Για τη Συμφωνία Διατλαντικής Εμπορικής και Επενδυτικής Συνεργασίας (Transatlantic Trade and Investment Partnership, ΤΤΙΡ), η οποία αφορά 800 εκατομμύρια κατοίκους με σημαντική αγοραστική δύναμη και σχεδόν το μισό πλούτο της Γης (1). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπραγματεύεται αυτή τη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Ουάσινγκτον στο όνομα των 25 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκή Ένωσης. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που θα εκλεγεί τον Μάιο θα κληθεί να την επικυρώσει. Τίποτα δεν έχει ακόμα παιχτεί αλλά στις 11 Φεβρουαρίου κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην Ουάσινγκτον, ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ πρότεινε να επισπεύσουν τις διαδικασίες. «Αν πάμε γρήγορα, έχουμε πολλά να κερδίσουμε. Αλλιώς, το ξέρουμε ότι θα υπάρξει συγκέντρωση φόβου, απειλών, εντάσεων».
«Αν πάμε γρήγορα, έχουμε πολλά να κερδίσουμε;» Αντίθετα, σε αυτήν την υπόθεση, είναι σημαντικό να σταματήσουμε τη μηχανή του νεοφιλελευθερισμού και των βιομηχανικών λόμπι (τόσο αμερικανικών όσο και ευρωπαϊκών) που την εμπνέουν. Είναι ακόμα πιο απαραίτητο αφού οι όροι της διαπραγμάτευσης τους οποίους χειρίζονται οι Επίτροποι στις Βρυξέλλες, έμειναν κρυφοί από τους βουλευτές της Γηραιάς Ηπείρου, ενώ η εμπορική στρατηγική της Ένωσης (εάν υφίσταται κάποια στρατηγική εκτός από την απαγγελία του Ιερού Βιβλίου της πλήρους απελευθέρωσης) δεν έχει κανένα μυστικό για τα αυτιά της Αμερικανικής Υπηρεσίας Ασφαλείας (2)… Μια τέτοια φροντίδα απόκρυψης δεν μπορεί ποτέ να είναι προάγγελος ωραίων εκπλήξεων. Εκ των πραγμάτων υπάρχει κίνδυνος, η φυγή προς τα εμπρός της πλήρους απελευθέρωσης και του ατλαντισμού να κάνει τους Ευρωπαίους να εισάγουν κρέας με ορμόνες, γενετικά τροποποιημένο καλαμπόκι, κοτόπουλα πλυμένα με χλώριο. Και από την άλλη ν’ απαγορεύσει στους αμερικανούς να ευνοούν τους τοπικούς παραγωγούς (Buy American Act) όταν χρησιμοποιούνται δημόσια κεφάλαια για τη μάχη κατά της ανεργίας.
Κι όμως, το πρόσχημα της συμφωνίας είναι η απασχόληση. Αλλά, παίρνοντας θάρρος από τις «μελέτες», οι οποίες συχνά χρηματοδοτούνται από λόμπι, οι υπέρμαχοι της συμφωνίας είναι πολύ περισσότεροι φλύαροι για τις θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν χάρη στις εξαγωγές και πολύ λιγότερο για εκείνες που θα χαθούν εξαιτίας των εισαγωγών (ή ενός υπερεκτιμημένου Ευρώ…). Ωστόσο, ο οικονομολόγος Ζαν-Λικ Γρεό θυμίζει ότι, εδώ και εικοσιπέντε χρόνια, κάθε καινούργια νεοφιλελεύθερη επανάσταση –ενιαία αγορά, κοινό νόμισμα, διατλαντική αγορά- υιοθετήθηκε με την πρόφαση ότι θα μείωνε την ανεργία. Έτσι, μια έκθεση του 1988 με τίτλο «Πρόκληση 1992», ανακοίνωνε ότι «θα κερδίσουμε 5 ή 6 εκατομμύρια θέσεις εργασίας χάρη στην ενιαία αγορά. Ωστόσο, τη στιγμή που εδραιώθηκε, η Ευρώπη, θύμα της ύφεσης, έχασε τρία έως τέσσερα εκατομμύρια θέσεις εργασίας (3)…».
Το 1998, η Πολυμερής Συμφωνία για τις Επενδύσεις, που είχε ήδη δημιουργηθεί από και για τις πολυεθνικές έγινε σκόνη από τη λαϊκή κινητοποίηση (4). Η διατλαντική συμφωνία, που παίρνει κάποιες από τις πιο επιβλαβής ιδέες της θα πρέπει να τύχει της ίδιας αντιμετώπισης.