Εάν έπρεπε κάποιος να χαρακτηρίσει με μια λέξη τη συνοικία Μιλ Χιλ στο Μπρόξτοου, στα δυτικά όρια του Νότινγχαμ, σίγουρα θα την αποκαλούσε «χαριτωμένη». Φράχτες με κωνοφόρα δέντρα και κήποι με γρασίδι κουρεμένοι με ακρίβεια χιλιοστού, γεμάτοι παιώνιες και τουλίπες, φρεσκοπλυμένα αυτοκίνητα. Ο υποψήφιος των Εργατικών Γκρεγκ Μάρσαλ, που οργώνει αυτή τη νοικοκυρεμένη περιοχή κατοικίας τρεις εβδομάδες πριν από τις βουλευτικές εκλογές, γνωρίζει πολύ καλά ότι σε τέτοια μέρη θα κριθεί το μέλλον του κόμματός του.
Γιατί σε τέτοιες περιοχές κατοικεί πλέον η βρετανική εργατική τάξη. Στο παλαιότερο τμήμα της συνοικίας κατοικούν πρώην ανθρακωρύχοι, μηχανικοί, ειδικευμένοι εργάτες. Το πιο πρόσφατα χτισμένο τμήμα της συνοικίας φιλοξενεί περισσότερο μεσαίους και ανώτερους δημόσιους υπαλλήλους –πανεπιστημιακούς, εκπαιδευτικούς, εργαζόμενους σε νοσοκομεία. Πρόκειται για ένα μέρος υπερβολικά φυσιολογικό –ακριβώς το αντίθετο από τις εκλογές για τις οποίες προετοιμάζεται ο Μάρσαλ.
Στις 18 Απριλίου, όταν η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι αιφνιδίασε τη Βρετανία και την Ευρώπη, ανακοινώνοντας πρόωρες βουλευτικές εκλογές για τις 8 Ιουνίου, το πηχυαίο πρωτοσέλιδο της «Daily Mail» έδινε τον τόνο της εκστρατείας που θα ακολουθούσε: «Συντρίψτε τους δολιοφθορείς». Το Εργατικό Κόμμα, μαζί με τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες και τα προοδευτικά κόμματα ανεξαρτησίας της Σκωτίας και της Ουαλίας, υποδείχθηκαν ως απειλή για την τάξη, την ασφάλεια και τη λαϊκή βούληση. Η Μέι ζητούσε δημοψηφισματικού τύπου αποδοχή και όχι μια απλή πλειοψηφία, ώστε να θέσει σε εφαρμογή το σχέδιό της για «σκληρό» Brexit. Προκειμένου να εξυπηρετήσουν τον στόχο αυτό, οι Τόρις (Συντηρητικοί) υιοθέτησαν μια γραμμή επίθεσης χωρίς ιδιαίτερη λεπτότητα και χωρίς ιδιαίτερους ενδοιασμούς. Ξεφυλλίζοντας τις εφημερίδες που μεταφέρουν τη ρητορική τους, θα μπορούσε κάποιος να πιστέψει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο περνά υπαρξιακή κρίση, ότι η εσωτερική ασφάλειά του βρίσκεται σε κίνδυνο, ότι η Αποκάλυψη βρίσκεται προ των πυλών.
Η Τερέζα Μέι καλεί σε εθνική ενότητα
Στο Μιλ Χιλ, ωστόσο, εκείνο που ανησυχεί τους ανθρώπους είναι οι λακκούβες στους δρόμους. Ο Μάρσαλ, τοπικός βουλευτής που υποστηρίζει τον ηγέτη των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν, διακινεί από σπίτι σε σπίτι την επιχειρηματολογία του υπέρ της αύξησης των κοινωνικών δαπανών και των φόρων στα υψηλά εισοδήματα, προσπαθώντας παράλληλα να εξηγήσει και τις προτάσεις του κόμματός του σε θέματα άμυνας και μετανάστευσης, οι οποίες δεν θεωρούνται πολύ ελκυστικές. Οι τρεις πρώτοι κάτοικοι που του ανοίγουν την πόρτα δεν ενδιαφέρονται: περνούν το χέρι τους γύρω από τον ώμο του και δείχνουν κατηγορητικά με το δάκτυλό τους τις λακκούβες στον δρόμο. Στο τέλος της περιοδείας του, ο Μάρσαλ θα είναι τουλάχιστον ευχαριστημένος που κανείς δεν τον αντιμετώπισε ως δολιοφθορέα.
