Η προσέγγιση της Ευρώπης με την Ινδία, περιγράφεται σε μερικές από τις βασικές αλλαγές που διαμορφώνουν την Ινδία τα τελευταία χρόνια. Τεκμηριώνει τα σημαντικά επιτεύγματα που έχει σημειώσει η Ινδία στην αντιμετώπιση ορισμένων από τις παραδοσιακές αδυναμίες της και προσδιορίζει το νέο είδος προκλήσεων που αντιμετωπίζει τώρα η Ινδία. Μια αποτελεσματική πολιτική προσέγγιση της ΕΕ πρέπει να αναγνωρίζει αυτές τις νέες πραγματικότητες και όχι να εγκλωβίζεται σε μια άποψη της Ινδίας του παρελθόντος.
Οι σχέσεις Ινδίας-ΕΕ χρονολογούνται από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, με την Ινδία να είναι μεταξύ των πρώτων χωρών που σύναψαν διπλωματικές σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Ιστορικά η συμφωνία συνεργασίας που υπογράφηκε το 1994 σφράγισε τη συνεργασία στο εμπόριο και την οικονομία. Στην 5η σύνοδο κορυφής Ινδίας-ΕΕ στη Χάγη το 2004, η σχέση αναβαθμίστηκε σε «στρατηγική εταιρική σχέση». Τα δύο μέρη υιοθέτησαν κοινό σχέδιο δράσης για το 2005 (το οποίο αναθεωρήθηκε το 2008), που προέβλεπε την ενίσχυση του διαλόγου και μηχανισμούς διαβούλευσης στον πολιτικό και οικονομικό τομέα, ενίσχυση του εμπορίου και των επενδύσεων και προσέγγιση λαών και πολιτισμών.
Η πρώτη σύνοδος κορυφής Ινδίας-ΕΕ πραγματοποιήθηκε στη Λισσαβόνα τον Ιούνιο του 2000 και σηματοδότησε μια καμπή στην εξέλιξη της σχέσης. Στη συνέχεια, η 12η Σύνοδος Κορυφής ήταν η πρώτη που πραγματοποιήθηκε στην Ινδία μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας. Πρωθυπουργός ήταν o Μανμοχάν Σινγκ ο οποίος ηγήθηκε της ινδικής αντιπροσωπείας, ενώ η ΕΕ εκπροσωπήθηκε από τους Χέρμαν βαν Ρομπέι, Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, και Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Οικονομική στρατηγική συμμαχία στις μέρες μας
Η Ινδία συγκαταλέγεται μεταξύ των ταχύτερα αναπτυσσόμενων μεγάλων οικονομιών στον κόσμο και αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην παγκόσμια οικονομική διακυβέρνηση. Είναι ήδη σημαντικός εμπορικός και επενδυτικός εταίρος για την ΕΕ και θα μπορούσε να έχει σημαντικό περαιτέρω δυναμικό. Αντιπροσωπεύει μια ευμεγέθη και δυναμική αγορά, με ετήσιο προβλεπόμενο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ άνω του 8% σύμφωνα με το ΔΝΤ, γεγονός που θα την καθιστούσε την ταχύτερα αναπτυσσόμενη αναδυόμενη οικονομία.
Σήμερα, η ΕΕ είναι ο τρίτος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ινδίας, αντιπροσωπεύοντας εμπόριο αγαθών αξίας 88 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2021 ή το 10,8 % του συνολικού ινδικού εμπορίου, μετά τις ΗΠΑ (11,6 %) και την Κίνα (11,4 %). Η ΕΕ είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προορισμός για τις ινδικές εξαγωγές (14,9 % του συνόλου) μετά τις ΗΠΑ (18,1 %), ενώ η Κίνα κατέχει μόλις την τέταρτη θέση (5,8 %).
Η Ινδία είναι ο 10ος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ, αντιπροσωπεύοντας το 2,1 % του συνολικού εμπορίου αγαθών της ΕΕ το 2021, πολύ πίσω από την Κίνα (16,2 %), τις ΗΠΑ (14,7 %) ή το Ηνωμένο Βασίλειο (10 %). Το εμπόριο αγαθών μεταξύ της ΕΕ και της Ινδίας αυξήθηκε κατά περίπου 30% την τελευταία δεκαετία. Το εμπόριο υπηρεσιών μεταξύ της ΕΕ και της Ινδίας ανήλθε σε 30,4 δισεκατομμύρια ευρώ το 2020.
