el | fr | en | +
Accéder au menu

Κίνημα κατά της θανατικής ποινής

Φάμπρικα εκτελέσεων στη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου

Αποστολή στην Ιαπωνία

Ο νέος πρωθυπουργός αλλάζει στιλ αλλά όχι πολιτική. Σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, ο Σίνζο Αμπε δεν επισκέφτηκε το ιερό Γιασουκούνι, όπου έχουν ενταφιαστεί ιάπωνες εγκληματίες πολέμου, αλλά έστειλε δώρο για να τιμήσει τη μνήμη τους. Ο ερχομός του νέου υπουργού Δικαιοσύνης σήμανε την επάνοδο της ανωτάτης των ποινών -ο απερχόμενος την είχε εγκαταλείψει εξαιτίας των βουδιστικών πεποιθήσεών του. Ετσι, τους τελευταίους μήνες κρεμάστηκαν αρκετοί κρατούμενοι, που ήταν έγκλειστοι εδώ και δεκαετίες.

Παρά τις διεθνείς πιέσεις, αλλά και τις εγχώριες, εδώ και λίγο καιρό, η Ιαπωνία συνεχίζει να εφαρμόζει τη θανατική ποινή διά απαγχονισμού. Ο αριθμός των εκτελέσεων έχει μειωθεί σε σύγκριση με τη δεκαετία του ’90 (έντεκα από το 2003), αλλά τείνει να αυξάνεται το τελευταίο διάστημα. Σύμφωνα με εκπρόσωπο του υπουργείου Δικαιοσύνης, τρεις κρατούμενοι εκτελέστηκαν στις 27 Απριλίου. Τέσσερις άλλοι, εκ των οποίων οι δύο ήταν 70 ετών, είχαν την ίδια μοίρα στις 25 Δεκεμβρίου 2006. Επιπροσθέτως, σε ένα δικαστικό σύστημα που ευνοεί την κατηγορούσα αρχή και όπου οι ομολογίες έχουν μεγαλύτερη ισχύ από τις αποδείξεις, αυξάνει ο αριθμός εκείνων που έχουν καταδικαστεί σε θάνατο έχοντας εξαντλήσει όλα τα ένδικα μέσα: από 56 το 2000 έγιναν 84 το 2006.

Με κλειστό Κοινοβούλιο

Με εξαίρεση την πλέον πρόσφατη εκτέλεση, η οποία πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια συνεδρίασης της Βουλής, η πλειονότητα των εκτελέσεων που υπογράφονται από τον υπουργό Δικαιοσύνης, πραγματοποιούνται όταν το Κοινοβούλιο δεν συνεδριάζει, ώστε να αποφεύγονται οι διαμάχες αλλά και τα φώτα της δημοσιότητας. «Οσο λιγότερα γίνονται γνωστά τόσο το καλύτερο», φαίνεται να είναι το μότο του υπουργού Δικαιοσύνης.

Για την ακρίβεια, «το θέμα είναι τέτοιο ταμπού που οι περισσότεροι Ιάπωνες δεν γνωρίζουν καν πώς εκτελούνται οι θανατοποινίτες», εξηγεί η Μάικο Ταγκουσάρι, δικηγόρος με έδρα το Τόκιο, σε συνάντηση στα γραφεία της Nichibenren, της Ενωσης Ιαπώνων Νομικών. Αποσιωπώντας κάθε πληροφορία αναφορικά με το ζήτημα, τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης έχουν βαρύτατη ευθύνη για την άγνοια του κοινού. Συχνά, αρνούνται να ενημερώσουν σχετικά, από φόβο μήπως χάσουν τη θέση τους στα «kisha kurabu», δηλαδή στις ενώσεις τύπου που διατηρούν διασυνδέσεις με όλους τους σημαντικούς θεσμικούς φορείς. Οι τελευταίοι επιτρέπουν προνομιακή πρόσβαση στην πληροφόρηση, την οποία διαχειρίζονται σχεδόν μονοπωλιακά, εις βάρος των ανεξάρτητων δημοσιογράφων.

Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και η ίδια η διαδικασία εκτέλεσης των κρατουμένων καταγγέλλεται από πληθώρα οργανισμών, όπως είναι η Κοινοβουλευτική Λίγκα για την κατάργηση της θανατικής ποινής, η οποία δημιουργήθηκε το 1994 και έχει 80 μέλη διαφόρων κομματικών πεποιθήσεων. Για την ακρίβεια, ο θανατοποινίτης, που μπορεί να παραμείνει για περισσότερο από 25 χρόνια στη φυλακή, καλείται απροειδοποίητα το πρωί της ημέρας της εκτέλεσης, χωρίς τη δυνατότητα να επικοινωνήσει με τον δικηγόρο ή την οικογένειά του. Ετσι συνέβη και στην περίπτωση ενός από τους εκτελεσθέντες τον Δεκέμβριο του 2006: ανέμενε τη σειρά του στον θάλαμο των θανατοποινιτών για πάνω από 30 χρόνια (1). Οταν η ποινή θεωρείται οριστική (δηλαδή, έχουν ήδη ασκηθεί εφέσεις χωρίς αποτέλεσμα), η εκτέλεση μπορεί να πραγματοποιηθεί ακόμη κι αν ο κρατούμενος έχει υποβάλει αίτηση αναθεώρησης της δίκης του ή αμνηστίας, καθώς τα αιτήματα δεν έχουν καμία ανασταλτική ισχύ (2).

Ο Νομπούτο Οσάκα, βουλευτής του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και γενικός γραμματέας της Λίγκας, ζητά, από το 2003, μορατόριουμ για την ανωτάτη των ποινών, προτείνοντας τη μετατροπή της σε ισόβια κάθειρξη. Η Λίγκα, εκτός των άλλων, υποστηρίζεται από τη Nichibenren.

Για την ακρίβεια, από την έναρξη της ισχύος του σημερινού Συντάγματος, το 1947, οι εκτελέσεις δεν έχουν ανασταλεί παρά τέσσερεις φορές. Η πρώτη ήταν το 1964, με απόφαση του τότε υπουργού Δικαιοσύνης, ενός πρώην εγκληματία πολέμου που οίκτιρε την εκτέλεση των φίλων του. Επειτα ανεστάλησαν για μερικούς μήνες το 1968, σε αντάλλαγμα για την απόσυρση ενός σχεδίου νόμου για τη θανατική ποινή, και, αργότερα, μεταξύ 1989 και 1993, δεν πραγματοποιήθηκαν εκτελέσεις, ως απόρροια της συνθήκης για την κατάργηση της θανατικής ποινής, η οποία υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) τον Δεκέμβριο του 1989 -χωρίς να επικυρωθεί από την Ιαπωνία.

Τέλος, η αναστολή ίσχυσε για έναν χρόνο, από τον Οκτώβριο του 2005 έως τον Σεπτέμβριο του 2006, κατά τη θητεία του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης, Σέικεν Σουγκιούρα, που, ως βουδιστής, αρνούνταν να υπογράψει τις σχετικές εντολές.

Οι πιέσεις του ΟΗΕ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης -ιδίως εκείνες που ασκήθηκαν από ομάδα αντιπροσώπων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με πρόεδρο, το 2005, τον Μπερνάρ Ζέπτερ- μένουν προς το παρόν χωρίς αντίκτυπο στις δημόσιες αρχές. Σε έρευνα της ιαπωνικής κυβέρνησης, το 1999, σε δείγμα 3.600 ατόμων (και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Japan Times») (3), το 80% των ερωτηθέντων είχε θετική άποψη για τη θανατική ποινή, τη θεωρούσε φυσιολογική και αγνοούσε την κατάργησή της σε άλλες χώρες -ορισμένοι πίστευαν, μάλιστα, ότι στη Γαλλία χρησιμοποιείται ακόμη η γκιλοτίνα.

