el | fr | en | +
Accéder au menu

ΗΠΑ: Ο λαϊκός δισεκατομμυριούχος εναντίον της ενάρετης μαντόνας

Ρεπορτάζ από τα συνέδρια των Ρεπουμπλικανών και των Δημοκρατικών, που άφησαν, μερικές φορές χωρίς να το θέλουν, να διαφανεί η σημερινή κατάσταση της πολιτικής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών, ένας άνθρωπος χωρίς καμία αναστολή, τον οποίο δεν εμπιστεύονται τα στελέχη του κόμματός του. Στην πλευρά των Δημοκρατικών, μια υποψήφια χωρίς κανένα σχέδιο πέρα από την επικράτηση σε βάρος του αντιπάλου της και με μια ευθύτητα στην οποία δεν πιστεύει σχεδόν κανένας ψηφοφόρος.

JPEG - 202.7 kio

 

Δύσκολο να φανταστεί κάποιος χειρότερη επιλογή από το Κλίβελαντ, στην Πολιτεία του Οχάιο, για τη διεξαγωγή ενός πανεθνικού συνεδρίου του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Στην εργατούπολη αυτή, παραδοσιακό προπύργιο των Δημοκρατικών, κάθε γωνιά των δρόμων υπενθυμίζει ότι η οικονομική πολιτική των Ρεπουμπλικανών προκάλεσε την καταστροφή του κόσμου της εργασίας κατά το μεγαλύτερο μέρος των τελευταίων σαράντα ετών.

JPEG - 137.1 kio
Οι τρωτοί μονομάχοι της προεδρικής εκλογής στις ΗΠΑ (σκίτσο: DonkeyHotey).

 

Κάποτε, το Κλίβελαντ ενσάρκωνε τη βιομηχανική ισχύ των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Τζον Ρόκφελερ είχε ιδρύσει στην πόλη τη Standard Oil και στην περιοχή παραγόταν χάλυβας, αυτοκίνητα, χημικά προϊόντα. Με συνέπεια μια μόλυνση τόσο έντονη ώστε συχνά το ποτάμι να παίρνει φωτιά… Το Κλίβελαντ του 2016 όμως είναι ερειπωμένο. Την ώρα που η φυγή των μεσαίων στρωμάτων προς τα προάστια έχει ερημώσει το κέντρο της πόλης, η μετεγκατάσταση των βιομηχανιών στο Μεξικό, και γενικότερα στον Νότο, έχει αποδεκατίσει τις θέσεις εργασίας στη μεταποίηση. Το 1920, το Κλίβελαντ ήταν μία από τις πέντε μεγαλύτερες αμερικανικές πόλεις: σήμερα βρίσκεται στην 48η θέση και δεν διακρίνεται παρά για τον μεγάλο αριθμό κατασχέσεων ακινήτων και κενών κατοικιών.

Για να προετοιμαστούμε για το συνέδριο των Ρεπουμπλικανών, επισκεπτόμαστε την παλιά βιομηχανική ζώνη, στο ανατολικό τμήμα της πόλης, ανακαλύπτοντας μέσα από το παράθυρο ενός κλιματιζόμενου αυτοκινήτου τοπία γεμάτα ρημαγμένα εργοστάσια και εγκαταλειμμένα κτίρια παραδομένα στα αναρριχητικά φυτά. Η επιχείρηση του κατασκευαστή αμαξωμάτων Fisher Body, η οποία έγινε διάσημη το 1936 μετά από μια απεργία που κατέληξε σε μεγάλη νίκη του εργατικού κινήματος, έχει δώσει τη θέση της στους άχαρους κοιτώνες του Cleveland Job Corps Center, το οποίο υποδέχεται κοινωνικά αποκλεισμένους νέους. Παρακάτω, στο πεζοδρόμιο, ένας σωρός από λούτρινα ζωάκια και σταυρούς αποτίνει τιμή στους εφήβους που σκοτώθηκαν σε τροχαία δυστυχήματα. Παντού ακάλυπτοι χώροι, δρόμοι χωρίς ζωή, οικόπεδα που έχουν ξαναγίνει άγρια από τη βλάστηση.

Ακόμη και οι συνοικίες που κατοικούνται μοιάζουν μισοάδειες. Στο χαριτωμένο προάστιο όπου συναντιούνται όσοι κάνουν τζόγκινγκ, κανένα παιδί δεν παίζει στο τέλεια συντηρημένο γρασίδι. Σε ένα ουγγρικό εστιατόριο, ούτε γάτα. Σε μια τοπική υπεραγορά, κανείς στο ταμείο. Στο κέντρο του Κλίβελαντ, μπορείς να παρκάρεις όπου θέλεις. Κανείς δεν πρόκειται να πει τίποτα.

Σε κανονικούς καιρούς, η διοργάνωση συνεδρίου των Ρεπουμπλικανών σε μια τέτοια πόλη θα ισοδυναμούσε με καταγγελίες πάνω στα καπνισμένα ερείπια μιας γέφυρας και την ταυτόχρονη απαίτηση να καταργηθούν οι δημόσιες δαπάνες για τις υποδομές. Αλλά το 2016 δεν είναι μια χρονιά σαν όλες τις άλλες. Γιατί το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα έχει επιλέξει ως υποψήφιο πρόεδρο τον δισεκατομμυριούχο δημαγωγό Ντόναλντ Τραμπ, για τον οποίο το Κλίβελαντ αποτελεί ιδανικό σκηνικό. Με το αστικό τοπίο της να φέρει τα σημάδια των οικονομικών επιλογών των τελευταίων δεκαετιών, της παρακμής της βιομηχανίας, των συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου, η πόλη ενσαρκώνει την αμερικανική μητρόπολη που θα μπορούσε, κάποτε, να ξαναβρεί το «μεγαλείο» που ο μεγιστάνας των ακινήτων υπόσχεται να επαναφέρει σε ολόκληρη τη χώρα («Make America Great Again»).