Η απόφαση της πρωθυπουργού να ανατρέψει το εκλογικό ημερολόγιο οφείλεται τόσο σε οικονομικούς όσο και σε γεωπολιτικούς λόγους. Η βρετανική οικονομία ασθμαίνει, λόγω της πτώσης της στερλίνας μετά το δημοψήφισμα για την αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τον Ιούνιο του 2016, και του πληθωρισμού που «τρέχει» πιο γρήγορα από τους μισθούς. Η αγοραστική δύναμη των μισθών, καθηλωμένη επί μία δεκαετία, σήμερα σημειώνει σαφή υποχώρηση. Παράλληλα, και σε αντίθεση με τις περσινές καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις των υποστηρικτών του Brexit, στις Βρυξέλλες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάζεται να ταπεινώσει την κυβέρνηση Μέι, με όπλα παρόμοια με εκείνα που απέδειξαν την αποτελεσματικότητά τους στην περίπτωση της Ελλάδας: μια καταληκτική ημερομηνία και μια συνθήκη. Εξετάζεται η αφαίρεση του δικαιώματος πρόσβασης του Ηνωμένου Βασιλείου στην κοινή αγορά και η πρόταση για παρέλευση διαστήματος τριών ετών πριν από τη σύναψη νέας εμπορικής συμφωνίας.
Μέσα σε ένα δηλητηριασμένο πολιτικό κλίμα, σφραγισμένο από την απειλή διώξεων σε βάρος 22 Συντηρητικών βουλευτών, ύποπτων παραβίασης της εκλογικής νομοθεσίας στις εκλογές του 2015, η Μέι είδε τις διαπραγματευτικές δυνατότητές της να εξατμίζονται. Τα έπαιξε λοιπόν όλα για όλα, επαναλαμβάνοντας ότι οι εκλογές έχουν έναν και μόνο στόχο: όχι το ίδιο το περιεχόμενο του Brexit, αλλά την ανάγκη η κυβέρνηση να διαπραγματευθεί τους όρους του μέσα στις καλύτερες δυνατές συνθήκες. Γι’ αυτό και απάλειψε σχεδόν κάθε αναφορά στο κόμμα της από το προεκλογικό οπλοστάσιό της και κάλεσε τους ψηφοφόρους της αντιπολίτευσης να ψηφίσουν μαζικά την ίδια. Η εθνική ενότητα ως ανάχωμα απέναντι στις Βρυξέλλες.
Ενοχλημένη από το εκλογικό πόκερ της Μέι, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σκλήρυνε ακόμη περισσότερο τις θέσεις της και άφησε να διαρρεύσουν στον Τύπο κάποιες όχι και πολύ κολακευτικές λεπτομέρειες από ένα δείπνο διαπραγματεύσεων στη Ντάουνινγκ Στριτ. Η πρωθυπουργός απάντησε στις 3 Μαΐου: «Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί και αξιωματούχοι διατύπωσαν απειλές σε βάρος του Ηνωμένου Βασιλείου», ανέφερε. «Οι ενέργειες αυτές είχαν σκόπιμα προγραμματιστεί ώστε να επηρεάσουν το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών».
Αυτή η στρατηγική δραματοποίησης αποδείχθηκε επωφελής. Από την επομένη, σε διάφορες τοπικές εκλογές καταγράφηκε κατάρρευση του Κόμματος για την Ανεξαρτησία του Ηνωμένου Βασιλείου (UKIP). Εάν πιστέψει κανείς τις δημοσκοπήσεις, μέσα σε διάστημα μόλις δύο εβδομάδων, η Μέι κατόρθωσε να κονιορτοποιήσει το ευρωσκεπτικιστικό κόμμα, προσελκύοντας πάνω από τους μισούς υποστηρικτές του στους κόλπους του Συντηρητικού Κόμματος. Σε μια τέτοια συγκυρία, το διακύβευμα για τους Εργατικούς δεν είναι πια να κερδίσουν τις εκλογές, αλλά να επιβιώσουν.
