Η έγκυρη θεωρία, περί νομισματικών ζωνών (Ρόμπερτ Μέντελ 1961), επιβεβαιώθηκε και στην περίπτωση της ευρωπαϊκής ΟΝΕ και του Ευρώ. Σύμφωνα με την εν λόγω θεωρία, η διατήρηση της βιωσιμότητας μιας νομισματικής ζώνης (εν προκειμένω της Ευρωζώνης), επιβάλλει συγκεκριμένες διαρθρωτικές επιλογές.
• Κινητικότητα του κεφαλαίου και της εργασίας
• Ύπαρξη δυνατότητας μεταφοράς πόρων (Προϋπολογισμός) για την οικονομική ενίσχυση περιοχών που δέχονται υφεσιακές εντάσεις και αντιμετωπίζουν μη συμμετρικά κατανεμημένες επιπτώσεις (Asymmetric Shocks).
Τα μέτρα αυτά έχουν άλλωστε επιβεβαιωθεί από την μακρόχρονη εμπειρία της λειτουργίας του Αμερικανικού ομοσπονδιακού εγχειρήματος και για αυτό αποτελούν σήμερα τη βάση των οικονομικών λειτουργιών των ομόσπονδων πολιτειών των ΗΠΑ.
Οι συνθήκες στην Ευρωζώνη.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς οικονομολόγος για να αντιληφθεί ότι η Ευρωζώνη δεν πληροί τις προαναφερθείσες προϋποθέσεις. Υπάρχουν ουσιώδεις διαρθρωτικές διαφορές ανάμεσα στις οικονομίες, στις δομές και στα επιτόκια των κρατών- μελών της. Η εφαρμογή του κοινού νομίσματος, επέβαλλε, ως γνωστόν, στις χώρες της Ευρωζώνης την κατάργηση της ανεξαρτησίας τους στη χάραξη νομισματικής πολιτικής και στον καθορισμό των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Οι αδύναμες ευρωπαϊκές οικονομίες που εμφάνιζαν χαμηλή παραγωγικότητα, έπρεπε να αναζητήσουν άλλους τρόπους για να διορθώσουν την ανταγωνιστικότητά τους, προκειμένου να διατηρήσουν ενιαία και ανταγωνιστική τη νομισματική ζώνη του ευρώ, ενώ παρέμειναν ταυτόχρονα εκτεθειμένες στα εξωτερικά ελλείμματά τους, και στις τεράστιες ανάγκες διαρθρωτικών προσαρμογών που απαιτούσε η ένταξή τους σε ένα ατελές και ανομοιόμορφο ανταγωνιστικό πεδίο, όπως ήταν η ΟΝΕ.
• Η κινητικότητα των εργαζομένων ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης ήταν και είναι ελάχιστη έως ανύπαρκτη, ενώ δεν διευκολύνεται από τη γλωσσική πολυμορφία και τις εθνικές ιδιομορφίες των κρατών μελών της.
• Η Ένωση, κυρίως μετά τη διεύρυνση, παρουσιάζει θεσμική δυσκαμψία στα ζητήματα εναρμόνισης των δημοσιονομικών πολιτικών, καθώς και χαμηλούς ρυθμούς οικονομικής σύγκλισης και προσαρμογής.
• Τα κράτη- μέλη προβάλουν σθεναρές αντιστάσεις σε οποιαδήποτε πρόταση για την αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού (σήμερα είναι το 1,2% του κοινοτικού ΑΕΠ) ώστε να καταστεί δυνατή η μεταφορά κρατικών κονδυλίων(fiscal transfers).
