el | fr | en | +
Accéder au menu

ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

Η ατελείωτη βουλγαρική άνοιξη

Οι διαδηλώσεις συνεχίζονται στη Βουλγαρία εδώ και περισσότερο από έναν χρόνο. Τον περασμένο Μάιο, οι εκλογές έφεραν στην εξουσία το Σοσιαλιστικό Κόμμα, χωρίς ωστόσο να κατευναστεί ο θυμός του πληθυσμού, ο οποίος έχει κουραστεί από την αδράνεια και από τη διαφθορά των πολιτικών. Στη φτωχότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι διαδηλωτές ζητάνε δουλειά και καλύτερους μισθούς. Και σεβασμό στο κράτος δικαίου.

Στο Σμολιάν, στο νότιο τμήμα της Βουλγαρίας, οι δασωμένες πλαγιές της Ροδόπης αποψιλώθηκαν για να δώσουν τη θέση τους στις σοβιετικής αισθητικής ογκώδεις τσιμεντένιες οικοδομές των προαστίων της πόλης. Στα υψώματα που δεσπόζουν πάνω από την πόλη, στη συνοικία του Ούστοβο, μερικοί άντρες μαστορεύουν τον σκουριασμένο σκελετό ενός αυτοκινήτου. Παραπέρα, μερικά παιδιά Ρομά παίζουν στη γεμάτη σκόνη αλάνα. Ένας ηλικιωμένος τραβάει μια βαθιά ρουφηξιά από το τσιγάρο του, κουνώντας το κεφάλι του. «Προβλήματα, ναι, είχε προβλήματα», μας λέει χαμηλόφωνα κοιτώντας την αγγελία θανάτου που έχει τοιχοκολληθεί στην είσοδο της πολυκατοικίας. Ο Βεντσισλάβ Κοζάρεφ ήταν 47 ετών. Πέθανε στις 3 Μαΐου του 2013: μετά την αυτοπυρπόλησή του μπροστά στη νομαρχία του Πλοβντίβ, το 85% του σώματός του είχε υποστεί σοβαρά εγκαύματα.

Η οικογένεια έχει συγκεντρωθεί μέσα σε ένα μικρό δωμάτιο πνιγμένο στον καπνό, για να ξενυχτήσει τον νεκρό. Κεριά αργοκαίνε πάνω σε ένα χαμηλό τραπεζάκι. Ένα εικόνισμα στολίζει τον σοβαντισμένο με γύψο τοίχο. Οι συγκεντρωμένοι είναι σιωπηλοί κι έχουν βυθιστεί στις σκέψεις τους. Η δημοσιογράφος Μιχαϊλίνα Ντιμίτροβα διηγείται ότι «ο Βεντισλάβ Κοζάρεφ ήταν άνεργος εδώ και πολύ καιρό, το ίδιο και η γυναίκα του. Οι κοινωνικές υπηρεσίες τούς πήραν το μωρό, μιας και το ζευγάρι δεν είχε τη δυνατότητα να το αναθρέψει. Πριν να αυτοκτονήσει, άφησε ένα μήνυμα στο οποίο εξηγούσε ότι δεν μπορούσε να ζει έτσι». Από τις αρχές του 2013, τουλάχιστον εννέα άτομα έχουν βάλει τέλος στη ζωή τους με αυτόν τον τρόπο, ενώ έχουν πάψει πλέον να μετράνε όσους αυτοκτονούν με πυροβόλο όπλο ή πηδώντας στο κενό. Στα μέσα Αυγούστου, στο χωριό Πλόσκι, στα σύνορα με την ΠΓΔΜ, οι γείτονες ανακάλυψαν το απανθρακωμένο πτώμα μιας γυναίκας 77 ετών που είχε αυτοπυρποληθεί μέσα στο σπίτι της. Αυτό το πρωτοφανές φαινόμενο ανάγκασε την Ορθόδοξη Εκκλησία της χώρας να παρέμβει. Στις 14 Μαρτίου, ο πατριάρχης Νεόφυτος προέβη στην εξής δήλωση: «Καλώ όλους τους νέους να μην βάζουν τέλος στη ζωή τους, όποιες κι αν είναι οι περιστάσεις που τους οδηγούν σε αυτήν την ενέργεια».

