Στην Ουάσινγκτον, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί συμφωνούν τουλάχιστον όταν είναι να πολεμήσουν τη Ρωσία. Κατ’ αυτούς, ο Βλάντιμιρ Πούτιν αμφιβάλλει για την αποφασιστικότητα των ΗΠΑ να υπερασπιστούν τους συμμάχους τους και θέλει επίσης να προστατεύσει το αυταρχικό καθεστώς του να μην «μολυνθεί» από τη δημοκρατία και τον φιλελευθερισμό. Επέλεξε λοιπόν να επιτεθεί στην Δύση. Έτσι, για να εγγυηθεί την ειρήνη και την δημοκρατία, ο αμερικανικός στρατός και οι βουλευτές των δύο κομμάτων αποφάσισαν ν’ αντεπιτεθούν…
Κατ’ αρχάς ο αμερικανικός στρατός. Μετά από διαταγή του Λευκού Οίκου, το Πεντάγωνο μόλις ολοκλήρωσε μια μελέτη που συνιστά μια πιο γενναιόδωρη χρήση του πυρηνικού οπλοστασίου (1). Και αφού αυτό είναι πλέον πολύ καταστροφικό ώστε κάποιος να φανταστεί ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί, και άρα δεν εκπληρώνει τον αποτρεπτικό ρόλο του, καλό θα ήταν να «μικρύνει» ώστε να μπορεί να γίνει η επίκλησή του σε μια μεγαλύτερη ποικιλία επιθέσεων. Ακόμα και σε «μη πυρηνικές», όπως η καταστροφή των δικτύων επικοινωνίας, «τα χημικά και βιολογικά όπλα, οι κυβερνοεπιθέσεις» κ.λπ.
Το 2016, όταν ακόμα δεν γνώριζε ούτε τα βασικά στοιχεία για την πολιτική αποτροπής, ο υποψήφιος Ντόναλντ Τραμπ είχε ρωτήσει έναν από τους συμβούλους του: «Γιατί να έχουμε πυρηνικά όπλα αφού δεν μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε;» (2) Το έγγραφο του Πενταγώνου απαντά με τον δικό του τρόπο στην ερώτηση αυτή. Απέναντι στις «γεωπολιτικές φιλοδοξίες» της Ρωσίας (αλλά και της Κίνας επίσης), στην επιθυμία της Μόσχας να «αλλάξει με τη βία τον χάρτη της Ευρώπης» και να «αμφισβητήσει τη διεθνή τάξη που προέκυψε μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου», οι ΗΠΑ θα πρέπει χωρίς καθυστέρηση να ξεκινήσουν τον «εκσυγχρονισμό των πυρηνικών (τους) όπλων». Ώστε να παραμείνουν «οι πιστοί φύλακες της ελευθερίας». Αυτή η δημοκρατική αυτοθυσία είναι ανεκτίμητη. Ή μάλλον όχι. Έχει τιμή: τον τριπλασιασμό του αμερικανικού στρατιωτικού προϋπολογισμού για τα πυρηνικά.
Μια τέτοιου είδους γεωπολιτική κινδυνολογία στην υπηρεσία μιας νέας κούρσας εξοπλισμών θα είχε προκαλέσει πολύ μεγαλύτερη αντίδραση στις ΗΠΑ εάν, εδώ και έναν χρόνο, αυτό που υποτίθεται πως είναι η αμερικανική Αριστερά δεν είχε λυσσάξει να παρουσιάζει τον Τραμπ ως μαριονέτα της Ρωσίας (3). Σε σημείο που τον υποχρέωσαν να δώσει όπλα στην Ουκρανία (ο Δημοκρατικός προκάτοχός του το είχε αρνηθεί) και να σκληρύνει τις κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία. Ο πρώην αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν επιχαίρει, σε ένα άρθρο που ο τίτλος του δεν προσπαθεί καν να δείξει διπλωματικότητα: «Να υπερασπίσουμε τη δημοκρατία ενάντια στους εχθρούς της. Πώς να αντισταθούμε στο Κρεμλίνο» (4).
Την ίδια στιγμή, οι Δημοκρατικοί γερουσιαστές της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων δημοσιοποίησαν μια έκθεση που αναλύει «την ασύμμετρη επίθεση του Πούτιν εναντίον της δημοκρατίας στη Ρωσία και στην Ευρώπη». Ακόμα πιο αγανακτισμένη απ’ ό,τι συνήθως, η δημοσιογράφος-σταρ Ρέιτσελ Μάντοου, εκπρόσωπος της αντι-Τραμπ «αντίστασης» στο κανάλι MSNBC, ανέφερε αμέσως την έκθεση: «Ο πρόεδρός μας όχι μόνο δεν έκανε τίποτα για να σβήσει αυτήν την πυρκαγιά, αλλά παρατηρούσε κιόλας τις φλόγες να θεριεύουν!» Μπορεί να κοιμάται ήσυχη: το Πεντάγωνο θα την προσέχει.
[Συχνά ο όρος «χρήσιμος ηλίθιος” αποδίδεται στον Λένιν, αλλά κάτι τέτοιο δεν αποδείχθηκε ποτέ. Ο «χρήσιμος ηλίθιος» είναι ένας κάτοικος μη κομμουνιστικής χώρας που συμπαθεί την ΕΣΣΔ, που είναι επιρρεπής στην προπαγάνδα και που μπορεί να χειραγωγηθεί.]