el | fr | en | +
Accéder au menu

Παραγουάη, η χώρα του «γαλάζιου χρυσού»

Σφηνωμένη ανάμεσα σε δύο γίγαντες, την Αργεντινή και τη Βραζιλία, η Παραγουάη δεν κατέχει στρατηγική θέση στη νοτιοαμερικανική σκακιέρα. Διαθέτει ωστόσο έναν πολύτιμο πόρο: το νερό. Η χώρα, την οποία οι γείτονές της εποφθαλμιούν για τις πλωτές οδούς της, κρύβει μέσα της έναν κολοσσιαίο πλούτο υπογείων υδάτων, που εντούτοις απειλείται από την υπερεκμετάλλευση και τη ρύπανση.

Η βρύση στον κήπο στάζει. Με βιαστικό χέρι, η κυρία Οδίνα Μορέο γυρίζει τη στρόφιγγα η οποία, με έναν λόξυγγα, αφήνει να φύγουν μερικές ακόμη σταγόνες. «Ποτέ δεν καταφέρνω να την κλείσω, τι σπατάλη. Ούτως ή άλλως τη χρησιμοποιούμε μόνο για το πλύσιμο των πιάτων ή των ρούχων και για το σφουγγάρισμα», λέει αναστενάζοντας η νεαρή γυναίκα, με το μέτωπό της ιδρωμένο. Βρισκόμαστε σε ένα από τα τετρακόσια asentamientos (λαϊκές συνοικίες) της Ασουνσιόν, της πρωτεύουσας της Παραγουάης. Στον νομό Σεντράλ, που περιβάλλει την πρωτεύουσα, η δημογραφική έκρηξη, η εγκατάλειψη της υπαίθρου και ένα προβληματικό δημόσιο δίκτυο προλείαναν τον δρόμο για την ακμάζουσα αγορά του νερού. Βιώνοντας την ίδια δυσάρεστη κατάσταση με τους κατοίκους των γύρω αστικών κέντρων, οι κάτοικοι αυτής της παραγκούπολης –που αποτελείται από άτυπες κατοικίες, κάποιες από τις οποίες εντούτοις έχουν χτιστεί εδώ και περισσότερα από τριάντα χρόνια– εφοδιάζονται από μια aguatera, μια ιδιωτική επιχείρηση, εξειδικευμένη στη διανομή νερού.

Η τιμή είναι σχετικά χαμηλή –22.000 γκουαρανί (περίπου 3,50 ευρώ) για οκτώ χιλιάδες λίτρα τον μήνα– αντιπροσωπεύει, παρ’ όλα αυτά, το διπλάσιο της τιμής που ορίζει η δημόσια εταιρεία για την πρωτεύουσα, η Επιχείρηση Υγειονομικών Υπηρεσιών της Παραγουάης (ESSAP). Ωστόσο, «συχνά υπάρχει κόκκινη άμμος μέσα του. Έχω δύο παιδιά, δεν υπάρχει περίπτωση να το πιουν, δεν είναι ασφαλές», εξηγεί η κυρία Μορέο. Συνεπώς ο λογαριασμός φουσκώνει. Παρά τον πενιχρό μισθό της ως μοδίστρα (το αντίστοιχο των 150 ευρώ μηνιαίως), η κυρία Μορέο προτιμά, όπως και πολλοί Παραγουανοί, να αγοράζει επιπλέον μεταλλικό νερό σε φιάλες των είκοσι λίτρων. Το νερό αυτό, εκατόν ογδόντα φορές πιο ακριβό, θεωρείται πιο ασφαλές, απαλλαγμένο δηλαδή από παθογόνα, σε αντίθεση με το «πόσιμο» νερό, το οποίο ενδέχεται να χρειαστεί επεξεργασία προτού καταστεί κατάλληλο προς πόσιν.

