Την ώρα που φθίνει ο κριτικός λόγος ενάντια στην οικονομική τρομοκρατία -τον οποίο κάποτε ονομάζαμε εναλλακτικό στην παγκοσμιοποίηση- εδραιώνεται ένας νέος καπιταλισμός, ακόμα πιο βίαιος.
Πρόκειται για μια καινούργια κάστα αρπαχτικών, τα «private equities» -όμιλοι επιχειρηματικών συμμετοχών που διαθέτουν τεράστια κεφάλαια και αντίστοιχη «όρεξη» (1). Τα ονόματά τους -The Carlyle Group, Kohlberg Kravis Roberts & Co (KKR), The Blackstone Group, Colony Capital, Apollo Management, Starwood Capital Group, Texas Pacific Group, Wendel, Eurazeo κ.λπ.- είναι σχεδόν άγνωστα στο ευρύ κοινό. Και με την προστασία της ανωνυμίας τους, ετοιμάζονται να κατακτήσουν την παγκόσμια οικονομία.
Σε τέσσερα χρόνια, από το 2002 μέχρι το 2006, το ύψος των κεφαλαίων που συγκέντρωσαν οι συγκεκριμένοι όμιλοι συμμετοχών, από τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες, ασφαλιστικά ταμεία και πάμπλουτους ιδιώτες, πέρασε από τα 94 δισ. στα 358 δισ. ευρώ! Η ισχύς «κρούσης» τους είναι πρωτοφανής -ξεπερνά τα 1.100 δισ. ευρώ. Τίποτα δεν τους αντιστέκεται. Πέρυσι, στις ΗΠΑ, τα κύρια «private equities» έκαναν επενδύσεις ύψους 290 δισ. ευρώ για εξαγορές επιχειρήσεων, ενώ οι αντίστοιχες επενδύσεις στο πρώτο εξάμηνο του 2007 ξεπέρασαν τα 220 δισ., εξασφαλίζοντας τον έλεγχο 8.000 εταιρειών... Ήδη ένας στους τέσσερις μισθωτούς στην Αμερική -και ένας στους δώδεκα στη Γαλλία- εργάζεται για τα εν λόγω μεγαθήρια (2).
Η Γαλλία, εξάλλου, είναι ο επόμενος στόχος τους, μετά τη Βρετανία και τις ΗΠΑ. Την περασμένη χρονιά, έβαλαν χέρι σε 400 εταιρείες (αντί 10 δισ. ευρώ) και συνολικά διαχειρίζονται περισσότερες από 1.600 επιχειρήσεις. Πασίγνωστες μάρκες -Picard, Dim, τα εστιατόρια Quick, Buffalo Grill, ο Χρυσός Οδηγός, Allocine και Afflelou - βρίσκονται υπό τον έλεγχο «private equities» κυρίως αγγλοσαξονικής καταγωγής, που τώρα εποφθαλμιούν τους γίγαντες του CAC 40 (3).
Το φαινόμενο των αρπακτικών ομίλων εμφανίστηκε πριν από 15 χρόνια, αλλά υποβοηθούμενο από τη φθηνή πίστωση και με τη βοήθεια νέων, όλο και τελειότερων χρηματοπιστωτικών εργαλείων, έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις τον τελευταίο καιρό.
Εξαιτίας της απλής αρχής πάνω στην οποία βασίζονται: ένας όμιλος πλούσιων επενδυτών αποφασίζει να αγοράσει εταιρείες που κατόπιν διαχειρίζεται ιδιωτικά, μακριά από το χρηματιστήριο και τους περιοριστικούς του όρους και χωρίς να πρέπει να δώσει λογαριασμό σε καχύποπτους μετόχους (4). Στόχος είναι να παρακάμψει τις αρχές της ηθικής του καπιταλισμού, βασιζόμενος στους νόμους της ζούγκλας.
Όπως μας εξηγούν δύο ειδικοί, η διαδικασία έχει ως εξής:
«Για ν’ αποκτήσουν μια εταιρεία που αξίζει 100, ο όμιλος βάζει 30 από την τσέπη του (πρόκειται για τον μέσο όρο) και δανείζεται 70 από τις τράπεζες, επωφελούμενος από τα χαμηλά επιτόκια. Για τρία ή τέσσερα χρόνια αναδιοργανώνει την εταιρεία με νέο μάνατζμεντ, εξορθολογίζει την παραγωγή, αναπτύσσει δραστηριότητες και τραβά από τα κέρδη (όλα ή μέρος) για να πληρώσει τους τόκους... του δικού του χρέους. Κατόπιν, πουλά την εταιρεία 200, συχνά σε ένα άλλο όμιλο που θα κάνει ακριβώς το ίδιο. Μόλις αποπληρωθούν τα 70 του δανεισμού, θα μείνουν 130 στις τσέπες του ομίλου, για μια αρχική επένδυση 30, δηλαδή κέρδος πάνω από 300% σε 4 χρόνια. Έχει κανείς να προτείνει κάτι καλύτερο;» (5)
Ενώ κερδίζουν ασύλληπτες περιουσίες σε προσωπικό επίπεδο, οι μάνατζερ των ομίλων εφαρμόζουν χωρίς αναστολές τις τέσσερις μεγάλες αρχές του «εξορθολογισμού» των εταιρειών: μείωση θέσεων εργασίας, συμπίεση μισθών, εντατικοποίηση της παραγωγής και μεταφορά στο εξωτερικό. Ενθαρρύνονται μάλιστα από τις δημόσιες αρχές, οι οποίες, όπως σήμερα στη Γαλλία, ονειρεύονται να «εκμοντερνίσουν» την παραγωγή, εις βάρος των συνδικάτων που καταγγέλλουν τον εφιάλτη που ζουν και το τέλος του κοινωνικού συμβολαίου.
Κάποιοι πίστευαν ότι χάρη στην παγκοσμιοποίηση ο καπιταλισμός είχε επιτέλους χορτάσει. Βλέπουμε σήμερα ότι η αδηφαγία του δεν έχει όρια. Μέχρι πότε άραγε;
«Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»