Σύστημα Σταθερότητας, Σύγκλισης και Ανάπτυξης πριν και μετά την ΟΝΕ
Για να καλυφθεί το μεγάλο θεσμικό έλλειμμα της Ένωσης, που όλοι γνώριζαν, έγιναν προσαρμογές και συγκλίσεις πριν και μετά την εφαρμογή του κοινού νομίσματος, όσες βεβαίως επέτρεπε η θεωρία των μικρών βημάτων που συναποφάσισαν και εφάρμοσαν οι διαχειριστές του πρωτότυπου Ενωσιακού εγχειρήματος. Πριν από την υλοποίηση της ΟΝΕ, διαμορφώθηκαν και εφαρμόστηκαν σειρά προγραμμάτων σύγκλισης και προσαρμογής των διαρθρωτικών, περιφερειακών, κοινωνικών και γεωργικών ανισοτήτων. Φυσικά τα βήματα «εταιρικής διαχείρισης» που έγιναν στην Ένωση, ήταν ανεπαρκή με κορυφαίο το έλλειμμα μηχανισμών στήριξης του κοινού νομίσματος και της ΟΝΕ. Υποτιμήθηκε η επερχόμενη καταλυτική παρέμβαση του πανίσχυρου διεθνούς χρηματοπιστωτικού λόμπυ στις εξελίξεις μετάλλαξης της παγκόσμιας οικονομίας, υπερτιμήθηκαν οι αποφάσεις του Μάαστριχτ και του Άμστερνταμ για την προστασία της ΟΝΕ, δεν συνυπολογίστηκαν τα ιδιαίτερα οικονομικά προβλήματα και οι σοβαρές διαρθρωτικές ανισότητες των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας και των χωρών του ευρωπαϊκού βορά. Οι οικονομικές επιπτώσεις της θεσμικής ανεπάρκειας της ΟΝΕ διαγράφονται τώρα καθαρά στον ορίζοντα. Το ενιαίο νόμισμα έχει από τη μία λειτουργήσει προς όφελος τόσο των Ευρωπαίων καταναλωτών όσο και των ευρωπαϊκών οικονομιών, αλλά από την άλλη εγκυμονεί, σε συνθήκες κρίσης, σοβαρούς κινδύνους διάλυσης της ΟΝΕ.
Διαχείριση της κρίση χρέους της Ένωσης
Όταν ενέσκηψε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, η αδύναμη υποδομή της ΟΝΕ άρχισε να κλονίζεται. Η περίφημη σταθερότητά της, μέσω της τυπικής δημοσιονομικής εποπτείας και της εφαρμογής του αυθαίρετου και αναποτελεσματικού στην αντιμετώπιση υφεσιακών εντάσεων, «Σύμφωνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης» δοκιμάστηκε και απέτυχε. Η ενεργοποίηση, του μηχανισμού έγκαιρης αντιμετώπισης των δημοσιονομικών προβλημάτων σε βάρος ενός κράτους-μέλους, που τα ελλείμματά του υπερέβαιναν σε συνθήκες κρίσης το 3%, όχι μόνο δεν λειτούργησε αλλά έπληξε βαρύτατα την αξιοπιστία του Συμφώνου Σταθερότητας και το κύρος διαχείρισης της ΟΝΕ. Οι περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης μη εξαιρουμένης και της πανίσχυρης Γερμανίας έχουν υπερβεί το όριο του ελλείμματος 3%. Το Σύμφωνο αυτό και τα μέτρα που επιχειρούνται να ληφθούν για την υποτιθέμενη περεταίρω θωράκισή του, όπως έδειξαν οι πρόσφατες εξελίξεις στην Ευρωζώνη, τείνει να αποσταθεροποιήσει στο σύνολό του το Ενωσιακό