Ετσι, η Λίγκα εξετάζει ποια μέτρα είναι κατάλληλα για να ενημερωθεί καλύτερα ο πληθυσμός και προσπαθεί να αλλάξει τη νοοτροπία. Για παράδειγμα, με την πρόσκληση κάποιου καλλιτέχνη διεθνούς φήμης, ούτως ώστε οι δηλώσεις του να μεταδοθούν από τον τύπο, με την ελπίδα ότι οι προτάσεις για την εξάλειψη της θανατικής ποινής θα λάβουν δημοσιότητα άνευ προηγουμένου...

Από την πλευρά της, η Nichibenren πήρε την άτυπη πρωτοβουλία να αποστείλει ένα ερωτηματολόγιο σε 79 θανατοποινίτες. Απάντησαν οι 58. Η συγκεκριμένη έρευνα, που έλαβε χώρα τον Ιανουάριο του 2006 και τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Asahi Shimbun» (4), αποκάλυψε τις συνθήκες διαβίωσής τους.

Αθλιες συνθήκες κράτησης

Ένας κρατούμενος ζει απομονωμένος σε κελί διαστάσεων δύο μέτρα επί τέσσερα, με τουαλέτα, νιπτήρα και παράθυρο με σκούρο τζάμι που δεν του επιτρέπει να δει τον ήλιο. Οταν δεν είναι απασχολημένος με κάποια δραστηριότητα, οφείλει να παραμένει καθιστός στον πάγκο. Παρακολουθείται μέσω κάμερας ολόκληρο το εικοσιτετράωρο, ενώ το φως παραμένει ανοικτό από τις 9 το βράδυ έως τις 6.30 το πρωί, για να αποφευχθούν οι αυτοκτονίες. Η συναναστροφή με άλλους κρατούμενους τού είναι απαγορευμένη. Κάνει μπάνιο μόνος. Οφείλει, επίσης, να αθλείται μόνος, δύο φορές τη βδομάδα επί 30 λεπτά, στο εσωτερικό της φυλακής ή στη σκεπή (διαστάσεων δύο επί πέντε), με μόνο εξάρτημα ένα σχοινάκι. Το 25% των κρατουμένων δηλώνει ότι δεν δέχεται καθόλου επισκεπτήριο. Ενας, μάλιστα, βεβαιώνει ότι δεν είχε καμία επίσκεψη εδώ και 17 χρόνια. Οσοι επωφελούνται από το επισκεπτήριο, τους επιτρέπεται να δεχθούν μόνο τον δικηγόρο ή την οικογένειά τους.

Στο ερώτημα «τι θα επιθυμούσατε», οι απαντήσεις εκφράζουν την ανάγκη για άμεση βελτίωση των καθημερινών συνθηκών διαβίωσης: οι κρατούμενοι θέλουν να βλέπουν ήλιο μέσα από τα παράθυρα των κελιών, να αθλούνται περισσότερο έξω και σε λιγότερο περιορισμένο χώρο, να μπορούν να λαμβάνουν λαχανικά ή φρούτα από την οικογένειά τους -η πλειονότητα πάσχει από αβιταμίνωση εξαιτίας των ανεπαρκών και φτωχών σε φυτικές ίνες γευμάτων- να μπορούν να σβήνουν το φως το βράδυ, να συνομιλούν με άλλους κρατούμενους, να δέχονται επισκέψεις, να μην υφίστανται πια λογοκρισία στην αλληλογραφία τους. «Χάρη στις πιέσεις που ασκεί η Nichibenren, ένα μεταρρυθμιστικό νομοσχέδιο που αναμένεται να εφαρμοστεί τον Ιούνιο θα λάβει υπόψη ορισμένες από αυτές τις επιθυμίες», δηλώνει ο Γιουίτσι Κάιντο, δικηγόρος εξαιρετικά δυναμικός στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των φυλακισμένων.

