Πριν από τη Χιλή, ο Ισημερινός έζησε, τον Οκτώβριο, μια κοινωνική έκρηξη που πυροδοτήθηκε από την απότομη αύξηση της τιμής των καυσίμων. Μια μερίδα της κοινωνίας αισθάνεται προδομένη από τη νεοφιλελεύθερη στροφή του προέδρου Λένιν Μορένο, ο οποίος είχε υποσχεθεί να συνεχίσει την «επανάσταση των πολιτών» του προκατόχου του Ραφαέλ Κορέα. Ο πρώην πρόεδρος του Ισημερινού παρουσιάζει εδώ την ανάλυσή του για την κρίση που πλήττει τη χώρα. Τον περασμένο Μάρτιο, το εκτελεστικό συμβούλιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) ενέκρινε τη 14η συμφωνία του με τον Ισημερινό. Το έγγραφο επιβάλλει σειρά προαπαιτούμενων και μεταρρυθμίσεων, με αντάλλαγμα τη χορήγηση στο Κίτο 4,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων (3,8 δισ. ευρώ) κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών, καθώς και 6 δισεκατομμυρίων δολαρίων (5,4 δισ. ευρώ) από άλλους θεσμούς. Σύμφωνα με τις δεσμεύσεις του προς το ΔΝΤ, ο πρόεδρος του Ισημερινού Λένιν Μορένο υπογράφει, στις 2 Οκτωβρίου 2019, το διάταγμα 883, με το οποίο απελευθερώνονται οι τιμές των καυσίμων. Το μέτρο πυροδοτεί τις σημαντικότερες διαδηλώσεις στη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Την επομένη, ο αρχηγός του κράτους κηρύσσει κατάσταση έκτακτης ανάγκης, κίνηση που αίρει ποικίλες συνταγματικές εγγυήσεις και επιτρέπει στις ένοπλες δυνάμεις να καταστέλλουν τις κινητοποιήσεις. Το μέτρο δεν θα αποδειχθεί αρκετό: στις 12 Οκτωβρίου, ο Λ. Μορένο επιβάλλει στην πρωτεύουσα απαγόρευση κυκλοφορίας σε έκταση που δεν έχει προηγούμενο από την εποχή της στρατιωτικής δικτατορίας κατά τη δεκαετία του 1970. Στο πλαίσιο της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, ο πρόεδρος αποφασίζει να μεταφέρει την έδρα της κυβέρνησης στην πόλη Γουαγιακίλ, που ελέγχεται από τους πολιτικούς συμμάχους του. Σε διακήρυξη που μεταδόθηκε από όλους τους τηλεοπτικούς σταθμούς, με κατηγορεί ότι ενορχήστρωσα τις διαδηλώσεις προκειμένου να τον ανατρέψω. Ο Λ. Μορένο εμφανίζεται στην οθόνη περιστοιχισμένος από ανώτατους στρατιωτικούς. Επικαλείται το παλαιό Σύνταγμα (1), το οποίο υποδεικνύει τις ένοπλες δυνάμεις ως εγγυήτριες της δημοκρατίας. Χωρίς αμφιβολία, δεν έχει αναλογιστεί πόσο εύθραυστες πολιτικές καταστάσεις αποκαλύπτει μια τέτοια σκηνοθεσία.