Οι υπόγειοι πόροι, που θεωρούνται καλύτερα προστατευμένοι απ’ ό,τι τα επιφανειακά ύδατα, υπόκεινται σε σποραδικούς ελέγχους. «Οι ελεγκτές πέρασαν εχθές… έρχονται μία φορά τον χρόνο», εξηγεί μια υπάλληλος της μικρής οικογενειακής επιχείρησης Santa Clara, που προμηθεύει το νερό στην κυρία Μορέο. «Τον υπόλοιπο καιρό πληρώνουμε ιδιωτικά εργαστήρια, προκειμένου να αξιολογήσουν την ποιότητά του», προσθέτει η συνάδελφός της. Ο ιδιώτης διανομέας, που βρίσκεται πολύ κοντά στο σπίτι της κυρίας Μορέο, αντλεί το νερό από μία γεώτρηση στον υδροφορέα Πατίνιο, έναν απέραντο υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα. Οι aguateras, που εμφανίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1980 παράλληλα με την πληθυσμιακή αύξηση και την εγκατάλειψη της υπαίθρου, κατέχουν πλέον το ένα τρίτο των εγκαταστάσεων διανομής της χώρας. Οι σπάνιοι έλεγχοι, κυρίως όμως η δωρεάν πρώτη ύλη, άνοιξαν την όρεξη σε περισσότερες από πεντακόσιες εταιρείες. Αυτές διανέμουν νερό που έχει υποβληθεί σε λίγες αναλύσεις (ή και σε καμία), στα μέρη όπου το δημόσιο δίκτυο αδυνατεί, δηλαδή στον νομό Σεντράλ, εκτός Ασουνσιόν, που αντιπροσωπεύει το 70% του πληθυσμού της χώρας. Μία κατάσταση που αποκαλύπτει το παραγουανό παράδοξο.

«Κανείς δεν θα έπρεπε να στερείται το ασφαλές, πόσιμο νερό στην Παραγουάη», λέει οργισμένος o υδρολόγος Ροχέρ Μόντε Ντομέκ. Με μια διαθεσιμότητα υδάτινων πόρων της τάξης των 67.000 κυβικών μέτρων ανά κάτοικο τον χρόνο (υπολογίζοντας μόνο τα επιφανειακά ύδατα), αρκετά ανώτερη του περιφερειακού μέσου όρου (22.000 κυβικά μέτρα), η Παραγουάη κατατάσσεται στην κορυφή μεταξύ των χωρών της ηπείρου, ξεπερνώντας τη Βενεζουέλα και τη Βραζιλία. Παρ’ όλα αυτά, «η πρόσβαση στο νερό παραμένει δύσκολη και άνισα κατανεμημένη, μεταξύ της άνυδρης περιοχής του Τσάκο στον Βορρά και του ανατολικού μέρους, όπου το νερό αφθονεί, μεταξύ των αγροτικών και των αστικών περιοχών ή μεταξύ των εύπορων και των υποβαθμισμένων συνοικιών», εξηγεί ο Μόντε Ντομέκ. Λόγω πλημμελούς διαχείρισης των πόρων, σχεδόν το ένα τέταρτο του πληθυσμού δεν έχει πάντα πρόσβαση σε νερό κατάλληλο για κατανάλωση. Επιπλέον, ο μισός πληθυσμός δεν είναι συνδεδεμένος με κανένα δίκτυο καθαρισμού.

JPEG - 151.8 kio
(κλικ για μεγέθυνση)