Ιδιωτικοποιημένη και πανάκριβη ενέργεια

Τη δεκαετία του 1980, η Βουλγαρία αποκαλούνταν «Σίλικον Βάλεϊ της Κομεκόν (1)» και παρήγε περισσότερο από το 40% των συστημάτων πληροφορικής και των μικροϋπολογιστών της Ανατολικής Ευρώπης. Η παραγωγή ήταν συγκεντρωμένη κυρίως στην περιοχή της Ροδόπης. Όμως, μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος, τα εργοστάσια του κλάδου της ηλεκτρονικής στα οποία στηριζόταν η ευημερία του Σμόλιαν, έκλεισαν το ένα μετά το άλλο. Σήμερα, καμία βιομηχανία δεν λειτουργεί στην περιοχή. Από τους 32.000 κατοίκους της πόλης, οι 12.000 είναι άνεργοι και τα ξενοδοχεία που πολλαπλασιάζονται για να φιλοξενήσουν τον χειμερινό τουρισμό αποδεικνύεται ότι δεν μπορούν να ζήσουν όλον τον πληθυσμό. Η Ντόρα Γιάνκοβα, δήμαρχος της πόλης και βουλευτής του Βουλγαρικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (BSP, βλέπε «Σύντομες πληροφορίες για τη χώρα») μας μεταφέρει τα παράπονα του πληθυσμού: «Βρισκόμαστε στο περιθώριο, είμαστε μια ξεχασμένη γωνιά της Βουλγαρίας. Για να φτάσεις στο Πλόβντιβ, στη μεγαλύτερη πόλη της περιοχής, πρέπει να ταξιδεύεις ώρες πάνω σε αυτούς τους κακούς ορεινούς δρόμους. Η κοινωνική κατάσταση είναι καταστροφική. Ωστόσο, οι κάτοικοι έχουν χάσει τη συνήθεια να εξεγείρονται. Οι αυτοκτονίες που πολλαπλασιάζονται είναι χειρονομίες απελπισίας».

Η Βουλγαρία, η οποία είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το 2007, μπορεί να καυχηθεί για τους θετικούς μακροοικονομικούς δείκτες της. Τα οικονομικά της χώρας είναι υγιή και το δημόσιο χρέος είναι περιορισμένο, στο 18,5% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος το 2012 σύμφωνα με τη Eurostat, έναντι 37,8% για τη Ρουμανία και 157% για την Ελλάδα. Όπως υπογραμμίζει η ερευνήτρια Ναντέζ Ραγκάρου, «από την εγκαθίδρυση, το 1997, ενός νομισματικού διευθυντηρίου που επέβαλε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η διαχείριση των δημόσιων οικονομικών πραγματοποιήθηκε με εξαιρετική αυστηρότητα. Στις –ιδιωτικοποιημένες- τράπεζες επιβλήθηκαν απαιτητικοί κανόνες προληπτικής εποπτείας. Μέχρι την κρίση του 2008-2009, το κράτος επιτύγχανε δημοσιονομικά πλεονάσματα (2)». Κι εδώ –όπως κι αλλού- τα μέτρα λιτότητας που συνιστούσε η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι μεγάλοι χρηματοοικονομικοί θεσμοί προκάλεσαν πραγματική κοινωνική καταστροφή: τα επίσημα ποσοστά της ανεργίας ανέρχονται στο 12% του ενεργού πληθυσμού (30% των νέων), οι μισθοί και οι συντάξεις έχουν παγώσει από το 2009, ενώ 600.000 νοικοκυριά ζουν με λιγότερα από 100 ευρώ τον μήνα.