Αμερική, η καλύτερη! Αμερική, η προδομένη!

Υπάρχει πάντως μια συνοικία που διατηρεί κάποια σημάδια αστικής πυκνότητας: η East Fourth Street, που προέκυψε από αστική ανάπλαση τη δεκαετία του 1990. Το καλοκαίρι, υπάρχουν πολλά μικρά εστιατόρια με κήπο. Φέτος τον Ιούλιο όμως, η East Fourth Street χρησιμεύει κυρίως ως διάδρομος που οδηγεί στην Quicken Loans Arena, τις αθλητικές εγκαταστάσεις όπου διεξάγεται το συνέδριο των Ρεπουμπλικανών: ένα πολιτικό καρναβάλι όπου συνυπάρχουν πλανόδιοι πωλητές, εκλέκτορες, δημοσιογράφοι, διαδηλωτές, χωρίς να υπολογίσουμε τους περαστικούς που, διασκεδάζοντας, δεν παραλείπουν να βγάλουν το iPhone τους για να απαθανατίσουν το εφήμερο θέαμα.

Η παρουσία τηλεοπτικών συνεργείων προσελκύει σταθερά ένα πλήθος από διαδηλωτές και φανατικούς που κηρύσσουν τη Δευτέρα Παρουσία. Κραδαίνουν τις αφίσες τους και περιμένουν τη μαγική στιγμή όπου η εικόνα τους θα μεταδοθεί σε ολόκληρη τη χώρα. Ακουμπώντας στο κιγκλίδωμα μιας καφετέριας, ένας άνδρας που φοράει κόκκινο καπέλο «Τραμπ» και οπλοφορεί προσεγγίζει έναν πάγκο «ζεν», όπου προσκαλούν τους παρευρισκόμενους να ζωγραφίσουν με τα δάκτυλα προκειμένου «να χαλαρώσουν, ώστε να αναπτύξουν την περιέργεια της μάθησης». Ωστόσο, η αίσθηση που κυριαρχεί στην όλη εικόνα θυμίζει το ύφος του Τραμπ, αυτό το κράμα ανεξέλεγκτων αντιδράσεων και χυδαίων διατυπώσεων. Μερικά μπλουζάκια δείχνουν τον υποψήφιο να υψώνει το μεσαίο δάκτυλο σε διάφορους αντιπάλους, κάποια καλούν σε προβληματισμό για τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους η Χίλαρι Κλίντον και η Μόνικα Λεβίνσκι (1) ασχολούνται με τον πρώην πρόεδρο Ουίλιαμ Κλίντον, κάποια άλλα αναπαριστούν γεννητικά όργανα με τα χρώματα της αστερόεσσας. Κάποιες κονκάρδες γράφουν: «Βομβαρδίστε μέχρι θανάτου το Ισλαμικό Κράτος».

Όσο πλησιάζεις στον χώρο του συνεδρίου τόσο αισθάνεσαι σαν να βρίσκεται στην πράσινη ζώνη της Βαγδάτης. Πραγματικά, χρειάζεται να διασχίσεις τους δύο στενούς διαδρόμους που σχηματίζουν αστυνομικοί παραταγμένοι σε σειρά και στη συνέχεια να περπατήσεις κατά μήκος κιγκλιδωμάτων. Οι διαπιστεύσεις ελέγχονται μία, δύο, πέντε, έξι φορές! Μετά φτάνεις στον ανιχνευτή μετάλλων και, επιτέλους, στην αίθουσα.

Το επίθετο «άδειος» συνοψίζει αρκετά καλά το συνέδριο των Ρεπουμπλικανών. Με εξαίρεση το τελευταίο βράδυ, ο κεντρικός χώρος της αίθουσας δεν είναι ιδιαίτερα γεμάτος. Άλλωστε, η ποιότητα των τοποθετήσεων είναι μάλλον χαμηλή, καθώς οι περισσότεροι ομιλητές δεν έχουν μπει καν στον κόπο να προετοιμαστούν. Κανείς από τους πρώην ηγέτες του κόμματος δεν είναι παρών: ούτε ο Μιτ Ρόμνεϊ ούτε ο Τζον Μακέιν (2) ούτε κάποιο μέλος της οικογένειας Μπους.

Βεβαίως, παρεμβαίνουν κάποια γνωστά στελέχη των Ρεπουμπλικανών, αλλά είναι κακοί ομιλητές. Ο Πολ Ράιαν, πρόεδρος του Κογκρέσου, διεκπεραιώνει ανόρεκτα την ημερήσια διάταξη. Μάλιστα, ο Μιτς ΜακΚόνελ, γερουσιαστής του Κεντάκι, αποδοκιμάζεται όταν υπερηφανεύεται για την επιτυχή παρουσία του ως επικεφαλής της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στη Γερουσία. Στην προλογική ομιλία του, ο Κρις Κρίστι, κυβερνήτης του Νιου Τζέρσεϊ, καταγγέλλει τα διπλωματικά λάθη που διέπραξε η Χίλαρι Κλίντον όταν ήταν υπουργός Εξωτερικών, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι, ορισμένες φορές, της καταλογίζει χλιαρή στάση, όταν ο Τραμπ έχει διατυπώσει επικρίσεις προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση, ιδιαίτερα στο θέμα της Ρωσίας και της Ουκρανίας. Αφού δεν υπάρχει η συνηθισμένη παρέλαση των αξιωματούχων του κόμματος, οι Ρεπουμπλικανοί σύνεδροι ακούν υπερσυντηρητικούς ραδιοφωνικούς παραγωγούς να παροτρύνουν το ακροατήριο να θαυμάσει τη μία ή την άλλη πράξη πατριωτικής γενναιότητας, πριν υποδαυλίσουν την αγανάκτηση, περιγράφοντας αναλυτικά αποτρόπαιες προδοσίες ή εγκληματικές πράξεις. Η ατμόσφαιρα περνά από το ένα άκρο στο άλλο: Αμερική, η καλύτερη! Αμερική, η προδομένη! Πρέπει να σώσουμε την Αμερική! Όλοι επευφημούν τις ευγενείς ομιλίες και τις περιγραφές περιπετειών. Στη συνέχεια, έρχεται η σειρά των γονέων που έχουν χάσει αγαπημένα τους πρόσωπα εξαιτίας κάποιων μικροεγκληματιών, τους οποίους η Αριστερά χαϊδεύει, όπως τους παράνομους μετανάστες.