Η εκλογική περιφέρεια του Μπρόξτοου χωρίζεται σε δύο κοινωνικούς κόσμους. Στα βόρεια, τα παλαιά χωριά των ανθρακωρύχων. Στα νότια, ένα πανεπιστημιακό προάστιο που ευημερεί και είναι περήφανο για την εθνοτική ποικιλομορφία του. Η μοναδική αρτηρία που συνδέει τους δύο αυτούς κόσμους είναι ένας αυτοκινητόδρομος με μία μόνο έξοδο. Πρόκειται για την εικόνα ολόκληρης της Αγγλίας σε μικρογραφία.
Στο βόρειο τμήμα της εκλογικής περιφέρειας, ο θάνατος των ανθρακωρυχείων προκάλεσε την ανάδυση ενός νέου φασισμού. Ανάμεσα στους βετεράνους των Εργατικών που δίνουν την εκλογική μάχη δίπλα στον Μάρσαλ, ορισμένοι γνωρίζονται από τις μεγάλες κινητοποιήσεις ενάντια στους σκίνχεντ του British National Party (Βρετανικό Εθνικό Κόμμα, BNP). Όμως, με το φαινόμενο UKIP, αντιμετωπίζουν έναν δεξιό λαϊκισμό που δεν κατορθώνουν πλέον να συγκρατήσουν. Στις εκλογές του 2010, το ΒΝΡ ήταν ακόμη μπροστά από το UKIP, αλλά και τα δύο κόμματα μαζί συγκέντρωναν μόλις 2.600 ψήφους (σε σύνολο 52.000). Πέντε χρόνια αργότερα, το UKIP ερχόταν στην τρίτη θέση με πάνω από 5.000 ψήφους. Οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες κατέρρεαν, με τους μισούς ψηφοφόρους τους να ψηφίζουν τους Συντηρητικούς, ενώ το UKIP εκτινασσόταν, κυρίως σε βάρος του Εργατικού Κόμματος (1). Και σε αυτό το σημείο, το Μπρόξτοου αντανακλά ό,τι συμβαίνει σε αρκετές πόλεις μικρού ή μεσαίου μεγέθους. Στο δημοψήφισμα του Ιουνίου του 2016, το 55% των ψηφοφόρων της περιφέρειας τάχθηκε υπέρ της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στα τοπικά γραφεία των προσκόπων, ο Μάρσαλ προετοιμάζει περίπου εκατό μέλη των Εργατικών για μια μεγάλη εκλογική περιοδεία. Αμέτρητα κλαμπ σάντουιτς και μια τσαγιέρα τέθηκαν στη διάθεση των εθελοντών. Μεταξύ τους, πενηντάρηδες με μπλουζάκια που διακηρύσσουν ότι η επανάσταση επείγει, αλλά και νοσοκόμες, υπάλληλοι γραφείου, οδηγοί φορτηγών, ακόμη και εργάτες από την Ανατολική Ευρώπη. Οι τελευταίοι δεν έχουν δικαίωμα ψήφου στις βουλευτικές εκλογές, γεγονός που δεν τους εμποδίζει πάντως να πάρουν με χαρά από ένα πάκο με αυτοκόλλητα «Labour» για να συμμετάσχουν στην περιοδεία πόρτα-πόρτα.