Ο Όλεγκ Τσουλόφ, στέλεχος του συνδικάτου Podkrepa, προσθέτει: «Περίπου το 20% του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Όλες οι κυβερνήσεις που διαδέχτηκαν η μία την άλλη στην εξουσία, προέβησαν σε τεράστιες μειώσεις του προσωπικού του δημόσιου τομέα. Εφάρμοσαν μια φορολογική πολιτική ευνοϊκή για τους επενδυτές, η οποία στηρίζεται στην ανταγωνιστικότητα του εργατικού δυναμικού. Έτσι, ο βασικός μισθός είναι εξαιρετικά χαμηλός, –περίπου 140 ευρώ τον μήνα- ενώ ο μέσος μισθός δεν ξεπερνάει τα 370 ευρώ. Σήμερα, το 20% των πλουσιότερων πολιτών της χώρας είναι έξι έως επτά φορές πλουσιότερο από το 20% των φτωχότερων». Το 1990, η σχέση ανάμεσα σε αυτές τις δύο ομάδες του πληθυσμού ήταν 2,4 φορές.

To BSP, το οποίο ανήλθε στην εξουσία με τις εκλογές της 12ης Μαΐου του 2013, υποσχέθηκε ότι θα αντιστρέψει τον νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό της οικονομίας. Μάλλον ξέχασε ότι ο κύριος κορμός των μέτρων –για παράδειγμα, ο κεφαλικός φόρος (flat tax, κοινώς χαράτσι) ύψους 10%, ο οποίος επιβάλλεται σε όλα τα εισοδήματα χωρίς καμία προοδευτικότητα- είχαν ληφθεί από την κυβέρνηση συνεργασίας την οποία διηύθυνε την περίοδο 2005-2009 ο Σεργκέι Στανίσεφ, ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος, ο οποίος έγινε φέτος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSE).

Μέσα σε αυτήν την εκρηκτική κατάσταση, στις αρχές του 2013, οι πολίτες πληροφορήθηκαν έντρομοι την ιλιγγιώδη αύξηση των τιμολογίων της ηλεκτρικής ενέργειας. Το εθνικό δίκτυο ηλεκτρισμού ιδιωτικοποιήθηκε από την κυβέρνηση του πρώην πρωθυπουργού Συμεών ντε Σαξ-Κομπούργκ Γκότα (2001-2005) και πέρασε στα χέρια τριών ιδιωτικών επιχειρήσεων που έχουν μοιραστεί την αγορά: των τσεχικών CEZ Ceské Energetické Závody) (3) και Energo-Pro και της αυστριακής EVN. Τον περασμένο Ιανουάριο, ο μέσος όρος των λογαριασμών που κλήθηκαν να πληρώσουν τα νοικοκυριά της χώρας ανερχόταν στα 100 ευρώ: μεγάλο μέρος του πληθυσμού αδυνατούσε να πληρώσει παρόμοιο ποσό. Μπροστά στην απειλή της εξαθλίωσης, πολλές δεκάδες χιλιάδες κατέβηκαν στους δρόμους των μεγάλων πόλεων της χώρας. Η αντίδραση έλαβε γρήγορα πολιτική διάσταση, με τους διαδηλωτές να αμφισβητούν αδιακρίτως την Ευρωπαϊκή Ένωση, τους εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης, τη διαφθορά των πολιτικών και τη διαπλοκή τους με οικονομικά και μαφιόζικα συμφέροντα.

Διαισθανόμενος την απειλή, ο λαϊκιστής Μπόικο Μπορίσοφ, αθλητής του καράτε που έγινε σωματοφύλακας του πρώην κομμουνιστή δικτάτορα Τοντόρ Ζίβκοφ και στη συνέχεια δήμαρχος Σόφιας (2005-2009) και πρωθυπουργός, αποφάσισε, στις 13 Μαρτίου του 2013, να παραιτηθεί, λίγους μήνες πριν από τη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών που είχαν οριστεί για τον Ιούλιο. Η καιροσκοπική πολιτική τακτική του παραλίγο να αποδειχθεί αποτελεσματική: το κόμμα του –οι Πολίτες για την Ευρωπαϊκή Ανάπτυξη της Βουλγαρίας (GERB)- ήρθε πρώτο στις πρόωρες εκλογές του Μαΐου, αποσπώντας 30% των ψήφων. Ωστόσο, το αποτέλεσμα δεν του επέτρεψε να διατηρηθεί στην εξουσία. Μετά από διαπραγματεύσεις μερικών ημερών, το BSP και το Κίνημα των Δικαιωμάτων και των Ελευθεριών της τουρκικής μειονότητας κατόρθωσαν να σχηματίσουν μια εύθραυστη κυβέρνηση συνασπισμού, η οποία διαθέτει στη Βουλή μονάχα 120 έδρες, σε σύνολο 240. Μάλιστα, απαιτήθηκε και η στήριξη –δίχως συμμετοχή στην κυβέρνηση- του ακροδεξιού κόμματος Ataka, του οποίου ο ηγέτης, Βόλεν Σιντέροφ, είχε απευθύνει το 2006 την έκκληση «να κάνουμε τους Τσιγγάνους σαπούνι»…