Λιγότερο από έναν μήνα πριν υπογράψει την αύξηση της τιμής των καυσίμων, ο Λ. Μορένο είχε υποσχεθεί ότι δεν θα δεχόταν ποτέ ένα τέτοιο μέτρο, καθώς πλήττει τα φτωχότερα στρώματα. Τον Οκτώβριο, η ρητορική του άλλαξε: διαβεβαιώνει ότι οι διαδηλώσεις δεν θα τον κάνουν να επανεξετάσει την απόφασή του, την οποία περιγράφει ως «θαρραλέα» και επιβεβαιώνει ότι επιθυμεί να καταργήσει οριστικά τις επιδοτήσεις στις τιμές των καυσίμων, τις οποίες παρομοιάζει με «παρότρυνση στην τεμπελιά». Όλα αυτά πριν η έκταση των κινητοποιήσεων τον υποχρεώσει να διαπραγματευθεί με τη Συνομοσπονδία Ιθαγενών Εθνοτήτων του Ισημερινού (CONAIE), την αιχμή του δόρατος των κινητοποιήσεων, και να ανακοινώσει την ακύρωση του διατάγματος 883 στις 13 Οκτωβρίου. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ο απολογισμός των γεγονότων είναι 8 νεκροί, 1.340 τραυματίες και σχεδόν 1.200 συλλήψεις. Για να δικαιολογήσει τη συμφωνία με το ΔΝΤ, η κυβέρνηση είχε ισχυριστεί ότι η χώρα βρισκόταν σε κρίση, κυρίως λόγω της δημοσιονομικής υπερχρέωσης που είχε κληρονομήσει. Όμως, τα στοιχεία έχουν παραποιηθεί: η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι παρέλαβε δημόσιο χρέος ύψους 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων (2) (περίπου 54 δισ. ευρώ), την ώρα που τα επίσημα έγγραφα του υπουργείου Οικονομικών ορίζουν το συνολικό δημόσιο χρέος στα 43,54 δισεκατομμύρια δολάρια τον Ιούνιο του 2017, δηλαδή 41,7% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ). Εξάλλου, το εξωτερικό δημόσιο χρέος δεν ανερχόταν παρά σε 28,55 δισεκατομμύρια δολάρια (21,4% του ΑΕΠ), σε ένα πλαίσιο όπου οι δημόσιες επενδύσεις από το 2007 έως τον Μάιο του 2017 κατέγραψαν το ιστορικό ρεκόρ των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το 2016, η οικονομία κατέγραψε 1,2% ύφεση λόγω της πτώσης των τιμών του πετρελαίου, της ισχυρής ανατίμησης του δολαρίου, διεθνών δικαστικών αποφάσεων που είχαν επιβάλει στον Ισημερινό κυρώσεις ύψους άνω του 1% του ΑΕΠ της χώρας (3) και ενός καταστροφικού σεισμού, του οποίου το οικονομικό κόστος προσέγγισε τα 3 δισεκατομμύρια δολάρια. Παρά τα σοβαρά αυτά εξωτερικά πλήγματα, η οικονομία ξεκίνησε να ανακάμπτει από το τέταρτο τρίμηνο του 2016: το 2017, ο ρυθμός ανάπτυξης έφθασε στο 2,4% και στη συνέχεια το 1,4% το 2018. Η κυβέρνηση Μορένο έχει επίσης αναγάγει σε μεγάλο ζήτημα τα δημοσιονομικά ελλείμματα που κληρονόμησε. Όμως, το δημοσιονομικό έλλειμμα, αφού ανήλθε σε 5,34% του ΑΕΠ και σε 5,39% το 2016 και 2017 αντίστοιχα (κυρίως λόγω της μείωσης των πετρελαϊκών εσόδων), περιορίστηκε στο 2,8% το 2018, δηλαδή σε επίπεδο χαμηλότερο από το ποσοστό που απαιτεί από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Ας ανακεφαλαιώσουμε: καμία υπερχρέωση, καμία αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος… Για ποια κρίση μιλούσε λοιπόν ο πρόεδρος Μορένο; Η εξήγηση βρίσκεται μάλλον στη σημερινή οικονομική διαχείριση της χώρας παρά σε κάποια υποτιθέμενη τοξική κληρονομιά. Με την άνοδό του στην εξουσία, ο