el | fr | en | +
Accéder au menu

Οι ανυπότακτοι Δρούζοι του Γκολάν

Ένας πληθυσμός διαιρεμένος από τη σύγκρουση στη Συρία

JPEG - 494 kio
Αίθουσα διδασκαλίας στο Harvard Business School (φωτ.: HBS1908).

Στη βάση ενός στριφογυριστού δρόμου που χάνεται μέσα στο επιβλητικό καταπράσινο βουνό, η πινακίδα «Γκολάν» ορίζει τα παλιά σύνορα ανάμεσα στην Συρία και το Ισραήλ. Στο τοπίο κυριαρχούν οι συστάδες των πεύκων. Λίγο παραπάνω, σε μια στροφή, σωροί από πέτρες μας θυμίζουν ότι εδώ υπήρχαν κατοικίες που καταστράφηκαν. Τον Ιούνιο του 1967, με τη λήξη του Πολέμου των Έξι Ημερών, το Ισραήλ κατέλαβε αυτήν την περιοχή της Συρίας και εκδίωξε τους πληθυσμούς που δεν είχαν ήδη εγκαταλείψει τον τόπο τους, ισοπεδώνοντας στο μεταξύ γύρω στα εκατό χωριά.

JPEG - 1.5 Mio
Ένα οροπέδιο στρατηγικής σημασίας: Τα υψίπεδα του Γκολάν, όπου το Ισραήλ εισέβαλε το 1967 και στη συνέχεια προσάρτησε το 1981, θεωρείται από τον ΟΗΕ κατεχόμενο έδαφος. Το οροπέδιο (με μέγιστο υψόμετρο 2.000 μέτρα) δεσπόζει πάνω από τη Γαλιλαία και τις πεδιάδες της Δαμασκού. Αποτελεί επίσης σημαντική πηγή υδροδότησης, της οποίας τους υδάτινους πόρους σφετερίζεται το Ισραήλ εις βάρος της Συρίας.

Κανείς δεν γλίτωσε την απέλαση, εκτός από κάποια μέλη της κοινότητας των Δρούζων, τους οποίους οι Ισραηλινές αρχές θεωρούσαν ότι θα μπορούσαν να τους «γοητεύσουν», όπως και τους ομοεθνείς τους της Γαλιλαίας (βλ. ένθετο). Σύμφωνα με εκτιμήσεις, την περίοδο 5-10 Ιουνίου του 1967, 115.000-120.000 Σύριοι του Γκολάν εγκαταστάθηκαν στη Δαμασκό ή στη Νότια Συρία. Μονάχα 6.400 άτομα με θρήσκευμα Δρούζων παρέμειναν στα χωριά τους. Το 1970 άρχισε ο εποικισμός αυτού του γεμάτου κοιλάδες οροπεδίου (έκτασης 1.200 τετρ. χλμ.), που προσαρτήθηκε τελικά στο Ισραήλ το 1981.

Το οροπέδιο, που τροφοδοτεί με υδάτινους πόρους μεγάλο μέρος του Ισραήλ, όπως και το όρος Χερμόν που δεσπόζει σε ολόκληρη την περιοχή (1) (βλ. χάρτη), αποτελούν στρατηγικά ατού για το εβραϊκό κράτος. Έτσι, τον Απρίλιο του 2016, ο πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε ότι το Γκολάν «θα παραμείνει για πάντα στα χέρια του Ισραήλ». Η δήλωση προκάλεσε πλήθος αντιδράσεων, καθώς η «διεθνής κοινότητα» εκτιμάει ότι πρόκειται για κατεχόμενα εδάφη που οφείλουν να επιστραφούν. Με το ψήφισμα 242 της 27ης Νοεμβρίου 1967, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ υπενθύμισε ότι είναι απαράδεκτη η «απόκτηση εδαφών μέσω πολέμου», ενώ με το ψήφισμα 497 της 17ης Δεκεμβρίου 1981 καταδίκασε την προσάρτηση του Γκολάν.

