Ο διπλός αυτός στόχος διαθέτει τη στήριξη των διοικητικών συμβουλίων και των αιθουσών σύνταξης. Αλλά ακόμα κι αν προσθέσουμε στους ισχνούς τους αριθμούς και τους Γερμανούς εισοδηματίες, κάποιες offshore του Λουξεμβούργου και αρκετούς Γάλλους σοσιαλιστές ηγέτες, και πάλι δεν θα καταφέρουμε να αυξήσουμε αρκετά τους υποστηρικτές του σημερινού «ευρωπαϊκού σχεδίου».
Η Ένωση δεν σταματά να επιπλήττει τα κράτη-μέλη που δεν έχουν ως πρώτη προτεραιότητα να μειώσουν το δημοσιονομικό τους έλλειμμα, ακόμα κι όταν η ανεργία απογειώνεται. Καθώς γενικά υπακούουν χωρίς πολλά παρακάλια, τους επιβάλλει αμέσως διορθωτικά προγράμματα που περιέχουν αριθμητικούς στόχους με ακρίβεια δεκαδικού, μαζί με χρονοδιαγράμματα υλοποίησης. Αντίθετα, όταν ένας όλο και αυξανόμενος αριθμός Ευρωπαίων ασθενών πρέπει να απαρνηθεί τη θεραπεία του εξαιτίας της έλλειψης πόρων, όταν η παιδική θνησιμότητα αυξάνεται και η ελονοσία εμφανίζεται και πάλι, όπως στην Ελλάδα, οι εθνικές κυβερνήσεις δεν έχουν να φοβηθούν τους κεραυνούς της Επιτροπής στις Βρυξέλλες. Άκαμπτα, όταν πρόκειται για ελλείμματα και χρέη, τα «κριτήρια σύγκλισης» δεν ισχύουν για την απασχόληση, την παιδεία και την υγεία. Κι όμως, είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους: ο ακρωτηριασμός των δημοσίων δαπανών συνεπάγεται σχεδόν πάντα τη μείωση των γιατρών στα νοσοκομεία και την περικοπή της πρόσβασης στην περίθαλψη.
Ακόμα περισσότερο και από τις «Βρυξέλλες», οι οποίες συγκεντρώνουν τα βέλη όλης της δυσαρέσκειας, δύο πολιτικές δυνάμεις βοήθησαν στη μεταμόρφωση των μονεταριστικών δογμάτων σε εθελοντική σκλαβιά. Πράγματι, εδώ και δεκαετίες, σοσιαλιστές και νεοφιλελεύθεροι μοιράζονται την εξουσία και τις θέσεις στο Ευρωκοινοβούλιο, την Επιτροπή και στις περισσότερες πρωτεύουσες της Γηραιάς Ηπείρου (2). Εξάλλου, ο Ζοζέ Μπαρόζο, υπέρμαχος του άκρατου νεοφιλελευθερισμού και θιασώτης του πολέμου στο Ιράκ, επανεκλέχθηκε πρόεδρος της Επιτροπής πριν από πέντε χρόνια με την ομόφωνη επιθυμία των 27 ηγετών της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων και των σοσιαλιστών, παρόλο που όλοι αναγνώριζαν την εντυπωσιακή μετριότητα του απολογισμού της πρώτης του θητείας.
Δύο είναι οι υποψήφιοι που συναγωνίζονται για να τον διαδεχθούν, ένας Γερμανός σοσιαλδημοκράτης, ο Μάρτιν Σούλτς και ένας Λουξεμβούργιος χριστιανοδημοκράτης, ο Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ. Στις 9 Απριλίου παρακολουθήσαμε στην τηλεόραση ένα ντιμπέιτ που τους έφερε «αντιμέτωπους». Ποιος από τους δύο εκτίμησε ότι «η λιτότητα είναι απαραίτητη για να ξανακερδίσουμε την εμπιστοσύνη;». Και ποιος του απάντησε ότι «η δημοσιονομική πειθαρχία είναι αναπόφευκτη;». Σε σημείο που, ο πρώτος -για τον οποίο οι ανελέητες «μεταρρυθμίσεις» του συντρόφου του, Γκέρχαρντ Σρέντερ, αποτελούν «το ακριβές μοντέλο» που θα πρέπει να ακολουθήσουμε- άφησε να του ξεφύγει: «Δεν ξέρω τι είναι αυτό που μας διαχωρίζει». Σίγουρα, πάντως, όχι η βούληση να κλείσουν το ευρωπαϊκό οικονομικό στρατόπεδο.