Για να δικαιολογήσουν το γεγονός ότι επιτρέπονται μόνο οι συναντήσεις με την οικογένεια, οι αρχές διατείνονται ότι αυτό προσφέρει στους καταδικασθέντες σε θάνατο την ευκαιρία να διατηρήσουν «την ειρήνη στην καρδιά» τους και να αποδεχθούν ήρεμα τη «δίκαιη τιμωρία» τους (5). Πολλοί μεταξύ αυτών είναι υποχρεωμένοι να χωρίσουν και δεν έχουν πια καμία επαφή με κοντινούς τους ανθρώπους. Κάποιοι αποφασίζουν να καταφύγουν στην αλληλογραφία με κάποιο μέλος ομάδας ψυχολογικής υποστήριξης ή, ακόμη, με κάποιο άτομο εντελώς άσχετο από την οικογένειά τους. Ομως, όλες οι επιστολές λογοκρίνονται από το σωφρονιστικό προσωπικό και δεν πρέπει να υπερβαίνουν έναν ορισμένο αριθμό σελίδων. Μπορούν να καταστραφούν εάν οι αρχές θεωρήσουν ότι ταράζουν την «ψυχική ηρεμία» του κρατούμενου.

Επιβεβαιώνοντας την εμφάνιση σοβαρών ψυχικών προβλημάτων και νευρώσεων εξαιτίας της απομόνωσης και του μακρόχρονου εγκλεισμού, ο Κάιντο αναφέρει την περίπτωση «ενός θανατοποινίτη ο οποίος αυτοκτόνησε λόγω των συνθηκών κράτησης». Κατά την άποψή του, ο νέος νόμος θα είναι πιο ελαστικός: θα ορίζει σαφώς ότι, εάν ένα άτομο συνεισφέρει στην «ψυχική ισορροπία» του θανατοποινίτη, θα έχει το δικαίωμα να τον επισκέπτεται και να αλληλογραφεί μαζί του.

Επιπροσθέτως, η μεταρρύθμιση θα διασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των συνομιλιών του κρατούμενου με τον δικηγόρο του. Προς το παρόν, κάθε συνομιλία επιτηρείται από δεσμοφύλακα, ο οποίος αποφασίζει αυθαίρετα ποια θα είναι η διάρκεια της συνομιλίας (από 10 έως 30 λεπτά) και κρατάει σημειώσεις. Ο υπουργός Δικαιοσύνης διαβεβαιώνει ότι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, οι συνομιλίες δεν πραγματοποιούνται πλέον παρουσία δεσμοφύλακα, εκτός από τις «περιπτώσεις όπου κρίνεται αναγκαίο». Οι υπέρμαχοι των δικαιωμάτων των φυλακισμένων ελπίζουν ότι ο καινούριος νόμος θα αποσαφηνίσει τον αμφιλεγόμενο όρο του «αναγκαίου».

Μελανό σημείο

Μελανό σημείο στο ιαπωνικό δικαστικό σύστημα αποτελούν τα «daiyo kangoku» (υποκατάστατα φυλακών). Τα συγκεκριμένα κέντρα κράτησης δημιουργήθηκαν το 1908 μέσα στα αστυνομικά τμήματα, για να καλύψουν την έλλειψη θέσεων στις φυλακές. Παρ’ όλο που σήμερα η έλλειψη έχει ξεπεραστεί, τα «daiyo kangoku» δεν έπαψαν να χρησιμοποιούνται. Το γεγονός προκαλεί σύγχυση ως προς τον ρόλο και τη λειτουργία των συστημάτων προανάκρισης και κράτησης, οδηγώντας στην απόσπαση βεβιασμένων ομολογιών από τους συλληφθέντες υπόπτους. Οι τελευταίοι συχνά δεν βρίσκονται υπό την εποπτεία δεσμοφυλάκων, αλλά αστυνομικών που εμπλέκονται στις έρευνες των υποθέσεων. «Η Nichibenren ζητά την κατάργηση των daiyo kangoku εδώ και τριάντα χρόνια, ενώ η Διεθνής Επιτροπή των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου απαιτεί το ίδιο από το 1998!», καταγγέλλει ο δικηγόρος.