οικοδόμημα. Οι πολιτικές που ασκούνται από το γαλλογερμανικό άξονα, στις σημερινές συνθήκες της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης, έτσι όπως αυτή εξελίχθηκε με ευθύνες των ισχυρών αλλά και των αδύναμων χωρών της Ένωσης, οδηγούν την ΟΝΕ στην κατάρρευση και στη ριζική αλλαγή του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση. Οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου, ωθούνται σε συνθήκες εξαθλίωσης. Πολλά κράτη -η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ισπανία...- βρίσκονται τώρα βαρύτατα χρεωμένα και εξουθενωμένα και δέχονται κερδοσκοπικές επιθέσεις από τους χρηματοπιστωτικούς παράγοντες (τράπεζες, κερδοσκόπους κ.λπ.) που ήταν υπεύθυνοι για την κρίση και στους οποίους τα κράτη είχαν συνεισφέρει πόρους για να τους διασώσουν από τη χρεοκοπία. Κράτη αναγκασμένα επιπλέον να επιβάλουν δραστικά προγράμματα δημοσιονομικής αυστηρότητας στους πολίτες τους προκειμένου να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις των κερδοσκόπων. Κάτι που εξοργίζει εκατομμύρια ευρωπαίους μισθωτού, συνταξιούχους και αυτοαπασχολούμενους. Αντί να εφαρμόζονται πολιτικές οικονομικής αλληλεγγύης και αντιμετώπισης των υπαρκτών πλέον διαρθρωτικών αδυναμιών των χωρών αυτών, εφαρμόζονται δανεικά πακέτα «διάσωσης», για την κάλυψη της αποπληρωμής των δημοσιονομικών ελλειμμάτων τους(κυρίως για να διασφαλιστούν τα δάνεια των τραπεζών) εκτινάσσοντας τα χρέη των ελλειμματικών χωρών στα ύψη. Προτείνονται πιεστικά και με τη συμβολή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που βρήκε την ευκαιρία να διεισδύσει στην Ε.Ε, προγράμματα αυστηρής λιτότητας και εξωπραγματικές περικοπές δημόσιων δαπανών , που όχι μόνο δεν οδηγούν σε ανάκαμψη, αλλά βυθίζουν τις οικονομίες των αδύναμων χωρών σε συνθήκες αυτοτροφοδοτούμενης ύφεσης. Καλλιεργείται ένα κλίμα τιμωρίας και απομόνωσης των ελλειμματικών χωρών καθώς και ανάλογο κλίμα «προστασίας» και απαλλαγής των λοιπών εύρωστων χωρών από πρόσθετες επιβαρύνσεις, ενώ προωθούνται, σκληρές και αδιέξοδες στην ουσία κυρώσεις εις βάρος των αδυνάτων. Η ΟΝΕ από μοχλός σύγκλισης και προσαρμογής των οικονομιών έχει μετατραπεί σε θηλιά στο λαιμό τους, με αποτέλεσμα να ανοίξει ο ασκός του Αιόλου σε παντός είδους ανόητους και εξωπραγματικούς ευρωσκεπτικισμούς, επικίνδυνα πολιτικά παιχνίδια σε βάρος του οράματος της Ενωμένης Ευρώπης, έντονη κερδοσκοπική δραστηριότητα από τα διεθνή κέντρα κερδοσκοπίας, εναντίον της Ευρωζώνης και του Ευρώ.
Συναίνεση και όχι στείρα και εθνοκεντρική αντιπαράθεση.