Οι ομιλητές αλλάζουν διαρκώς τόνο για να κάνουν μεγαλύτερη εντύπωση: η θαρραλέα Αμερική, η Αμερική θύμα, οι ηγέτες των Δημοκρατικών που αρνούνται επίμονα να «πουν τον εχθρό με το όνομά του». Αρκετοί σύνεδροι ριγούν ακούγοντας την τσακισμένη φωνή της Πατρίσια Σμιθ, μητέρας ενός Αμερικανού δημοσίου υπαλλήλου, ο οποίος σκοτώθηκε κατά την επίθεση στο αμερικανικό προξενείο στη Βεγγάζη (Λιβύη), τον Σεπτέμβριο του 2012: «Θεωρώ τη Χίλαρι Κλίντον [τότε υπουργό Εξωτερικών] προσωπικά υπεύθυνη για τον θάνατο του γιου μου», φωνάζει. «Πώς μπόρεσε να το κάνει αυτό σε μια αμερικανική οικογένεια;» Οι σύνεδροι βυθίζονται στον γλυκό εφιάλτη της εθνικής καταστροφής που έχει προκαλέσει η προδοσία των Δημοκρατικών.

Ίσως όμως θα πρέπει να ερμηνεύσουμε αυτούς τους παραλογισμούς ως κάποιο είδος διασκέδασης. Όταν οι σύνεδροι σε μια πολιτική συνδιάσκεψη εκφράζουν την άποψή τους για τη Χίλαρι Κλίντον φωνάζοντας ρυθμικά «Κλείστε την μέσα!», αναμφίβολα δεν μπορείς να τους πάρεις στα σοβαρά. Άλλωστε, όταν αρχίζουν τα σχετικά συνθήματα, οι διπλανοί μας τρώνε ποπ κορν. Μερικά δευτερόλεπτα αργότερα, μια ηλικιωμένη κυρία με γλυκιά και ασθενική εμφάνιση με ρωτά εάν μπορεί να στηριχτεί στον ώμο μου για να σηκωθεί και να ξανακαθίσει στη θέση της. Λίγο μετά, ακούω τη λεπτή φωνή της να υψώνεται με ενθουσιασμό: «Κλείστε την μέσα!».

Δημόσιος εξευτελισμός ενός Τεξανού φαφλατά

Ορισμένα στελέχη των Ρεπουμπλικάνων δεν πέρασαν και πολύ καλά κατά τη διάρκεια της εβδομάδας που βρέθηκαν στο Κλίβελαντ. Ο Τεντ Κρουζ, για παράδειγμα. Ο γερουσιαστής του Τέξας, άτυχος αντίπαλος του Τραμπ στις προκριματικές εκλογές, ενσαρκώνει τον τέλειο πολιτικό-ηθοποιό. Είναι τόσο ψεύτικος, μελιστάλαχτος και δημαγωγός που ούτε οι γερουσιαστές συνάδελφοί του δεν μπορούν να τον αντέξουν άλλο. Την τρίτη βραδιά του συνεδρίου, ανεβαίνει στο βήμα και προσφέρει ακριβώς το είδος του ηθικοπλαστικού και κούφιου λόγου για τον οποίο τρελαίνεται η Δεξιά. Διηγείται τη δακρύβρεχτη ιστορία ενός αστυνομικού που σκοτώθηκε εκτελώντας το καθήκον του, περιγράφει το «λατρεμένο παιδί του που πνίγει τα αναφιλητά του», πριν αποδυθεί σε μια ατελείωτη πομπώδη ομιλία σχετικά με τη δύναμη της ελευθερίας, που μπορεί να δώσει τη λύση σε όλα μας τα προβλήματα. Το κοινό όμως, αφού έχει καταπιεί τη φλυαρία του για είκοσι λεπτά, συνειδητοποιεί ότι ο Κρουζ δεν έχει ακόμη ανακοινώσει την υποστήριξή του στον Τραμπ. Και, ενώ ο Τεξανός φαφλατάς ετοιμάζεται να ολοκληρώσει, επιστρέφοντας στις ρόδινες εικόνες με τις οποίες είχε ξεκινήσει, οι σύνεδροι ξεσπούν. Κουρασμένοι από τα κροκοδείλια δάκρυά του, σηκώνονται όρθιοι φωνάζοντας: «Υποστήριξε τον Τραμπ!». Μάλιστα, ένας από τους συνέδρους τυλίγει την αφίσα του σαν μεγάφωνο και ουρλιάζει προς το βήμα. Ο έμπορος κοινοτοπιών της θρησκευτικής Δεξιάς πρέπει τώρα να εγκαταλείψει το βήμα μέσα σε αποδοκιμασίες –χωρίς να δεσμευτεί για το ποιον θα υποστηρίξει.

Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα που ήξερε δεν υπάρχει πια. Παρακολουθώντας ζωντανά την αποσύνθεσή του, φαντάζεσαι τα δισεκατομμύρια δολάρια επενδύσεων που έγιναν αέρας: όλα αυτά τα κονδύλια που επιστρατεύθηκαν τα τελευταία σαράντα χρόνια για να μετατρέψουν το κόμμα στο καλολαδωμένο όργανο του περίφημου 1% των πολύ πλουσίων. Όλα αυτά τα χρήματα που διοχετεύθηκαν στους λομπίστες της Ουάσινγκτον, στην ιδεολογική κατάρτιση των μελών του Κογκρέσου και της Γερουσίας, στις ταχυδακτυλουργίες που κατάφερναν να προσελκύουν εκατομμύρια ψήφους εργαζομένων σε ένα πρόγραμμα αντίθετο με τα συμφέροντά τους: όλα κατέρρευσαν μέσα σε μερικούς μήνες.

Διότι, στο Κλίβελαντ, η πολιτισμική πολεμική (3), βασικό καταφύγιο της αμερικανικής Δεξιάς, μπήκε σε παρένθεση. Μάλιστα, ο συνιδρυτής της υπηρεσίας ηλεκτρονικών πληρωμών PayPal Πίτερ Τίελ επευφημείται τη στιγμή που ανακοινώνει δημοσίως την ομοφυλοφιλία του («Είμαι περήφανος που είμαι ομοφυλόφιλος, είμαι περήφανος που είμαι Ρεπουμπλικανός, αλλά, πάνω απ’ όλα, είμαι περήφανος που είμαι Αμερικανός»). Το ελεύθερο εμπόριο, άλλος πυλώνας της ρεπουμπλικανικής πίστης, έχει παραγκωνιστεί. Κανείς πια δεν διαμαρτύρεται για τις κοινωνικές δαπάνες και μόνο ο Σκοτ Ουόκερ, ο αδιόρθωτος κυβερνήτης του Ουισκόνσιν, επικρίνει τα συνδικάτα –και, μάλιστα, με μέτρο.

Ο Τραμπ χαρακτηρίζει το πολιτικό ρεύμα που τον υποστηρίζει «κόμμα των εργατών» και διαβεβαιώνει ότι θα δώσει προτεραιότητα στα οικονομικά προβλήματα των καθημερινών ανθρώπων. Οι επανειλημμένες καταγγελίες του για τις εμπορικές συμφωνίες που έχουν καταστρέψει την αμερικανική βιομηχανία δεν θα μπορούσαν να βρουν καλύτερο σκηνικό από το Κλίβελαντ. Αποτέλεσμα; Αυτός ο άνθρωπος, που κάποιος ομιλητής αποκάλεσε «λαϊκό δισεκατομμυριούχο της Αμερικής», που αναρτά ρατσιστικές προσβολές στο τουίτερ, που θέλει να μειώσει τους φόρους των πλουσίων και που παράγει τα προϊόντα του στο εξωτερικό, δηλώνει ο προστάτης της Αμερικής που εργάζεται. Και εξίσου μεγάλη έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι, στα εβδομήντα λεπτά της ομιλίας του, μοιάζει σχεδόν… λογικός.

Βεβαίως, έχει την τάση να προωθεί μια παρανοϊκή θεώρηση της τρομοκρατίας και της εγκληματικότητας –όμως ο γενικευμένος φόβος τον οποίο απηχεί είναι πραγματικός. Η αμερικανική μεσαία τάξη βρίσκεται σε πορεία διάλυσης, ιδιαίτερα λόγω των ανισοβαρών εμπορικών συμφωνιών και της παράξενης αδιαφορίας απέναντι στα λαϊκά στρώματα που επιδεικνύει η ηγεσία των Δημοκρατικών στην Ουάσινγκτον. Επομένως, μεγάλο τμήμα της αμερικανικής κοινωνίας συμφωνεί ότι η οικονομία δεν λειτουργεί πλέον και ότι η δημοκρατία μοιάζει με φάρσα στην υπηρεσία των ισχυρών. Ο Τραμπ υποδαυλίζει αυτόν τον χαρακτηριστικά αμερικανικό κυνισμό μιλώντας ανοιχτά: «Οι μεγάλες επιχειρήσεις, η αφρόκρεμα του Τύπου και οι διάφοροι χρηματοδότες υποστηρίζουν την εκστρατεία της αντιπάλου μου γιατί γνωρίζουν ότι θα διατηρήσει το σύστημα όπως έχει. Της παρέχουν χρήματα γιατί ελέγχουν απόλυτα ό,τι κάνει. Κινούν τα νήματα όπως σε μια μαριονέτα».

Στη συνέχεια έρχεται η δέσμευση απέναντι στα λαϊκά στρώματα, που δεν ωφελήθηκαν καθόλου από την ανάκαμψη της οικονομίας: «Επισκέφθηκα απολυμένους εργάτες και είδα κοινότητες που έχουν συντριβεί από τις φρικτές και άδικες εμπορικές συμφωνίες μας». Και, θυμίζοντας σκόπιμα τον Φράνκλιν Ρούσβελτ, ο Τραμπ συνεχίζει: «Είναι οι ξεχασμένοι άντρες και γυναίκες της χώρας μας. Άνθρωποι που εργάζονται σκληρά, αλλά δεν έχουν πια φωνή. Εγώ είμαι η φωνή σας». Λίγο μετά την ομιλία του, μια δημοσκόπηση δείχνει ότι αυτός ο πρωτάρης της πολιτικής, αυτός ο χυδαίος κλόουν, χτυπάει στα ίσα τη Χίλαρι Κλίντον.

