνικές ανάγκες, καθώς την ανάπτυξη της διεθνούς οικονομικής συνεργασίας μεταξύ χωρών σε ισότιμη και αμοιβαία επωφελή βάση. Σε συνθήκες αυξανόμενης διεθνοποίησης οι επιθετικές στρατηγικές, είτε μέσω πολέμων, είτε μέσω οικονομικών κυρώσεων και «εμπάργκο», όχι μόνο δεν ανοίγουν ελπιδοφόρες προοπτικές, αλλά αντίθετα ανοίγουν σκοτεινούς δρόμους για την ανθρωπότητα. Κατά συνέπεια η Ελλάδα χρειάζεται μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική που θα αξιοποιεί τα πλεονεκτήματα της ισότιμης διεθνούς συνεργασίας, αντί της συμπαράταξης στα ψυχροπολεμικά σχέδια των αμερικανο-ΝΑΤΟϊκών ιμπεριαλιστών, που τελικά ούτε την εθνική ασφάλεια προστατεύουν, ούτε πολύ περισσότερο προάγουν την ευημερία για το λαό της.