Απαισιοδοξία. Είναι το συναίσθημα που εισπράττει κανείς στη Νότια Κορέα όταν συζητά με τους πολιτικούς ή συνδικαλιστικούς παράγοντες. Η ένταση με τις ΗΠΑ, εξαιτίας της Βόρειας Κορέας, συνεχώς οξύνεται.
Οι σχέσεις με την Ιαπωνία παραμένουν, επίσης, τεταμένες, καθώς τα ιαπωνικά σχολικά εγχειρίδια εξακολουθούν να υποβαθμίζουν τις βιαιότητες που υπέστησαν οι Κορεάτες κατά τη διάρκεια της ιαπωνικής κατοχής (1905-1945). Οι δύο χώρες έρχονται, ακόμη, αντιμέτωπες, εξαιτίας των εδαφικών διαφορών για τα νησιά Ντοκντό, τα οποία διεκδικούν και οι δύο. Η Σεούλ φέρνει εμπόδια στη διπλωματική φιλοδοξία του Τόκιο να καταλάβει μόνιμη έδρα στο μελλοντικό Συμβούλιο Ασφαλείας, μετά την αναμόρφωση του ΟΗΕ, τον ερχόμενο Σεπτέμβριο. Επιπλέον, η οικονομία δεν πάει καθόλου καλά. Παρά την εντύπωση του δυναμισμού που αποκομίζει ο δυτικός επισκέπτης, χάρη στην εντυπωσιακή επιτυχία της Νότιας Κορέας -μία από τις ελάχιστες χώρες του πλανήτη, που κατάφερε, σε διάστημα λίγων δεκαετιών, να ξεφύγει από τον Τρίτο Κόσμο και να σκαρφαλώσει στο επίπεδο των πιο αναπτυγμένων χωρών- η ανάπτυξη αγκομαχά.
Η χώρα, η οικονομία της οποίας παραμένει τρίτη σε μέγεθος στην Ασία, μετά την Ιαπωνία και την Κίνα, υποφέρει από τη μείωση της κατανάλωσης, αλλά και από την επιβράδυνση των εξαγωγών.
Εργάτες πολλών αφεντάδων
«Σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, η Νότια Κορέα πέρασε από την υπανάπτυξη σε προχωρημένη βιομηχανοποίηση», εξηγεί από το γραφείο του, στη Βουλή, ο Μπάε Τζουν-Μπέομ, υπεύθυνος διεθνών σχέσεων του Δημοκρατικού Εργατικού Κόμματος (DLP). «Σήμερα, χάρη στους κοινωνικούς αγώνες που διεξήχθησαν από την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας, το 1987, μέχρι τώρα, το βιοτικό μας επίπεδο φτάνει στον μέσο όρο των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι μισθοί έχουν αυξηθεί πολύ. Ήμασταν μια χώρα με φθηνό εργατικό δυναμικό. Τα πράγματα άλλαξαν. Το αποτέλεσμα είναι ότι υφιστάμεθα άμεσα τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης. Οι μεγάλες μας βιομηχανίες, οι "σαεμπόλ" όπως η Samsung, η Hyundai, η Daewoo και η LG, που αποτέλεσαν την αιχμή του δόρατος της οικονομικής μας άνθησης, μετακομίζουν αλλού μαζικά. Και το κάνουν με μεγάλη προθυμία, αφού εγκαθιστούν τα εργοστάσιά τους ακριβώς δίπλα, στη γείτονα Κίνα».
Το αποτέλεσμα είναι η επιδείνωση των συνθηκών εργασίας. Στην έδρα του συνδικάτου των μισθωτών με επισφαλή εργασία, το οποίο εξαρτάται από την Κορεατική Συνομοσπονδία Συνδικάτων (KCTU), δύο υπεύθυνοι, που φορούν κόκκινη κορδέλα με το σύνθημα «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός» γύρω από το κεφάλι τους, εξηγούν ότι: «Στα 13 εκατ. εργαζομένων στη Νότια Κορέα, τα 8,5 εκατ. υποχρεώνονται να εργάζονται σε επισφαλείς θέσεις ή περιστασιακά. Και όσοι έχουν σταθερή εργασία είναι εκτεθειμένοι στην ανασφάλεια, στις ελαστικές συνθήκες, στις αλλαγές έδρας σε άλλη χώρα, στη μόνιμη παρενόχληση και στην παραβίαση των κοινωνικών νόμων από τα αφεντικά».