Οι Δημοκρατικοί, μια κάστα ανθρώπων που έχουν γεννηθεί για να κυβερνούν

Stronger together – «Πιο Δυνατοί Μαζί». Αυτό είναι το επίσημο σύνθημα του συνεδρίου των Δημοκρατικών, το οποίο διεξάγεται στη Φιλαδέλφεια μία εβδομάδα αργότερα: ένα διακριτικό κάλεσμα στους θυμωμένους υποστηρικτές του Μπέρνι Σάντερς, του γερουσιαστή της Αριστεράς που έχασε από την Κλίντον στις προκριματικές εκλογές. Το πραγματικό όμως θέμα της συνδιάσκεψης είναι η ιδιότητα που χαρακτηρίζει τη ζωή της Κλίντον από τα παιδικά της χρόνια: η αρετή.

Μια αρετή φλογερή και άκαμπτη, μια αρετή περήφανη και χωρίς φτιασίδια, αλάθητη και τόσο υπέρτατα αγγελική που κανείς δεν μπορεί να ονειρευτεί ότι την πλησιάζει. Όσοι ανεβοκατεβαίνουν στο βήμα του Wells Fargo Center είναι άνθρωποι ανώτεροι: αυτό είναι το μήνυμα που σε βομβαρδίζει στη Φιλαδέλφεια. Άνθρωποι ανώτεροι από αυτά τα τέρατα τους Ρεπουμπλικάνους, εννοείται, αλλά και ανώτεροι γενικά. Μια κάστα ανθρώπων τέτοιας εντιμότητας, που κανείς δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει ότι έχουν γεννηθεί για να κυβερνούν.

Μέσα στη χιονοστιβάδα των τόσο διακεκριμένων αισθημάτων, οι διοργανωτές του συνεδρίου των Δημοκρατικών θέλουν και το ίδιο το κοινό να αισθάνεται ενάρετο, θέλουν η υπεροχή που εκπέμπεται από το βήμα να διαχέεται προς τους συνέδρους. Σε έναν πάγκο πωλούνται λιχουδιές χωρίς γλουτένη, υπάρχουν μεικτές τουαλέτες και, σε έναν χώρο που εύκολα εντοπίζεις, οι μητέρες μπορούν να θηλάσουν τα μωρά τους. Όσο για το ποιος θα είχε την αλλόκοτη ιδέα να φέρει ένα βρέφος σε έναν χώρο με τέτοιο συνωστισμό, πρόκειται αναμφίβολα για ένα ηθικό ζήτημα άλλης τάξεως.

Όμως, αυτή η επίφαση ευθύτητας διαψεύδεται διαρκώς από μια σειρά παραφωνιών. Οι σύνεδροι μαθαίνουν από τον Τύπο ότι οργανώνονται πολιτικές δεξιώσεις από εταιρείες της Γουόλ Στριτ, αλλά οι ίδιοι δεν είναι προσκεκλημένοι. Οι διοργανωτές της συνδιάσκεψης διαπραγματεύθηκαν με την εταιρεία Uber συμφωνία, η οποία επιτρέπει στα ταξί της να παρκάρουν πολύ πιο κοντά στο συνεδριακό κέντρο, ενώ είναι διαβόητη για τις πρακτικές επισφαλούς εργασίας που μετέρχεται. Όσο για το ίδιο το συνέδριο, η αίθουσα είναι κατάμεστη. Μπροστά από κάθε είσοδο, μεγάλες ουρές οργισμένων ανθρώπων ζητούν φωνάζοντας να τους αφήσουν να μπουν μέσα. Το τελευταίο βράδυ, ένας υπάλληλος ασφαλείας οδηγεί διαρκώς κάποιους από τους ανυπόμονους σε άλλο χώρο και, μερικά λεπτά αργότερα, ένας δεύτερος υπάλληλος έρχεται να τους ζητήσει τη διαπίστευσή τους, με την ελπίδα ότι θα μπορέσει να τους ζητήσει να αποχωρήσουν. Και, ενόσω εκτυλίσσεται αυτή η δαρβινική μάχη για το τελευταίο καρεκλάκι, η Κλίντον διακηρύσσει σε όλες τις οθόνες της τεράστιας αίθουσας ότι «η χώρα μας έχει ανάγκη από περισσότερη ευγένεια και στοργή».

Το θέαμα διαρκεί τέσσερις ημέρες. Στο βήμα, οι ομιλητές εναλλάσσονται χρησιμοποιώντας εγκωμιαστικούς τόνους, θυμίζοντας ομάδα μαθητών λυκείου που ανεβάζουν θεατρικό έργο του Σαίξπηρ ή κήρυκες του 19ου αιώνα που επικαλούνται αγγέλους πεπτωκότες εξ ουρανού. Έχοντας συναισθανθεί την ευγένεια των λόγων τους, πασχίζουν να υιοθετήσουν έναν τρόπο έκφρασης που να στέκεται στο ύψος του μηνύματός τους.

Δεν χρειάζεται να ψάξεις και πολύ για να βρεις τους λόγους αυτής της ταυτοφωνίας: το συνέδριο οφείλει να υπογραμμίσει την εγγενή καλοσύνη των Δημοκρατικών, οι οποίοι εξάλλου δεν έχουν να γιορτάσουν και πολλά επιτεύγματα. Μερικές ημέρες νωρίτερα, λόγου χάρη, κάποια ηλεκτρονικά μηνύματα που είχαν υποκλαπεί επιβεβαίωσαν ότι η Εθνική Επιτροπή των Δημοκρατικών, θεωρητικά ουδέτερη κατά τη διάρκεια των προκριματικών εκλογών, επιδιδόταν ενεργά στην υπονόμευση της υποψηφιότητας του Μπέρνι Σάντερς.