Πάνω από χίλια πηγάδια στον νομό Σεντράλ

«Υπάρχουν τόσοι διαμεσολαβητές στον τομέα αυτό που η αλυσίδα των ευθυνών έχει σπάσει. Σε περίπτωση προβλήματος ή καταγγελίας, ο ένας πετά το μπαλάκι στον άλλον», εξηγεί ο Γκιγιέρμο Ορτέγα, μέλος του ερευνητικού κέντρου Baseis. Ένας τεράστιος αριθμός δημόσιων οργανισμών εξασφαλίζει τη διαχείριση του νερού. Ενώ η ESSAP, ανώνυμη εταιρεία με κατά πλειοψηφία δημόσια κεφάλαια, το διανέμει στις πόλεις με πληθυσμό άνω των 500.000 κατοίκων, η Εθνική Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Εξυγίανσης (SENASA) είναι υπεύθυνη για τις πόλεις με λιγότερους από 10.000 κατοίκους με τις 250 «ταξιαρχίες νερού», πολίτες επιφορτισμένοι με την ομαλή λειτουργία των δικτύων καθαρισμού και διανομής. Πρόκειται για μια ιδιαιτερότητα της Παραγουάης, συχνά παρουσιαζόμενη ως πρότυπο διαχείρισης σε συνθήκες αδυναμίας δράσης των δημοσίων αρχών. Όμως, το δίκτυο δεν καλύπτει όλη την επικράτεια και «οι ταξιαρχίες, που συχνά υποτάσσονται στις πολιτικές λογικές κάθε δήμου, αντιμετωπίζουν υλικές και χρηματοδοτικές δυσκολίες, οι οποίες ανοίγουν διάπλατα τον δρόμο στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, ενώ ο σχετικός με τη διαχείριση των υδάτων νόμος του 2007, που ορίζει πως το νερό ανήκει στο κράτος, παραμένει σκονισμένος σε κάποιο συρτάρι του υπουργείου», συνοψίζει η ερευνήτρια Άνα Πορτίγιο (1).

Αν και υπάρχει αξιόπιστο σύστημα επεξεργασίας και συχνοί έλεγχοι του νερού του ποταμού Παραγουάι, που χρησιμοποιεί η ESSAP για να τροφοδοτήσει την Ασουνσιόν, «όλοι οι άλλοι διανομείς ανοίγουν ανενόχλητοι τα πηγάδια τους για να πουλήσουν ένα νερό το οποίο δεν αγοράζουν. Ελέγχονται μία φορά το τρίμηνο, στην καλύτερη περίπτωση. Και πάντοτε ως προς την ποιότητα, ποτέ ως προς τις αντλούμενες ποσότητες», συνεχίζει η Πορτίγιο. Ο νόμος του 2007, από την πλευρά του, επισημαίνει τη δυνατότητα να καθοριστεί μια τιμή και να επιβληθεί ένα όριο στις αντλούμενες ποσότητες. Ποτέ όμως αυτό δεν εκφράστηκε με κάποιον συγκεκριμένο αριθμό, συνεπώς ο νόμος παραμένει νεκρό γράμμα.

Στον νομό Σεντράλ, περισσότερα από χίλια πηγάδια βυθίζονται στα σπλάχνα της γης, σαν αόρατες καμινάδες χιλιάδων εργοστασίων. Επάνω από αυτό το απόθεμα υπογείων υδάτων του υδροφορέα Πατίνιο, που καλύπτει μια έκταση 1.773 τετραγωνικών χιλιομέτρων, έχουν συγκεντρωθεί δυόμισυ εκατομμύρια κάτοικοι, το ένα τρίτο του πληθυσμού. Εβδομήντα τοις εκατό των βιομηχανιών της χώρας έχουν εγκατασταθεί εδώ. Το υδροφόρο αυτό στρώμα, με μικρό βάθος, έχει χαρακτηριστεί «ανανεώσιμο», καθώς διαθέτει ικανότητα αναπλήρωσης χάρη στις συχνές στη χώρα βροχές. Ωστόσο, ο κύκλος του νερού έχει πλέον διαταραχθεί και η κατάσταση του αποθέματος αρχίζει να γίνεται κρίσιμη. Η τελευταία διαθέσιμη μελέτη, που εκπονήθηκε το 2007 από την ιαπωνική κοινοπραξία Chuo Kaihatsu Corporation (CKC) έδειξε ότι η ικανότητα ανατροφοδότησής του ήταν της τάξης των 175 δισεκατομμυρίων λίτρων νερού ετησίως, ενώ την ίδια χρονική περίοδο είχαν αντληθεί 249 δισεκατομμύρια λίτρα. Αυτό σημαίνει ένα αρνητικό ετήσιο υδατικό ισοζύγιο περίπου 74 δισεκατομμυρίων λίτρων (2). Σύμφωνα με τη SENASA, η στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα υποχωρεί κατά πενήντα εκατοστά τον χρόνο. Με αυτόν τον ρυθμό, είναι πιθανό η Ασουνσιόν να προστεθεί στον κατάλογο των απειλούμενων πόλεων της Νότιας Αμερικής, όπως είναι η πόλη του Μεξικό, όπου η υπεράντληση των υπογείων υδάτων απειλεί τα εδάφη με καθίζηση.