«Θα μας αντιμετωπίσουν ως τη μητροπολιτική ελίτ του Νότου», αστειεύεται ο Μάρσαλ, μιλώντας για τις συνοικίες του κάτω Μπρόξτοου. Ωστόσο, το πλήθος στην αίθουσα δεν έχει χάσει κάθε ελπίδα. Χαμόγελα διαγράφονται όταν αναφέρονται οι τρομερές δυσκολίες στις οποίες κατόρθωσε να εμπλακεί ο αντίπαλος. Η σημερινή βουλευτίνα, η Συντηρητική Άννα Σάουμπρι, είναι παθιασμένη οπαδός της παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σε σημείο που απηύθυνε κάλεσμα για τη δημιουργία νέου κεντρώου κόμματος απέναντι στη Μέι (2). Έτσι, η θέση των Εργατικών –που παίζουν το παιχνίδι του Brexit, επιδιώκοντας ταυτόχρονα την όσο το δυνατόν επωφελέστερη πρόσβαση στην κοινή ευρωπαϊκή αγορά– επιτρέπει στον Μάρσαλ να προσελκύσει τους ευρωσκεπτικιστές περισσότερο από την υποψήφια των Συντηρητικών. Επιπλέον, ο Μάρσαλ είναι κάτοικος της περιοχής, σε αντίθεση με τη Σάουμπρι, η οποία έχει επιλέξει να ζει εκτός της εκλογικής περιφέρειας.
Ένα Εργατικό Κόμμα εκτός ελέγχου
Ωστόσο, όταν κάποιος συζητά ιδιαιτέρως με τον σκληρό πυρήνα των μελών του Εργατικού Κόμματος, γρήγορα αντιλαμβάνεται ότι το κύριο εμπόδιο στο οποίο προσκρούει η προεκλογική εκστρατεία δεν προέρχεται από το αντίπαλο στρατόπεδο, αλλά από τους ίδιους τους συντρόφους τους. Όσοι πρόσκεινται στην αριστερή πτέρυγα των Εργατικών υποστηρίζουν την υποψηφιότητα του Μάρσαλ, καθώς και το κοινωνικό και δημοσιονομικό πρόγραμμα του Κόρμπιν, εκτιμούν όμως ότι είναι θύματα δολιοφθοράς από τον κεντρογενή και γραφειοκρατικό μηχανισμό του κόμματός τους. «Για ρίξτε μια ματιά σ’ αυτό», λέει με περιφρόνηση μια εθελόντρια, δίνοντας το κινητό τηλέφωνό της στην παρέα. Εκεί, εμφανίζεται η σελίδα στο Facebook του υπεύθυνου της προεκλογικής εκστρατείας ενός επικριτικού προς τον Κόρμπιν Εργατικού υποψηφίου, ο οποίος κατεβαίνει σε γειτονική εκλογική περιφέρεια. «Μια καλή συμβουλή σε όσους χτυπούν πόρτες αυτή τη στιγμή», γράφει το κομματικό στέλεχος. «Παραδεχθείτε ότι ο Τζέρεμι Κόρμπιν δεν θα κερδίσει τις εκλογές. Πείτε στους ψηφοφόρους ότι αυτό που έχει ανάγκη η χώρα είναι καλούς βουλευτές των Εργατικών με ανεξάρτητο πνεύμα».
Πράγματι, ο Κόρμπιν δεν ξεκίνησε την προεκλογική εκστρατεία με τους καλύτερους οιωνούς: κατακερματισμός της ψήφου των Εργατικών σε όλη την επικράτεια, απώλεια του ιστορικού προπυργίου της Σκωτίας προς όφελος των εθνικιστών, όλο και πιο καταστροφικές εσωτερικές διαιρέσεις… Ο Κόρμπιν δεν ελέγχει ούτε τον κομματικό μηχανισμό ούτε τους «συντρόφους» του στο Κοινοβούλιο, όπου οι δύο στους τρεις Εργατικούς βουλευτές είναι εναντίον του. Και για να ολοκληρωθεί η εικόνα, οι Συντηρητικοί διαθέτουν τριπλάσιο προεκλογικό προϋπολογισμό από τα πενιχρά ποσά που συγκέντρωσαν οι Εργατικοί.
Ο Κόρμπιν και ο στενότερος συνεργάτης του, ο «σκιώδης» υπουργός Οικονομικών Τζον ΜακΝτόνελ, διαθέτουν ένα και μόνο πλεονέκτημα: τη γραμμή κατά της λιτότητας που υιοθέτησε το κόμμα λίγους μήνες αφότου ανέλαβαν την ηγεσία. Από το μέρος που έχει γίνει ένα είδος δεύτερης έδρας των Εργατικών –έναν λαβύρινθο με γραφεία σε κάποιο βοηθητικό χώρο του Κοινοβουλίου με θέα στον Τάμεση– το επιτελείο του ΜακΝτόνελ έχει λάβει εντολή να επεξεργαστεί ένα εκτεταμένο και συνεκτικό πρόγραμμα οικονομικής ανάκαμψης και κοινωνικής δικαιοσύνης.