Ακόμη χειρότερα, αρκετά από τα προβλήματα που ανησυχούν τα μέλη του κόμματος και που οι διάφοροι ομιλητές καυτηριάζουν, πηγάζουν από τις πολιτικές του απερχόμενου Δημοκρατικού προέδρου ή ενός από τους πιο διάσημους προκατόχους του, ο οποίος τυγχάνει να είναι και… σύζυγος της υποψήφιας προέδρου.

Τρία παραδείγματα ανάμεσα σε πολλά άλλα. Δεκάδες σύνεδροι κρατούν αφίσες ενάντια στη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου της ζώνης του Ειρηνικού (Trans–Pacific Partnership, TPP), φωνάζοντας: «No TPP!». Ωστόσο, την τρίτη ημέρα της συνδιάσκεψης, κάποιοι από τους συνέδρους αυτούς επευφημούν τον Μπαράκ Ομπάμα –«ένας από τους καλύτερους προέδρους που είχαμε ποτέ», σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο Τζο Μπάιντεν– ο οποίος δεν παρέλειψε να μετατρέψει τη συγκεκριμένη συμφωνία σε κορυφαίο γεγονός της θητείας του. Την προηγουμένη, ο πρώην κυβερνήτης του Βερμόντ Χάουαρντ Ντιν δήλωνε: «Έχουμε ανάγκη έναν πρόεδρο που θα επαγρυπνεί ώστε οι πιο πλούσιοι να υπακούν στους ίδιους κανόνες με τους Αμερικανούς της μεσαίας τάξης, οι οποίοι δουλεύουν σκληρά…», αμέσως αφού το συνέδριο είχε χειροκροτήσει κάποιον Έρικ Χόλντερ. Ο οποίος, ως υπουργός Δικαιοσύνης (2009-2015), είχε κατηγορηθεί για απροθυμία στη δίωξη τραπεζιτών που ήταν υπεύθυνοι για χρηματοοικονομικές απάτες.

Τέλος, στην προγραμματική ομιλία του συνεδρίου, η Ελίζαμπεθ Ουόρεν, γερουσιαστής της Μασαχουσέτης, απαριθμεί τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η εργατική τάξη, πριν δηλώσει: «Το Χρηματιστήριο καταρρίπτει όλα τα ρεκόρ. Τα κέρδη των επιχειρήσεων βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο. Οι διευθύνοντες σύμβουλοι αποκομίζουν δεκάδες εκατομμύρια δολάρια. Αλλά τα κέρδη αυτά δεν έχουν θετικές επιπτώσεις για τις οικογένειες που εργάζονται σκληρά, όπως η δική σας. Υπάρχουν κάποιοι από εσάς εδώ που θεωρούν ότι αυτό δεν είναι πρόβλημα;» «Κάποιοι από εσάς;» Όλα αυτά έχουν συμβεί με τον Μπαράκ Ομπάμα στον Λευκό Οίκο. Εάν ο πρόεδρος βρισκόταν μπροστά στην τηλεόρασή του εκείνο το βράδυ, μάλλον δεν θα ένιωσε να τον αφορούν οι κατηγορίες, καθώς η γερουσιαστής δεν τον συνέδεσε με τη διάγνωσή της. Και, εξάλλου, όταν η Ουόρεν αναλαμβάνει να καταγγείλει τον Τραμπ και την πρόθεσή του «να χαλαρώσει το ρυθμιστικό πλαίσιο του χρηματοπιστωτικού τομέα», παραλείπει να θυμίσει ότι πραγματικός σκαπανέας στο συγκεκριμένο ζήτημα υπήρξε ο Ουίλιαμ Κλίντον, δύο δεκαετίες νωρίτερα. Ο ίδιος που θα δεχθεί τις επευφημίες του κοινού το επόμενο βράδυ…

Όσο για το παρελθόν της Κλίντον, ξαναγράφεται με σχολαστικότητα. Ορισμένα σύντομα επεισόδια της σταδιοδρομίας της τροφοδοτούν μακροσκελείς σχολιασμούς, δίνοντας την εντύπωση ότι έχει αφιερώσει τη ζωή της σε φιλανθρωπικές σταυροφορίες. Άλλα κεφάλαια, αν και πολύ πιο σταθερά, όπως τα χρόνια που εργαζόταν ως δικηγόρος με ειδικότητα στο δίκαιο των επιχειρήσεων, μοιάζουν να ξεθωριάζουν από μόνα τους. Όσο για τα κυριότερα προεδρικά επιτεύγματα του συζύγου της, για τα οποία δήλωνε κάποτε τόσο περήφανη, και μάλιστα υπεύθυνη σε μεγάλο βαθμό, παρακάμπτονται σιωπηρά. Η Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου (NAFTA) εξαφανίζεται από την επίσημη αφήγηση. Η κατάργηση του ομοσπονδιακού επιδόματος για τις μονογονεϊκές οικογένειες, την οποία υπέγραψε ο σύζυγός της το 1996, δεν αναφέρεται, καθώς αντιφάσκει με τη ρητορική περί της εξαιρετικής προσοχής που η Κλίντον θα δώσει στις γυναίκες και τα παιδιά.