«Αντλούμε επτά χιλιάδες λίτρα νερού την ώρα», δηλώνει ο Μπλας Τσαμόρρο, υψώνοντας υπερβολικά τη φωνή του, σαν να ήθελε να υπογραμμίσει κάποιο κατόρθωμα. Κάτι που δεν θα αφήσει άναυδο τον επισκέπτη αυτής της χώρας όπου ο «γαλάζιος χρυσός» αφθονεί, καθώς το γεγονός επιβεβαιώνει η έντονη οσμή μαζούτ που αναδύεται από τις αντλίες πίσω του. Ντυμένο πολύ απλά, το αφεντικό αυτού του πρατηρίου καυσίμων στη Λούκε, σε απόσταση μίας ώρας από την Ασουνσιόν, εδώ και λίγα χρόνια έχει διευρύνει τις δραστηριότητές του. Πουλά νερό σε φιάλες των είκοσι λίτρων. Είναι και γενναιόδωρος, προτείνει στους πελάτες του ένα «δωρεάν ντους» για το αυτοκίνητό τους, για κάθε γέμισμα αξίας 50.000 γκουαρανί (7 ευρώ). «Έχουμε νερό: δεν υπάρχει λόγος να μην επωφεληθούμε από αυτό! Εμείς το πουλάμε», υποστηρίζει, δείχνοντας με το δάχτυλό του το πηγάδι που έχει ανοιχτεί πενήντα μέτρα από εκεί. Παρόμοιες καταστάσεις δεν είναι σπάνιες στην Παραγουάη. Το νερό, δωρεάν και εύκολα προσβάσιμο, χρησιμεύει σαν συμπλήρωμα μισθού. Μολαταύτα, στην περιοχή αυτή βρίσκει κανείς έναν μεγάλο αριθμό πρατηρίων καυσίμων, και η διάβρωση των δεξαμενών επηρεάζει τον υδάτινο πόρο. Τον Φεβρουάριο του 2017, μία μελέτη του Εθνικού Πανεπιστημίου της Ασουνσιόν επεσήμαινε ότι από τα 90 πηγάδια, από τα οποία έγινε η δειγματοληψία και βρίσκονταν σε ακτίνα 1.000 μέτρων γύρω από τα πρατήρια καυσίμων, το 44% περιείχε MTBE, ένα πρόσθετο της βενζίνης.