Τελευταία οι συνεδριάσεις των Συμβουλίων της Ε.Ε και οι δηλώσεις των ηγετών της έχουν μετατρέψει την κορυφή της Ένωσης σε ρινγκ, ενώ οι κυλιόμενες δηλώσεις επικοινωνιακής σκοπιμότητας των ευρωπαίων ηγετών, τροφοδοτούν απλόχερα τη φαρέτρα των διεθνών κερδοσκόπων. Σε αυτή την τακτική, πρωτοστατεί η σιδηρά κ. Μέρκελ Όμως, αν είναι λάθος η ασκούμενη μονόπλευρη πολιτική διαχείρισης της κρίσης, κάτω από την προκλητική πίεση της Γερμανίας, που επιχειρεί να φορτώσει την έξοδο από την κρίση στις πλάτες των ελλειμματικών οικονομιών, που παραβιάζουν το Σύμφωνο Σταθερότητας, άλλο τόσο λάθος, είναι και οι εξωπραγματικές διαμαρτυρίες των αδύναμων χωρών που χρεώνουν στους ισχυρούς εταίρους τους, σε συνθήκες κρίσης χρέους και πανικού κατάρρευσης του ευρώ, μονομέρεια, έλλειμμα αλληλεγγύης και μειωμένη κοινωνική ευαισθησία, για καταστάσεις που προκλήθηκαν και από την δική τους δημοσιονομική ελαφρότητα και πολιτική ασυνειδησία. Δεν ανατρέπονται εύκολα οι σκληρές απαιτήσεις της Γερμανίας, η οποία, στο πλαίσιο της ασκούμενης συντηρητικής πολιτικής της ένωσης, προέβλεψε εγκαίρως τις ανάγκες επιβολής δημοσιονομικής πειθαρχίας για τη διασφάλιση της σταθερότητας του Ευρώ, επέβαλλε στο γερμανικό λαό και στα συνδικάτα σημαντικές εισοδηματικές και κοινωνικές περικοπές, για να βελτιώσει σημαντικά την ανταγωνιστικότητά της και σήμερα αρνείται πεισματικά να «πληρώσει» τις ανεύθυνες δημοσιονομικές αποκλίσεις και τα προκλητικά ελλείμματα που προέκυψαν με δανεικά στον ευρωπαϊκό νότο, προκειμένου να καλυφτούν εγχώριες ανικανότητες, οι μεθοδεύσεις και οι ανεπάρκειες προσαρμογής (Greek Statistics, τεχνητές αποκρύψεις χρεών και ελλειμμάτων, δημιουργικές λογιστικές, ανεξέλεγκτες και σπάταλες δαπάνες) στις απαιτήσεις της ΟΝΕ. Είναι επίσης ισχυρό το επιχείρημα της κ. Μέρκελ, της συμμετοχής των ιδιωτών (Τράπεζες και επενδυτές), στον μελλοντικό ευρωπαϊκό μηχανισμό αναδιάρθρωσης του χρέους των κρατών μελών που θα εμφανίζουν μεγάλα ελλείμματα και χρέη, ώστε να επωμίζονται και οι ιδιώτες μέρος της ευθύνης και του κόστους της αναδιάρθρωσης των χρεών και όχι μόνο να κερδοσκοπούν με τους τοκογλυφικούς δανεισμούς. Η γερμανική αυτή απαίτηση μπορεί να τροφοδότησε την πρόσφατη Ιρλανδική κρίση και την άνοδο των spreads και να πλανάται απειλητικά στον ευρωπαϊκό ορίζοντα του ευρωπαϊκού νότου, όμως η κρίση χρέους της Ευρωζώνης είναι εδώ, υπαρκτή και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με στρουθοκαμηλισμούς.