σημερινός πρόεδρος μείωσε ή κατάργησε τους τελωνειακούς δασμούς σε 372 είδη προϊόντων. Η απόφαση αυτή υπολογίζεται ότι στέρησε το δημόσιο ταμείο από έσοδα περίπου 400 εκατομμυρίων δολαρίων και διόγκωσε τις μη απαραίτητες εισαγωγές κατά περίπου 800 εκατομμύρια δολάρια. Ανάμεσα σε άλλα παράλογα μέτρα, η κυβέρνηση παραιτήθηκε από δύο πηγές εσωτερικής χρηματοδότησης: το Ινστιτούτο Κοινωνικής Ασφάλισης του Ισημερινού (IESS) και την Κεντρική Τράπεζα της χώρας, δύο δημόσιους φορείς που πλέον τοποθετούν τα πλεονάσματα και τα αποθεματικά τους στο εξωτερικό. Εδώ και πολύ καιρό, ο Ισημερινός χαρακτηρίζεται από αστάθεια. Μεταξύ 1996 και 2006, καμία κυβέρνηση δεν κατάφερε να ολοκληρώσει τη θητεία της. Τις περισσότερες φορές, οι κρίσεις έβρισκαν λύσεις εκτός του θεσμικού πλαισίου. Για να αντιμετωπίζονται οι διαρκείς πολιτικές εντάσεις με δημοκρατικό τρόπο, τα άρθρα 130 και 148 του συντάγματος του 2008 προβλέπουν ότι «σε περίπτωση σοβαρής πολιτικής κρίσης και κοινωνικής αναταραχής», το κοινοβούλιο ή ο πρόεδρος μπορούν να ζητήσουν πρόωρες εκλογές. Μεταξύ 2007 και 2017, η χρόνια πολιτική αστάθεια εξαφανίζεται: ο υπογράφων εκλέγεται τρεις φορές πρόεδρος, τις δύο φορές από τον πρώτο γύρο, μια κατάσταση χωρίς προηγούμενο στην ιστορία της χώρας μας. Και το πολιτικό σχέδιό μας, γνωστό με το όνομα «επανάσταση των πολιτών», μας επιτρέπει να επικρατήσουμε σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις, μεταξύ των οποίων και όταν ο Λ. Μορένο κατεβαίνει ως υποψήφιος πρόεδρος με την υπόσχεση να πάρει τη σκυτάλη του εγχειρήματος. Μόλις έρχεται στην εξουσία, όμως, ο Λ. Μορένο πραγματοποιεί στροφή 180 μοιρών. Ευθυγραμμίζεται με τη νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία και επιλέγει την υπεράσπιση των μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων της χώρας (4). Ξεκινά τότε μια περίοδος διωγμού των πρώην συντρόφων του, με κάθε δυνατό τρόπο, ακόμη και δικαστικά, αλλά και αποδυνάμωσης των θεσμών. Μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια, ο Λ. Μορένο έχει αλλάξει τρεις αντιπροέδρους. Ωστόσο, ο λαός του Ισημερινού κάνει υπομονή μέχρι ο πρόεδρος να τηρήσει επιτέλους την υπόσχεσή του για μια καλύτερη διαχείριση της χώρας. Όμως, ο πενιχρός οικονομικός και κοινωνικός απολογισμός, η έλλειψη μεγάλων δημόσιων έργων και τα πολλαπλά σκάνδαλα διαφθοράς, που φθάνουν μέχρι τον ίδιο τον πρόεδρο, προκαλούν την κατάρρευση της δημοτικότητας της κυβέρνησης. Το διάταγμα 883 αποτελεί τη σπίθα σε έναν κάμπο που έχει ξεραθεί εδώ και μήνες. Οι οδηγοί των ιδιωτικών λεωφορείων κατεβαίνουν σε απεργία, η βάση των ιθαγενών ξεσηκώνεται και, αμέσως μετά, ακολουθεί μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Αμέσως, οι ελίτ προσπαθούν να απονομιμοποιήσουν τις διαδηλώσεις. Η δήμαρχος του Γουαγιακίλ, Σίνθια Βιτέρι, κλείνει τη γέφυρα που οδηγεί στην πόλη, για να την προστατεύσει από τις υποτιθέμενες λεηλασίες που συνδέονται με την πορεία των ιθαγενών. Ο προκάτοχός της Χάιμε Νεμπότ προδίδει τον ρατσισμό του καλώντας τους ιθαγενείς να «μείνουν στα βουνά τους». Η κυβέρνηση και οι σύμμαχοί της στα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης επιχειρούν να διαστρεβλώσουν το νόημα των διαδηλώσεων, κυρίως παρουσιάζοντάς τις ως απόπειρα πραξικοπήματος. Ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο και εγώ υποτίθεται ότι πληρώσαμε πράκτορες για να διεισδύσουν μέσα στις συγκεντρώσεις και να προκαλέσουν βιαιότητες. Επιδεικνύοντας σπουδή στη στήριξη των συγκεκριμένων ισχυρισμών, οι δυνάμεις ασφαλείας συλλαμβάνουν 17 πολίτες της Βενεζουέλας, οι οποίοι παρουσιάζονται ως ξένοι πράκτορες: τελικά επρόκειτο για οδηγούς της Uber. Παρόλα αυτά, η επίσημη ρητορική δεν μεταβάλλεται: η χώρα υφίσταται τις συνέπειες μιας «επιχείρησης που καθοδηγείται από τον Ραφαέλ Κορέα και τους οπαδούς του», οι οποίοι προσπαθούν να εμποδίσουν την κυβέρνηση να πατάξει τη διαφθορά. «Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία», εξηγεί λοιπόν ο πρόεδρος Μορένο, «ότι ο τρελός [δηλαδή ο Ραφαέλ Κορέα] καθοδηγεί όλη αυτή την κατάσταση από τη Βενεζουέλα, επειδή γνωρίζει καλά ότι βρίσκεται στο στόχαστρο της Δικαιοσύνης».
Παρά την ένταση της καταστολής, η οποία είναι πρωτοφανής στην πρόσφατη ιστορία της χώρας, και την απαγόρευση λειτουργίας των ελάχιστων μέσων ενημέρωσης που παρέχουν πληροφορίες για την κατάσταση στους δρόμους (όπως το Pichincha Universal), τα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης πασχίζουν να στηρίξουν την κυβέρνηση. Οι διαδηλωτές, αγανακτισμένοι, καταλήγουν να εκδιώξουν τους δημοσιογράφους από τις πορείες τους. Δυστυχώς, ορισμένοι δημοσιογράφοι υφίστανται σωματική βία.
Σε όλη τη διάρκεια των διαδηλώσεων, ο πρόεδρος του κοινοβουλίου Σέσαρ Λιτάρδο, σύμμαχος του Λ. Μορένο, εμποδίζει το σώμα να συνεδριάσει. Ωστόσο, η σοβαρότητα των γεγονότων δικαιολογούσε την κήρυξη του κοινοβουλίου σε διαρκή συνεδρίαση, κατά τρόπο ώστε να λαμβάνει αποφάσεις που θα μπορούσαν να αποτρέψουν τη χρήση βίας σε τόσο μεγάλη κλίμακα, όπως θα ήταν η αποπομπή των υπουργών Εσωτερικών και Άμυνας, οι οποίοι είναι άμεσα υπεύθυνοι για την καταστολή. Αντίθετα, ο υπουργός Άμυνας Οσβάλδο Χαρίν ήταν ελεύθερος να δηλώσει: «Οι εγκληματικές ή τρομοκρατικές ενέργειες θα παταχθούν. (…) Κανείς να μην ξεχνά ότι οι ένοπλες δυνάμεις μπορούν να αξιοποιήσουν την πολεμική πείρα τους».
Προγεφύρωμα της Ουάσινγκτον
Σε απόγνωση, η κυβέρνηση δέχεται τη μεσολάβηση της αντιπροσωπείας των Ηνωμένων Εθνών στο Κίτο και της Επισκοπικής Συνόδου του Ισημερινού. Δεν δέχεται παρά έναν και μοναδικό συνομιλητή, την CONAIE, της οποίας η ηγεσία στηρίζει τον Λ. Μορένο από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του. Έτσι, μέχρι το ξέσπασμα των διαδηλώσεων, ο πρώην πρόεδρος της συνομοσπονδίας Χουμπέρτο Τσολάνγκο βρισκόταν επικεφαλής της αρχής διαχείρισης των υδάτων, το κόμμα αυτοχθόνων Πατσακούτικ αποτελεί μέρος της κυβερνητικής πλειοψηφίας στο κοινοβούλιο και πολλοί ιθαγενείς ηγέτες τοποθετήθηκαν σε σημαντικές θέσεις από τον πρόεδρο.