Υδάτινα αποθέματα αφανίζονται από την εντατική γεωργία

«Η εκτίναξη των πωλήσεων εμφιαλωμένου νερού σημειώθηκε τη δεκαετία του 1990. Το νερό αυτό θεωρήθηκε ασφαλέστερο ενόσω η χώρα μαστιζόταν από επιδημία χολέρας», εξηγεί η Πορτίγιο. Την περίοδο εκείνη τα εμφιαλωτήρια νερού που ήταν εγκατεστημένα στις όχθες του ποταμού Παραγουάι αναγκάστηκαν να μετακομίσουν μακριά από αυτές, καθώς η επεξεργασία του νερού των ποταμών γινόταν υπερβολικά ακριβή. «Σήμερα, εκείνο που φοβίζει τον κόσμο είναι η ρύπανση του υδροφόρου ορίζοντα», προσθέτει η ερευνήτρια. Επίπεδο νιτρικών περισσότερο από δυόμισι φορές ανώτερο του μέσου όρου, τοξικά κατάλοιπα βιομηχανικών προϊόντων, παρουσία κολοβακτηριδίων, σχετιζόμενη με ελαττώματα των δικτύων συλλογής κι επεξεργασίας λυμάτων… Επί δέκα χρόνια «βρέχει» μελέτες σχετικές με την κατάσταση προχωρημένης μόλυνσης του υδροφορέα Πατίνιο. Και η βιομηχανία εμφιαλωμένου νερού ξέρει πώς να επωφεληθεί από το κλίμα γενικευμένης καχυποψίας. Στα σουπερμάρκετ, τα ράφια με τα εμφιαλωμένα νερά είναι πλέον ατελείωτα και τα δισεκατομμύρια λίτρα που αντλούνται από τον υδροφορέα, αφού περάσουν από το στάδιο της επεξεργασίας και της εμφιάλωσης, πωλούνται πανάκριβα. Ενώ το εμπορικό επιχείρημα των βιομηχάνων, δέκα χρόνια πριν, στηριζόταν στο γεγονός ότι αντλούσαν απευθείας «καθαρό νερό από τον υδροφορέα», αυτό που τονίζουν πλέον είναι η «ποιότητα της επεξεργασίας». Ο πληθυσμός κρίνει πως το δημόσιο δίκτυο είναι ελάχιστα αξιόπιστο, και οι επαναλαμβανόμενες προειδοποιήσεις από τις υγειονομικές αρχές σχετικά με την τοξικολογική κατάσταση του υδροφόρου στρώματος ευνοούν τις μεγάλες μάρκες μεταλλικού νερού.

Αυτό το μάννα εξ’ ουρανού δεν γλίτωσε ούτε από τον όμιλο Coca-Cola, μέσω του εμπορικού της σήματος Dasani (πάνω από το 40% της αγοράς) ούτε από τον όμιλο Cartes –ο οποίος ανήκει στην οικογένεια του Οράσιο Κάρτες, προέδρου της χώρας μεταξύ 2013 και 2018– μέσω του εμπορικού της σήματος La Fuente. Πλέον αυτών, στο σχετικό μητρώο περιλαμβάνονται περισσότερα από εκατόν πενήντα εμπορικά σήματα. Εξαιρετικά επικερδής επιχειρηματική δραστηριότητα: μεταξύ 2016 και 2017, το εμπορικό επιμελητήριο μεταλλικών νερών της Παραγουάης (CAPAM) κατέγραψε μια μέση αύξηση της τάξης του 20% στον κύκλο εργασιών ενός κλάδου που είχε ήδη κέρδος περίπου 61,9 εκατομμύρια δολάρια (59 εκατομμύρια ευρώ) το 2016. Μολαταύτα, ένας άγνωστος αριθμός πρόσφατα ανοιγμένων πηγαδιών λειτουργεί χωρίς καμία μορφή ελέγχου του εφαρμοζόμενου τρόπου επεξεργασίας… Τον Νοέμβριο του 2017, το Εθνικό Ίδρυμα Τροφίμων και Διατροφής (ΙΝΑΝ) εντόπισε είκοσι έξι μάρκες που «δεν εμφανίζονται, ως όφειλαν, στο υγειονομικό αρχείο».