Και τότε, τι μένει; Μια αφηρημένη ηθική αρετή, που αναβλύζει σαν αστείρευτο ποτάμι, αλλά δεν συνδέεται με την πρόσφατη κληρονομιά του Δημοκρατικού Κόμματος. Γίνεται λόγος για ανθρώπους που κατάφεραν να ξεπεράσουν αναπηρίες ή σοβαρά προβλήματα υγείας, που επέζησαν από τρομοκρατικές ενέργειες ή από φρικτούς τραυματισμούς. Για άλλους που πιστεύουν «στην καινοτομία και στο επιχειρηματικό πνεύμα», που έχουν αγκαλιάσει τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών και εύχονται «κάθε Αμερικανός να μπορούσε να σφίξει στην αγκαλιά του τον πρόεδρο Ομπάμα», που έχουν πολεμήσει στο Ιράκ και δηλώνουν την εμπιστοσύνη τους στη «Χίλαρι», τις στρατηγικές ικανότητες και τις στρατιωτικές γνώσεις της.

Δάκρυα κυλούν σε πρόσωπα γεμάτα σοβαρότητα. Ένα βίντεο που διηγείται την ιστορία μιας πρώην παράνομης μετανάστριας, την δείχνει τρεις φορές έτοιμη να βάλει τα κλάματα. Άλλο βίντεο δείχνει ένα κοριτσάκι που κλαίει και φοβάται ότι οι γονείς του θα απελαθούν. Όταν, στη συνέχεια, η υποψήφια πρόεδρος την παίρνει στα γόνατά της και της υπόσχεται ότι θα την προστατεύσει, τα δάκρυα κυλούν ασυγκράτητα, αυτή τη φορά όμως από τα μάτια των ενηλίκων, οι οποίοι κάθονται δίπλα σε μια Χίλαρι Κλίντον τόσο ενάρετη όσο και προστατευτική.

Ομοβροντία συναρπαστικών κοινοτοπιών

Συμπόνια, καλές προθέσεις, αλλά και αριστεία. Οι άντρες και οι γυναίκες επιχειρηματίες που επιδοκιμάζονται στη Φιλαδέλφεια, εκτός από καταπληκτικοί εργοδότες, είναι και απίστευτα επιτυχημένοι. Μας αφηγούνται όμως και την ιστορία ενός αστυνομικού που τύλιξε όλα τα δώρα των Χριστουγέννων πριν σκοτωθεί κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. Ένας από τους πιο επιδέξιους ρήτορες του συνεδρίου, ο αντιπρόεδρος Μπάιντεν, εκτιμά από την πλευρά του ότι τα δάνεια των φοιτητών –που τους βουλιάζουν όπως μια πέτρα στο λαιμό– στην πραγματικότητα υπάρχουν για «να αποφύγει ο μπαμπάς και η μαμά την προσβολή» να τους αρνηθεί η τράπεζα ένα δάνειο.

Προκειμένου να οδηγήσει το μακρόσυρτο θέαμα στην κορύφωσή του, η Κλίντον εμφανίζεται επιτέλους στο βήμα, ντυμένη στα λευκά, και εξαπολύει προς τους ακροατές της μια ομοβροντία συναρπαστικών κοινοτοπιών. Τέτοιο βάθος έχουν αυτά τα κλισέ ώστε προκαλούν επανειλημμένες επευφημίες.

Η χώρα αντιμετωπίζει μια πολύ σοβαρή πρόκληση, ανακοινώνει η ομιλήτρια, μια «στιγμή της αλήθειας». Ναι, η «κοινωνική συμβίωση» (togetherness) της Αμερικής βρίσκεται σε κίνδυνο. «Ισχυρές δυνάμεις απειλούν να μας απομακρύνουν τον έναν από τον άλλον. Εναπόκειται σε εμάς να αποφασίσουμε εάν θέλουμε να εργαστούμε όλοι μαζί για να μπορέσουμε να μεγαλουργήσουμε όλοι μαζί».

Η απειλή ονομάζεται Ντόναλντ Τραμπ. Η Κλίντον τον κατηγορεί ότι «θέλει να μας χωρίσει –από τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά και μεταξύ μας». Ο κίνδυνος δεν είναι μόνο ηθικός: αφορά και την ευημερία της χώρας. «Η Αμερική έχει ανάγκη ο καθένας μας να συνεισφέρει την ενέργειά του, τα ταλέντα του, τις φιλοδοξίες του –προκειμένου η χώρα μας να γίνει καλύτερη και πιο δυνατή. Είμαι βαθιά πεπεισμένη γι’ αυτό».

Η υποψήφια μας θυμίζει λοιπόν τη φιλοσοφία της: «Κάντε το καλύτερο που μπορείτε, για όσο περισσότερους ανθρώπους μπορείτε, με όποιον τρόπο μπορείτε, όσο περισσότερο μπορείτε». Διαβεβαιώνει ότι είναι εξίσου επιμελής με τις λεπτομέρειες, ότι θα καταφέρει να βρει πραγματιστικές, προοδευτικές λύσεις σε χειροπιαστά προβλήματα. Επιδιώκοντας να απαντήσει στην αγανάκτηση των εργατών του Κλίβελαντ και άλλων περιοχών, υπόσχεται «περισσότερες καλές θέσεις εργασίας και αυξήσεις μισθών» και ξεδιπλώνει το περίγραμμα του σχεδίου της, με το οποίο σκοπεύει να λύσει μέρος των δυσκολιών τους: «Είμαι πεπεισμένη ότι η Αμερική ευημερεί όταν η μεσαία τάξη ευημερεί. Σκέφτομαι ότι η οικονομία μας δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε γιατί η δημοκρατία μας δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε. Γι’ αυτό πρέπει να επιλέξουμε για το Ανώτατο Δικαστήριο δικαστές ικανούς να απαλλάξουν την πολιτική από την κυριαρχία του χρήματος και να επεκτείνουν το δικαίωμα ψήφου αντί να το περιορίζουν».

