Στα 45 της χρόνια, η «Il Manifesto» δεν ξεχνάει την προέλευσή της: τον Μάη του ’68 και την εισβολή στην Τσεχοσλοβακία. Γεννήθηκε ως περιοδικό, στις 23 Ιουνίου 1969, με πρώτο πρωτοσέλιδο «Η Πράγα είναι μόνη της». Οι δημιουργοί του, η Ροσάννα Ροσάντα, ο Λούτσιο Μάγκρι, ο Λουίτζι Πιντόρ και ο Άλντο Νατόλι, θεωρούνται εκείνη την εποχή «ινγκραϊκοί», λόγω της φιλίας τους με τον Πιέτρο Ινγκράο, ένα στέλεχος με εξαιρετική επιρροή στην κομμουνιστική αριστερά. Και οι τέσσερις εξεγείρονται κατά του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (PCI), στην ηγεσία του οποίου συμμετέχουν.
Το παρελθόν επιβάλλει το νόμο του, καθόσον διαγράφονται στο 22ο συνέδριο, στην Μπολόνια: ο Ενρίκο Μπερλιγκουέρ, που δεν είναι ακόμα «ευρωκομμουνιστής» (μολονότι το κόμμα του καταδίκασε την εισβολή των σοβιετικών δυνάμεων στην Τσεχοσλοβακία), τους θεωρεί υπερβολικά φίλα προσκείμενους στη φοιτητική αμφισβήτηση και, κυρίως, υπερβολικά επικριτικούς έναντι της Σοβιετικής Ένωσης και του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Οι διαγραμμένοι επιβαρύνουν τη θέση τους, μετατρέποντας το περιοδικό σε εφημερίδα, η οποία δηλώνει κομμουνιστική και της οποίας το πρώτο φύλλο εκδίδεται στις 28 Απριλίου 1971.
Η ιδρυτική διακήρυξη επισημαίνει: «Επειδή ήρθε η ώρα για μια γενική και ενωτική πρωτοβουλία, ικανή για την επανεκκίνηση του έργου της προώθησης ενός πολιτικού κινήματος, ικανή να ξαναδώσει μια ενότητα και μια συνέχεια προσανατολισμού στην καθοδήγηση και στα μέλη που μας ακολουθούν και, κυρίως, ικανή να έρθει σε επαφή με το ευρύ και αποδιοργανωμένο φάσμα των κοινωνικών δυνάμεων που αμφισβητούν το καθεστώς, υπάρχει η ανάγκη ενός ημερήσιου φύλλου. Αυτή την αποτελεσματική πρακτική, αυτή την πολιτική ανάσα, μόνο ένα ημερήσιο φύλλο μπορεί να την προσφέρει». Η άκρα αριστερά, από την Potere operaio (Εργατική εξουσία), την οργάνωση του Τόνι Νέγκρι, μέχρι τη Lotta continua (Διαρκής αγώνας), αγνοεί την έκκληση.
Άνοιγμα στα κοινωνικά κινήματα
Τρία χρόνια αργότερα, η ομάδα Il Manifesto ενώνεται με το Κόμμα Προλεταριακής Ενότητας για να δημιουργήσουν το Κόμμα Προλεταριακής Ενότητας για τον Κομμουνισμό (PdUP). Το εγχείρημα απογοητεύει τους οραματιστές του: η συμμαχία που συγκρότησε ο νέος πολιτικός σχηματισμός με ένα πλήθος ομάδων της άκρας αριστεράς συγκεντρώνει μονάχα 1,5% στις βουλευτικές εκλογές του 1976 και 1,4% στις βουλευτικές εκλογές του 1979. Το PdUP θα καταλήξει να ενταχθεί το 1984 στο PCI μαζί με όλα του τα υπάρχοντα –κάτι χωρίς προηγούμενο στο κομμουνιστικό κίνημα!
Στο μεταξύ, με πενήντα χιλιάδες φύλλα ημερήσια κυκλοφορία, η «Il Manifesto» έχει κατακτήσει μια αυτόνομη θέση στο τοπίο της ιταλικής αριστεράς και του Τύπου. Ενσαρκώνει ταυτόχρονα το ριζοσπαστισμό, το άνοιγμα στα κοινωνικά κινήματα, την επιθυμία για νέους προβληματισμούς, το ενδιαφέρον για τη διεθνή πραγματικότητα –δημιουργεί μια από τις πρώτες διεθνείς εκδόσεις της «Monde diplomatique», την οποίο μεταφράζει κάθε μήνα από το 1994.