Κανένας φραγμός, κανένα τείχος: τίποτε δεν χωρίζει το οροπέδιο από το Ισραήλ. Συνολικά, στα διάσπαρτα χωριά της περιοχής ζουν σχεδόν 50.000 άτομα: από τη μια μεριά οι 33 εβραϊκοί οικισμοί με 30.000 εποίκους και από την άλλη, πιο βόρεια, τα πέντε χωριά των Δρούζων που έχουν απομείνει. Ο δρόμος τερματίζει στο Μαζντάλ Σαμς, σε ελάχιστη απόσταση από τη Συρία. «Καλωσήλθατε στο τέρμα του κόσμου!» μας υποδέχεται ο Σαμίρ Σ., φοιτητής αρχιτεκτονικής στο Τελ-Αβίβ που επιστρέφει τα σαββατοκύριακα στο χωριό του. Λίγο πιο κάτω, ένα τείχος από συρματοπλέγματα ύψους τριών μέτρων φράζει το δρόμο προς τη Συρία. Τον επιτηρούν Ισραηλινοί στρατιώτες πάνω σε πύργους-παρατηρητήρια. Την τελευταία πενταετία, ο απόηχος του πολέμου φτάνει στους πρόποδες του Όρους Χερμόν, αναζωπυρώνοντας τις ανησυχίες των κατοίκων, που παραμένουν πιστοί στη συριακή ιστορία τους και στην ανάμνηση των οικογενειών Δρούζων που εγκαταστάθηκαν από την «άλλη πλευρά». Διότι στο Μαζντάλ Σαμς όλοι είναι Δρούζοι, εκτός από μια οικογένεια Χριστιανών. Οι Δρούζοι είναι μια ετερόδοξη θρησκευτική μειονότητα που προέκυψε από ένα σχίσμα του σιιτικού Ισλάμ τον 11ο αιώνα και σήμερα κατοικεί στη Συρία, στο Λίβανο, στο Ισραήλ και στην Ιορδανία.

Αν και τα εθνικά σύνορα είναι σχεδόν αδιάβατα, οι Δρούζοι του Γκολάν εξακολουθούν να διατηρούν συνεχή επαφή με τη Σουέιντα, στη νότια Συρία. Ο Σαμίρ εξηγεί: «Στέλνουμε χρήματα στις οικογένειές μας που απειλούνται από τον πόλεμο. Η αλληλεγγύη μας υπερβαίνει τα σύνορα. Εδώ μιλάμε τα αραβικά εξίσου καλά με τα εβραϊκά. Τρώμε όπως στη Συρία και βλέπουμε τις ίδιες εκπομπές. Ξέρω ότι είμαι Σύριος. Δεν μπορώ να ξεχάσω τις αφηγήσεις των γονιών μου και των παππούδων μου για τον πόλεμο».

Ένα μεγάφωνο αντηχεί στην κοιλάδα. Αυτήν την ημέρα, όπως και κάθε 17η Απριλίου, οργανώνεται στην κεντρική πλατεία του χωριού μια φιλοσυριακή συγκέντρωση για τον εορτασμό της ανεξαρτησίας της Συρίας και το τέλος της γαλλικής αποικιοκρατίας, το 1946. Για την περίσταση, ένα πανό μήκους δέκα μέτρων με τα χρώματα της συριακής σημαίας καλύπτει την πλατεία. Στο κέντρο της, ηλικιωμένα ζευγάρια φωτογραφίζονται μπροστά σε ένα πορτρέτο του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ. Τριακόσια περίπου άτομα αρχίζουν να τραγουδούν ύμνους προς τιμήν της «μητέρας πατρίδας» και του κόμματος Μπάαθ που κυβερνάει την Συρία.