Οι ψηφοφόροι δυσκολεύονται να βρουν έστω και την παραμικρή συνοχή σε αυτό το ετερόκλιτο μόρφωμα. Αν πιστέψει κανείς τις δημοσκοπήσεις, ποτέ άλλοτε οι Βούλγαροι βουλευτές δεν αποτέλεσαν αντικείμενο τόσο έντονης δυσπιστίας: σύμφωνα με έρευνα του Εθνικού Κέντρου Μελέτης της Κοινής Γνώμης, το νέο Κοινοβούλιο ξεκίνησε τη θητεία του με 65% αρνητικές γνώμες. Ακόμα πιο χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι μονάχα το 3% των πολιτών δηλώνουν ικανοποιημένοι από τις συνθήκες ζωής τους. Το ποσοστό αυτό είναι αποκαλυπτικό των οικονομικών δυσκολιών του πληθυσμού, αλλά κυρίως της βαθύτατης ηθικής κρίσης που πλήττει την κοινωνία. Ο Ίβο Χρίστοφ, μέλος της αριστερής Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης Αλληλέγγυα Βουλγαρία, διαπιστώνει ότι «το βουλγαρικό κοινοβουλευτικό σύστημα έχει φθάσει στα όριά του. Μετά το τέλος του κομμουνιστικού καθεστώτος, όλοι οι μοχλοί της οικονομίας έχουν περάσει στα χέρια πολιτικών που διατηρούν σχέσεις με τα δίκτυα της Μαφίας. Η πολιτική εναλλαγή δεν συνεπάγεται καμία ιδεολογική αλλαγή: απλούστατα, γινόμαστε μάρτυρες μιας ανασύνθεσης αυτού του ολιγαρχικού συστήματος».

Καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000, στη δεξιά της πολιτικής σκηνής έκαναν την εμφάνισή τους διάφορα νέα πολιτικά κόμματα, κινητοποιώντας τους ψηφοφόρους με ρητορική που επικεντρωνόταν ενάντια στη διαφθορά. Ο πρώην βασιλιάς Συμεών ντε Σαξ-Κομπούργκ Γκότα, ο οποίος επέστρεψε από την εξορία το 1996, ίδρυσε το Εθνικό Κίνημα Συμεών Β’, το οποίο ήταν το πρώτο κόμμα στις βουλευτικές εκλογές του 2001, ενώ το 2005 σχημάτισε κυβέρνηση συνασπισμού με τους Σοσιαλιστές, η οποία σαρώθηκε στις βουλευτικές εκλογές του 2009 από τη νίκη του νέου κόμματος GERB του Μπορίσοφ. Την τελευταία δεκαετία, η διαρκής ανασύνθεση των πολιτικών ισορροπιών προκάλεσε μια εντονότατη κινητικότητα των στελεχών των διάφορων κομμάτων, τα οποία αλλάζουν κόμμα ανάλογα με τις εκλογικές ευκαιρίες που τους παρουσιάζονται. Όπως εξηγεί η Ραγκάρου, «η αξιοπιστία των πολιτικών ηγετών στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ικανότητά τους να συντηρούν δίκτυα ανταλλαγής ευνοιών, αναδιοργανώνοντας τις πρακτικές σφετερισμού και αναδιανομής των δημόσιων πόρων που είχαν αναπτυχθεί κατά τη διάρκεια του κομμουνιστικού καθεστώτος. Σταδιακά εγκαθιδρύθηκαν πρωτότυπες σχέσεις ανάμεσα σε όσους φιλοδοξούν να κάνουν καριέρα στην πολιτική και στις διαπλεκόμενες επιχειρήσεις. Όπως υπάρχουν “μετακινούμενοι ψηφοφόροι”, εμφανίστηκαν και “μετακινούμενοι πολιτικοί”, οι οποίοι, για να αντιμετωπίσουν τις αντιξοότητες -τη διπλή απιστία, τόσο των ψηφοφόρων, όσο και των ηγεσιών των πολιτικών κομμάτων- αποκτούν μια ιδιαίτερα ευέλικτη κομματική ένταξη και πολιτική ιδεολογία (4)».