Παρ’ όλο που αναθεωρήθηκε, τον Μάιο του 2005, το νομοσχέδιο για τα σωφρονιστικά ιδρύματα διατήρησε την εν λόγω πρακτική, που επιτρέπει στην αστυνομία να παρακρατήσει έναν ύποπτο για 23 συνεχόμενες ημέρες σε κελί εντός του αστυνομικού τμήματος και όχι σε κέντρο προσωρινής κράτησης.

Σύμφωνα με τον νόμο, ο ύποπτος μπορεί να επιλέξει τη σιωπή και να συμβουλευτεί δικηγόρο. Ομως, στην πράξη, τα παραπάνω δικαιώματα δεν γίνονται σεβαστά. Κατά τον Κάιντο, «οι αστυνομικοί θέλουν πάση θυσία να επιλύσουν την υπόθεση, ανεξαρτήτως του εάν οι ομολογίες είναι αληθινές ή ψεύτικες, γιατί αποσπώντας τες η υπόθεση μπαίνει στο αρχείο».

Στο ιαπωνικό σύστημα Δικαιοσύνης, η ομολογία έχει μεγαλύτερη ισχύ από την απόδειξη, ενώ ο ύποπτος που έχει προβεί σε ομολογία δεν μπορεί να αναιρέσει τις δηλώσεις του ενώπιον του δικαστηρίου. Οι πιέσεις που ασκούνται κατά τη διάρκεια της προανάκρισης και οι οποίες μπορεί να διαρκέσουν πάνω από έξι ώρες την ημέρα, είναι τόσο ψυχικές όσο και σωματικές. Οι ανακριτές προκαλούν σύγχυση στον ύποπτο, επιδεικνύοντάς του δημοσιεύματα εφημερίδων που τον κρίνουν ένοχο, δεδομένου ότι η αρχή της αθωότητας μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου σπάνια γίνεται σεβαστή από τα ΜΜΕ.

Ορισμένοι κρατούμενοι φέρουν ουλές ή μελανιές στο πρόσωπο. «Στο 99% των περιπτώσεων, ο ύποπτος ανακηρύσσεται ένοχος», δηλώνουν δύο ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι, οι Γιου Τερασάγουα και Μιγιάκε Κατσουχίσα, σε συνέντευξη. Κάτι που επιβεβαιώνει, σε άλλη συνέντευξη, ο Μασάνι Ιτο, δημοσιογράφος στην εφημερίδα «Japan Times».

Καταγγελίες δικηγόρων

Εάν ο ύποπτος καταφέρει να μιλήσει με δικηγόρο και καταγγείλει τη βία που υπέστη, ο δικηγόρος υποβάλλει τις καταγγελίες στο δικαστήριο. Συχνά, οι συνήγοροι υπεράσπισης διακινδυνεύουν για να αποδείξουν ότι ο πελάτης τους βασανίστηκε. Για παράδειγμα, όπως εξηγεί ο Κάιντο, «απαγορεύεται, αλλά, ορισμένες φορές, εάν έχει σημάδια, παίρνω φωτογραφίες με το κινητό μου». Είναι επικίνδυνο, αλλά το αποδεικτικό στοιχείο γίνεται δεκτό. Η Ενωση των Ιαπώνων Νομικών απαιτεί τη βιντεοσκόπηση όλων των διαδικασιών -πρακτική που θα μείωνε δραστικά τους κινδύνους βεβιασμένης ομολογίας.

Αρκεί να διαβάσει κανείς ορισμένα αποσπάσματα από το κεφάλαιο «Ανάκριση υπόπτων» του εκπαιδευτικού εγχειριδίου της αστυνομίας, το οποίο μάλιστα κρατείται μυστικό, για να καταλάβει το εύρος των παρατυπιών και την καταχρηστική συμπεριφορά των ανακριτών: η «απόλυτη αναγκαιότητα απόσπασης ομολογίας» υποδεικνύεται απροκάλυπτα. Υπαγορεύονται στον αστυνομικό τα εξής: «Να είστε υπομονετικός και να επιμείνετε, να μην βγείτε από τον ανακριτικό θάλαμο προτού ομολογήσει ο ύποπτος, να αμφιβάλλετε για τις δηλώσεις του υπόπτου. Εάν βγείτε από την αίθουσα, έχετε ηττηθεί. Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης πρέπει να μην αφήνετε τον ύποπτο από τα μάτια σας».