Ο εξηνταπεντάχρονος Σαλμάν παρατηρεί από το μπαλκόνι του τη σκηνή. Οι διαδηλωτές τού θυμίζουν τον καιρό που συμμετείχε κι εκείνος στους εορτασμούς: «Πριν από τον εμφύλιο στη Συρία, όλος ο κόσμος ήταν ενωμένος, υπέρ της Συρίας και κατά της ισραηλινής κατοχής. Τώρα όμως έχει μετατραπεί σε εκδήλωση υπέρ του καθεστώτος, με αποτέλεσμα να συμμετέχει ολοένα λιγότερος κόσμος». Μετά τις πρώτες λαϊκές διαμαρτυρίες στη Συρία το 2011, προέκυψαν δύο παρατάξεις στο Μαζντάλ Σαμς: υπέρ και κατά του Άσαντ. «Πριν από πέντε χρόνια, αρχίσαμε κι εμείς να οργανώνουμε διαδηλώσεις εναντίον του συριακού καθεστώτος, όπως και στη Δαμασκό», θυμάται ο Σαλμάν και διηγείται πώς ορισμένοι φιλοκαθεστωτικοί άρχισαν να απειλούν και να γίνονται βίαιοι. Σήμερα, μέσα στο γενικευμένο χάος που επικρατεί στην περιοχή, οι πολιτικές διαφωνίες έχουν παραμεριστεί. Οι Δρούζοι του Γκολάν επέλεξαν την ενότητα μέσα στη σιωπή.

Μέσα σε αυτό το κλίμα έντονης αστάθειας, από το 2013 δύο χιλιάδες Σύριοι πέρασαν τα σύνορα για να τους παρασχεθεί ιατρική περίθαλψη σε ισραηλινά νοσοκομεία. «Τους δεχόμαστε για ανθρωπιστικούς λόγους και μόνο. Πρόκειται για άμαχους που επιστρέφουν στη χώρα τους μόλις θεραπευθούν», διαβεβαιώνει ο Μότι Αλμόζ, εκπρόσωπος του ισραηλινού στρατού. Μόνο που το Ισραήλ κατηγορείται συχνά ότι προσφέρει νοσηλεία σε τζιχαντιστές του Μετώπου Αλ-Νόσρα, μιας θυγατρικής της Αλ-Κάιντα που συγκρούεται σφοδρά με τις δυνάμεις του καθεστώτος Άσαντ για τον έλεγχο του συριακού τμήματος του Γκολάν. Η Δύναμη Παρατηρητών των Ηνωμένων Εθνών για την Απαγκίστρωση (UNDOF), αναπτυγμένη στην ουδέτερη ζώνη, έχει εντοπίσει πολλές περιπτώσεις όπου τζιχαντιστές ή οχήματά τους πέρασαν τα σύνορα, τυγχάνοντας καλής υποδοχής από τους ισραηλινούς στρατιώτες (2). Σε αυτό το ηλεκτρισμένο κλίμα, στις 15 Ιουνίου του 2015, ένα διερχόμενο από το Μαζντάλ Σαμς ασθενοφόρο του ισραηλινού στρατού δέχθηκε την επίθεση μιας δεκαπενταριάς κατοίκων. Οι δύο Σύριοι τραυματίες που μετέφερε λιθοβολήθηκαν και δέχτηκαν χτυπήματα από ραβδιά, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ο ένας από αυτούς.