Ωστόσο, στην Παραγουάη, όπως και στην υπόλοιπη Νότια Αμερική, η γεωργική δραστηριότητα είναι εκείνη που ασκεί τη μεγαλύτερη πίεση στα υδάτινα αποθέματα. Ενώ η οικιακή χρήση αντιπροσωπεύει μόνο το 15% της κατανάλωσης και η βιομηχανία το 6%, η παραγωγή τροφής και η εντατική καλλιέργεια, κυρίως της σόγιας, απορροφούν το 79% του νερού, κατά την Aquastat, τη στατιστική υπηρεσία της Οργάνωσης Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO). Η ποσότητα του «εικονικού ύδατος» που χρησιμοποιείται στην Παραγουάη, δηλαδή η αναγκαία ποσότητα νερού για την παραγωγή τροφής, προκαλεί ίλιγγο. Αριθμητική του υδροφόρου ορίζοντα: εάν η παραγωγή ενός κιλού σόγιας –της οποίας η χώρα είναι ο τέταρτος παγκόσμιος εξαγωγέας– απορροφά έως 1.800 λίτρα νερού, ποιος ήταν ο απαιτούμενος όγκος για τη σοδειά-ρεκόρ των 10,6 εκατομμυρίων τόνων, μεταξύ 2016 και 2017; Περί τα 20 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα, δηλαδή τα δύο τρίτα της μέσης ετήσιας κατανάλωσης νερού από τους Γάλλους (33 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα τον χρόνο). Και ο FAO προβλέπει πως, για να τραφεί ένας παγκόσμιος πληθυσμός που εκτιμάται πως θα ανέρχεται στα 8,6 δισεκατομμύρια το 2050, η γεωργική παραγωγή οφείλει να αυξηθεί κατά 60%…

Οδηγώντας στους γεμάτους λακκούβες δρόμους που οδηγούν στην κοινότητα Γκουαόβι, το όχημά μας περνά δίπλα από χιλιάδες στρέμματα φυτειών σόγιας, που φυτρώνει κάτω από έναν καυτό ήλιο. Βρισκόμαστε στο διαμέρισμα Κααγουασού, περίπου εκατό χιλιόμετρα από τα σύνορα με τη Βραζιλία. Μια γη χωρίς σκιά. Πρέπει να βάλουμε τη φαντασία μας να δουλέψει διπλά προκειμένου να οραματιστούμε το τροπικό δάσος που ορθωνόταν μέχρι τα μέσα του εικοστού αιώνα στην ανατολική πλευρά της Παραγουάης. Βρισκόμαστε σε μία από τις σπάνιες «ζώνες αναπλήρωσης» του υδροφορέα Γκουαρανί, ενός από τους μεγαλύτερους υδροφόρους ορίζοντες γλυκού νερού του πλανήτη, στο υπέδαφος της Παραγουάης, της Βραζιλίας, της Ουρουγουάης και της Αργεντινής. Το νερό της βροχής εισδύει στο έδαφος και επιτρέπει την αναπλήρωσή του. Ένα ειδυλλιακό σενάριο; Όχι και τόσο. H καλπάζουσα αποψίλωση (3.700.000 στρέμματα ετησίως) προκαλεί διάβρωση των εδαφών και η βροχή παρασύρει μαζί της φυτοφάρμακα και τοξικά γεωργικά προϊόντα. Ένας κιτρινωπός αφρός χτυπά πλέον τις όχθες της εντυπωσιακής λίμνης Ιγουασού, αυτού του ταμιευτήρα που σχημάτισε η κατασκευή του ομώνυμου φράγματος.