Επισήμως, ο Κάιντο δεν κάνει τη σύνδεση μεταξύ της αύξησης του αριθμού των καταδικασμένων σε θάνατο και της διατήρηση της λειτουργίας των «daiyo kangoku». Υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι όλοι οι θανατοποινίτες που έχουν επωφεληθεί από την άσκηση έφεσης και απελευθερώθηκαν γιατί αθωώθηκαν, είχαν ομολογήσει διά της βίας σε τέτοια κέντρα κράτησης...

Παράθυρο στην ελπίδα

Παρ’ όλα αυτά, διαφαίνεται μια μικρή ελπίδα για τους οπαδούς της εξάλειψης της θανατικής ποινής: ο νόμος της 28ης Μαΐου 2004, που θα ισχύσει από τον Μάιο του 2009 -η εξήγηση που δίνεται για τα πέντε χρόνια καθυστέρησης είναι ότι θα επιτρέψουν στην κυβέρνηση να «ενημερώσει τους πολίτες» και «να κινητοποιήσει σχετικά το δικαστικό σύστημα». Ο συγκεκριμένος νόμος επιτρέπει σε ορισμένα άτομα να συμμετέχουν σε δίκες εγκλημάτων αίματος ή άλλων σοβαρών παραπτωμάτων, με την ιδιότητα των «saiban-in» («κοσμικοί δικαστές»).

Πλαισιωμένοι από τρεις επαγγελματίες δικαστές, οι εννέα ένορκοι θα αποφασίζουν για την ενοχή ή για την αθωότητα του υπόπτου και θα επιλέγουν την ποινή, όπως συμβαίνει στις πρωτοβάθμιες δίκες στη Γαλλία. Παρόμοιο δικαστικό σύστημα ίσχυε από το 1923 έως το 1943 αλλά ανεστάλη, καθώς ο κατηγορούμενος είχε το δικαίωμα να αρνηθεί την παρουσία των ενόρκων, κάτι που δεν θα είναι πλέον εφικτό με την εφαρμογή του νόμου το 2009. «Χάρη στο συγκεκριμένο σύστημα, οι δίκες θα αντικατοπτρίζουν την κοινή γνώμη. Ελπίζουμε ότι θα ενισχυθούν η κατανόηση και η εμπιστοσύνη του κοινού για τη Δικαιοσύνη. Ο ρυθμός εκδίκασης των υποθέσεων θα επιταχυνθεί», εξηγεί το υπουργείο Δικαιοσύνης.

Όμως το σύστημα «saiban-in» δεν είναι καθόλου δημοφιλές στους πολίτες, οι οποίοι δεν θέλουν να αναλάβουν τέτοια ευθύνη, ούτε να χάσουν τον χρόνο τους με υποθέσεις εγκλημάτων που «δεν τους αφορούν». Σύμφωνα με δημοσκόπηση που πραγματοποίησε το 2005 η ιαπωνική κυβέρνηση, οι άντρες εμφανίζονται πιο πρόθυμοι να συμμετέχουν σε σύγκριση με τις γυναίκες, οι κάτοικοι πόλεων περισσότερο απ’ ό,τι εκείνοι της υπαίθρου, επίσης οι εργοδότες συγκριτικά με τους υπαλλήλους της μεσαίας τάξης και με τις γυναίκες που ασχολούνται με τα οικιακά.

Η Καζούκο Ιτο, μέλος της Nichibenren που έχει επιφορτιστεί με την προώθηση του συστήματος «saiban-in», έχει συνείδηση του μειονεκτήματος του τελευταίου και δηλώνει: «Οφείλουμε να πληροφορήσουμε και να ενθαρρύνουμε τον λαό να συμμετάσχει και κατανοήσει πως είναι εφικτή η απονομή δίκαιων ποινών». Η επιμόρφωση γίνεται μέσω φυλλαδίων, συνεδρίων, τηλεοπτικών σποτ, με την υποστήριξη των μέσων ενημέρωσης και με σχετικά εκπαιδευτικά προγράμματα στα γυμνάσια και τα λύκεια.