Κατά τη γνώμη πολλών παρατηρητών, εκ των πραγμάτων, το μοναδικό ζήτημα που επιτρέπει να υπάρξει μια πραγματική διαφοροποίηση στον πολιτικό κόσμο της χώρας, όπως αυτός διαμορφώθηκε από την εποχή της πτώσης του κομμουνιστικού καθεστώτος, είναι οι σχέσεις με τους Ρώσους γείτονες. Έτσι, για πολλούς φιλελεύθερους αναλυτές που πρόσκεινται στον Μπορίσοφ, οι διαδηλώσεις του Ιανουαρίου του 2013 και η πολιτική κρίση που πλήττει τη χώρα υποκινήθηκαν από τη Μόσχα, η οποία είναι δυσαρεστημένη από την αποτυχία του πρόσφατου δημοψηφίσματος για την πυρηνική ενέργεια.

«Η ενέργεια είναι η αγελάδα που αρμέγουν οι πολιτικοί»

Πράγματι, στις 27 Φεβρουαρίου, η πλειοψηφία των ψηφοφόρων απάντησε «Ναι» στο ερώτημα αν «πρέπει η Βουλγαρία να αναπτύξει τον τομέα της πυρηνικής ενέργειας με την κατασκευή ενός νέου πυρηνικού σταθμού», ωστόσο το δημοψήφισμα ακυρώθηκε λόγω του χαμηλού ποσοστού συμμετοχής. Το πρόγραμμα, το οποίο είχε υποστηριχθεί από την κυβέρνηση του Σεργκέι Στανίσεφ (2005-2009) για να εγκαταλειφθεί, στη συνέχεια, από την κυβέρνηση Μπορίσοφ, τον Μάρτιο του 2012, προέβλεπε την κατασκευή ενός -ρωσικού σχεδιασμού- πυρηνικού σταθμού παραγωγής ενέργειας στο Μπελένε, στο βόρειο τμήμα της χώρας (5). Ο πολιτικός επιστήμονας Όγκνιαν Μίνσεβ, διευθυντής του Ινστιτούτου για τις Περιφερειακές και Διεθνείς Σπουδές (IRIS), υποστηρίζει ότι «το Σοσιαλιστικό Κόμμα διατηρεί πάντα στενές σχέσεις με τη Μόσχα. Το σχέδιο του Μπελένε είναι ένα εργαλείο της Ρωσίας για να αυξήσει την επιρροή της στη βουλγαρική πολιτική σκηνή και για να απομακρύνει τη χώρα από την Ατλαντική Συμμαχία».

Από τη στιγμή που οι Σοσιαλιστές επέστρεψαν στην εξουσία, η Μόσχα τους πιέζει να οριστικοποιήσουν την κατασκευή στο βουλγαρικό έδαφος του τμήματος του αγωγού αερίου South Stream, έτσι ώστε να ενταφιαστεί οριστικά το αντίπαλο σχέδιο Nabucco, το οποίο προωθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Στις 8 Ιουλίου, ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός Πλάμεν Ορεχάρσκι υποδέχθηκε με μεγάλες τιμές τον Αλεξέι Μίλερ, διευθυντή του ομίλου Gazprom, o οποίος δήλωσε ότι η κατασκευή του αγωγού θα σημάνει την πρόσληψη 2.500 μηχανικών με υψηλή τεχνολογική κατάρτιση, καθώς και άμεσες επενδύσεις 3,5 δισεκατομμυρίων ευρώ. Μήπως όλα αυτά συνεπάγονται ότι ο πολιτικός κόσμος της χώρας διαιρείται σε ρωσόφιλους σοσιαλιστές οπαδούς της πυρηνικής ενέργειας και σε ρωσοφοβική και αντιπυρηνική δεξιά; Η γνώμη του Χριστόφ είναι ότι «πρόκειται για μια υπεραπλούστευση. Η ενέργεια είναι η αγελάδα την οποία αρμέγει ολόκληρη η τάξη των πολιτικών. Η διαφθορά σε αυτόν τον τομέα είναι ένα δομικό φαινόμενο και όλα τα κόμματα σέβονται την ομερτά».