Πουθενά αλλού στον κόσμο τα προβλήματα στην εργασία εξαιτίας της πίεσης της παγκοσμιοποίησης δεν έχουν φτάσει σε τέτοιο σημείο. «Ανάμεσα στην επιχείρηση που δίνει την παραγγελία και τον μισθωτό που την εκτελεί, υπάρχουν μερικές φορές μέχρι και επτά διαφορετικοί υπεργολάβοι», δηλώνουν οι δύο συνδικαλιστές. «Ο εργάτης δεν ξέρει ακριβώς για ποιον εργάζεται. Η ευθύνη του κύριου ωφελούμενου από την παραγωγή χάνεται μέσα στη ζούγκλα των υπεργολάβων. Σε περίπτωση προβλήματος, ο περιστασιακά εργαζόμενος, συχνά, δεν έχει πού να απευθυνθεί. Γιατί τα συνδικάτα των εργαζομένων με επισφαλή εργασία δεν είναι αναγνωρισμένα».
Στις κοινωνικές εντάσεις προστίθενται και οι ανησυχίες για την πυρηνική απειλή, που αφήνει να πλανάται στην περιοχή το βορειοκορεατικό καθεστώς. Η Βόρεια Κορέα, την οποία ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους, έχει κατατάξει ανάμεσα στις χώρες του «άξονα του κακού», και η οποία διαθέτει βαλλιστικά όπλα μακρού βεληνεκούς, τον Ιανουάριο του 2003, απέσυρε την υπογραφή της από τη Συνθήκη της Μη Διάδοσης των Πυρηνικών (ΤΝΤ), δήλωσε ότι διαθέτει πολλές ατομικές βόμβες και απείλησε να προχωρήσει σε πυρηνικές δοκιμές ως απάντηση στις αμερικανικές απειλές.
Ο νοτιοκορεάτης υπουργός για την ένωση, Τσουνγκ Ντονγκ-Γουνγκ, στο πρόσωπο του οποίου κάποιοι διαβλέπουν τον διάδοχο του σημερινού προέδρου, Ρο Μου-Χιούν, το 2007, και ο οποίος στις 17 Ιουνίου μετέβη στην Πιονγιάνγκ, όπου συνάντησε τον πρόεδρο Κιμ Τζονγκ-Ιλ, δεν ανησυχεί. «Το 1994, όταν γνωρίσαμε την πρώτη πυρηνική απειλή, το Χρηματιστήριο της Σεούλ σημείωσε πτώση 36%!» εξηγεί. «Σήμερα, παρόλο που ο κίνδυνος είναι, ίσως, μεγαλύτερος, το χρηματιστήριο δεν κουνήθηκε. Είναι απόδειξη ότι οι σχέσεις ανάμεσα στη Σεούλ και την Πιονγιάνγκ είναι σταθερές και αποτελούν εγγύηση ασφάλειας. Οι βορειοκορεατικές αρχές ζητούν εγγυήσεις από την Ουάσιγκτον. Πιστεύουν ότι η ΗΠΑ θέλουν να ρίξουν το καθεστώς τους. Είναι, λοιπόν, γι’ αυτές, ζήτημα επιβίωσης. Λέμε στην αμερικανική κυβέρνηση ότι πρέπει να επικεντρωθεί στο πρόβλημα της αποπυρηνικοποίησης της Βόρειας Κορέας και να εγκαταλείψει την πρόθεσή της να ρίξει το καθεστώς. Γιατί το μείγμα των δύο στόχων είναι εκρηκτικό».
Ο βορειοκορεάτης πρόεδρος, Κιμ Τζονγκ-Ιλ, ανακοίνωσε πρόσφατα την πρόθεσή του να ξαναρχίσει τις διαπραγματεύσεις για την αποπυρηνικοποίηση, στο πλαίσιο της Ομάδας των Έξι (Βόρεια Κορέα, Νότια Κορέα, Κίνα, Ρωσία, Ιαπωνία, ΗΠΑ), και δήλωσε ότι η χώρα του είναι πιθανόν να υπογράψει ξανά τη συνθήκη της μη διάδοσης των πυρηνικών, θέτοντας, έτσι, τέλος στην πυρηνική απειλή.
Η μπάλα πέρασε, πια, στο αμερικανικό γήπεδο. Ο πρόεδρος Μπους θα δεχτεί, άραγε, να μειώσει την επιθετικότητά του και να ακολουθήσει τις συστάσεις του νοτιοκορεάτη συμμάχου του;
«Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»