Ακόμα κι αν το κοινό της Φιλαδέλφειας διαπιστώνει το χάσμα μεταξύ προβλημάτων και λύσεων, δεν αφήνει να φανεί τίποτα –ίσως γιατί, όπως και η ομιλήτρια, δεν αγνοεί ότι ο καθοριστικός παράγοντας δεν είναι μια μεσαία τάξη σε υποχώρηση. Όχι, η πραγματική διαχωριστική γραμμή μεταξύ των δύο πολιτικών σχηματισμών, και φέτος και πάντα, ανάγεται σε κάτι απείρως σημαντικότερο: το χάσμα μεταξύ καλού και κακού. Οι καλοί βρίσκονται στο ένα κόμμα, οι κακοί στο άλλο.

Διότι, για τους Δημοκρατικούς, η καλοσύνη δεν είναι αντιπερισπασμός. Είναι το θεμελιώδες ζήτημα. Στις εκλογές του 2016 θα συγκρουστούν η αρετή με τη χυδαιότητα. «Θα αντιταχθούμε στη δηλητηριώδη ρητορική, σε κάθε δήλωση που σκοπεύει να μας διχάσει», προειδοποιεί η Κλίντον, θυμίζοντας τις πολλές επιθέσεις του αντιπάλου της απέναντι στους ανάπηρους, τους Μεξικάνους, τους μαύρους. «Κατά βάθος», καταλήγει, «επιστρέφουμε πάντα σε αυτό που ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ανίκανος να κατανοήσει: η Αμερική είναι μεγάλη γιατί η Αμερική είναι καλή».

Αυτή είναι η αρετή των Δημοκρατικών. Όταν θα ξαναφέρνω στο μυαλό μου τις εκλογές του 2016, θα θυμάμαι πώς ένιωσα διασχίζοντας με τα πόδια τον γιγάντιο χώρο στάθμευσης του Wells Fargo Center, στη Φιλαδέλφεια, μέσα στην ανυπόφορη ζέστη που γινόταν χειρότερη από την άσφαλτο, τόσο έντονη που σχεδόν παρέλυε τον εγκέφαλο. Προχωρούσαμε με δυσκολία. Ένα κιγκλίδωμα ασφαλείας οδηγούσε τα βήματά μας. Στην άλλη πλευρά του κιγκλιδώματος, κάποιος με αναμφίβολα υψηλές γνωριμίες είχε καταφέρει να παρκάρει ένα σχολικό λεωφορείο, από όπου απευθυνόταν στο καταϊδρωμένο κοινό που συνέρρεε προς την αίθουσα του συνεδρίου. Από το μεγάφωνό του αντηχούσαν παραινέσεις για τη σπουδαιότητα της εκπαίδευσης και της καινοτομίας.

Θα θυμάμαι επίσης τη διαφημιστική πινακίδα που είδα από τον προαστιακό σιδηρόδρομο του Κλίβελαντ, στο οποίο μπορούσε να διαβάσει κανείς ένα από τα παραληρηματικά συνθήματα της αμερικανικής Δεξιάς: «Μην πιστεύετε όσα σας λένε τα μέσα ενημέρωσης της Αριστεράς». Η πινακίδα βρισκόταν ανάμεσα σε έναν αυτοκινητόδρομο με εκκωφαντικό θόρυβο, έναν αχανή χώρο στάθμευσης και μια πενταπλή σιδηροδρομική γραμμή. Η οχλοβοή της βιομηχανικής παραγωγής και των μεταφορών θύμιζε πεδίο μάχης. Σε ποιον απευθυνόταν αυτό το μήνυμα; Στους υπαλλήλους του εργοστασίου της Ford, που μάλλον δεν βρίσκονταν πολύ μακριά; Στον τύπο που καθόταν μέσα στην ατμομηχανή της εμπορικής αμαξοστοιχίας που συναντήσαμε; Ήταν μια απλή πρόσκληση να υποκύψουμε στην παράνοια. Χωρίς συγκεκριμένο παραλήπτη, ορατή από μακριά, χωρίς κανένα νόημα.

Thomas Frank

Αμερικανός πολιτικός αναλυτής, ιστορικός και δημοσιογράφος, συνιδρυτής του περιοδικού «The Baffler». Συγγραφέας, μεταξύ πολλών άλλων, του «Listen, Liberal or, What Ever Happened to the Party of the People?», Metropolitan Books, Νέα Υόρκη, 2016.
Χάρης Λογοθέτης

(1Θέλοντας να αποκρύψει τις πραγματικές σχέσεις του με την ασκούμενη υπάλληλο του Λευκού Οίκου, ο πρόεδρος Κλίντον είχε καταδικαστεί, το 1998, για ψευδορκία και είχε απειληθεί με καθαίρεση.

(2Ρεπουμπλικανοί υποψήφιοι πρόεδροι το 2012 και το 2008, αντίστοιχα.

(3(Σ.τ.Μ.): Η έννοια «πολιτισμικός πόλεμος» (culture war) αναφέρεται στη σύγκρουση μεταξύ συντηρητικών-παραδοσιοκρατικών και προοδευτικών-φιλελεύθερων αξιών. Στις ΗΠΑ, όπου καταγράφηκε το φαινόμενο κατά τη δεκαετία του 1990, τέτοια πεδία αντιπαράθεσης αποτελούν η εξελικτική θεωρία, οι αμβλώσεις, η οπλοφορία, η υπερθέρμανση του πλανήτη, η ομοφυλοφιλία κ.ο.κ.

Μοιραστείτε το άρθρο