Κρίσιμα ερωτήματα και εναλλακτικές προτάσεις
Είναι πλέον πολλές οι φωνές στην Ένωση που αντιπροτείνουν ένα νέου τύπου, πιο αξιόπιστο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών της ευρωζώνης, προκειμένου να ανακάμψει η ενωσιακή οικονομική δραστηριότητα και να σταθεροποιηθεί το ευρώ. Σε συνθήκες κρίσης και ύφεσης μόνο η τόνωση της ενεργούς ζήτησης, μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά προς όφελος της ανάκαμψης, της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, της απασχόλησης και κατ’ επέκταση της ανάπτυξης των οικονομιών και της κάλυψης των ελλειμμάτων που θα υποστηρίζεται από μια στιβαρή κοινή ευρωπαϊκή δημοσιονομική πολιτική, ασπίδα στις επιθέσεις των κερδοσκόπων Οι ανακυκλούμενες πολιτικές σκληρής λιτότητας, ο διαρκής περιορισμός των δαπανών και οι ανορθολογικές και μονομερείς φορολογικές ελαφρύνσεις δεν προσφέρουν σημαντικά οφέλη, αντίθετα μπορεί να οδηγήσουν σε επιδείνωση του ήδη έντονα φαινόμενα αρνητικού δημοσιονομικού αποτελέσματος. Πιο πρέπει επομένως να είναι το Εναλλακτικό Σύμφωνο που θα μπορούσε να αντικαταστήσει το αυθαίρετο και αναξιόπιστο σε συνθήκες κρίσης χρέους και υφεσιακών εντάσεων, Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, για να διαμορφωθούν στην Ευρωζώνη συνθήκες Συνοχής, Αλληλεγγύης και ισόρροπης Ανάπτυξης; Μερικά από τα βασικά σημεία του μπορεί να είναι: 1. Η δημιουργία Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου που θα διασφαλίζει τη ρευστότητα των ευρωπαϊκών τραπεζών αλλά και των κρατών της Ευρωζώνης. 2. Μεταρρύθμιση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ΕΚΤ, ώστε να αποτελεί τον τελικό πιστωτή κάθε δημόσιου χρέους. 3. Θεσμοθέτηση Ανεξάρτητης Ευρωπαϊκής Αρχής αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας των κρατών και των πιστωτικών ιδρυμάτων. 4. Γενναία αύξηση του ενωσιακού προϋπολογισμού της τάξης του 5%, για να στηριχθούν αποτελεσματικά κοινές πολιτικές σε κρίσιμους τομείς, που θα προωθήσουν τη κοινωνική συνοχή και την οικονομική σύγκλιση στην ένωση. (ενέργεια, κλιματική αλλαγή, δημοσιονομική προσαρμογή, οικονομική σύγκλιση, κοινωνική προστασία, αναβάθμιση του περιβάλλοντος). 5. Κατάργηση του σχεδιαζόμενου επαχθούς μηχανισμού στήριξης και θεσμοθέτηση των ευρωπαϊκών ομολόγων ύψους 40% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, που θα αντικαταστήσουν τα επί μέρους κρατικά ομόλογα και θα ανοίξουν δρόμο ταχύρυθμης ανάπτυξης στην Ένωση. Μια τέτοια προσπάθεια, ριζικά διαφορετική από τη σημερινή περίπου αδιέξοδη κατάσταση που επικρατεί στην Ένωση, θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά και σε παγκόσμιο επίπεδο και να επιτρέψει στην Ε.Ε να αντιπαρατεθεί χωρίς κανένα απολύτως οικονομικό, πολιτικό ή διεθνή κίνδυνο, με το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα που προωθούν οι ΗΠΑ και τα διεθνή συντηρητικά οικονομικά κέντρα (G7,G20 κ.α). Να συμβάλλει στη δημιουργία καλύτερων όρων λειτουργίας της παγκόσμιας οικονομίας και της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, σε συνθήκες ισότιμης συνεργασίας και βελτίωσης των διεθνών οικονομικών και εμπορικών σχέσεων των ανεπτυγμένων με τις αναδυόμενες νέες ισχυρές οικονομικές δυνάμεις(BRIK) και τις υπό ανάπτυξη χώρες. Να απορρίψει τη θεοποίηση του ανταγωνισμού, να ενισχύσει τη δίκαιη και αποδεκτή από όλα τα μικρότερα κράτη ρύθμιση των παγκόσμιων αγορών και του πανίσχυρου και ασύδοτου χρηματοπιστωτικού συστήματος, να αντιπαρατεθεί με την αναφυόμενη στο διεθνές προσκήνιο πολιτική του νομισματικού πολέμου, να προβάλλει διεθνώς τις δημοκρατικές ελευθερίες, τα κοινωνικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, την αλληλεγγύη των εργαζομένων, την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, του περιβάλλοντος και της παιδικής ηλικίας που πλήττονται σε παγκόσμιο πλέον επίπεδο, στο όνομα της θεοποίησης του ανταγωνισμού και της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κερδοσκοπίας.