Στο μεγάλο λιμάνι της Βάρνας, με τις πρώτες κιόλας ακτίνες του ήλιου, οι αργόσχολοι κατακλύζουν τα τραπεζάκια έξω από τα καφέ της λεωφόρου Σλιβνίτσκα. Η Βάρνα, η οποία την εποχή του κομμουνιστικού καθεστώτος αποτελούσε ένα ισχυρό βιομηχανικό κέντρο, κυρίως λόγω των ναυπηγείων και της υφαντουργίας της, εξακολουθεί να είναι μια από τις πλέον ευημερούσες πόλεις της χώρας. Παράγει το 15% του ΑΕΠ, ενώ η ανεργία δεν ξεπερνάει το 4%. Κι όμως, εδώ γιγαντώθηκε το αυθόρμητο κίνημα της λαϊκής οργής που ξέσπασε τον προηγούμενο χειμώνα. Στις 20 Φεβρουαρίου του 2013, ένας τριανταεξάχρονος άνδρας, ο Πλάμεν Γκοράνοφ (το μικρό του όνομα σημαίνει «φλόγα») αυτοπυρπολήθηκε μπροστά στο δημαρχείο και μετατράπηκε σε μάρτυρα και σε σύμβολο της εξέγερσης. Η Μαρία, μια νεαρή καλλιτέχνης που έχει κολλήσει στην τσάντα της ένα αυτοκόλλητο με τη μορφή του Γκοράνοφ, μας διηγείται: «Κατεβήκαμε στο δρόμο για να διαμαρτυρηθούμε ενάντια στην αύξηση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά και ενάντια στη Μαφία που κυβερνάει την πόλη εδώ και είκοσι χρόνια. Ο δήμαρχος παραιτήθηκε αλλά τίποτα δεν άλλαξε στ’ αλήθεια. Παρ’ όλα αυτά, η σπίθα που άναψε τον περασμένο χειμώνα δεν έχει σβήσει». Αυτό, τουλάχιστον, θέλει η ίδια να πιστεύει. Μετά από τέσσερεις θητείες και δεκατέσσερα χρόνια συνεχούς άσκησης της εξουσίας, ο δήμαρχος Κίριλ Γιορντάνοφ εξωθήθηκε σε παραίτηση, στις 6 Μαρτίου του 2013, όταν εγκαταλείφθηκε από τους συμμάχους του GERB.