Οι κάτοικοι του χωριού δεν ανησυχούν μονάχα για τις επιπτώσεις που έχει η σύγκρουση στη Συρία για τη συνοχή της κοινότητάς τους, αλλά και για τη γεωργία τους, αναπτυγμένη χάρη στο άφθονο νερό της περιοχής, που σήμερα αποτελεί τη δεξαμενή ύδατος του Ισραήλ. Μέχρι το 2014, το ένα τέταρτο της ετήσιας παραγωγής μήλων (80.000 τόνοι) των Δρούζων κατευθυνόταν στη Συρία. Εξάλλου, αυτό το εμπόριο αποτελούσε και μια από τις σπάνιες δυνατότητες επαφών ανάμεσα στις δύο χώρες, μαζί με τις πανεπιστημιακές σπουδές στη Δαμασκό και τους γάμους που οργανώνονταν με τη βοήθεια του Ερυθρού Σταυρού μεταξύ κατοίκων του οροπεδίου και Σύριων υπηκόων (3). Ωστόσο, οι σφοδρές μάχες στη συριακή πλευρά του οροπεδίου είχαν ως αποτέλεσμα την διακοπή των επαφών. Ο Βασίμ, επαγγελματίας φωτογράφος αλλά και καλλιεργητής μήλων, εκτιμά ότι έχασε τον μισό τζίρο του. Όπως παρατηρεί ο Άσαντ Σαφαντί, διευθυντής ενός από τους τέσσερις ψυκτικούς θαλάμους του χωριού, «σήμερα, στο οροπέδιο, οι Ισραηλινοί έποικοι είναι σκληροί ανταγωνιστές μας. Εμείς πληρώνουμε τριπλάσια τιμή για το νερό σε σχέση με αυτούς και, στις αραβικές αγορές, πολλοί πελάτες μποϋκοτάρουν τα προϊόντα που προέρχονται από το Ισραήλ. Σε τελική ανάλυση, είμαστε τα εντελώς απομονωμένα παράπλευρα θύματα αυτής της σύγκρουσης!» Αυτές οι οικονομικές συνέπειες αποκτούν και ένα άλλο, οδυνηρό νόημα: «Για μας, το πέρασμα των μήλων στην άλλη πλευρά συμβόλιζε την ελπίδα της επιστροφής στην πατρίδα. Σήμερα, είναι μπλοκαρισμένα εδώ, όπως κι εμείς».

Εκτός από τις πολιτικές εντάσεις και τις οικονομικές συνέπειές τους, οι 20.000 Δρούζοι του Γκολάν βρίσκονται αντιμέτωποι και με μια κρίση ταυτότητας, που εντείνεται ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι η πλειονότητά τους δεν διαθέτει διαβατήριο και αρνείται να αποκτήσει την ισραηλινή υπηκοότητα. Στο πεδίο «εθνικότητα» της άδειας ελεύθερης κυκλοφορίας, που τους χρησιμεύει ως δελτίο ταυτότητας, υπάρχει η ένδειξη «απροσδιόριστη». Όσοι παίρνουν την ισραηλινή υπηκοότητα θεωρούνται προδότες και έχουν επί μακρόν υποστεί κοινωνικό αποκλεισμό. Οι αρχές δεν δημοσιεύουν κανέναν αριθμό σχετικά με αυτό το ζήτημα. Ωστόσο, σύμφωνα με τον ισραηλινό δήμαρχο του Μαζντάλ Σαμς, πριν από τον πόλεμο στην Συρία, το 2011 είχαν ζητήσει κρυφά την ισραηλινή υπηκοότητα μονάχα πέντε άτομα. Το 2015, ήταν περίπου εκατό. Συνολικά, εκτιμάται ότι το 10% των Δρούζων του Γκολάν έχει ισραηλινή υπηκοότητα.