Το πρώτο μέρος του σχεδίου δόθηκε στη δημοσιότητα τον Σεπτέμβριο του 2016. Προβλέπει κυρίως δανεισμό 250 δισεκατομμυρίων λιρών (290 δισεκατομμυρίων ευρώ) σε βάθος πενταετίας, ποσό που θα κατευθυνθεί σε δημόσιες επενδύσεις στις υποδομές (κοινωνικές κατοικίες, σχολεία, συγκοινωνίες) και αύξηση του κατώτατου μισθού στις 10 λίρες την ώρα (κάτι λιγότερο από 12 ευρώ), έναντι 7,20 λιρών σήμερα. Σε θέματα πρόσβασης στην περίθαλψη, στην παιδική φροντίδα, στην εκπαίδευση και στα πανεπιστήμια, τα σχέδια του ΜακΝτόνελ είναι μεγαλεπήβολα: 11 δισεκατομμύρια λίρες ετησίως ώστε να καταργηθούν τα δίδακτρα στα πανεπιστήμια, 6 δισεκατομμύρια λίρες επιπλέον για τα σχολεία, 37 δισεκατομμύρια λίρες (σε βάθος πενταετίας) για το National Health Service (NHS), το βρετανικό δημόσιο σύστημα υγείας (3) κ.τ.λ.
Ο οδικός χάρτης των Εργατικών εκπλήσσει και στα δημοσιονομικά ζητήματα: σημαντική αύξηση φόρου για όσους έχουν εισοδήματα πάνω από 80.000 λίρες τον χρόνο, φορολόγηση των ξένων εταιρειών που κερδοσκοπούν στην αγορά ακινήτων, θέσπιση ενός βελτιωμένου φόρου Τόμπιν (ή φόρου «Ρομπέν των Δασών») στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, σχέδιο καταπολέμησης της φοροδιαφυγής… Και, για να χρηματοδοτηθούν τα σχολεία, προβλέπεται η κατάργηση φοροαπαλλαγών στις επιχειρήσεις, ύψους περίπου 20 δισεκατομμυρίων λιρών.
Για τη φιλελεύθερη παλαιά φρουρά του κόμματος, βέβαια, δεν τίθεται θέμα να πάρει στα σοβαρά τέτοιες ιδέες. Το σενάριό της ήταν πιο εκλεπτυσμένο: να προσποιηθεί ότι αποδέχεται τις προτάσεις ΜακΝτόνελ ώστε να καθησυχάσει την αριστερή πτέρυγα του κόμματος και, στη συνέχεια, να τις εγκαταλείψει μία-μία στην πορεία, πριν από την επίσημη ανακοίνωση ενός νέου προγράμματος, επαναπροσανατολισμένου προς το Κέντρο. Όμως, το πρόγραμμα του ΜακΝτόνελ προχώρησε πολύ μακριά. Ένας παλαιός φιλελεύθερος «βαρώνος» του κόμματος έπαθε τέτοιο σοκ διαβάζοντας το προσχέδιο ώστε η ομάδα του, τρομοκρατημένη, άφησε το έγγραφο να «διαρρεύσει» στους φίλους του δημοσιογράφους των δεξιών ταμπλόιντ.