Διαδηλωτές αποφασισμένοι για ρήξη

Ένας ντόπιος δημοσιογράφος που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του, μας εξηγεί: «Ο Γιορντάνοφ δεν ήταν τίποτε άλλο από ένας αχυράνθρωπος που κατόρθωσε να εξασφαλίσει την υποστήριξη των κομμάτων που διαδέχονταν το ένα το άλλο στην εξουσία, στη Σόφια. Τα πραγματικά αφεντικά της πόλης, καθώς επίσης κι ενός μεγάλου μέρους της Βουλγαρίας, είναι οι μαφιόζοι της ΤΙΜ». Ο όμιλος ΤΙΜ, του οποίου το όνομα προήλθε από τα αρχικά των μικρών ονομάτων των τριών ιδρυτών του (Τιχομίρ, Ίβο και Μαρίν), πρώην κομάντος του ναυτικού, έκανε την εμφάνισή του στη Βάρνα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, της σκοτεινής μεταβατικής περιόδου. Εκείνη την εποχή, οι κρατικές επιχειρήσεις ιδιωτικοποιούνταν και περνούσαν στα χέρια των φίλων του νέου καθεστώτος για ένα κομμάτι ψωμί. «Τότε, η Βουλγαρία ελεγχόταν από διάφορες ομάδες εγκληματιών, οι οποίοι μάχονταν αναμεταξύ τους. Όμως, αντίθετα απ’ ό,τι συνέβη στην περίπτωση των υπόλοιπων που εμφανίζονταν στα νυχτερινά κέντρα οπλοφορώντας κι αγκαλιά με καλλονές, οι ιδρυτές της ΤΙΜ παρέμειναν εξαιρετικά διακριτικοί. Εξόντωσαν τους ανταγωνιστές τους και μετατράπηκαν σε έναν από τους ισχυρότερους επιχειρηματικούς ομίλους της χώρας». Κι είναι σχεδόν αδύνατον να απαριθμήσει κανείς τα περιουσιακά στοιχεία του ομίλου. «Ελέγχουν μέσα ενημέρωσης, όπως το τηλεοπτικό κανάλι Tcherno More και επενδύουν στην κτηματαγορά. Είναι ιδιοκτήτες μιας τράπεζας, της Centralna Kooperativa Banka, καθώς και του εθνικού αερομεταφορέα Bulgaria Air. Έχουν αποκτήσει συμμετοχές στα αεροδρόμια της Σόφιας, της Βάρνας και του Μπουργκάς. Κανένας δεν γνωρίζει την ακριβή έκταση των περιουσιακών στοιχείων που κατέχουν».

Όπως συνηθίζουν να επαναλαμβάνουν οι ντόπιοι, «κάθε χώρα έχει τη μαφία της. Στη Βουλγαρία, η μαφία έχει μια χώρα». Σύμφωνα με έκθεση που δημοσίευσε τον περασμένο Δεκέμβριο η International Transparency, η Βουλγαρία είναι η πλέον διεφθαρμένη της Ευρώπης, με επόμενη την Ελλάδα, και κατέχει την 75η θέση στην παγκόσμια κατάταξη σε σύνολο 176 χωρών. Για την Επιτροπή του Ελσίνκι, «οι αποφάσεις που λαμβάνει το Κοινοβούλιο τού επιβάλλονται από ορισμένους ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους που έχουν θέσει τους μηχανισμούς της οικονομίας και της προπαγάνδας υπό τον έλεγχό τους, χωρίς να ενδιαφέρονται για τον νόμο (6)». Στις 14 Ιουνίου, λίγο μετά τις βουλευτικές εκλογές, ο εξαιρετικά αμφιλεγόμενος επιχειρηματίας Ντελιάν Πεέφσκι διορίστηκε επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφάλειας (DANS), ενός οργανισμού ο οποίος είναι επιφορτισμένος με την καταπολέμηση της διαφθοράς. Ο διορισμός του πυροδότησε κύμα αγανάκτησης σε ολόκληρη τη χώρα. Ο Πεέφσκι είναι βουλευτής του DPS και μεγιστάνας των μέσων ενημέρωσης, ο οποίος έχει εμπλακεί σε διάφορα πολιτικομαφιόζικα σκάνδαλα, όπως το Toplofikacija, την περίοδο 2006-2007 (7).

Μπροστά στο θυμό των διαδηλωτών, το Κοινοβούλιο έσπευσε να υποχωρήσει, ακυρώνοντας τον διορισμό του Πεέφσκι. Μάλιστα, ο πρωθυπουργός Ορεχάρσκι ζήτησε δημόσια συγγνώμη, στις 19 Ιουνίου, γι’ αυτό το «πολιτικό σφάλμα» (8). Εντούτοις, ούτε η προαναφερθείσα συγγνώμη, ούτε η μείωση των τιμολογίων του ηλεκτρικού ρεύματος αποδείχθηκαν αρκετά για να κατευνάσουν την επιθυμία των Βούλγαρων πολιτών να αντιδράσουν με ιδιαίτερα οξύ τρόπο.