Το μερίδιο της ΕΕ στο απόθεμα ξένων επενδύσεων στην Ινδία ανήλθε σε 87,3 δισεκατομμύρια ευρώ το 2020, από 63,7 δισεκατομμύρια ευρώ το 2017, καθιστώντας την ΕΕ κορυφαίο ξένο επενδυτή στην Ινδία. Είναι σημαντικό, αλλά πολύ χαμηλότερο από τα αποθέματα ξένων επενδύσεων της ΕΕ στην Κίνα (201,2 δισ. ευρώ) ή στη Βραζιλία (263,4 δισ. ευρώ).
Περίπου 6.000 ευρωπαϊκές εταιρείες είναι παρούσες στην Ινδία, παρέχοντας άμεσα 1,7 εκατομμύρια θέσεις εργασίας και έμμεσα 5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε ένα ευρύ φάσμα τομέων.
Ωστόσο, επί του παρόντος, το εμπορικό καθεστώς και το ρυθμιστικό περιβάλλον της Ινδίας παραμένουν σχετικά περιοριστικά. Οι τεχνικοί φραγμοί στο εμπόριο (ΤΕΕ), τα υγειονομικά και φυτοϋγειονομικά μέτρα (ΥΦΠ), η απόκλιση από τα διεθνώς συμφωνημένα πρότυπα, καθώς και οι διακρίσεις βάσει νομοθετικών ή διοικητικών μέτρων της Ινδίας, επηρεάζουν ευρύ φάσμα τομέων, συμπεριλαμβανομένων των αγαθών, των υπηρεσιών, των δημόσιων συμβάσεων και των επενδύσεων.
Ενεργειακές συνεργασίες
Τι σημαίνει για την Ευρώπη να έχει μερίδιο στην επιτυχία της Ινδίας; Μια Ινδία που αξιοποιεί τις δυνατότητές της είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης. Μια οικονομικά επιτυχημένη Ινδία θα αποτελέσει σταθεροποιητικό παράγοντα σε έναν κατακερματισμένο γεωπολιτικό κόσμο και εναλλακτικό προμηθευτή πολλών αγαθών και υπηρεσιών. Μια Ινδία που αυξάνει τον εφοδιασμό της με οικονομικά προσιτή ενέργεια μειώνοντας παράλληλα το αποτύπωμα CO2 θα αποτελέσει κρίσιμο πυλώνα οποιασδήποτε παγκόσμιας στρατηγικής για την υλοποίηση των δεσμεύσεών της στην COP26. Τελικά, μια αναπτυσσόμενη Ινδία θα διαδραματίσει επίσης αυξανόμενο ρόλο ως αγορά.
Τον περασμένο Σεπτέμβρη η Ευρωπαία Επίτροπος Ενέργειας, κα Κάντρι Σίμσον, και ο κ. Ρ. Κ. Σινγκ, Υπουργός Ενέργειας και Νέων και Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, εγκαινίασαν το Πρώτο Φόρουμ Πράσινου Υδρογόνου ΕΕ-Ινδίας. Η εκδήλωση διοργανώθηκε από κοινού από την Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Ινδικό Υπουργείο, σε στενή συνεργασία με τη Συνομοσπονδία Ινδικής Βιομηχανίας (CII) και την Hydrogen Europe.
Το φόρουμ χρησίμευσε ως πλατφόρμα για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών, πλαισίων πολιτικής και τεχνολογιών παραγωγής και εφαρμογής για το ανανεώσιμο υδρογόνο, καθώς και ευκαιριών για συνεργασία ΕΕ-Ινδίας στον τομέα αυτό. Το φόρουμ εξέτασε επίσης τις δυνατότητες του διεθνούς εμπορίου υδρογόνου, τον ρόλο των διεθνών προτύπων, συμπεριλαμβανομένων των βιώσιμων μεταφορών, τις νομικές απαιτήσεις για την πιστοποίηση του ανανεώσιμου υδρογόνου και την έρευνα και καινοτομία. Στην εκδήλωση συμμετείχαν επιχειρήσεις ΕΕ-Ινδίας για να συζητήσουν πιθανά κοινά έργα για το υδρογόνο.