Πέρα από το ενημερωτικό της έργο, η εφημερίδα παίζει έτσι το ρόλο ενός εργαστηρίου ιδεών και ιδεολογικής πυξίδας, ιδίως για το Κομμουνιστικό Κόμμα, που είναι σε διαδικασία αναζήτησης ταυτότητας. Σε καταστροφικό βαθμό… Την επαύριο της κατάρρευσης του τείχους του Βερολίνου, επί μήνες, τα μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος διερωτώνται για τη φύση του νέου κόμματος που τους ενθαρρύνει ο γενικός γραμματέας, Ακίλε Οκέτο, να ιδρύσουν και, προσωρινά αποκαλούν «la cosa» (το πράγμα). Μια ταινία με το ίδιο όνομα του σκηνοθέτη Νάνι Μορέττι, αφηγείται με πολύ χιούμορ αυτή την περιπέτεια όπως τη βλέπουν οι από κάτω –«ένα μάθημα δημοσιογραφίας», το χαρακτήρισε η Ροσάντα…
Δεν υπάρχει μεγάλη απόσταση από το Καπιτώλιο μέχρι τον Ταρπιανό βράχο, λέει μια λατινική παροιμία: στο πρώτο παρήλαυναν οι νικητές στρατηγοί· από τον δεύτερο γκρέμιζαν τους θανατοποινίτες στο κενό. Αφού κατόρθωσε να συσπειρώσει περισσότερο από το ένα τρίτο του εκλογικού σώματος, το PCI υποχωρεί έως ότου εξαφανίζεται, το 1991. Ο κύριος κληρονόμος του, το Δημοκρατικό Κόμμα (PD), είναι ο κυρίαρχος κεντρώος σχηματισμός. Ο άλλος κλάδος, το Κόμμα της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης (PRC), εξαφανίστηκε το 2008 από το Κοινοβούλιο, στο οποίο πρόεδρος τότε ήταν ο Φάουστο Μπερτινότι (1).
Εν μέσω νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας, αυτή η διπλή εξέλιξη μεταφράζεται σε δύο θανάτους: αυτόν της «Liberazione», της ημερήσιας εφημερίδας του PRC, της οποίας ο διαδικτυακός τόπος έκλεισε το 2014· και αυτόν της ημερήσιας εφημερίδας του PCI, της «L’Unità», το τελευταίο κακέκτυπο της οποίας διέκοψε την έκδοσή του τον ίδιο χρόνο. Σε αυτό το πλαίσιο, η επιβίωση της «Il Manifesto» θα ήταν ένα θαύμα, αν δεν βρίσκονταν κι αυτή στην κόψη του ξυραφιού.
Πράγματι, δεν είναι η πρώτη φορά που η εφημερίδα κάνει έκκληση στη γενναιοδωρία των φίλων της για να ξεπεράσει μια δύσκολη κατάσταση. Το 1997, η «Il Manifesto» είχε μάλιστα εκδώσει ένα φύλλο που είχε πουληθεί προς 50.000 λιρέτες (26 ευρώ)! Στα τέλη της δεκαετίας του 2000, όλες οι ενδείξεις είναι ακόμα στο κόκκινο: οι πωλήσεις μειώνονται· οι επιδοτήσεις στον Τύπο ελαττώνονται· η διαφήμιση σπανίζει· και οι 120 εργαζόμενοι της εφημερίδας κοστίζουν ακριβά, παρά τους σπαρτιάτικους μισθούς τους. Πράγμα που οδηγεί στη δημιουργία ελλειμμάτων, τα οποία απαγορεύονται στις συνεταιριστικές επιχειρήσεις. Αποτέλεσμα: τον Φεβρουάριο του 2012, η εφημερίδα κηρύσσεται σε πτώχευση και τρεις μήνες αργότερα ο σύνδικος ανακοινώνει στη σύνταξη τη διακοπή όλων των δραστηριοτήτων.
Ευτυχώς η Δικαιοσύνη δεν εφάρμοσε την απειλή. Και η «Il Manifesto» κατόρθωσε να βελτιώσει τη θέση της: παρά τη δραστική μείωση του αριθμού των δημοσιογράφων, οι συνδρομές και οι πωλήσεις αυξάνονται. Παραμένει όμως μια δαμόκλειος σπάθη: οι εκκαθαριστές θα βγάλουν σε πλειστηριασμό τον τίτλο της εφημερίδας, με κίνδυνο να μην πέσει σε καλά χέρια. Η ομάδα κινητοποιείται για να τον εξαγοράσει χωρίς καθυστερήσεις.
Η «“Il Manifesto” είναι πρώτα απ’ όλα εσύ. Εξαγόρασέ την»: αυτό είναι το θέμα της εκστρατείας συμμετοχών που ξεκίνησε τον Νοέμβριο (2). Στόχος, η συλλογή ενός εκατομμυρίου ευρώ ώστε ο συνεταιρισμός να εξαγοράσει τον τίτλο και να διασφαλίσει την ανεξαρτησία της εφημερίδας. Για τις ανάγκες του εγχειρήματος εκδόθηκε στις 13 Νοεμβρίου ένα φύλλο στην τιμή των 20 ευρώ. Όπως γράφει η Νόρμα Ραντζέρι, συνδιευθύντρια της εφημερίδας μαζί με τον Τομάζο ντι Φραντσέσκο, «η φυσιογνωμία της εφημερίδας μας, ο καθαρά εκδοτικός της χαρακτήρας, χωρίς αφεντικό, ο συνεταιρισμός των δημοσιογράφων και των εργατών, ήταν πάντα μια ευτυχής ανωμαλία, μια αίρεση, μια απόδειξη με σάρκα και οστά ότι η αγορά δεν είναι απόλυτος μονάρχης και οι νόμοι της δεν είναι και δικοί μας».