Όμως, η ηγεσία της CONAIE ξεπεράστηκε από τη βάση της. Έτσι, το καθεστώς διοργάνωσε κοινωνικό διάλογο (που τίποτε δεν δείχνει ότι θα καταλήξει κάπου) με τους συμμάχους του σε μια προσπάθεια να εκτονωθούν οι κινητοποιήσεις. Μοναδική παραχώρηση της κυβέρνησης; Η κατάργηση του διατάγματος 883. Οι διαδηλωτές απαιτούσαν επίσης την αποχώρηση του ΔΝΤ, εκτός φυσικά από την παραίτηση του Μορένο.
Η προσπάθεια εξουδετέρωσης του κινήματος των ιθαγενών συνοδεύθηκε από μια νέα φάση διώξεων έναντι των υπέρμαχων του «κορεϊσμού». Στις 14 Οκτωβρίου, η αστυνομία διεξάγει έρευνα στις οικίες της περιφερειάρχη της Πιτσίντσα, Πάολα Παμπόν, του Βιρχίλιο Ερνάντες, εκτελεστικού γραμματέα του κόμματος Επανάσταση των Πολιτών (από το όνομα του πολιτικού σχεδίου που εφαρμόστηκε από το 2007 και μετά) και πέντε ακόμη προσώπων, μεταξύ των οποίων και η πρώην πρόεδρος του κοινοβουλίου Γκαμπριέλα Ριβαδενέιρα. Η Ριβαδανέιρα, μαζί με τρεις ακόμη βουλευτές, ζήτησε προστασία στην πρεσβεία του Μεξικού. Η Παμπόν βρίσκεται σήμερα στη φυλακή, όπως επίσης και η βουλευτής του Σουκουμπίος Γιόφρε Πόμα, η πρώην δήμαρχος του Ντουράν Αλεξάντρα Άρσε και άλλοι.
Ο πολιτικός σχηματισμός μας είναι ο μοναδικός που ζήτησε την εφαρμογή των άρθρων 130 και 148 του Συντάγματος, ώστε να αντιμετωπιστεί η κρίση με ειρηνικό, δημοκρατικό και συνταγματικό τρόπο. Η θέση αυτή μάς στοίχισε τον χαρακτηρισμό «πραξικοπηματίες».
Σε μια κίνηση χωρίς προηγούμενο, το ΔΝΤ ανακοίνωσε ότι υποστηρίζει την ανάκληση της αύξησης στις τιμές των καυσίμων: πρόκειται για ξεκάθαρη απόδειξη του γεγονότος ότι προτιμά να υπερασπιστεί την κυβέρνηση παρά τη συμφωνία που υπέγραψε μαζί της. Προτεραιότητά του; Να κρατηθεί ο Λ. Μορένο στην εξουσία πάση θυσία. Γιατί, από τον Μάιο του 2017, ο Ισημερινός έχει μετατραπεί σε προγεφύρωμα των ΗΠΑ στην περιοχή και η Ουάσινγκτον δεν επιθυμεί να στερηθεί τον νέο της σύμμαχο. Πράγματι, το Κίτο συντάχθηκε πρόσφατα με τον Όμιλο της Λίμα στην υποστήριξη της απόπειρας ανατροπής του Μαδούρο στη Βενεζουέλα. Η κυβέρνηση παρέδωσε τον Τζούλιαν Ασάνζ στη βρετανική αστυνομία, αποχώρησε από την Ένωση Κρατών της Νότιας Αμερικής (UNASUR), ενέκρινε την εγκατάσταση νέας αμερικανικής στρατιωτικής βάσης στα νησιά Γκαλάπαγος και πρόδωσε την «επανάσταση των πολιτών» για να καταδιώξει, στη συνέχεια, και τους υποστηρικτές της.
Στο μεταξύ, ο Ισημερινός παραπαίει. Η οικονομική, κοινωνική και πολιτική κατάσταση επιδεινώνεται ενώ, απ’ ό,τι φαίνεται, η χώρα δεν διαθέτει κυβέρνηση με λαϊκή νομιμοποίηση.
Όλες οι σημειώσεις είναι της σύνταξης.