«Τα ψάρια πεθαίνουν στα ποτάμια της περιοχής. Όλα καταστρέφονται», λέει με παράπονο η Λέριδα Χιμένες, μέλος της κοινότητας. Αυτή την εποχή, τέλος καλοκαιριού, οι συγκομιδές και οι σπορές χρειάζονται δύο ψεκασμούς την ημέρα. «Κάθε τόσο τα παιδιά μας αρρωσταίνουν, πίνοντας το νερό του πηγαδιού. Αλλά δεν έχουμε επιλογή». Επάνω σε ένα λευκό σεντόνι στεγνώνει καλαμπόκι. Με προσοχή σκοινοβάτη φέρνει στο τραπέζι τη γεμάτη κανάτα. «Θέλουν να μας διώξουν από τη γη μας και να μας στερήσουν το νερό μας», λέει αποφασιστικά η κυρία Χιμένες. Χωρίς καουμπόηδες με τσιγάρο σφηνωμένο ανάμεσα στα δόντια ούτε άμαξες φορτωμένες μεταλλεύματα, μια νέα κατάκτηση βρίσκεται σε εξέλιξη σ’ αυτή την εύφορη γη, με λάφυρα το έδαφος και το νερό. Αλληλοεπικαλυπτόμενοι τίτλοι ιδιοκτησίας τροφοδοτούν τη σύγκρουση μεταξύ των μεγαλοκτηματιών της σόγιας και των μικρών ντόπιων αγροτών (3). Η νεαρή γυναίκα, με το βλέμμα βυθισμένο σ’ αυτή την κόκκινη γη, περιγράφει ένα κλίμα γουέστερν: «Κάθε φορά που μας διώχνουν, όχι μόνο καταστρέφουν τις καλλιέργειες και τους σπόρους μας, αλλά δηλητηριάζουν και τα πηγάδια μας με τα τοξικά τους απόβλητα, για να μας αποθαρρύνουν να ξαναγυρίσουμε. Αλλά ξαναγυρίζουμε. Είναι ο τόπος μας, εδώ!» Για τους Γκουαόβι, όπως και για τις άλλες τοπικές κοινότητες, η γη και το νερό αποτελούν μόνιμη αφορμή πολέμου. Πολλοί από αυτούς, αγρότες χωρίς γη και νερό πλέον, έχουν ήδη τροφοδοτήσει τις στρατιές των εξαθλιωμένων που ζουν στα μεγάλα αστικά κέντρα. Οι υπόλοιποι αντιστέκονται.

(1Πρβλ. Guillermo Ortega και Ana Portillo, «El agua: ¿bien comúno mercancía?», Base Investigaciones Sociales, Ασουνσιόν, 2015.

(2Arístides Ortiz Duarte, «189 mil millones de litros de agua anual será el balance negativo del Acuífero Patiño para el 2020», «E’a», Ασουνσιόν, 17 Ιανουαρίου 2017.

(3Βλ. Maurice Lemoine, «Le Paraguay dévoré par le soja», «Le Monde diplomatique», Ιανουάριος 2014.

[ΠΙΝΑΚΑΣ]

Το νερό με αριθμούς

Γλυκό νερό στον κόσμο: 2,8% του συνολικού όγκου νερού στη γη.

Κατανομή του γλυκού νερού: 69,7% συγκεντρώνεται στους παγετώνες, 30% στους υδροφορείς, 0,3% στα επιφανειακά ύδατα (λίμνες, ποτάμια). Οκτώ από τους τριάντα επτά σημαντικότερους υδροφορείς ήδη τελούν σε καθεστώς υπερεκμετάλλευσης και στερούνται κάθε δυνατότητας ανανέωσης.

1,7 δισεκατομμύρια άνθρωποι

μένουν σε λεκανοπέδια όπου η χρήση νερού είναι μεγαλύτερη από τη διατιθέμενη ποσότητα ή από την ικανότητα ανανέωσης. Ο ΟΗΕ προβλέπει ότι, ακολουθώντας αυτόν τον ρυθμό, έως το 2025 ο μισός πληθυσμός θα βρεθεί να ζει σε συνθήκες λειψυδρίας (λιγότερα από 1.700 κυβικά μέτρα ανά κάτοικο και ετησίως).

Η Ευρώπη

διαθέτει το 8% του γλυκού νερού και συγκεντρώνει το 13% του παγκόσμιου πληθυσμού.

Η Νότια Αμερική, η οποία εμφανίζεται ανάμεσα στις καλύτερα εφοδιασμένες περιοχές, διαθέτει το 28% των υδάτινων πόρων και φιλοξενεί το 6% του παγκόσμιου πληθυσμού. Η Λίμα (Περού) και το Ρίο ντε Τζανέιρο (Βραζιλία) εμφανίζονται στον κατάλογο των είκοσι μεγαλουπόλεων οι οποίες υποφέρουν από λειψυδρία ή διατρέχουν αυτόν τον κίνδυνο.

Πηγές: Παγκόσμια Τράπεζα, Κέντρο Πληροφόρησης για το Νερό, Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών και Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια.

Μοιραστείτε το άρθρο