Εκείνη την Κυριακή, την ώρα που οι εθελοντές Εργατικοί του Μπρόξτοου μοιράζουν μεταξύ τους τα οικοδομικά τετράγωνα πριν από την περιοδεία, δεν τρέφουν καμία ψευδαίσθηση ως προς τις πιθανότητές τους να κερδίσουν τις εκλογές. Πόσο μάλλον που λίγοι κάτοικοι φαίνεται να έχουν αντιληφθεί τα διακυβεύματα των εκλογών. Χωρίς αμφιβολία, να το πιο προβληματικό στοιχείο αυτής της προεκλογικής εκστρατείας: το γεγονός ότι οι εκλογές, που παρουσιάζονται και εκτυλίσσονται σε εθνικό επίπεδο ως μια ιδεολογική και πολιτιστική μάχη αποφασιστικής σημασίας για το μέλλον, κατά τα φαινόμενα αποτυγχάνουν –τουλάχιστον στη συγκεκριμένη εκλογική περιφέρεια– να προκαλέσουν τον παραμικρό ενθουσιασμό.
Στα μάτια των εθελοντών, το Εργατικό Κόμμα έχει ήδη αλλάξει πολλά χρώματα για να αρκεστούν πια στα «ναι», «όχι» και «ίσως» που άκουγαν σε προηγούμενες προεκλογικές εκστρατείες. Αυτή τη φορά, ο Μάρσαλ και οι συνάδελφοί του αποφάσισαν να αφιερώσουν χρόνο –ορισμένες φορές μάλιστα, πολύ χρόνο– ώστε να εξηγήσουν, να επιχειρηματολογήσουν, να πείσουν. Και επίσης για να ακούσουν. Από τα πενήντα σπίτια που επισκέπτεται εκείνη την ημέρα ο τοπικός επικεφαλής των Εργατικών, όσοι δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν τους Εργατικούς το κάνουν με υπερηφάνεια και με πλήρη συναίσθηση του στιγματισμού τους από τις εφημερίδες. Βγαίνουν από τον κήπο τους ή από την αποθήκη με τα εργαλεία τους, κουνώντας το κεφάλι με συνωμοτικό ύφος και λέγοντας «μια ζωή ψηφίζω Εργατικούς» ή «πάντα με τους Εργατικούς». Όσο για τους ψηφοφόρους των Συντηρητικών, είναι γενικά ευγενικοί –συχνά άνθρωποι κάποιας ηλικίας, που έχουν τη διάθεση να αφιερώσουν λίγο χρόνο στον Μάρσαλ και να μιλήσουν για τα προβλήματα της περιοχής.
Εάν το Εργατικό Κόμμα καταφέρει να χάσει σε ένα μέρος όπως το Μιλ Χιλ, δεν θα είναι μόνο επειδή θα έχει διαρροές ψήφων προς τη Δεξιά, αλλά και επειδή θα έχει εγκαταλείψει τους κατοίκους του ανάμεσα στις συμπληγάδες της απάθειας και της διάλυσης. Όταν ρωτούν τους κατοίκους ποιες βελτιώσεις θα περίμεναν από τους Εργατικούς, ορισμένοι κάνουν λόγο για καλύτερους δρόμους ή πιο αποτελεσματική διοίκηση, αλλά πολλοί σηκώνουν τους ώμους χωρίς να βρουν κάτι να πουν.
Για τον Ντον Έλιοτ, τοπικό δημοτικό σύμβουλο των Εργατικών και μπαρουτοκαπνισμένο οργανωτή προεκλογικών εκστρατειών, αυτή η νάρκωση αποτυπώνει τον τρόπο με τον οποίο νεοφιλελευθερισμός και πολιτική αδιαφορία αλληλοτροφοδοτούνται. «Εδώ, η εκλογική βάση μας έχει διαβρωθεί από το 2010», εξηγεί. «Όχι μόνο επειδή οι εργάτες έχουν απογοητευτεί από το Εργατικό Κόμμα, αλλά και επειδή έχουν απογοητευτεί γενικά από την πολιτική. Επτά χρόνια λιτότητας έχουν σπρώξει πολλούς ανθρώπους έξω από το σύστημα. Θεωρούν ότι δεν έχουν πια να ωφεληθούν σε κάτι από την πολιτική, γι’ αυτό και αδιαφορούν. Όσο περισσότερο οι Τόρις παραμένουν στην εξουσία και πουλάνε την ιδέα “ο καθένας για τον εαυτό του” τόσο οι πολίτες θα αποξενώνονται από την έννοια του συλλογικού συμφέροντος».