Όμως, τα παραπάνω δεν εξαλείφουν τους φόβους. Σε αντίθεση με την κυβέρνηση, η Nichibenren δεν συμφωνούσε με τη συμμετοχή των ενόρκων στον καθορισμό της ποινής. Ανάμεσα στην πλειονότητα του πληθυσμού που βλέπει θετικά τη θανατική ποινή και την επικοινωνιακή εκστρατεία για τον νόμο, στην οποία δηλώνεται ότι, χάρη στο σύστημα «saiban-in», η θανατική ποινή θα είναι εφικτή και φυσιολογική, ελάχιστος χώρος απομένει για την ισχύ της αρχής της αθωότητας, που υπάρχει στα χαρτιά αλλά δεν εφαρμόζεται στην πράξη.

Συνεχείς πιέσεις

Εντούτοις, η Ενωση δεν εγκαταλείπει τις προσπάθειες και ασκεί πιέσεις. Η Ιτο δηλώνει, μάλιστα, πιο συγκεκριμένα: «Με τη συνεισφορά του διάσημου Τζινπάσι Μόρι [συγγραφέας ιστοριών μάνγκα (6)] προσπαθούμε να ενημερώσουμε για το σύστημα saiban-in και για την αρχή της αθωότητας μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, μέσα από τα μάνγκα που διαβάζονται από ολόκληρο τον πληθυσμό της Ιαπωνίας».

Από την πλευρά της, η Κοινοβουλευτική Λίγκα για την κατάργηση της θανατικής ποινής επιθυμεί επίσης να ανοίξει δημόσιο διάλογο γύρω από το ερώτημα της εφαρμογής της εσχάτης των ποινών. Κατά την άποψη των μελών της, η πρόσκληση διανοουμένων, δημοσίων προσώπων και ειδικών με αποκλίνουσες απόψεις, θα επέτρεπε να δημιουργηθούν πραγματικές αντιπαραθέσεις. «Γεγονός που θα αποδείκνυε στον πληθυσμό ότι η θανατική ποινή δεν είναι η μοναδική δυνατή λύση», συμπεραίνει ο γενικός γραμματέας της Λίγκας.

Μένει να περιμένουμε τα αποτελέσματα της εφαρμογής του συστήματος «saiban-in», για να δούμε εάν ο αριθμός των θανατοποινιτών θα συνεχίσει να αυξάνεται ή, αντιθέτως, εάν θα δικαιώσει τους υπέρμαχους της προσωρινής αναστολής της θανατικής ποινής. Δεδομένου, βεβαίως, ότι η προοπτική της κατάργησής της δεν φαίνεται να έχει θέση στην ημερήσια διάταξη.

«Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»

Aurore Brien

Δημοσιογράφος

(1Βλ. την έρευνα της οργάνωσης Διεθνής Αμνηστία για τη θανατική ποινή, 1 Δεκεμβρίου 2006, www.amnesty.org.

(2Βλ. Toshio Sakamoto (πρώην δεσμοφύλακας), «Shikei wa Ika-ni Shikko Saresuka» -«Πώς εκτελείται η θανατική ποινή»- Nihan Bungeisha, 2003. Επίσης, βλ. David Mac Neil, «Japan’s way of judicial killing», «The Japan Times», Τόκιο, 8 Απριλίου 2007.

(3«The Japan Times», Τόκιο, 25 Απριλίου 2004.

(4«Asahi Shimbun», Τόκιο, 4 Απριλίου 2006.

(5Διεθνής ομοσπονδία των οργανώσεων υπεράσπισης των δικαιωμάτων του ανθρώπου (FIDH), «La peine de mort au Japon, une pratique indigne d’une democratie», Γενεύη, Μάιος 2003, www.fidh.org.

(6ΣτΕ: Γιαπωνέζικα κόμικς.

Μοιραστείτε το άρθρο