Όταν ο Μπαράκ Ομπάμα, το 2008, επέλεγε τον κεντρώο βετεράνο Τζο Μπάιντεν ως αντιπρόεδρο στην εκστρατεία του, θεωρούσε πως επιβαλλόταν η σύνεση: οι Δημοκρατικοί είχαν ήδη εκφράσει την επιθυμία τους για ρήξη επιλέγοντας έναν προοδευτικό μαύρο πολέμιο του πολέμου στο Ιράκ για να διαδεχθεί τον Τζορτζ Μπους. Τον ερχόμενο Νοέμβριο είναι ο Μπάιντεν που θα τους εκπροσωπήσει. Όμως ο Τζο Μπάιντεν δεν κάνει τα πλήθη να παραληρούν. Ένα καλό πολιτικό κάστινγκ θα επέβαλε λοιπόν να επιλέξει για συνοδοιπόρο ένα σύμβολο που θα μπορούσε να προκαλέσει ενθουσιασμό. Όχι ένα σύμβολο πολιτικής ριζοσπαστικότητας, αλλά ένα σύμβολο «ενσωμάτωσης». Έτσι, διάλεξε την Καμάλα Χάρις, κόρη μεταναστών, ενός Τζαμαϊκανού και μιας Ινδής, παντρεμένη μ’ έναν Εβραίο.
Η τόλμη σταματά εκεί. Γιατί κατά τα λοιπά η γερουσιαστής της Καλιφόρνιας είναι μια συμβατική και οπορτουνίστρια πολιτικός, που κανείς δεν συνδέει με κάτι διαφορετικό από μια ξεκάθαρη προσωπική φιλοδοξία και το ταλέντο να συγκεντρώνει δωρεές από δισεκατομμυριούχους (1). Η Γουόλ Στριτ, που είχε παρουσιάσει άνοδο τον περασμένο Μάρτιο όταν ο Μπάιντεν κέρδισε τον Σάντερς, ανέβηκε και πάλι με την ανακοίνωση της επιλογής της Χάρις. Έχοντας αποτύχει ηχηρά στην καμπάνια των προκριματικών –αποσύρθηκε στα τέλη του περασμένου χρόνου, πριν από την πρώτη ψηφοφορία– χρωστά τα πάντα στον άνθρωπο που την επέλεξε και τον οποίο υπάρχει πιθανότητα κάποια στιγμή να διαδεχθεί. Κάτι που έρχεται κουτί, αφού και οι δύο σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο: η Αμερική είναι μεγάλη, η Αμερική είναι ωραία, κάποιες μεταρρυθμίσεις θα την κάνουν ακόμα καλύτερη, οι αξίες της εμπνέουν τον πλανήτη, οι στρατιωτικές συμμαχίες της προστατεύουν τη φιλελεύθερη δημοκρατία από τους τυράννους.
Ο Μπάιντεν και η Χάρις δεν δεσμεύονται να κάνουν περισσότερα από όσα ο Ομπάμα στις δύο θητείες του. Τουλάχιστον δεν θα κάνουν την απρονοησία να ισχυριστούν, όπως ο Ομπάμα το βράδυ της εκλογής του (2) : «Θα μπορέσουμε να θυμόμαστε αυτήν την ημέρα και να λέμε στα παιδιά μας ότι ήταν τότε που η άνοδος της στάθμης των ωκεανών άρχισε να μειώνεται και ο πλανήτης να γιατρεύεται». Οκτώ χρόνια αργότερα, όταν ο Ομπάμα έδωσε τη θέση του στον Ντόναλντ Τραμπ, τα παιδιά είχαν μεγαλώσει χωρίς η άνοδος της στάθμης των ωκεανών να αρχίσει να μειώνεται.
Όσο περιορισμένη κι αν είναι εξαρχής η διαδρομή του διδύμου Μπάιντεν-Χάρις, τουλάχιστον περιλαμβάνει έναν σημαντικό σταθμό: την εκδίωξη του σημερινού προέδρου εκτός Λευκού Οίκου και την εκκαθάριση ενός θεσμού που οι Δημοκρατικοί θεωρούν ότι βεβηλώθηκε από έναν απατεώνα. Ένας από τους επικεφαλής τους συνέκρινε πρόσφατα τον Τραμπ με τον Μουσολίνι, εκτιμώντας ότι «Χίτλερ είναι ο Πούτιν» (3). Ένας τόσο μισητός στόχος θα πρέπει να κινητοποιήσει τους ψηφοφόρους των Δημοκρατικών στις 3 του ερχόμενου Νοεμβρίου.
Οι περισσότερες από τις ευρωπαϊκές χώρες ελπίζουν και αυτές την επιστροφή μιας «κανονικής» προεδρίας στην Ουάσινγκτον. Εντελώς ανίκανες να αποδεσμευτούν από την αμερικανική ηγεμονία, ακόμα και όταν αυτή ασκείται από έναν ακαλλιέργητο και φαφλατά ηγέτη, φαντάζονται πως μια κυβέρνηση Δημοκρατικών θα τους συμπεριφερθεί με περισσότερη λεπτότητα. Και πως θα κάνει πιο πιστευτό το συνηθισμένο μπλα-μπλα για τη δημοκρατία, τον «ελεύθερο κόσμο» και τις αξίες της Δύσης. Θα πρέπει άραγε να χαρούμε με μια τέτοια παλινόρθωση, με μόνο κίνητρο ότι η εναλλακτική μοιάζει με την Αποκάλυψη;