Μετά από έξι μήνες εξέγερσης και παρά την εναλλαγή πολιτικών κομμάτων στην εξουσία, η κοινωνική κρίση που πλήττει τη χώρα δεν μοιάζει να υποχωρεί. Ολόκληρο το καλοκαίρι, οι διαδηλωτές είχαν κατακλύσει τους δρόμους και απαιτούσαν την παραίτηση της κυβέρνησης και τη διεξαγωγή νέων εκλογών. Τη νύχτα μεταξύ 23ης και 24ης Ιουλίου, το Κοινοβούλιο αποκλείστηκε από οδοφράγματα. Δύο χιλιάδες διαδηλωτές απέκλεισαν μια τριανταριά βουλευτές μέσα στο κτήριο κραυγάζοντας τα συνθήματα «Μαφία» και «Παραίτηση». Η επιστροφή του χειμωνιάτικου κρύου και η εποχιακή αύξηση των τιμολογίων του ηλεκτρικού ρεύματος ενδέχεται να εντείνουν τη δυσαρέσκεια.

Από την άλλη πλευρά, όμως, έχει άραγε όντως η βουλγαρική κοινωνία τα μέσα για να πραγματοποιήσει μια «επανάσταση» όπως εκείνες που συγκλόνισαν τις αραβικές χώρες το 2011; Εξαντλημένη από είκοσι χρόνια μιας μεταβατικής περιόδου στον καπιταλισμό, αλλά και από τη δημογραφική αφαίμαξη, η χώρα κάθε χρόνο εξασθενεί. Πέρυσι ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 5,5%, το 2011 είχε ήδη πέσει στα 7,3 εκατομμύρια, έναντι 8,7 εκατομμυρίων το 1990.

Η Βουλγαρία, η οποία κατά τη διάρκεια της κομμουνιστικής περιόδου θεωρούνταν η 26η Δημοκρατία της Σοβιετικής Ένωσης, εφαρμόζει στο εξής κατά γράμμα τις φιλελεύθερες πολιτικές που της προτείνονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση κι εξακολουθεί να είναι –όπως και στο παρελθόν- ανίκανη να πάρει το πεπρωμένο της στα χέρια της. Χωρίς αμφιβολία, αυτό ακριβώς επιθυμούν να αλλάξουν οι διαδηλωτές.

Διαβάστε επίσης: Σόφια-Σκόπια, δύο αδέλφια-εχθροί

Laurent Geslin

Δημοσιογράφος, αρχισυντάκτης στην ενημερωτική ιστοσελίδα «Courrier des Balkans». Συγγραφέας, από κοινού με τον Jean-Arnault Derens και την Marylise Ortiz του «Bazars ottomans des Balkans», Non Lieu , Παρίσι, 2009.
Παπακριβόπουλος Βασίλης (μτφ)

(1Συμβούλιο Αμοιβαίας Οικονομικής Βοήθειας (1949-1991), στο οποίο συμμετείχαν οι χώρες του κομμουνιστικού μπλοκ.

(2Βλέπε Nadège Ragaru, «“Souriez! Tout va mal”. La Bulgarie de Boїko Borissov au lendemain des elections de 2011», Centre d’Etudes et de recherches internationales (CERI), Παρίσι, 12 Ιανουαρίου 2012.

(3Από την CEZ αφαιρέθηκε τον Ιανουάριο του 2013 η άδεια που της επέτρεπε να προβαίνει σε διανομή ηλεκτρικής ενέργειας στην Αλβανία, επειδή οι αρχές των Τιράνων την κατηγορούν για κακοδιαχείριση.

(4Nadège Ragaru, «En quête de notabilité, Vivre et survivre en politique dans la Bulgarie postcommuniste», Politix, τομ.17, αρ.°67, Παρίσι, 2004.

(5Βλέπε Hélène Bienvenu και Sébastien Gobert, «Naissance d’un bloc de l’atome en Europe de l’Est», Le Monde Diplomatique, Ιούλιος 2013.

(6Βλέπε Alexandre Levy, «Les Bulgares se mobilisent contre la corruption de la classe politique», Le Figaro, Παρίσι, 19-6-13.

(7Βλέπε Ragaru Nadège, «Usages et force instituante de la lutte anticorruption en Bulgarie: l’affaire Toplofikacija», Droit et Société, τομ.72, αρ.°2, Παρίσι, 2009.

Μοιραστείτε το άρθρο