Η νεολαία ονειρεύεται μια περιοχή χωρίς σύνορα

Στην μπάρα του Green Apple, ενός πολυσύχναστου μπαρ που θυμίζει ιρλανδέζικη παμπ, ο τριανταδυάχρονος Ζαντ Σ. δεν φοβάται να εκφράσει την άποψή του: «Σπούδασα μουσική πέντε χρόνια στις Ηνωμένες Πολιτείες και δεν θέλω τα παιδιά μου να έχουν τα ίδια προβλήματα με εμένα, επειδή δεν είχα διαβατήριο. Με τη γυναίκα μου σκεφτόμαστε να ζητήσουμε την υπηκοότητα, για πρακτικούς λόγους. Τι είμαι λοιπόν; Σύριος; Ισραηλινός; Δεν έχω ιδέα. Στο χωριό, κανένας δεν μιλάει ανοιχτά γι’ αυτό το πρόβλημα. Πραγματικός πονοκέφαλος: προτιμάω να μην το σκέφτομαι». Από την πλευρά του, ο Ταϊζίρ Μερεΐ, διευθυντής της τοπικής οργάνωσης Golan for Development, επιχειρεί να προσεγγίσει το ζήτημα με σχετικιστικό τρόπο: «Επιζήσαμε από την οθωμανική, τη γαλλική και, σήμερα, την ισραηλινή κατοχή. Για μένα, οι Ισραηλινοί δεν είναι εχθροί, αλλά ξένοι που κατέχουν τον τόπο μας. Θέλουμε να ζήσουμε ειρηνικά με όλον τον κόσμο, μαχόμαστε όμως καθημερινά για να αποκτήσουμε περισσότερα δικαιώματα, για παράδειγμα το δικαίωμα να επεκτείνουμε την πόλη μας».

Ωστόσο, η αντίσταση σε οποιαδήποτε ενσωμάτωση στην ισραηλινή κοινωνία παραμένει έντονη. «Σήμερα, όλοι επικεντρώνονται στο αυτοκίνητό τους, τη δουλειά τους, την οικογένειά τους, την κοινότητα», επιμένει ο Γιουσέφ Ρ., τεχνικός πληροφορικής. «Όμως, από τη δική μου σκοπιά, δεν τίθεται θέμα να διαλέξω το ισραηλινό διαβατήριο. Και, εντέλει, μου κάνει αυτή η στάση. Όταν βλέπεις όλες αυτές τις συγκρούσεις στην περιοχή, δεν έχεις πια την παραμικρή όρεξη να πιστέψεις στην πολιτική!»

Πολλοί νέοι που συναντήσαμε αισθάνονται, όπως κι αυτός, υπερήφανοι που είναι «απροσδιόριστοι». Η νεολαία ονειρεύεται μια περιοχή χωρίς εθνικιστικές ιδεολογίες και σύνορα. «Φυσικά και είμαι Δρούζα στην κουλτούρα μου. Όμως, προσωπικά δεν θέλω να προσδιορίζομαι από το θρήσκευμά μου», δηλώνει η Νουρ Σ., φοιτήτρια ψυχολογίας στην Χάιφα. Δηλώνει «πριν απ’ όλα Σύρια και Αράβισσα» και θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι τα ισραηλινά εγχειρίδια ιστορίας αφήνουν να εννοηθεί ότι «οι Δρούζοι δεν είναι Άραβες»!

Το σαββατοκύριακο τελειώνει και ο Σαμίρ, ο νεαρός αρχιτέκτονας, πρέπει να ξαναπιάσει το τιμόνι για να φύγει από το Μαζντάλ Σαμς και να επιστρέψει στο Τελ-Αβίβ. «Αν ξεφύγεις από τον “ίσιο δρόμο” –για παράδειγμα αν δεν παντρευτείς Δρούζα– τότε δεν έχεις το δικαίωμα να ζεις μέσα στην κοινότητα. Όμως, σε τελική ανάλυση, το μόνο μέρος που νοιώθεις σπίτι σου είναι εδώ. Είμαστε μια μειονότητα και πρέπει να αλληλοπροστατευόμαστε», καταλήγει, συνεπής στη λογική της πλειοψηφίας των κατοίκων που συναντήσαμε: «Έτσι, είτε το θέλουμε είτε όχι, όλοι μας επιστρέφουμε για να μείνουμε σε αυτό το καταφύγιο, στον τόπο όπου βρίσκονται οι ρίζες μας». Αλλάζει συχνότητες στο ραδιόφωνο, περνώντας από συριακούς σε ισραηλινούς, λιβανέζικους και ιορδανικούς σταθμούς. «Η χώρα μου έχει μετατραπεί σε ερείπια», αναστενάζει. «Όμως, όταν ηρεμήσουν τα πράγματα, θα χρειαστούν κάμποσους αρχιτέκτονες για να ανοικοδομήσουν την Συρία, έτσι δεν είναι;» Δίπλα στον γεμάτο λακκούβες δρόμο, κάκτοι και σημύδες φυτρώνουν στο εσωτερικό ενός παμπάλαιου γκρεμισμένου σπιτιού. Λίγο παρακάτω, αγελάδες βόσκουν δίπλα από ένα καταπράσινο, περιφραγμένο με συρματόπλεγμα λιβάδι: ένα ναρκοπέδιο όπου απαγορεύεται η πρόσβαση στους περαστικούς.