Η εκδήλωση χαρακτηρίστηκε από ισχυρή συμμετοχή της ευρωπαϊκής και ινδικής επιχειρηματικής κοινότητας. Ο κ. Βινίτ Μιτάλ, συμπρόεδρος του CII Συμβουλίου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και ο κ. Γιώργος Χατζημαρκάκης, Διευθύνων Σύμβουλος της Hydrogen Europe τόνισαν τη σημασία του υδρογόνου για την επίτευξη των κλιματικά ουδέτερων σχεδίων της ΕΕ και της Ινδίας και στις παγκόσμιες προσπάθειες μετριασμού της κλιματικής αλλαγής.
Τόνισαν ότι, για να απαλλαγούμε από τις ανθρακούχες εκπομπές των οικονομιών μας, θα πρέπει να αναπτύξουμε κατά την επόμενη δεκαετία μια βιώσιμη αλυσίδα εφοδιασμού για ασφαλές και καθαρό υδρογόνο. Η συνεργασία ΕΕ-Ινδίας μπορεί να είναι ζωτικής σημασίας για την επιτάχυνση αυτής της μετάβασης.
Στη συνέχεια, η παρθενική έκδοση του κονκλάβιου CII India Europe Business &Sustainability πραγματοποιήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου - 1 Μαρτίου 2023 σε συνεργασία με το Υπουργείο Εξωτερικών της Κυβέρνησης της Ινδίας. Φιλοδοξεί ν’ αποτελέσει μία από τις μεγαλύτερες συναθροίσεις ανώτερων υπουργών, υπευθύνων χάραξης πολιτικής και επιχειρηματικών ηγετών από ευρωπαϊκές χώρες και την Ινδία, σε όλους τους τομείς.
Η Ινδία αναμένεται να είναι η μόνη μεγάλη οικονομία που θα συνεχίσει να αναπτύσσεται στο άμεσο μέλλον. Όσον αφορά την πράσινη μετάβαση, η καθαρή ενέργεια είναι το κλειδί για την εταιρική σχέση Ινδίας-ΕΕ. Η προώθηση της πράσινης χρηματοδότησης θα μπορούσε να οδηγήσει σε μακροπρόθεσμα αποτελέσματα.
Ωστόσο παρά τους λόγους για τους οποίους η Ινδία θεωρείται ζωτικής σημασίας για το μέλλον της Ευρώπης, πολλές φορές, το σημείο εκκίνησης στους ευρωπαϊκούς πολιτικούς κύκλους εξακολουθεί να κυριαρχείται από την Ινδία του παρελθόντος. Η εικόνα της χώρας κυριαρχείται ακόμα από στερεότυπα φτώχειας, αδύναμων υποδομών, ενεργειακών συστημάτων με βάση τον άνθρακα, κυβερνητικών κανονισμών που στραγγαλίζουν τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, εμπορικών φραγμών, επισιτιστικής ανασφάλειας όπως και πλεονεκτημάτων στις υπηρεσίες πληροφορικής back-office αλλά λίγες σύγχρονες ευκαιρίες αλλού.
Μία από τις βασικές εταιρικές σχέσεις που θα πρέπει να ενισχύσει η Ευρώπη θα πρέπει να είναι είναι αυτή με την Ινδία: η χώρα είναι ήδη η πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο και είναι έτοιμη να ξεπεράσει τη Γερμανία και την Ιαπωνία εντός της δεκαετίας που διανύουμε για να γίνει τρίτη πίσω από τις ΗΠΑ και την Κίνα. Και είναι ένας κρίσιμος εταίρος για την επίτευξη ορισμένων από τις στρατηγικές προτεραιότητες της Ευρώπης.
Πρώτον, η Ινδία έχει ένα μεγάλο και αυξανόμενο εργατικό δυναμικό για να αναδειχθεί ως ένας από τους μελλοντικούς εναλλακτικούς προμηθευτές κατασκευαστικών αγαθών, μειώνοντας την παγκόσμια (και την ευρωπαϊκή) εξάρτηση από την Κίνα. Δεύτερον, έχει ταχέως αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες και, ως εκ τούτου, πρέπει να αποτελεί μέρος οποιασδήποτε ρεαλιστικής λύσης στην παγκόσμια κλιματική πρόκληση. Τέλος, είναι –ως η πολυπληθέστερη δημοκρατία στον κόσμο στην καρδιά της ανερχόμενης περιοχής του Ινδο-Ειρηνικού– ένας κρίσιμος σταθεροποιητικός παράγοντας σε ένα ολοένα και πιο εύθραυστο γεωπολιτικό σύστημα.