ΕΝΘΕΤΟ

Ένα ειδικό καθεστώς στο Ισραήλ

Από το 1948, στο Ισραήλ υπάρχει μια σημαντική μειονότητα Αράβων, Δρούζων στο θρήσκευμα: τα μέλη της –περίπου 110.000 σήμερα– έχουν ισραηλινή υπηκοότητα. Ενώ στο Λίβανο και στη Συρία οι ομόθρησκοί τους υποστήριξαν το παλαιστινιακό κίνημα και υπερασπίστηκαν τον αραβικό εθνικισμό, πολλοί από τους Δρούζους της Παλαιστίνης (κυρίως κάτοικοι Γαλιλαίας) αποδέχτηκαν τον σιωνισμό και πολέμησαν γι’ αυτόν, για παράδειγμα στο τάγμα Herev (1). Σήμερα, σύμφωνα με τον ισραηλινό στρατό, το 30% των Ισραηλινών Δρούζων ανδρών εργάζονται στην εθνική άμυνα, ενώ οι υπόλοιποι Παλαιστίνιοι του Ισραήλ (1,7 εκατομμύρια, Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί) είναι αποκλεισμένοι από αυτήν. Παρομοίως, για αυτή την πληθυσμιακή ομάδα προβλέπονται θέσεις εργασίας στην αστυνομία και στις σωφρονιστικές υπηρεσίες. Και, από τις 120 έδρες της Κνεσέτ (Βουλής), τέσσερις καταλαμβάνονται από Δρούζους. Τα μέσα ενημέρωσης τούς παρουσιάζουν συχνά ως «αδελφοποιητούς», σύμβολα της επιτυχημένης συγκατοίκησης ανάμεσα σε δύο μειονότητες της Μέσης Ανατολής. Οι Δρούζοι απολαμβάνουν επίσης ειδικού καθεστώτος: στο διαβατήριό τους, στο πεδίο της θρησκείας ή της «εθνότητας», δεν αναγράφονται ως «Εβραίοι» ή «Άραβες», αλλά ως «Δρούζοι». Αυτό όμως δεν ισχύει για τα ξαδέλφια τους στο Γκολάν, που διατηρούν την «απροσδιόριστη» εθνικότητα.

  1. Βλ. Isabelle Rivoal, «Les maîtres du secret. Ordre mondain et ordre religieux dans la communauté druze en Israël», Editions de l’EHESS, Παρίσι, 2000, και Cyril Roussel, «Les Druzes de Syrie. Territoire et mobilité», Presses de l’IFPO, Βηρυτός, 2011.

Sophia Marchesin

Δημοσιογράφος.
Βασίλης Παπακριβόπουλος

(1Το υψηλότερο σημείο του (2.814 μέτρα) βρίσκεται στην κορυφογραμμή που σχηματίζεται μεταξύ Λιβάνου και Συρίας, στη ζώνη που ελέγχεται από τον ΟΗΕ.

(2«Έκθεση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για την δύναμη επιτήρησης και απεμπλοκής του οργανισμού, την περίοδο 20 Νοεμβρίου 2014 – 3 Μαρτίου 2015», Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, Νέα Υόρκη, 15 Μαρτίου 2015.

(3Βλέπε την ταινία του Ισραηλινού σκηνοθέτη Eran Riklis «Η Σύρια αρραβωνιαστικιά» (2004).

Μοιραστείτε το άρθρο